του Αρχιμ. Γρηγορίου Κωνσταντίνου, Δρ. Θεολογίας
Κλείνοντας τό κεφάλαιο αὐτό πρέπον εἶναι νά μιλήσουμε καί γιά τήν σχέση Μασονισμοῦ καί Χριστιανισμοῦ. Ὁ Μασονισμός ὡς θρησκεία συγκρητιστική ὅπως καί οἱ ἴδιοι ἰσχυρίζονται, ἔχει τό ἄλλοθι νά χρησιμοποιεῖ τόν Χριστιανισμό. Μήν ξεχνᾶμε ἄλλωστε ὅτι ὡς ὄργανο τοῦ Σιωνισμοῦ ἔχει σκοπό νά διαβάλει αὐτόν. Παρουσιάζεται ὡς συγγενικός, ἄν μή τί ἄλλο, ἀκόμη ὡς ἕνας τρόπος τοῦ Χριστιανισμοῦ. Πρός τήν κατεύθυνση αὐτή χρησιμοποιεῖ χριστιανικές θέσεις, σύμβολα καί ἀντικείμενα γιά νά ἐξαπατᾶ. Οἱ Μασόνοι διατείνονται ὅτι τά μέλη τοῦ σωματείου, τούς διέπει ἡ ἀγάπη καί ἡ πίστη[1],– ὅπως στούς Χριστιανούς.
Δείχνει ἀκόμη ὅτι εἶναι οἰκουμενικός ὁ Μασονισμός, καθότι μέλη τῆς Στοᾶς μποροῦν νά γίνουν ἄνθρωποι ὅλων τῶν θρησκειῶν[2]. Τέλος, ἡ Ἁγία Γραφή κατέχει στό τελετουργικό της σημαντική θέση, ἀποτελώντας ὡστόσο μόνο ἕνα σύμβολο[3]. Ἐξάλλου ὑπογραμμίζεται ὅτι τό τελετουργικό ἀποτελεῖ εἶδος ἐμπειρίας πνευματικῆς ἐμβάθυνσης καί προσωπικοῦ «ἐξευγενισμοῦ», μετατροπῆς τοῦ «λίθου» ἀπό τήν κατάσταση τοῦ «ἀκατέργαστου» σέ «κατεργασμένου», δηλαδή τῆς «προσωπικῆς τελειώσεως». Ἀλλά αὐτός ὁ δρόμος τῆς μασονίας εἶναι ἐντελῶς ἀντίθετος μέ αὐτόν πού ὁδηγεῖ στόν Χριστό.
Ἡ μασονική ἐμπειρία δέν ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο παραπέρα ἀπό τήν ἐμπειρία τοῦ ἑαυτοῦ του ἤ τῆς κοινωνίας τῶν «ἀδελφῶν». Δέν μπορεῖ νά ξεπεράσει τήν ματεριαλιστική πραγματικότητα ἐγκαταλείποντας τόν ἄνθρωπο μόνο. Ἡ τελείωση τοῦ χριστιανοῦ ἔξω ἀπό τή συμμετοχή του στή ζωή τοῦ Θεοῦ «ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ», δέν ὁλοκληρώνεται. Ἡ ἁγιότητα ἀνήκει στόν Χριστό («εἷς ἅγιος») καί κατ’ ἐπέκταση καί σέ ὅλους ὅσους μετέχουν τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἁγιότητα εἶναι «κατά μετοχήν» καί ὄχι ἀνεξάρτητη ἀπό τή χριστιανική πίστη καί τό χριστιανικό φρόνημα. Τό κτιστό πού εἶναι ὁ ἄνθρωπος γιά νά τελειωθεῖ καί νά γίνει τό λαμπρό δημιούργημα χρειάζεται νά μετέχει στήν ἐνέργεια τοῦ ζωοδότη Θεοῦ καί δημιουργοῦ του. Βέβαια, ὡς δημιούργημα, ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει οὔτε σ’ αὐτή τήν ζωή χωρίς τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ, πολύ δέ περισσότερο νά ἔχει τή δυνατότητα νά δοξαστεῖ ἀπό μόνη της ἡ ἀνθρώπινη φύση[4].
Στή χριστιανική πίστη σύμφωνα μέ τούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει ἀδελφικός σύνδεσμος χωρίς τό «Πνεῦμα τῆς υἱοθεσίας», οὔτε ἠθική χωρίς δόγματα. Ἐξάλλου ἡ «κοσμοθεωρία τῶν δέκα ἐντολῶν», χωρίς τή σύνδεση μέ τήν διδασκαλία τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης δέν ὑφίσταται καί ἰδιαίτερα χωρίς ἀναφορά στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἡ «πνευματική ζωή» τοῦ χριστιανοῦ δέν ἀποβλέπει στό ἀποτέλεσμα τῶν ἀνθρωπίνων προσπαθειῶν, ἀλλά στήν ζωή ἐν «πνεύματι ἁγίω», ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ. Μέ τό χριστιανικό βάπτισμα ὁ πιστός ἐντάσσεται στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία Του. Αὐτό δέν μπορεῖ νά συμβεῖ καί νά γίνει ἀποδεκτό κατά τή μασονική μύηση ἡ ὁποία πιστεύει πώς ἡ μύηση αὐτή ὁδηγεῖ τό μυούμενο πέρα ἀπό τό χῶρο τοῦ «βέβηλου» καί τόν καθιστά πνευματικό ἀδελφό μέ τόν πιστό τοῦ Ἰσλάμ ἤ ὅποιας ἄλλης θρησκείας.
Ἡ χριστιανική Ἐκκλησία κηρύττει πώς οἱ πιστοί γίνονται παιδιά τοῦ Θεοῦ μόνο ὅταν λάβουν τό πνεῦμα τῆς υἱοθεσίας[5], τό ὁποῖο τούς ἐντάσσει στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ μέσω τοῦ ἁγίου βαπτίσματος[6]. Ὁ Θεός γίνεται πατέρας καί ὁ Λόγος Υἱός πού μέ τήν ἐνανθρώπησή του[7] πρόσφερε τήν υἱοθεσία στούς ἀνθρώπους[8]. Οὐσιαστικά τούς μετατρέπει σέ μέλη της, δηλαδή μέλη τοῦ ζῶντος σώματος τοῦ Χριστοῦ πού ἀποτελοῦν πλέον μία κοινωνία ἱστορική καί ὁρατή[9]. Τότε καί μόνο γίνονται «κατ’ ἐπαγγελίαν κληρονόμοι»[10]. Τό Ἅγιο Πνεῦμα, ποῦ ὀνομάζεται καί «Πνεῦμα Χριστοῦ», «συμμαρτυρεῖ τῷ πνεύματι ἠμῶν ὅτι ἐσμέν τέκνα Θεοῦ. Εἰ δέ τέκνα, καί κληρονόμοι, κληρονόμοι μέν Θεοῦ, συγκληρονόμοι δέ Χριστοῦ»[11]. Ὁ ἄνθρωπος ὡς βαπτισμένο μέλος τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ταυτόχρονα μέλος αὐτοῦ τοῦ σώματος καί δύναται νά διασφαλίζει τήν ἀκεραιότητα τῆς ὑπόστασής του πλήρως λαμβάνοντας τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος[12]. Καθίσταται σαφές ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά συγκριθεῖ ἡ μασονική μύηση μέ τό χριστιανικό βάπτισμα, γιατί αὐτό ἀποτελεῖ βλασφημία ἐναντίον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ μασονία ὅπως εἴπαμε δέν συνδέει τίς ἠθικές ἀξίες, τίς ὁποῖες κηρύττει μέ μία συγκεκριμένη πίστη σέ Θεό. Ἡ εἰκόνα περί Θεοῦ, τοῦ ΜΑΤΣ, προσδιορίζεται ἀπό τόν κάθε μασόνο ἐντελῶς ὑποκειμενικά, ἀνάλογα μέ τίς ὅποιες προσω-πικές καί θρησκευτικές του πεποιθήσεις. Ἡ κατανόηση τοῦ ἀνθρώπου γιά τή ζωή, ὅπως καθώς ἐπίσης ἡ ἀντίληψη περί τοῦ Θεοῦ, ξεπερνοῦν τά ὅρια μίας συγκεκριμένης πίστης. Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο ὅμως ἡ χριστιανική πίστη σχετικοποιεῖται καί ἐξισώ-νεται σέ σχέση μέ τήν πίστη τοῦ Ἰσλάμ, μέ τό βουδισμό κ. ο. κ. Ὅποιος ζεῖ «ὀρθά», λογίζεται καί «ὀρθά» ἀπέναντι στό Θεό, ὅπως ὑποστηρίζουν καί πιστεύουν οἱ μασόνοι.
Συνεχίζοντας μέ τά τῆς πίστεως, οἱ μασόνοι ὑποστηρίζουν πώς ἡ θέση αὐτή δέν ταυτίζεται μέ τήν διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί μέ τήν πίστη στόν Τριαδικό Θεό. Ἐδῶ ἡ χριστιανική Βίβλος δέν εἶναι πλέον ἡ μοναδική Θεία ἀποκάλυψη. Ἐναλλάσσεται μέ τό Κοράνι, τίς Βέδες κ. ο. κ. Εἶναι «ἕνα» ἀπό τά πολλά «ἱερά βιβλία»! Ἡ χριστιανική πίστη δέν εἶναι ἡ μόνη καί βεβαία ὁδός σωτηρίας, ἀλλά μία ἀπό τίς πολλές «ἀτραπούς». Ὅλες οἱ θρησκεῖες ὁδηγοῦν «στόν ἴδιο σκοπό». Μ’ αὐτό τόν τρόπο τά εἴδωλα γίνονται ἀντανάκλαση τῆς «μίας θεότητας», τοῦ «Μεγάλου Ἀρχιτέκτονα τοῦ Σύμπαντος», ὁ ὁποῖος εἶναι «ἀνοικτός» πρός ὅλες τίς Θεότητες. Ἐδῶ πλέον δέν ἰσχύει ἡ φράση, πού ἀναφέρεται στόν Ἰησοῦ Χριστό: «ἐν αὐτῶ κατοικεῖ πᾶν τό πλήρωμα τῆς Θεότητος σωματικῶς». Ὁ ἀπόστολος τό ὑπογράμμισε αὐτό, μᾶς λένε, γιά νά προφυλάξει τούς πιστούς ἀπό τήν ψευδῆ σοφία. Γι’ αὐτό καί ἀναφέρει προηγουμένως: «Προσέχετε μήπως σᾶς παρασύρει κανείς μέ τή φιλοσοφία καί μέ κούφια ἀπατηλά πράγματα, κατά τήν παράδοση τῶν ἀνθρώπων, κατά τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου καί ὄχι κατά Χριστό»[13].
Ἀπό ὅσα ἀναφέραμε γίνεται ἀντιληπτό πώς ἡ Μασονία εἶναι ἀσυμβίβαστη μέ τή Χριστιανική πίστη καί τήν ἰδιότητα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ. Ἰδιαίτερα ὑπογραμμίζουμε τόν κίνδυνο διάβρωσης τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου καί οἱ τυχόν διαγραφές τοῦ Εὐαγγελικοῦ μηνύματος καί τῆς ἐν Χριστῷ ἐλπίδος. Γιά νά βρεῖ λοιπόν ὁ ἄνθρωπος τό ἀληθινό νόημα τῆς ζωῆς καί νά τό πραγματώσει βρίσκει τή λύση μόνο μέσα στή χριστιανική Ἐκκλησία μέ τή βοήθεια τῆς θείας χάριτος, καί τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ. Αὐτό πραγματώνεται καί βρίσκει πλήρη ἐφαρμογή σύμφωνα μέ τό λόγο τοῦ Χριστοῦ «οὐδείς ἔρχεται πρός τόν πατέρα εἰ μή δί’ ἐμοῦ»[14]. Ἐνῶ σέ ὅλες τίς ἄλλες θρησκεῖες καί ἀποκρυφιστικές ὁμάδες ὁ ἄνθρωπος ἐγκαταλείπεται ἐντελῶς μόνος στήν ἀναζήτηση τῆς σωτηρίας του. Ὁ ἄνθρωπος μέσα στήν Ἐκκλησία θυμᾶται πάντα τό ἑξῆς σημαντικό: «τοῦ μεγάλου Θεοῦ καί πλάσμα καί εἰκόνα εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἀπό τόν Θεό ἔρχεται καί στόν Θεό πηγαίνει»[15].
Στή σκέψη ἑνός Ὀρθοδόξου παρατηρητῆ ὁ Μασονισμός δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά μία ἀντίχριστη παναίρεση, πού δέν ἔχει καμία σχέση μέ τόν Χριστό καί τήν λατρεία τῆς Ἐκκλησίας Του. Οἱ Μασόνοι ὅμως προβάλλουν ὡς θεό τους τόν «Μέγα Ἀρχιτέκτονα τοῦ Σύμπαντος», στήν πραγματικότητα λατρεύουν ἕνα ἄλλο θεό, πού εἶναι ὁ Ἑωσφόρος[16], καί πού εὐθύνεται γιά ὅλα ὅσα ἐνέπνευσε στήν ὀργάνωση τῆς μασονίας τά ἀντίχριστα συστήματα. Ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μέ τίς ἀποφάσεις πού πῆρε καταδίκασε τή μασονία ὡς ἕνα σύστημα ἀντιχριστιανικό καί πεπλανημένο, ἐνῶ συγχρόνως χαρακτήρισε τήν ἰδιότητα τοῦ χριστιανοῦ καί τοῦ μασόνου λίαν ἐπικίνδυνη καί ἀσυμβίβαστη[17]. Βέβαια ὑπάρχουν καί περιπτώσεις στίς ἡμέρες μας πού μερικοί συνδυάζουν τήν ἰδιότητά τους αὐτή τήν τοῦ μασόνου καί τοῦ χριστιανοῦ κι αὐτό ἀποτελεῖ μεγάλη κοροϊδία, διότι ἡ Μασονία εἶναι ἀποδεδειγμένως μυστηριακή θρησκεία μέ εἰδωλολατρικές συνήθειες καί τελείως ξένη καί ἀντίθετη πρός τήν ἐξ ἀποκαλύψεως σωτηριώδη ἀλήθεια τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας.
*****