† Ἀνακομιδή τοῦ λειψάνου τοῦ ἐν Ἁγίοις πατρός ἡμῶν ᾿Ιωάννου, ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, τοῦ Χρυσοστόμου.
῾Ο ἱερός ᾿Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἐπειδή δέν ἔκανε διακρίσεις ἀνάμεσα στά πρόσωπα στήν ἀπόδοση τοῦ δικαίου καί ἔλεγχε καί τήν ἴδια τήν βασίλισσα Εὐδοξία γιά τίς παρανομίες καί ἀδικίες της, ἐξορίσθηκε δύο φορές, ἀλλά καί πάλι ἀνακλήθηκε ἀπό τήν ἐξορία. ᾿Εξορίσθηκε ὅμως καί πάλι γιά τρίτη φορά.
Ἡ ἔκπτωση τοῦ ἱεροῦ Χρυσοτόμου ἀπό τόν πατριαρχικό θρόνο προεκάλεσε σχίσμα μέσα στήν Ἐκκλησία τῶν ὀπαδῶν του «Ἰωαννιτῶν» καλουμένων, οἱ ὁποῖοι δέν ἀνεγνώριζαν τό διάδοχό του, παρά τίς ἐπίμονες συστάσεις νά ὑπακούσουν στούς νέους ἐκ- κλησιαστικούς ἄρχοντες καί νά διαφυλάξουν τήν ἑνότητα τῆς Ἐκ- κλησίας.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ὁδηγήθηκε στήν Κουκουσό καί ἀπό ἐκεῖ στήν Ἀραβισσό καί ἔπειτα, στίς 10 Ἰουνίου τοῦ ἔτους 404 μ.Χ., στήν Πιτιούντα τοῦ Πόντου. Ἡ πορεία του μέχρι ἐκεῖ ἦταν ὄχι μόνο περιπετειώδης, ἀλλά κυριολεκτικά μαρτυρική, γεμάτη ἀπό κακουχίες καί δεινοπαθήματα.
᾿Εκεῖ, λοιπόν, στήν Πιτιούντα ὁ ἔνσαρκος Ἄγγελος ἐκλήθηκε ἀπό τῶν πάντων Δεσπότη στίς αἰώνιες σκηνές, τό ἔτος 407 μ.Χ., ἐνῶ τό ἅγιο σκήνωμά του ἐνταφιάσθηκε στά Κόμανα τοῦ Πόντου μαζί μέ τά ἅγια λείψανα τῶν ἁγίων μαρτύρων Βασιλίσκου καί Λουκια-νοῦ, καθώς εἶχε ἀποκαλυφθεῖ σ᾿ αὐτόν ἀπό αὐτούς τούς ἴδιους διά νυκτερινῆς ὀπτασίας, ὅταν ἀκόμη ζοῦσε.
Τό σχίσμα τῶν «Ἰωαννιτῶν» ἀποκαταστάθηκε μέ τήν ἀνα-κομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου στήν Κωνσταντινούπολη, τό ἔτος 438 μ.Χ., ἐπί Πατριάρχου Πρόκλου. Ἡ μεταφορά τῶν ἱερῶν λειψάνων ἀπό τά Κόμανα συνοδεύθηκε μέ μία ἐπιστολή-διαταγή τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου Β´, υἱοῦ τοῦ Ἀρκαδίου καί τῆς Εὐδο- ξίας, ἡ ὁποία ἔγραφε:
«Ἐπιστολή Βασιλέως Θεοδοσίου πρός τόν Οἰκουμενικό Πα-τριάρχη, Διδάσκαλο καί Πνευματικό Πατέρα ᾿Ιωάννη τόν Χρυσό-στομο.
᾿Επειδή, Πάτερ τίμιε, θεωρήσαμε τό σῶμα σου νεκρό, ὅπως συμβαίνει μέ τά ἄλλα, θελήσαμε ἁπλῶς νά τό πάρουμε καί νά τό με-ταφέρουμε πρός ἐμᾶς. Γι᾿ αὐτό καί δικαίως ἀστοχήσαμε στόν πόθο μας.
Ἀλλά σύ τουλάχιστον, Πάτερ τιμιότατε, πού ἐδίδαξες σέ ὅλους τή μετάνοια, συγχώρησέ μας πού σέ παρακαλοῦμε καί σάν παιδιά πού ἀγαπᾶμε τούς πατέρες μας ἐπίδοσέ μας τόν ἑαυτό σου καί εὔ-φρανε μέ τήν παρουσία σου αὐτούς πού σέ ποθοῦν».
Αὐτήν τήν ἐπιστολή τοῦ αὐτοκράτορα τήν πῆγαν στόν Ἅγιο καί τήν τοποθέτησαν ἐπάνω στή λάρνακά του. Τότε ὁ Ἅγιος ἔδωσε τόν ἑαυτό του στούς ἀπεσταλμένους τοῦ αὐτοκράτορα, καί ἔτσι αὐτοί μετέφεραν τή λάρνακα πού περιεῖχε τό ἅγιο λείψανο στήν Κωνσταντινούπολη, χωρίς νά κοπιάσουν καθόλου. Ἡ ὑποδοχή τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου ὑπῆρξε παλλαϊκή. Σύσσωμος λαός, κλῆ-ρος καί μοναχοί, μέ ἐπικεφαλῆς τόν αὐτοκράτορα, τούς αὐλικούς, τή σύγκλητο καί ὅλους τούς ἄρχοντες, ὑποδέχθηκαν καί προσκύνη-σαν μέ σεβασμό τά λείψανά του. Μέ πολλή εὐλάβεια μετέφεραν ἀρχικά τή λάρνακα στό ναό τοῦ Ἀποστόλου Θωμᾶ, στά Ἀμαντίου, ἔπειτα δέ στό ναό τῆς Ἁγίας Εἰρήνης. ᾿Εκεῖ ἔβαλαν τό ἅγιο λείψανο πάνω στό σύνθρονο καί ἅπαντες ἐβόησαν: «Ἀπόλαβε τό θρόνο σου, Ἅγιε». Στή συνέχεια ἡ λάρνακα τοποθετήθηκε σέ αὐτοκρατορική ἅμαξα καί μεταφέρθηκε στόν περιώνυμο ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστό-λων. ᾿Εκεῖ ἔβαλαν τό ἅγιο λείψανο ἐπάνω στήν ἱερή καθέδρα καί ἔγινε τό θαῦμα: ὁ Ἅγιος ἐπεφώνησε πρός τό λαό τό «Εἰρήνη πᾶσι». ῎Επειτα τό ἐναπέθεσαν μέσα στό Ἅγιο Βῆμα, κάτω ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα.
῾Η Σύναξη τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἐτελεῖτο στόν πάνσεπτο ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἱερά λείψανα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου ἀφιέρωσε διά χρυσοβούλλου στή μονή Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὁ αὐτοκράτορας Ἰωάννης Τσιμισκῆς (969-976 μ.Χ.) καί τεμάχιο τῆς ἀριστερᾶς χειρός ὁ Ἀνδρό-νικος ὁ Παλαιολόγος (1282-1328) , διά χρυσοβούλλου, τόν Ἰούλιο τοῦ ἔτους 1284, στή μονή Φιλοθέου τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἐπίσης, τμή-ματα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου φυλάσσονται στίς μονές Βατοπαιδίου, Ἰβήρων, Ἁγίου Διονυσίου καί Δοχειαρίου.
Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας Μαρκιανῆς τῆς βασιλίσσης.
Ἡ Ἁγία Mαρκιανή ἦταν σύζυγος τοῦ Ἰουστίνου Α´ τοῦ Γέ-ροντος (518-527 μ.Χ.). Διακρινόταν γιά τήν εὐσέβεια, τό ἀσκητικό τοῦ βίου της καί τή φιλανθρωπία της. Ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη καί ἐνταφιάσθηκε στό ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Κωνσταντινου-πόλεως.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Κλαυδίνου.
Ὁ Ἅγιος Κλαυδῖνος ἦταν μοναχός καί ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Πέτρου τοῦ Αἰγυπτίου.
Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἦταν μοναχός καί μαθητής τοῦ Ἀββᾶ Λώτ καί ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Δημητριανοῦ, ἐπισκόπου Ταμασσοῦ τῆς Κύπρου, τοῦ θαυματουργοῦ.
Ὁ Ἅγιος Δημητριανός ἐγεννήθηκε στήν Ταμασσό[1]. Ἐγνώ-ρισε τό Χριστό ἀπό τή βρεφική ἡλικία καί Τόν ἀγάπησε μέ ὅλη του τήν ψυχή. Ἔγινε Ἐπίσκοπος Ταμασσοῦ καί στό πρόσωπό του οἱ πιστοί βρῆκαν τόν πνευματικό πατέρα καί καθοδηγητή, τόν προ-στάτη τῶν ὀρφανῶν καί τῶν πτωχῶν, οἱ ἀσθενεῖς τό στοργικό ἀδελ-φό, οἱ θλιβόμενοι τήν παραμυθία. Ὁ Θεός τόν ἀξίωσε τοῦ χαρί-σματος τῆς θαυματουργίας. Ὁ Ἅγιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη καί τιμᾶ-ται ἰδιαίτερα στήν Πέρα Ὀρεινή τῆς Κύπρου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Ἄσκιοτ τοῦ βασιλέως.
Ὁ Ἅγιος Ἄσκιοτ ἐγεννήθηκε καί ἐβασίλευσε στή Γεωργία τόν 9ο αἰώνα μ.Χ. Ὁ εὐσεβής ἡγεμόνας ἀνήγειρε πολλούς ναούς καί ἀρκετές μονές. Ἐφονεύθη ὑπό τῶν Ἀράβων μέσα στό ναό τοῦ κά-στρου τοῦ Ἀρτανούγκι τῆς Γεωργίας τόν ὁποῖο εἶχε κτίσει. Στά Γεωργιανά Συναξάρια ἀναφέρεται καί ὡς Κουροπαλάτης[2].
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Τίτου, τοῦ ἐκ Κιέβου.
Ὁ Ὅσιος Τίτος ἐγεννήθηκε στή Ρωσία. Ἦταν στρατιώτης ἀλλά ἀπό ἀγάπη στό Θεό ἐγκατέλειψε τόν κόσμο καί ἔγινε μοναχός στή Μεγάλη Λαύρα τῶν σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Ὁ Ὅσιος Τίτος ἐκοι-μήθηκε μέ εἰρήνη περί τόν 11ο αἰώνα μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Δημητρίου.
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Δημήτριος, πού διακρινόταν γιά τό κάλ-λος τοῦ προσώπου του καί τό ἦθος τῆς καρδίας του, ἐργαζόταν στό Γαλατᾶ Κωνσταντινουπόλεως σέ κάποιο οἰνοπωλεῖο πού ἀνῆκε στόν Χριστιανό Χατζῆ Παναγιώτη. Κάποιοι ἀπό τούς θαμῶνες τοῦ οἰνοπωλείου, Μωαμεθανοί ἀπό τόν Πόντο, προσπάθησαν νά προ-σηλυτίσουν τόν Δημήτριο. Μιά ἡμέρα, πού αὐτοί ἐμέθυσαν, ἐκδιώχ-θηκαν ἀπό τό οἰνοπωλεῖο ἀπό τόν ἰδιοκτήτη καί τόν Δημήτριο. Ἡ βίαιη αὐτή ἐκδίωξη ἐξόργησε τούς Μωαμεθανούς πού ἀπεφάσισαν νά ἐκδικηθοῦν τόν Δημήτριο. Τόν κατήγγειλαν ψευδῶς ὡς δράστη τοῦ τραυματισμοῦ τοῦ Μωαμεθανοῦ συντρόφου τους τήν ἡμέρα πού ἐμέθυσαν. Προσαχθείς ὁ Δημήτριος ἐνώπιον τοῦ βεζύρη δέν κατάφερε νά ἀποδείξει τήν ἀθωότητά του. Ἔτσι ἐτέθηκε σέ αὐτόν τό δίλημμα τῆς τουρκικῆς μισαλλοδοξίας, δηλαδή νά διαλέξει μετα-ξύ ἐξισλαμισμοῦ καί θανάτου. Ὁ Μάρτυς δέν ἀρνήθηκε τόν Χριστό παρά τούς ἐκφοβισμούς, τίς ὐποσχέσεις καί τούς δελεασμούς. Ἐμαρ-τύρησε στήν Κωνσταντινούπολη τό 1784 καί ἐτελειώθη διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Πέτρου Ζβέρεφ.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Πέτρος ἐμαρτύρησε τό ἔτος 1929[3].
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!