του Αρχιμ. Γρηγορίου Κωνσταντίνου, Δρ. Θεολογίας
Κατά καιρούς ὑπῆρξαν διάφορες ἀπόπειρες ἑρμηνείας τῆς παραπάνω διήγησης, πού ἀποτελεῖ καί τό «αἱρετικότερο» σημεῖο τοῦ παρόντος βιβλίου. Ἀρχικά ὀφείλουμε νά ἐπισημάνουμε πώς ἕνα τέτοιο κείμενο μπορεῖ νά εἶναι ἀλληγορικό καί ἡ πραγματική του ἑρμηνεία νά βασίζεται σέ λέξεις «κλειδιά» χωρίς τή γνώση τῶν ὁποίων δέν εἶναι δυνατό νά ἑρμηνευτεῖ. Ἐμεῖς θά στηριχτοῦμε σέ ὅσα κατά λέξη περιγράφονται σ’ αὐτό.
Κάποιοι μελετητές ἰσχυρίζονται πώς ἡ μετάφραση τῆς λέξης «Ἐλωίμ» εἶναι λανθασμένη, ἐπειδή αὐτή δέν μεταφράζεται μόνο ὡς ἄγγελοι, ὅπως χρησιμοποιεῖται στό βιβλίο τοῦ Ἐνώχ, ἀλλά καί ὡς υἱοί τοῦ Θεοῦ ἤ ἐνάρετοι ἄνθρωποι. Ἑπομένως οἱ «υἱοί τοῦ Θεοῦ» – δηλαδή οἱ ἐνάρετοι ἄνθρωποι – ἀναπαράχθηκαν μέ «κατώτερες» γυναῖκες διαπράττοντας ἁμαρτία καί ὄχι οἱ Ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ὅπως λανθασμένα πίστευαν.
Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἡ ἑβραϊκή λέξη «Ἐλωχίμ»1, στή σωστή της μορφή εἶναι σέ πληθυντικό ἀριθμό καί σημαίνει «θεοί» ἤ «δυνάμεις» καί ἡ φράση «bne Elohim» σημαίνει «υἱοί τῶν Θεῶν», ὅπως ἀναφέρεται καί στό βιβλίο τῆς Γένεσης στό ἐπίμαχο χωρίο, «ἰδόντες δέ οἱ υἱοί τοῦ Θεοῦ τάς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων…»2. Ἡ ἐπεξήγηση τοῦ σημείου αὐτοῦ στή μετάφραση πού ἔχουμε στή διάθεσή μας, εἶναι ἀπό τήν Ἀδελφότητα Σωτήρ τοῦ Ν. Βασιλειάδη, ἰσχυρίζεται ὅτι οἱ «υἱοί τοῦ Θεοῦ» εἶναι οἱ ἀπόγονοι τῆς εὐσεβοῦς γενεᾶς τοῦ Σήθ ἀπό τόν Ἐνῶς καί οἱ θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων εἶναι οἱ ἀπόγονοι τῆς γενεᾶς τοῦ Κάιν, ἡ ὁποία χαρακτηρίζεται ὡς διεφθαρμένη.
Ἅς δοῦμε ὅμως τί λέγει τό κείμενο τοῦ Ἐνώχ: «ἦταν διακόσιοι ἐκεῖνοι πού κατέβηκαν στά χρόνια τοῦ Ἰάρεδ στήν κορυφή τοῦ ὅρους Ἐρμώμ». Ἐάν λοιπόν ἐπρόκειτο γιά ἀνθρώπους γεννᾶται τό ἐρώτημα, ἀπό ποιό ψηλότερο προφανῶς σημεῖο κατέβηκαν στό ὅρος; Γιά νά κατέβει κανείς κάπου, πρέπει φυσικά νά βρίσκεται ψηλότερα καί τί εἶναι ψηλότερα ἀπό ἕνα βουνό; Βέβαια καί ἐάν αὐτό δεχτοῦμε, μαζί μέ τήν ἑρμηνεία πού στηρίζεται στούς υἱούς τοῦ Θεοῦ ὡς ἀπογόνους τοῦ Σήθ, μᾶς φέρνει ἔντονα στό νοῦ τό ἀπόκρυφο – ψευδεπίγραφο βιβλίο τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὕας, στό ὁποῖο γίνεται λόγος πώς οἱ Πρωτόπλαστοι ἐκδιωχθέντες ἀπό τόν Παράδεισο ἔζησαν στήν κορυφή ἑνός πανύψηλου ὅρους καί μετά τή δολοφονία τοῦ Ἄβελ, οἱ ἀπόγονοι τοῦ Κάιν ἔζησαν στούς πρόποδες τοῦ ὅρους ἀπαγορεύοντας στούς εὐσεβεῖς τῆς κορυφῆς νά κατέβουν καί νά συγχρωτιστοῦν μέ τούς μιαρούς συγγενεῖς τους στούς πρόποδες. Τό κείμενο εἶναι ξεκάθαρο καί ἀναφέρεται στούς «καταβάντες ἐπί τοῦ Ἀραντίς», ἑπομένως δέν θά ἦταν καί τόσο εὔκολο νά ἀποδεχτεῖ κάποιος πώς οἱ εὐσεβεῖς τῆς κορυφῆς κατέβηκαν πρός τούς μιαρούς ἀλλά κάποιοι ἄλλοι ψηλότερα ἀπό τό ὄρος.
Ἡ τεκνοποίηση ἀπό θεούς καί θεές εἶναι παράδοση ἀπό ὅλους τούς ἀρνησίθρησκους καί αἱρετικούς καί κατ’ ἐπέκταση ἰσχυρίζονται πώς ἡ ἄμωμος σύλληψη τοῦ Χριστοῦ ἔγινε μέ τή μεσολάβηση ἑνός πνεύματος. Τό ἴδιο πιστεύουν καί γιά τόν Ἀντίχριστο τῆς χριστιανικῆς παράδοσης πώς θά εἶναι προϊόν μιᾶς τέτοιας ἄνομης σύλληψης. Στό σημεῖο αὐτό ἐπισημαίνουμε κάτι πού συνήθως διαφεύγει τῆς προσοχῆς ὅλων αὐτῶν πού ἔχουν ἀσχοληθεῖ μέ τό θέμα πού διαπραγματευόμαστε, εἶναι ἡ στάση τῶν θυγατέρων τῶν ἀνθρώπων. Γιά ποιό λόγο δέχτηκαν, χωρίς νά φοβοῦνται (τό λιγότερο), τήν ἐπαφή μέ πνευματικές ὀντότητες πού προφανῶς διέφεραν ἐντελῶς ἀπό αὐτές; Σέ ὁλόκληρη τή φύση, τό θηλυκό πρέπει νά νιώσει μιά ἕλξη γιά τό ἀρσενικό, τό ὁποῖο μπορεῖ νά εἶναι ὡραῖο ἤ ἄσχημο, πάντως νά μοιάζει μέ τά ἄτομα τοῦ εἴδους του, ἐάν ἑξαιρέσει κανείς τουλάχιστον τίς διαστροφές.
Οἱ χριστιανικές ὅμως πεποιθήσεις τοποθετοῦν τήν πτώση τῶν Ἀγγέλων σέ προανθρώπινες ἐποχές, πρίν ἀπό τή δημιουργία τοῦ Ἀδάμ. Ἡ Γένεση ἀναφέρει ὅτι ἡ ἐξαπάτηση τῆς Εὕας ἀπό τόν Ὄφι συνέβη στόν Παράδεισο, ἑπομένως ἡ Πτώση τῶν Ἀγγέλων πρέπει νά εἶχε συμβεῖ πολύ πιό νωρίτερα. Ὅμως, ὁ Ἐνώχ στό βιβλίο του μᾶς διηγεῖται ὅτι ἦταν στά χρόνια τοῦ Ἰάρεδ3 πού κατέβηκαν οἱ Γρηγοροῦντες στό ὅρος Ἐρμώμ, δηλαδή σέ ἐποχές πού οἱ ἄνθρωποι ζοῦσαν ἤδη στή Γῆ, ἐκδιωγμένοι ἀπό τόν Παράδεισο ἐδῶ καί πολλές γενεές, τουλάχιστον ἕξι στόν ἀριθμό. Καί ἄν ὄντως τό μῆλο συμβολίζει τίς γνώσεις πού δέν ἔπρεπε ποτέ ἕνα πνεῦμα νά ἀποκαλύψει σέ ἀνθρώπους, τότε θά μποροῦσε νά ὑποθέσει κανείς πώς ὁ συγγραφέας τῆς Γένεσης εἶχε ὑπ’ ὄψην του τήν ἀφήγηση τοῦ Ἐνώχ, ἄν καί ὁ ἴδιος ἤ κάποιοι ἄλλοι φρόντισαν νά τή λογοκρίνουν καί νά τήν καλύψουν πίσω ἀπό ἕνα συμβολισμό, χωρίς αὐτό νά εἶναι ἀποδεκτό.
Τό σύνηθες ἐδάφιο πού ἐπισύρεται γιά τήν πτώση τῶν ἀγγέλων λαμβάνεται ἐκ τῆς Σοφίας Σολομῶντος, βιβλίον πού ἀποδίδεται σ’ ἕνα ἐξελληνισμένο Ἑβραῖο τῆς Ἀλεξάνδρειας τόν 1ον π. Χ. αἰῶνα καί τό ὁποῖο ὁ Λατῖνος ἐκκλησιαστικός πατήρ Ἱερώνυμος, «θεωροῦσε περισσότερο ἀπό ἐπικίνδυνο».
Τό χωρίο ἔχει ὡς ἐξῆς: «ὅτι ὁ Θεός ἔκτισε τόν ἄνθρωπο ἐπ’ ἀφθαρσία καί εἰκόνα τῆς ἰδίας ἰδιότητος ἐποίησεν αὐτόν· φθόνῳ δέ διαβόλου θάνατος εἰσῆλθεν εἰς τόν κόσμον, πειράζουσι δέ αὐτόν οἱ τῆς ἐκείνου μερίδος ὄντες»4.
Τό βιβλικό ἀπόσπασμα θεωρεῖται γενικῶς σάν μιά ἀναφορά στήν εὐθύνη τῆς πτώσης γιά τήν ἔλευση τῆς ἁμαρτίας καί τῆς δυστυχίας στόν κόσμο, κεντρικό ἄλλωστε θέμα τῆς Ἀπόκρυφης Γραμματείας. Ἐπιπλέον καί μέ τή σύμφωνη γνώμη ἑνός μεγάλου ἀριθμοῦ μελετητῶν, αὐτό ἀποτελεῖ μιά σημαντική ἐξέλιξη στήν πορεία τοῦ διαβόλου ὄχι μόνον σάν ἀντιπάλου τοῦ ἀνθρώπου ὅπως συμβαίνει στόν Ἰώβ καί στόν Ζαχαρία ἀλλά καί σάν ἀντίπαλον τοῦ Γιαχβέ.
Στό βιβλίο τοῦ Ἐνώχ γίνεται πολύς λόγος γιά τήν οὐράνια αὐλή τοῦ Γιαχβέ. «ἰδόντες δέ οἱ υἱοί τοῦ Θεοῦ τάς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων ὅτι καλαί εἰσίν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας ἀπό πασῶν ὧν ἐξελέξαντο»5.
Οἱ υἱοί τοῦ Θεοῦ τῆς Γένεσης (bene ha’ Elohim) στό βιβλίο τοῦ Ἐνώχ χάνουν τήν θεϊκή τους ὑπόσταση καί γίνονται ἄγγελοι. Μέ αὐτή τους λοιπόν τήν ἰδιότητα ὡς ἄγγελοι δέν ἀνήκουν πιά στήν οὐράνια αὐλή καί ὄντες πιά ἐλεύθεροι πέφτουν στή γῆ, ὅπου ἡ λαγνεία τούς ὠθεῖ νά σμίξουν μέ τίς θυγατέρες τῆς γῆς, ὅπου μέ αὐτή τήν συνεύρεση γεννήθηκαν μιά σειρά κακοποιῶν γιγάντων οἱ Μεφιλίφ =πεσόντες. Στή προκειμένη λοιπόν εἰκόνα πού ἔχουμε ἐμφανίζεται μία σύνδεση τοῦ σέξ μέ τό κακό.
Ἀλλά καί οἱ ἐκπεπτωκότες φύλακες ἄγγελοι τοῦ βιβλίου τοῦ Δανιήλ καί αὐτοί, φέρουν μιά ποικιλία ὀνομάτων στά ὁποία διακρίνουμε ἀσαφεῖς μορφές τῶν παλαιοτέρων ἑβραϊκῶν κειμένων καί ἐδῶ κατά τήν ἀναζήτηση «μιᾶς λογικῆς αἰτίας γιά τό κακό, ἀποκτοῦν σωματική ὑπόσταση».
Ἐπιπλέον στό βιβλίο τοῦ Σαμουήλ ἀναφέρεται πάντα ὑποκειμενικά ὁ Βελίαλ, στό Λευϊτικό οἱ δαίμονες Ἀζαζέλ, Μαστεμά, Σαταναήλ, Σαμαέλ καί Σαμιάλ6. Ἐδῶ ἀπαντᾶ καί ὁ Σατανάς τοῦ Ἰώβ. Ὅλοι αὐτοί οἱ δαίμονες μέ τά διάφορα ὀνόματα ἐνσωματώθηκαν μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου, σ’ ἕναν, φέροντες τό ὄνομα Διάβολος.
Ὡς ἀρχηγός τῶν ἐπαναστατησάντων ἀγγέλων φέρεται ὁ Σαμιάλ. Σύμφωνα λοιπόν μέ τόν Ἐνώχ ἦρθαν στή γῆ μέ τή θέλησή τους πέφτοντας σάν ἄστρα στό ὄρος Ἑρμών. Αὐτή ἡ περιγραφή ἀπεικονίζει καί τήν ὀνομασία Ἑωσφόρος πού διαφαίνεται καί στό Εὐαγγέλιο τοῦ Λουκά, ὅπου ὁ Σατανάς πέφτει ὡς «ἀστραπήν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ πεσόντα»7.
Ὁ Σαμιάλ προτρέπει τούς συντρόφους του ἀγγέλους νά προβοῦν σέ σεξουαλικές ὑπερβολές μέχρι ὄτου, ὅπως ἀναφέρει στό βιβλίο του ὁ Ἐνώχ, «ὅλη τους ἡ συμπεριφορά νά διαφθαρεῖ». Σύμφωνα μέ τό βιβλίο τοῦ Ἐνώχ ὅλες οἱ ἁμαρτίες τοῦ κόσμου ἀποδίδονται στή διαστροφή τῶν ἀγγέλων, μετά ἀπό τή δημιουργία τους. Αὐτό ὅμως ὅπως προαναφέραμε δέν μπορεῖ νά ἰσχύσει καί εἶναι ἀντί Βιβλικό καθότι οἱ υἱοί τοῦ Θεοῦ, δηλαδή οἱ ἄγγελοι δέν ἀποτελοῦνται ἀπό ὑλικά στοιχεῖα καί ἀνθρώπινες ἀδυναμίες, διότι εἶναι πνεύματα ἄφυλα καί ἄυλα ὅπως προμνημονέψαμε.
Ὁ Ἐνώχ ὅμως δέν μᾶς ἐξηγεῖ ἐπακριβῶς τόν λόγο πού ὁδήγησε τούς φύλακες ἀγγέλους νά ἐγκαταλήψουν τή θέση τους στόν οὐρανό. Περισσότερες πληροφορίες γι’ αὐτό τό ζήτημα μᾶς δίδουν τά Ἰωβηλαία (135 -105 π.Χ.). Σέ αὐτά γίνεται ἀναφορά, πώς οἱ φύλακες ἄγγελοι ἦρθαν στήν γῆ γιά νά βοηθήσουν τούς ἀνθρώπους μέ τήν μακραίωνη ἰδιότητα τῶν καλοπροαίρετων ἀγγελιοφόρων τοῦ Γιαχβέ. Κατά τήν παραμονή τους ὅμως ἐπόθησαν τίς θυγατέρες τῆς γῆς καί ἀτίμασαν τούς ἐαυτούς των. Γιά ὅλα αὐτά θεώρησαν ὑπεύθυνο τό σέξ καί εἰδικότερα τό γυναικεῖο φύλο, πού μιμούμενοι τήν Εὔα ἔγινε αἰτία τῆς πτώσης των.
Στά Ἰωβηλαία σκιαγραφεῖται ὁ Μαστεμά8, ὅπου πολύ εὔκολα σέ αὐτά ἀναγνωρίζεται ὁ Διάβολος ὡς ἡ δύναμη τοῦ κακοῦ.
Στή Διαθήκη Ρουβήμ (109 – 106 π.Χ.) ἡ Εὔα βάζει σέ πειρασμό τόν Ἀδάμ καί μ’ αὐτόν τόν τρόπο στιγματίζει τίς θυγατέρες τῆς Γῆς καί τίς καθιστᾶ ὑπεύθυνες γιά τό ξελόγιασμα τῶν φυλάκων ἀγγέλων. Γενικά κατά τήν ἀπόκρυφη γραμματεία, ἡ λαγνεία ἦταν ὁ βασικός λόγος τῆς πτώσης τῶν ἀγγελικῶν δυνάμεων9.
Σ’ ἕνα ἄλλο βιβλίο, τῶν «Μυστικῶν τοῦ Ἐνώχ» (1ος μ. Χ.) στό ὁποῖο γίνεται ἐπίσης λόγος γιά τήν ἐπανάσταση τῶν ἀγγέλων, ἡ πτώση τους ὀφείλεται κατά κύριο λόγο στήν ὑπερηφάνειά τους, ἄποψη πού υἱοθέτησε ἀργότερα καί ὁ Ὠριγένης.
Ἡ ταχεῖα ἀνάπτυξη τοῦ Διαβολικοῦ πρότυπου στήν ἀπόκρυφη Γραμματεία, θέτει τό ἐρώτημα τῆς προέλευσης αὐτῶν τῶν ἰδεῶν. Οἱ νεώτεροι ἱστορικοί ἐντόπισαν ἴχνη τοῦ Βελίαλ στή διανόηση τῶν Χαναναίων, ἐνῶ ἕνα ἄλλο βιβλίο, τό βιβλίο τῶν Γιγάντων, πού βρέθηκε στό Κουμράν ἀναφέρει τόν Γιλγαμές10 καί τόν Χουμπαμεῖα, ὡς ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου.
Σύμφωνα λοιπόν μέ τήν ἄποψη τοῦ Καθηγητῆ κ. Καϊμάκη11, ὁ θρησκευτικός ἡγέτης τῶν Μανιχαίων Μάνης τό βιβλίο τῶν Γιγάντων τό εἶχε συμπεριλάβει στόν κανόνα τῆς Ἁγίας Γραφῆς τόν 3ον μ. Χ. αἰῶνα. Οἱ Μεφιλίμ ἀποτελοῦν ὄργανο τῶν ἀσεβῶν ἀγγέλων πού ἔχουν ὡς σκοπό νά παρασύρουν τούς ἀνθρώπους στήν ἁμαρτία. Οἱ δέ γίγαντες πού ἐπίσης ἀναφέρονται στή Γένεση παρουσιάζονται πρίν τόν κατακλυσμό.
Τέλος, ὁ πιό σοβαρός καί συγχρόνως ἐμφανής κρῖκος τοῦ Σατανισμοῦ εἶναι αὐτός μέ τήν Βαβυλῶνα καί τόν Ζωροαστρισμό πού οἱ Ἑβραῖοι γνώρισαν κατά τή διάρκεια τῆς αἰχμαλωσίας τους.
Στή συνέχεια ἡ προσπάθεια ἑρμηνείας τῆς λέξης ὡς «ἄνθρωποι», πού ἐπιχειρεῖται δέν ἐξηγεῖ τά προϊόντα αὐτῆς τῆς ἕνωσης, δηλαδὴ τούς γίγαντες ἢ Νεφιλίμ12, ὅπως ἀναφέρονται στό συγκεκριμένο κείμενο. Ἐὰν βέβαια ἐπρόκειτο γιά ἀνθρώπους, γιά ποιὸ λόγο ἡ ἀναπαραγωγὴ τους ὁδήγησε στήγέννηση Γιγάντων, οἱ ὁποῖοι ἀναφέρονται καί στή Γένεση; «οἱ δὲ γίγαντες ἤσαν ἐπὶ τῆς γὴς ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις. καί μετ’ ἐκεῖνο, ὡς ἂν εἰσεπορεύοντο οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ πρὸς τάς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων καί ἐγεννῶσαν ἑαυτοῖς. Ἐκεῖνοι ἦσαν οἱ γίγαντες οἱ ἀπ’ αἰῶνος, οἱ ἄνθρωποι οἱ ὀνομαστοὶ» (Γέν. 6, 4).
Ἐνῷ στούς Ἀριθμοὺς (33, 13) ἀναφέρει ὅτι ἦταν υἱοὶ τῶν «Ἀνὰκ» καί ὑπαινίσσεται ὅτι τελικὰ ὁ Κατακλυσμὸς δὲν τούς κατάστρεψε ὅλους ἀλλὰ κάποιοι τουλάχιστον ἐπέζησαν στὴν περιοχὴ τῆς Παλαιστίνης, ποιοί, πῶς, καί πόσοι δέν μᾶς τό μνημονεύει.
Ἕνα ἀκόμη ἐπιχείρημα ὅσων δέχονται τήν ἐκδοχὴ τῆς ἐσφαλμένης μετάφρασης στηρίζεται στή Γένεση, ὅπου ὁ Θεὸς ἀναφέρει: «οὐ μὴ καταμείνει τό πνεῦμα μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τόν αἰῶνα διὰ τό εἶναι αὐτοὺς σάρκας» (Γέν. 6,3).
Ἐὰν ὅμως ἐξετάσουμε τό κείμενο, διαπιστώνουμε ὅτι ἡ λέξη «ἄνθρωποι» μπορεῖ νά ἀναφέρεται στούς Γίγαντες καί ὄχι στούς γεννήτορες τούς ἐκπεσόντες ἢ Ἐγρήγορους. Τό νόημα δὲν ἀλλάζει ἂν τό θεωρήσουμε αὐτὸ καί συμφωνεῖ μέ τό βιβλίο τοῦ Ἐνώχ, ὅτι «γεννηθέντες ὑπὸ πνευμάτων καί σαρκός… ἐν τῆ γῆ ἡ κατοίκησις αὐτῶν ἔσται». Ἑπομένως, θεωροῦμε πώς καί αὐτὸ τό ἐπιχείρημα πού ἐκφράστηκε ἀπό τόν Ἅγιο Αὐγουστίνο δὲν ἀποκλείει τήν ὀρθότητα τοῦ κειμένου τοῦ Ἐνώχ.
Οἱ βιβλικές ἀναφορές φαίνεται νά τοποθετοῦν τήν πτώση τῶν Ἀγγέλων σὲ προανθρώπινες ἐποχές, πρὶν ἀπό τὴ δημιουργία τοῦ Ἀδάμ. Ἡ Γένεση ἀναφέρει ὅτι ἡ ἐξαπάτηση τῆς Εὕας ἀπό τόν Ὄφι συνέβη στόν Παράδεισο, ἑπομένως ἡ Πτώση τοῦ Ἑωσφόρου πρέπει νά εἶχε συμβεῖ νωρίτερα. Ἔτσι μπόρεσε νά πειράξει καί ἐξαπατήσει τόν ἄνθρωπο μέσα στόν παράδεισο.
Ὁ Λάμεχ, ἐγγονὸς τοῦ Νῶε, παντρεύτηκε καί ὅταν ἡ γυναῖκα του ἀπέκτησε παιδί, τρόμος κατέλαβε τήν ψυχή του. Ἡ σάρκα τοῦ παιδιοῦ ἦταν λευκὴ σάν τό χιόνι καί ρόδινη ὅπως τό τριαντάφυλλο, ἐνῷ καί τά μαλλιὰ του ἦταν ἐπίσης λευκά. Μόλις ἄνοιξε τά μάτια του φωτίστηκε τό δωμάτιο καί μόλις ἄνοιξε τό στόμα του ἄρχισε νά ὑμνεῖ τόν Θεό. Ὁ ἴδιος, φοβούμενος μήπως δὲν ἦταν δικό του τό παιδὶ ἀλλὰ ἑνὸς ἀγγέλου, ἔστειλε τόν πατέρα του τόν Μαθουσάλα στόν Ἐνώχ, πού ἤδη κατοικοῦσε μέ τοὺς ἀγγέλους, γιά νά τόν συμβουλευτεῖ. Ἐκεῖνος τόν διαβεβαίωσε ὅτι ἦταν δικό του τό παιδί, τού ἐξιστόρησε τήν πτώση τῶν Γρηγορούντων ἀγγέλων καί τού προφήτευσε ὅτι ὁ Νῶε θὰ ἐπιζοῦσε ἀπό τόν κατακλυσμὸ πού θὰ ἀφάνιζε τοὺς ἀνθρώπους καί τά προϊόντα τῶν μιαρῶν ἑνώσεων μέ τοὺς ἐκπεσόντες.
Σὲ πρώτη φάση ἡ εἰκόνα τοῦ Νῶε μοιάζει μέ ἀλβινισμό13, αὐτή εἶναι μιά νόσος κατὰ τήν ὁποία δὲν παράγεται καθόλου μελανίνη στό σῶμα. Ἔτσι λοιπόν κανείς albino, δὲν μπορεῖ νά μιλήσει ἀπό τὴ στιγμὴ τῆς γέννησής του. Στὴν ἀπορία τοῦ Λάμεχ φαίνεται πώς ἡ πεποίθηση γιά τὶς ἀναπαραγωγικὲς ἱκανότητες τῶν ἀγγέλων ἦταν κοινὴ καί δὲν θὰ μποροῦσε νά εἶχε ἐπηρεαστεῖ ἀπό τόν Ἐνώχ, ἀφοῦ ὁ τελευταῖος μόλις τότε ἀποκάλυψε στόν Μαθουσάλα τήν πτώση τῶν Ἐγρήγορων καί τόν ἐπερχόμενο κατακλυσμό.
Ἡ περιγραφὴ τοῦ Νῶε θὰ μποροῦσε νά εἶναι μία συμβολικὴ ἀναφορὰ στή δημιουργία τῆς λευκῆς φυλῆς; Δυστυχῶς δὲν ὑπάρχουν ἐπιβεβαιωμένα στοιχεῖα γιά τόσο μεγάλη ἱστορική ἀναδρομή τῶν Ἑβραίων οὔτε καί ὑπάρχουν ἀναφορὲς γιά τήν ἐμφάνιση τῶν υἱῶν τοῦ Νῶε. Ἐδῶ, ὅπως καί στὴν ἐξιστόρηση τοῦ κατακλυσμοῦ, φαίνεται ἴσως πιὸ ἔντονα ἀπό ποτὲ ἡ πιθανότητα ἐπιρροῆς τῶν ἀντιγραφέων ἢ καί τῶν συγγραφέων ἀπό προγενέστερές τους πηγές.
Ὁ Ἐνὼχ ζοῦσε ἤδη μέ τοὺς ἀγγέλους σὲ ἕναν τόπο μακρινὸ μέν ἀλλὰ προσβάσιμο ἀπό τό Μαθουσάλα. Ποῦ μποροῦσε νά ἦταν αὐτὸς ὁ τόπος κανεὶς δὲν γνώριζε. Πάντως, ἀπό τό σημεῖο αὐτό καί μετά ὁ Ἐνὼχ ἀνελήφθη στούς οὐρανούς14.
Στέκουν λογικὰ οἱ ἀπόψεις ὅλων ἐκείνων πού ἰσχυρίζονται ὅτι δὲν ἦταν ἄγγελοι ὅλα αὐτά τά πνεύματα ἀλλὰ νοήμονα ὄντα ἀπό ἄλλους πλανῆτες πού συνευρέθησαν μέ τὶς θνητὲς ὑπάρξεις κατεβαίνοντας ἀπό τά ἱπτάμενα ὀχήματά τους καί λόγω τῆς διαφορᾶς στό γενετικὸ ὑλικὸ γέννησαν γίγαντες; Αὐτὸ τό ἀφήνουμε στὴν κρίση τοῦ ἀναγνώστη.
Οἱ Δαίμονες πού ταλαιπωροῦν ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα δὲν εἶναι οἱ Ἐγρήγοροι ὅπως ἀναφέρονται στό βιβλίο τοῦ Ἐνὼχ. Αὐτοὶ περιγράφονται μᾶλλον ὡς θλιβερὲς φιγοῦρες, σὲ ἀντίθεση μέ τὴ χριστιανικὴ παράδοση πού τοὺς θεωρεῖ ὑπαίτιους κάθε κακοῦ. στόν Ἐνὼχ τά πνεύματα τῶν Γιγάντων εἶναι ἐκεῖνα ποῦ προκαλοῦν τά δεινά, ἐγκλωβισμένα στὴν κατώτερη ὑλικὴ διάσταση ἀπό τήν ὁποία καί προῆλθαν.
Ἡ ἔννοια τῆς ἀπόκτησης γνώσης στό Βιβλίο τοῦ Ἐνώχ εἶναι ἐπίσης διφορούμενη. Ἀπὸ τὴ μία θεωρεῖται ἁμαρτωλή, πού τὴ μετέδωσαν οἱ ἐκπεσόντες Ἐγρήγοροι καί ἀπό τήν ἄλλη ὁ Ἐνὼχ προσφέρει ἄφθονη ἀπό αὐτή. Ἐνῷ δηλαδὴ παραχωρεῖ μερικὲς ἀστρονομικὲς καί ἀστρολογικὲς γνώσεις, μέμφεται τόν Ἀκιβιήλ, τόν Ταμιὴλ καί τόν Ἀσαραβὴλ πού δίδαξαν τά ἴδια πράγματα στὶς θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων. Οἱ ὁμοιότητες μέ τήν ἱστορία τῶν Τιτάνων καί κυρίως μέ τόν Προμηθέα εἶναι ἐμφανεῖς, ἔτσι ὅπως σκιαγραφοῦνται στό βιβλίο τοῦ Ἐνώχ.
Καὶ εἶναι νά ἀναρωτιέται κανεὶς ἐὰν ὅλος αὐτὸς ὁ τεχνολογικὸς πολιτισμὸς πού ἔχουμε ἀναπτύξει, πού μπορεῖ νά καταστρέψει ἀλλὰ καί νά σώσει, ξεκίνησε ἀπό ἕνα μίασμα ἢ ἂν εἶναι ἕνα Θεϊκὸ δῶρο.
Ποιὸς Θεὸς πού δεχόμαστε ὅτι εἶναι ἡ τέλεια ὕπαρξη θὰ εἶχε ἐλαττώματα τόσο ἐκδικητικά, τόσο ἀνθρώπινα, πού θὰ στεροῦσε ἀπό τά ἀγαπημένα του πλάσματα τὶς γνώσεις γιά μιά καλύτερη ζωή;
Γι’ αὐτό, τό βιβλίο τοῦ Ἐνώχ, ἄσχετα μέ τήν ὀρθότητα ἢ μὴ τῶν διηγήσεών του, ὅπως καί ὅλα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, προσφέρονται γιά γόνιμους προβληματισμοὺς γύρω ἀπό θρησκευτικὰ – θεολογικὰ καί ὄχι μόνο ζητήματα.
Ὡστόσο, ἀρκετοὶ ἀμφισβητοῦν τήν ἱστορικότητα τοῦ προσώπου τοῦ Ἐνώχ, δεχόμενοι ὅτι αὐτὸ ἀποτελεῖ συλλογικὸ τίτλο μίας τάξης ἀνθρώπων, ἐξελιγμένων πνευματικά, πού δίδαξαν στούς ὑπόλοιπους τὶς ἐπιστῆμες καί τὶς τέχνες, ὅπως δέχεται τό Θεοσοφικὸ σύστημα τῆς Ἔλενας Μπλαβάτσκυ. Ὁ ἴδιος κύκλος πιστεύει, ὅτι συλλογικὰ εἶναι καί τά ὀνόματα τοῦ Προμηθέα, τοῦ Ὀρφέα, τοῦ θεοῦ Θὼθ ἢ Ἑρμῆ, τῶν Edris τῶν μουσουλμάνων καί ἄλλων προσώπων πού γίνεται ἐκτενής λόγος γιά ὅλους αὐτούς στή μυθολογία.
Οἱ πρῶτοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ἐπηρεάστηκαν ἔντονα ἀπό τό Βιβλίο τοῦ Ἐνώχ καί τό ἐγκωμίασαν, ὅπως ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος, ὁ Ἰουστίνος, ὁ Ἅγιος Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρείας, ὁ Ἀθηναγόρας, ὁ ἀπόστολος Πέτρος καί ὁ ἑβραῖος ἱστορικὸς Ἰώσηπος. Πὰρ’ ὅλα αὐτά, κανεὶς ἐξ’ αὐτῶν δὲν συμφώνησε μέ τὴ διήγηση τῆς πτώσης τῶν ἀγγέλων, ὅπως θὰ δοῦμε στή συνέχεια. Γεγονὸς πάντως εἶναι ὅτι δὲν θεωρεῖται αἱρετικὸ βιβλίο, ἔστω καί ἂν δὲν συμπεριλαμβάνεται στόν κανόνα τῆς Παλαιὰς Διαθήκης. Σύμφωνα μέ τοὺς μελετητὲς τό πιθανότερο εἶναι ὅτι γράφτηκε στὴν ἑβραϊκὴ γλῶσσα, στὰ χρόνια τῆς Βαβυλώνιας αἰχμαλωσίας καί αὐτὸ γιατί πολλὲς περιγραφές του, ὅπως τοῦ Παλαιοῦ τῶν Ἡμερῶν, μοιάζουν μέ ἀντίστοιχες περιγραφὲς τοῦ προφήτη Δανιήλ. Σίγουρο δὲ εἶναι ὅτι ὑπέστη παραλλαγὲς κατὰ τὶς ἀντιγραφές του καί ἐνῷ ἦταν πασίγνωστο στούς πρωτοχριστιανικοὺς χρόνους, τά ἴχνη του ἐξαφανίζονται περίπου στὰ τέλη τοῦ 8ου μέ ἀρχὲς τοῦ 9ου μ. Χ. αἰῶνα. Οἱ ἄγγλοι περιηγητὲς Bruce καί Ruppel βρίσκουν ἕνα ἀντίγραφό του στὴν Ἀβυσσηνία, γραμμένο στὴν κοπτικὴ γλῶσσα καί τό 1811 γίνεται ἡ μετάφρασή του στὰ ἀγγλικὰ ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Lawrence καί στή συνέχεια κυκλοφόρησε καί σὲ ἄλλες γλῶσσες.
Στό σημεῖο αὐτό θά σταθοῦμε περισσότερο. Στό Κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγέλιο, ὁ Χριστὸς ἀναφέρει ὅτι «ἐν γὰρ τὴ ἀναστάσει οὔτε γαμούσιν οὔτε ἐκγαμίζονται ἀλλ’ ὡς ἄγγελοι Θεοῦ ἐν οὐρανῷ εἰσί». Σύμφωνα λοιπόν μέ τή σύνολη γνώμη τῶν εὐαγγελιστῶν πού ἔγραψαν τά εὐαγγέλια καί οἱ θεοφόροι Πατέρες στά συγγράμματά τους, δέν μᾶς ἀναφέρουν κάτι τό σχετικό, πώς τά οὐράνια πνεύματα, δηλαδή οἱ ἄγγελοι ἀποτελοῦνται ἀπό ὕλη καί ζοῦν σαρκικά δημιουργώντας ἀπογόνους. Ὡστόσο οἱ τελευταῖοι ἔχουν κατηγορηθεῖ γιά ἀσέλγειες σὲ βάρος ζωντανῶν ἀνδρῶν καί γυναικῶν, μέ τὴ μορφὴ τῶν Incubi succubi15. Δὲν γνωρίζουμε ἐὰν ἔχει ἀναφερθεῖ περίπτωση τεκνοποίησης, ἀλλὰ ὑπάρχουν πολλὲς περιπτώσεις σεξουαλικῶν ἐπαφῶν. Ἡ Ἱερὰ Ἐξέταση κατηγοροῦσε τίς μάγισσες γιά ἀσελγεῖς πράξεις μέ δαίμονες, Ἅγιοι τῆς ἐκκλησίας ἀναφέρουν ὅτι κατά καιρούς εἶχαν ταλαιπωρηθεῖ ἀπό αὐτούς.
Θὰ μποροῦσαν λοιπὸν οἱ Ἐγρήγοροι16 νά εἶχαν ἐξαπατήσει τὶς γυναῖκες, ἐμφανιζόμενοι μέ ἀνθρώπινη μορφή; Φυσικὰ καί θὰ μποροῦσαν, ὁλόκληρη ἡ Παλαιὰ Διαθήκη ἀλλὰ καί τό βιβλίο τοῦ Ἐνὼχ ἀναφέρουν ὅτι οἱ Ἄγγελοι (δαίμονες) μποροῦν νά ἀποκτοῦν ἀνθρώπινη μορφὴ ὅταν τούς τό ἐπιτραπεῖ, ἑπομένως, λογικά, θὰ ἔπρεπε νά ἐμφανιστοῦν μπροστά τους ὡς ἄνθρωποι. Ἂν δήλωσαν τήν ταυτότητά τους δὲν τό γνωρίζουμε, πάντως ἴσως καί νά τό ἔκαναν, ἀλλιῶς ὁ Θεὸς δὲν θὰ εἶχε λόγο νά ἐξοργιστεῖ μέ τὶς γυναῖκες, ἀφοῦ ἔπεσαν θύματα μιᾶς ἀπάτης.
Ἡ Ἁγία Γραφή ὅμως εἶναι σαφής ἐπί τοῦ θέματος διδάσκοντας πώς, πρίν ἀπό τήν δημιουργία τοῦ ἀνθρώπου, ὁ διάβολος καί οἱ ὅμοιοί του μεταβλήθηκαν ἀπό ἄγγελοι τοῦ φωτός σέ ἀγγέλους τοῦ σκότους, ἕνεκα τῆς ὑπερηφάνειάς των. Ἡ μεταβολή των αὐτή εἶχε ὡς συνέπεια τήν ἔλευση τοῦ θανάτου στόν κόσμο, ὅπως ἐπιγραμματικά μας ἀναφέρει ὁ Σοφός Σολομῶν: «Φθόνῳ δέ τοῦ διαβόλου, θάνατος εἰς τόν κόσμον εἰσῆλθεν»17. Μετά από ὅλα αὐτά πού σχολιάσαμε εὔλογα δημιουργεῖται τό ἐρώτημα, ἐάν δέν εἶχε ἐκπέσει πρίν ἀπό τή δημιουργία τῶν πρωτοπλάστων, πῶς θά μποροῦσε νά φθονήσει τό πλάσμα τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ θά διατηροῦσε τό ἀξίωμά του; Καί αὐτό διότι δέν μπορεῖ νά αἰτιολογηθεῖ φθόνος ἀγγέλου γιά ἄνθρωπο ἀφοῦ βρίσκεται σέ μεγάλη τιμή καί εἶναι ντυμένος μέ οὐράνιο ἀγγελικό σῶμα. Τή μεγάλη δόξα πού τοῦ εἶχε δοθεῖ ἀπό τόν Θεό τήν ἔχασε ὁδηγούμενος αὐτομάτως στό σκότος τό ἐξώτερον φθονώντας τόν ἄνθρωπο καί μέ τήν ἀπάτη διά μέσου τοῦ φιδιοῦ, τόν κατέστησε συνένοχο τῆς θανατικῆς του τιμωρίας. Καί τόση μεγάλη εἶναι καί παραμένει ἡ κακία τοῦ διαβόλου, ὥστε νά μήν μπορεῖ νά ὑποφέρει τήν εὐτυχία καί ἠρεμία τῶν ἀνθρώπων18.
Τελειώνοντας, κλείνουμε αὐτό τό μεγάλο θέμα σχετικά μέ τό βιβλίο τοῦ Ἐνὼχ καί πού παρουσιάστηκε ἐντελῶς συνοπτικά δίνοντας τό μεγαλύτερο βάρος στήν πτώση τῶν ἀγγέλων καί λιγότερο στή γνησιότητα τοῦ βιβλίου. Φυσικὰ βέβαια τό κείμενο δὲν περιλαμβάνει μόνο αὐτὰ τά γεγονότα ἀλλὰ καί περιγραφὲς γιά ἄλλες σφαῖρες ὕπαρξης, ἑρμηνεῖες τῶν οὐράνιων φαινομένων, τά ὀνόματα τῶν «ἀρχόντων» τῶν οὐράνιων σωμάτων ἢ ἀγγέλων τῶν δυνάμεων, ὅπως χαρακτηριστικὰ ἀναφέρονται. Τά ἀποσπάσματα αὐτὰ περιέχουν πολλὰ δυσνόητα σημεῖα καί ἀποτελοῦν πρόσφορο ἔδαφος γιά ἔρευνα καί μελέτη στό μέλλον.
Ὁ ἀποκλεισμὸς τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ἀπό τόν Κανόνα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης εἶναι κατανοητὸς ἐφόσον τά ὅσα περιγράφονται ἀντιτίθενται στὶς παραδόσεις πού ἀσπάστηκε ἡ Ἐκκλησία μας στὴν προσπάθειά της νά εἰσάγει ἕνα νέο δόγμα, ἀπαλλαγμένο ἀπό παλαιὲς ἀντιλήψεις παρεμφερῶν δογμάτων. Τό κατὰ πόσο τό πέτυχε αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἕνα θέμα πού δὲν ἀφορᾷ τή συγκεκριμένη μας μελέτη.
Οἱ εἰκόνες πού χρησιμοποιοῦνται Φῶς καί Σκότος γιά τήν περιγραφή τοῦ Γιαχβέ καί τοῦ Διαβόλου ἀνευρίσκονται καί στόν Ζωροαστρισμό: Ἀχούρα Μάσδα, (Ἡ δύναμη τοῦ καλοῦ), Ἀριμάν (Ἡ δύναμη τοῦ κακοῦ). Ὁ Ἀριμάν συχνά παρουσιάζεται σάν φίδι. Ὅλα αὐτά δείχνουν τήν ὕπαρξη συνθηκῶν μιᾶς ἀμφίδρομης ἐπιρροῆς, χωρίς τελικά νά διευκρινίζεται σαφῶς καί ἐπαρκῶς ποιός ἐπέδρασε σέ ποιόν19.
1 ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ, Ἐκπαιδευτική Ἑλληνική Ἐγκυκλοπαίδεια, τόμος 21, Ἐκδοτική Ἀθηνῶν, 1992 σελ. 160. «Ἐλωχίμ (Elӧhim). Ἕνα ἀπό τά ὀνόματα πού χρησιμοποιεῖ ἡ Παλαιά Διαθήκη γιά τό Θεό καί πού ἀπαντᾶ 2.600 φορές σ’ αὐτήν. Ἡ ἐτυμολογία του δέν ἔχει ἀκόμα ἐξακριβωθεῖ. Ἀξιοπρόσεκτο εἶναι ὅτι τό Ἐλωχίμ, ἐνῶ εἶναι πληθυντικοῦ ἀριθμοῦ, συνδέεται μέ ρήματα καί ἐπίθετα ἑνικοῦ ἀριθμοῦ. Παράλληλα μέ αὐτή τή μορφή ἐμφανίζεται καί τό Elӧah, ἑνικός ἀριθμός, κυρίως στά ποιητικά κείμενα τῆς Π. Δ. Ἄλλοτε δηλώνει τούς θεούς τῶν εἰδωλολατρικῶν ἐθνῶν, ὁπότε εἶναι συνώνυμο τοῦ El, καί ἄλλοτε τόν ἕνα καί μοναδικό Θεό τῶν Ἰσραηλιτῶν καί ἐκφέρεται συνήθως μέ τό ἄρθρο. Τό Ἐλωχίμ δηλώνει ὅτι ὁ Θεός εἶναι κύριος τῆς δημιουργίας καί τῆς ἱστορίας ἀγαπᾶ τόν ἄνθρωπο καί ἐνδιαφέρεται γι’ αὐτόν, καί ἔτσι ὁ ἄνθρωπος ὀφείλει ἀπεριόριστη τιμή καί σεβασμό σ’ Αὐτόν.
2 Γέν. 6, 2
3 Ὁ Ἰάρεδ ἦταν γιός τοῦ Μαλελεήλ καί πατέρας τοῦ Ἐνώχ. Σύμφωνα μέ τή διήγηση τῆς Βίβλου ὁ Ἰάρεδ ἔζησε 962 ἔτη (Γέν 5,15-20). Ὁ Ἰάρεδ ἀπέκτησε γιούς καί κόρες. Σέ ἡλικία 162 ἐτῶν ἀπέκτησε τόν Ἐνώχ. Ἀναφέρεται στή γενεαλογική γραμμή ἀπό τόν Ἀδάμ ὡς τό Νῶε (Ἅ/ Πά. 1, 2) καί στό γενεαλογικό πίνακα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (Λκ. 3,37). Ὁ Ἰάρεδ ἑορτάζεται ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τήν Κυριακή πρό τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως.
4 Γέ. 2, 23-25.
5 Γέ. 6, 2
6 Νέος Συναξαριστής τῆς Ὀρθόδοξου Ἐκκλησίας, τοῦ ἱερομ. Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου τόμ. 11ος Ἰούλιος, ἐκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ, Ἀθῆναι 2008, σελ. 182-83. Στό μαρτύριο τῆς ἁγίας Μαρίνας διαβάζουμε τά σχετικά μέ τόν δαίμονα πού ἐμφανίσθηκε ἀπειλώντας τήν ἁγία. «Στό ἀρχαῖο Μαρτύριον, ὁ δαίμονας πού ὀνομάζεται Ροῦφος ἐμφανιζόμενος μέ τήν μορφή δράκου τεντώνει τό ρύγχος του καί καταβροχθίζει τήν ἁγία. Ἐκείνη ὅμως κάνει τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, πού κατασχίζει τήν κοιλιά τοῦ τέρατος καί ἡ ἁγία βγαίνει ἄθικτη. Ἕνας δεύτερος δράκος πετάγεται τότε καί τρομοκρατημένος ἀπό τήν ἐπενέργεια τῆς προσευχῆς τῆς Μαρίνας, τήν ἱκετεύει νά τοῦ χαρίσει τήν ζωή. Ἡ ἁγία κάνει πάλι τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ, τόν ἁρπάζει ἀπό τό γένι καί, ἀφοῦ ἀκολουθεῖ πάλη σῶμα μέ σῶμα, τόν κτυπᾶ στό κεφάλι μέ ἕνα χάλκινο σφυρί. Μέ τό κέλευσμα τῆς ἁγίας ἀποκαλύπτει τότε ὅτι ὀνομάζεται Βελζεβούλ, γιός τοῦ Σαταναέλ (παράγωγο τοῦ Σαμαέλ τῶν ἑβραϊκῶν ἀποκρύφων). Τό ἐπεισόδιο, πού δείχνει νά ἕλκει τήν ἔμπνευσή του ἀπό τό ἀπόκρυφο Εὐαγγέλιο τοῦ Βαρθολομαίου, βρίσκεται μέ ἐλάχιστες διαφορές, στό Μαρτύριον τῆς ἁγίας Ἰουλιανῆς τῆς Νικομηδείας».
7 Λκ. 10, 18
8 Τό ὄνομα Mastema εἶναι πιθανόν νά προέρχεται ἀπό τήν ἑβραϊκή, “Mastim”, ἡ Hiphil μετοχή τῆς «Satam», καί σημαίνει «αὐτός πού εἶναι ἀρνητικός» ἤ «ἐχθρικός». Ἡ λέξη εἶναι ἰσοδύναμη μέ τον Σατανά (ἀντίπαλος). Ὁ ὅρος χρησιμοποιεῖται μερικές φορές στόν πληθυντικό ἀριθμό, γεγονός πού δείχνει ὅτι ὑπάρχει μιά κατηγορία τῆς «Mastema», καθώς καί ἕνας πρίγκιπας, Mastema. Αὐτό εἶναι παρόμοιο μέ τόν ἐπικεφαλῆς τοῦ Σατανᾶ καί τήν κατηγορία τοῦ Satans (βλέπε 1 Enoch 40: 7).
9 Ἀρχιμ. Ἐφραίμ Γ. Τριανταφυλλοπούλου Παλαιά Διαθήκη καί Ἀρχαιολάτρες, Σιάτιστα 2004
10 Οἱ θεοί ἔπλασαν τόν Γιλγαμές, τόν ἄρχοντα τῆς Οὐρούκ, γιά νά βασιλέψει στούς ἀνθρώπους. Κατά τά δύο τρίτα ἦταν θεϊκός, εἶχε ἀπαράμιλλη ὀμορφιά, γενναιότητα καί σοφία. Ἦταν περήφανος σάν νεαρός ταῦρος. Ὁ Γιλγαμές διέσχισε τόν ὠκεανό κι ἔφτασε στά πέρατα τῆς ἀνατολῆς. Ταξίδεψε μακριά γιά νά βρεῖ τά μυστικά τοῦ κόσμου καί νά φέρει πίσω τήν ἱστορία τῆς ἐποχῆς πρίν ἀπό τόν Κατακλυσμό. Τόσο λαμπρή ἦταν ἡ δόξα τοῦ Γιλγαμές πού κανένας ἄντρας δέν μποροῦσε νά παραβγεῖ μαζί του καί καμιά γυναίκα δέν μποροῦσε νά τοῦ ἀντισταθεῖ.
11 Δημ. Καϊμάκη, ὄ.π. σ. 108.
12 (Πηγή τοῦ παρόντος ἀπό τήν Βικιπαίδεια). Οἱ Νεφιλείμ, Νεφιλίμ ἤ Νεφελίμ (καταρρίπτοντες· αὐτοί πού κάνουν ἄλλους νά πέσουν), πρόκειται γιά μεταγραφή τῆς ἑβραϊκῆς λέξης, ἡ ὁποία βρίσκεται στόν πληθυντικό ἀριθμό καί στίς τρεῖς περιπτώσεις ὅπου ἐμφανίζεται στήν Ἁγία Γραφή. (Γέ 6:4· Ἀρ 13:33 (δύο φορές)). Προφανῶς ἡ λέξη προέρχεται ἀπό τήν ἔμμεση ἐνεργητική διάθεση τοῦ ἑβραϊκοῦ ρήματος ναφάλ (πέφτω) ἡ ὁποία ὑπάρχει, γιά παράδειγμα, στά ἐδάφια 2 Βασιλέων 3:19· 19:7. Ἡ Βιβλική ἀφήγηση πού περιγράφει τή δυσαρέσκεια τοῦ Θεοῦ ἀπέναντι στούς ἀνθρώπους τῶν ἡμερῶν τοῦ Νῶε, πρίν ἀπό τόν Κατακλυσμό, ἀναφέρει ὅτι «ἰδόντες δὲ οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων ὅτι καλαί εἰσιν, ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας ἀπὸ πασῶν, ὧν ἐξελέξαντο». Ἀξίζει νά σημειωθεῖ ὅτι στό πρωτότυπο κείμενο «οἱ υἱοί τοῦ Θεοῦ» ἀναφέρονται ὡς Ἐλοχίμ. Σέ πολλά σημεῖα τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀναφέρονται μόνο πού στή μετάφραση κάθε φορᾶ ἀποδίδονται καί διαφορετικά (λειτουργοί πυρός φλόγα, ἄγγελοι μέ σῶμα, κλπ). Στή συνέχεια ἐπισημαίνει τήν παρουσία τῶν γιγάντων, λέγοντας: «οἱ δὲ γίγαντες ἦσαν ἐπὶ τῆς γῆς ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις· καὶ μετ᾿ ἐκεῖνο, ὡς ἂν εἰσεπορεύοντο οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ πρὸς τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἐγεννῶσαν ἑαυτοῖς· ἐκεῖνοι ἦσαν οἱ γίγαντες οἱ ἀπ᾿ αἰῶνος, οἱ ἄνθρωποι οἱ ὀνομαστοί» (Γέν. κεφ. 6 παρ. 4).
13 Ἀλβινισμός εἶναι μιά γενετική κατάσταση πού ὀνομάζεται ἐπίσης achromia, achromasia, ἤ achromatosis. Χαρακτηρίζεται ἀπό ἕνα ἔλλειμμα στήν παραγωγή μελανίνης καί ἀπό τή μερική ἤ πλήρη ἀπουσία τῆς χρωστικῆς του δέρματος, μαλλιά καί τά μάτια. Αὐτή ἡ κληρονομική ἀσθένεια μπορεῖ νά βρεθεῖ σέ ἀνθρώπους (ἐπηρεάζει ὅλες τίς φυλές), θηλαστικά, πουλιά, ἑρπετά καί ἀμφίβια. Ἀκόμα κι ἄν εἶναι μιά κληρονομική πάθηση, στίς περισσότερες περιπτώσεις, δέν ὑπάρχει οἰκογενειακό ἱστορικό της ἀλβινισμός. Ἄνθρωποι μέ albinism συχνά ἔχουν προβλήματα ὅρασης καί εἶναι ἐπιρρεπῆ σέ ἡλιακά ἐγκαύματα καί καρκίνο τοῦ δέρματος ἄν δέν προστατεύσουν τόν ἑαυτό τους ἀπό τήν ἄμεση ἡλιακή ἀκτινοβολία. Σύμφωνα μέ τόν Ἐθνικό Ὀργανισμό γιά Albinism καί Ὑποχρωματισμοῦ, ἕνα σέ κάθε 17,000 ἄνθρωποι στίς Ἡνωμένες Πολιτεῖες ἔχει κάποιο εἶδος ἀλβινισμοῦ.
14 Ἐξ. 6, 14.
15 Ο Ίνκουμπους (λατ. incubus, πληθυντικός incubi), συνήθως γνωστός μαζί μέ τήν θηλυκή του ἔκφανση, σούκουμπους, εἶναι ἀρσενικός δαίμονας πού ἐπισκέπτεται τίς γυναῖκες ἐνόσω κοιμοῦνται καί προχωρεῖ σέ σεξουαλική ἐπαφή μαζί τους. Σύμφωνα μέ τό σύγγραμμα Malleus Maleficarum του 1486, ὁ ἴνκουμπους χρησιμοποιεῖ τό σπέρμα τῶν ἀνδρῶν πού ἀπομύζησαν οἱ σούκουμπους ἀπό τούς ἄνδρες πού σαγήνευσαν, γιά νά ἀφήσει ἐγκύους τίς γυναῖκες πού ἀποπλανεῖ αὐτός. Ἔτσι ἐξηγοῦνταν οἱ γεννήσεις παιδιῶν – δαιμόνων, καθώς ὑπῆρχε ἡ ἀντίληψη ὅτι οἱ δαίμονες δέν μποροῦσαν νά ἀναπαραχθοῦν. Ὁ μάγος Μέρλιν, κατά τό θρύλο, ἦταν παιδί ἑνός ἴνκουμπους καί μιᾶς πριγκήπισσας.
16 wwwaporrito.blogspot.com/2012.08.01.archive.html. Οἱ Ἐγρήγοροι, ὅπως ἀναφέρονται στό βιβλίο τοῦ προφήτη ΕΝΩΧ (ἀπόκρυφο τῆς Π. Διαθήκης) ἤ Ἐλοχήμ ὅπως ἀναφέρονται στήν Π. Διαθήκη ἤ φλεγόμενοι ἀγγέλοι (σχετική ἀναφορά τῶν 7 φλεγόμενων ἀγγέλων ὑπάρχει σαφής στό Βιβλίο τοῦ ΕΝΩΧ), εἶχαν τήν ἱκανότητα νά ὑλοποιοῦνται καί ἀποϋλοποιοῦνται κατά βούληση σέ αὐτή τή διάσταση. Αὐτοί οἱ 201 πύρινοι φύλακες τοῦ σατανᾶ καί τῶν δαιμόνων πού εἶχαν ξεπέσει στήν ὕλη, εἶδαν τίς γυναῖκες τῶν θνητῶν καί συνουσιάσθηκαν μαζί τους. Ἀπό τίς γέννες τῶν θνητῶν γυναικών προέκυψαν διάφορα πλάσματα, τά Γοργονεια ὅπως τά γνώριζαν στήν ἀρχαία Ἑλλάδα ἤ ΝΕΦΕΛΗΜ ὅπως ἀναφέρονται στά Ἐβραικά κείμενα. Στά Ἑβραϊκά ἡ λέξη «ΕΛΩΧΙΜ» ἔχει πολλές ἑρμηνεῖες. σημαίνει τούς Υἱούς τοῦ Θεοῦ, τούς Ἀγγέλους, τούς ἄρχοντες, τούς ΕΓΡΗΓΟΡΟΥΣ, ἀλλά καί τούς φωτεινούς ὑπηρέτες τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀναφορά στούς «ΕΛΩΧΙΜ» δέν εἶναι εὔκολο νά ἀποκωδικοποιηθεῖ. Ἡ Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία ἐπίσημη ἔκδοση τῆς Καινῆς Διαθήκης, Vulgata, μεταφράζει τό «ΕΛΩΧΙΜ» ὡς “τά Παιδιά τοῦ Θεού”. Μέ τό θέμα αὐτό ἀσχολήθηκε καί ὁ Ἅγιος Αὐγουστίνος, ὁ ὁποῖος στό βιβλίο «Πολιτεία τοῦ Θεοῦ» (De civitate dei) ὑποστηρίζει ὅτι μέ τόν ὄρο «ΕΛΩΧΙΜ» ἐννοοῦνται οἱ ἐνάρετοι ἄνθρωποι, καθώς οἱ Ἄγγελοι εἶναι πνεύματα καί δέν ἔχουν οὔτε φύλο οὔτε ὑλικά σώματα. Ἑπομένως, δέν ἦταν δυνατόν οἱ Ἄγγελοι νά συνάψουν σχέσεις μέ τίς κόρες τῶν ἀνθρώπων. Ἑπομένως στό βιβλίο τοῦ Ἐνώχ μέ τή λέξη «ΕΛΩΧΙΜ» ἐννοοῦνται οἱ ἐνάρετοι.
17 Σοφ. Σολ. 2, 24.
18 Βενεδίκτου Ἱερομονάχου, Ἁγιορείτου, «Ὁ διάβολος καί ἡ Μαγεία», έκδ. ΙΓ´ Νέα Σκήτη, Ἁγίου Ὅρους 2008, σελ. 17
19 Ρ. Χεύτελ, Ὅταν οἱ υἱοί τοῦ Κυρίου ἔπαιξαν μέ τίς θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων. Ἐπίσης στό H. Shanks, Ἡ περιπέτεια τῶν χειρογράφων τῆς Νεκρᾶς θάλασσας, Ἀθῆνα 1997, σ. 334 ἐξ. Δημητρίου Καϊμάκη, Τά χειρόγραφα τοῦ Κουμράν καί ἡ θεολογία τους, Θεσσαλονίκη 2004, σ. 108.
Γίνετε συνοδοιπόροι μας στην γνώση και την ενημέρωση. Στείλτε στο [email protected] άρθρα, φωτογραφίες, βίντεο ή κάτι που πιστεύετε ότι αξίζει να μοιραστείτε τόσο με εμάς όσο και με τους αναγνώστες μας.