† Μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν καί ὁμολογητοῦ Προκοπίου τοῦ Δεκαπολίτου.
Ὁ Ὅσιος Προκόπιος ὁ Δεκαπολίτης ἔζησε στά χρόνια τοῦ εἰ-κονομάχου αὐτοκράτορος Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (717-741 μ.Χ.) καί διακρίθηκε γιά τήν πνευματική γενναιότητά του ὡς ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἄν καί ἀπό νεαρή ἡλικία ἀκολούθησε τό μοναχισμό, δέν ἔμεινε στήν ἀπομόνωση τοῦ κελλίου του, ἀλλά ἀγωνίσθηκε σθεναρά κατά τῶν εἰκονομάχων. Γι’ αὐτό ὑπέστη πολλές βασάνους, μαστιγώσεις, φυλακές καί ἐξορίες. Διακρίθηκε, ἐπίσης, στόν ἀγώνα τῆς Ἐκκλησίας κατά τῶν αἱρετικῶν Μονοφυσιτῶν.
Ὁ Ἅγιος Προκόπιος φαίνεται ὅτι ἐκοιμήθηκε λίγο μετά τήν ἀποφυλάκισή του, ἐνῶ κατ’ ἄλλους ὑπέμεινε μαρτυρικό θάνατο.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Νησίου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Νήσιος ἐμαρτύρησε, ἀφοῦ ἐμαστιγώθηκε μέ μαστίγια ἀπό νεῦρα βοδιοῦ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Ἀβουνδαντίου, Ἀλεξάνδρου, Ἀντιγόνου, Καλανοῦ, Ἰανουαρίου, Μακαρίου, Σεβηριανοῦ, Τιτιανοῦ, Φορτουνίωνος, καί τῶν σύν αὐτοῖς μαρτυρησάντων.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀβουνδάντιος ἤ Ἀβούνδιος, Ἀλέξανδρος, Ἀντίγονος, Καλανός, Ἰανουάριος, Μακάριος, Σεβηριανός, Τιτιανός, Φορτουνίων ἤ Φορτούνιος ἤ Φορτουνᾶτος, ἐμαρτύρησαν στή Θεσσαλονίκη μαζί μέ ἄλλους Χριστιανούς ἐπί αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.). Ἡ πληροφορία αὐτή καταγράφεται σέ ἀρχαῖα Μαρτυρολόγια. ῾Ο ἀριθμός τῶν Μαρτύρων καί τά ὀνόματά τους ποικίλουν ἀπό χειρόγραφο σέ χειρόγραφο. Δέν ὑπάρχει ὡστόσο κανένα ἐπιπλέον στοιχεῖο γιά τό μαρτύριό τους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Γελασίου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Γελάσιος σημειώνεται στούς Συναξαριστές, ὅτι ἦταν μῖμος καί ὅτι ὅταν διατάχθηκε νά ἐμπαίξει τό βάπτισμα τῶν Χριστιανῶν, ὡς ὁ ἀπό μίμων Πορφύριος ( † 4 Νοεμβρίου), ἐβαπτίσθη- κε καί ἐτελειώθηκε διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Ἀσκληπιοῦ καί Ἰακώβου.
Τό βίο τῶν Ὁσίων Ἀσκληπιοῦ καί Ἰακώβου συνέγραψε ὁ Θεο-δώρητος Κύρου στή Φιλόθεο Ἱστορία του.
Ὁ Ὅσιος Ἀσκληπιός ἦταν μαθητής τοῦ Ἁγίου Πολυχρονίου († 23 Φεβρουαρίου), πού διακόνησε τόν Ὅσιο Ζεβινᾶ, καί μιμήθηκε κατά πάντα τό Γέροντα αὐτοῦ στήν ἄσκηση.
Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος, μετά ἀπό πολλά χρόνια ἀσκήσεως καί ἐρημι-τικοῦ βίου, σέ πολύ μεγάλη ἡλικία ἐκλείσθηκε σέ κελλί κοντά στήν πόλη Νιμουζάν, χωρίς νά βλέπει κανέναν καί τίποτε.
Ἔτσι ἀφοῦ ἔζησαν, ἐκοιμήθησαν ὁσίως μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Θαλλελαίου.
Ὁ Ὅσιος Θαλλέλαιος καταγόταν ἀπό τήν Κιλικία τῆς Μικρᾶς ᾿Ασίας. ᾿Επειδή ἀγάπησε τό μοναχικό βίο, μετέβη στήν πόλη τῶν Γα-βάλων[1] τῆς Συρίας καί ἐκεῖ σέ ὄρος ὑψηλό, ἐπί τοῦ ὁποίου ὑπῆρχε ναός τῶν εἰδώλων, ἔστησε τή μικρή καλύβα του, ὅπου ἀσκήτευε μέ προσευχή καί νηστεία. Ὅταν εἶδαν οἱ δαίμονες τήν ἀρετή του, ἐδοκίμασαν νά ἐκφοβήσουν αὐτόν. Δέν ἐμπόρεσαν ὅμως. Μέ προσευχή τούς ἔκανε ἄφαντους· καί τότε ἐξεμάνησαν καί ἄρχισαν νά σπᾶνε τά δέν-δρα καί ἐπειδή οὔτε σέ αὐτό παρεκίνησαν τόν Ὅσιο, τή νύχτα μέ φωνές καί θορύβους, ἐπιτέθηκαν σέ αὐτόν. Καί χωρίς νά κατορθώσουν τίποτα ὑπεχώρησαν.
Ὁ Ὅσιος ἦταν γεμᾶτος ταπεινοφροσύνη καί ποτέ δέν ὑπερη-φανεύθηκε γιά τήν ἐγκράτεια καί τά πνευματικά κατορθώματά του καί ὁδηγοῦσε πρός τόν Χριστό πλανημένες ψυχές. Ὅποτε μάλιστα τοῦ ἔκαναν λόγο ἐπαινετικό, ὁ Ὅσιος τόν παρεξέκλινε, διότι ἐθεωροῦσε πνευματικά ὠφέλιμο νά προσέχει ποῦ ὑστεροῦσε καί ὄχι νά ἀκούει γιά τήν προκοπή του.
Ἐπειδή ὅμως ὁ Ὅσιος ἐπιθυμοῦσε νά ζήσει πιό αὐστηρό ἀσκητικό βίο, ἐγκατέλειψε τήν καλύβα καί ἔκτισε κελλί πολύ στενό, στό ὁποῖο εἰσερχόταν μέ δυσκολία. Ἔτσι ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς ἐπί δέκα χρόνια, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη. Τό βίο του συνέγραψε ὁ Θεοδώρητος Κύρου στή Φιλόθεο Ἱστορία του.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Στεφάνου.
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ἦταν κοιτωνίτης τοῦ βασιλέως Μαυρι-κίου. Ἔζησε ἀσκητικά καί ἵδρυσε τό γηροκομεῖο τοῦ Ἁρματίου[2], ὅπου ὑπῆρχε καί ναός τῆς Θεοτόκου, καί τοῦ Σάγματος. Ἐκοιμή-θηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Τιμοθέου, τοῦ ἐν Καισαρείᾳ.
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος ἔζησε καί ἀσκήτεψε στήν Καισάρεια καί ἐκοι-μήθηκε μέ εἰρήνη. Δέν δύναται νά ἐξακριβωθεῖ ἐάν εἶναι ὁ αὐτός μέ τόν Ὅσιο καί Ὁμολογητή Τιμόθεο πού ἑορτάζει τήν 1η Φεβρουαρίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Λεάνδρου, ἐπισκόπου Σεβίλλης.
Ὁ Ἅγιος Λέανδρος, Ἐπίσκοπος Σεβίλλης τῆς Ἰσπανίας, διδά-σκαλος τῆς Ἐκκλησίας καί φωτιστής τῶν Ἰσπανῶν, ἔζησε τόν 6ο μ.Χ. αἰώνα καί ἦταν γόνος ἀριστοκρατικῆς οἰκογένειας. Ὁ πατέρας του ἦταν δούκας καί καταγόταν ἀπό βυζαντινή γενιά, ἐνῶ ἡ μητέρα του ἦταν πρωτότοκη κόρη τοῦ Βησιγότθου βασιλέως Λεβιγκίντ πού ἐβα-σίλευε στή Σεβίλλη, πρωτεύουσα τοῦ βασιλείου τῶν Βησιγότθων. Πολύ ἐνωρίς ἀκολούθησε τό μοναχικό βίο καί διακρίθηκε γιά τή μόρφωση καί τίς ἀρετές του. Γι’ αὐτούς τούς λόγους, ἡ Ἐκκλησία τόν κατέστησε Ἐπίσκοπο τό ἔτος 579 μ.Χ. Ἵδρυσε θεολογική σχολή μέ σκοπό τή διάδοση τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλά καί τήν καλλιέργεια τῶν ἐπιστημῶν καί τῶν τεχνῶν γενικά, μέσα στό λαό τοῦ τότε βάρβαρου ἀκόμα βασι-λείου. Οἱ δύο βασιλόπαιδες Χερμενεγκίλντ καί Ρεκαρέντ, ἀνηψιοί του ἀπό τήν πλευρά τῆς μητέρας του, ἦταν μεταξύ τῶν μαθητῶν τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου. Ὁ Χερμενεγκίλντ ἀνατράφηκε μέ τά νάματα τῆς Ὀρθο-δοξίας. Ἡ πίστη του στήν Ἐκκλησία δυναμώθηκε πιό πολύ χάρη στήν εὐσεβή σύζυγό του Ἴνγκαρντ, θυγατέρα τοῦ βασιλέως τῶν Φράγκων Σιγεβέρτου. Ὅταν ὁ πατέρας του, μεταφέροντας τήν πρωτεύουσά του στό Τολέδο, τοῦ ὅρισε γιά διαμονή του τή Σεβίλλη, ἐξέσπασε διωγμός κατά τῶν Ὀρθοδόξων. Ὁ αἱρετικός Λέβεγκιλντ ἦλθε σέ σύγκρουση μέ τόν ὀρθόδοξο γιό τοῦ Χερμενεγκίλντ. Ἦταν τέτοια ἡ ἔνταση τοῦ διωγμοῦ καί τῆς μανίας τῶν αἱρετικῶν, πού ὅπως γράφεται δέν ἔβλεπε κανείς πουθενά ἐλεύθερο ἄνθρωπο καί ἡ ἴδια ἡ γῆ ἔχασε τήν παλαιά της γονιμότητα. Ὁ αἱρετικός βασιλέας ἐπολιόρκησε τή Σεβίλλη καί ἔκλεισε σέ σκοτεινή φυλακή τόν υἱό του, ὅπου καί τόν ἐστραγγάλισε τήν ἡμέρα τοῦ Πάσχα τοῦ 586 μ.Χ.
Τήν ἐποχή αὐτή, λίγο πρίν ἐξορισθεῖ καί αὐτός μαζί μέ ἄλλους ὁμολογητές τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Ἅγιος Λέανδρος ἔφυγε στήν Κωνσταν-τινούπολη, γιά νά ζητήσει τή βοήθεια τοῦ αὐτοκράτορος. Ἐκεῖ ἐγνώ-ρισε τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Μέγα, τόν Διάλογο, καί συνδέθηκε μαζί του μέ δυνατή φιλία. Ὅταν ὁ διωγμός κατά τῶν Ὀρθοδόξων ἔφθασε στά ἄκρα, ὁ βασιλιάς Λέβεγκιλντ προσβλήθηκε ἀπό θανατηφόρο ἀσθένεια, ἄλλαξε στάση, προσκάλεσε τόν Ἅγιο Λέανδρο στήν ἐπιθα-νάτια κλίνη του καί ἀφοῦ μετανόησε, τόν παρακάλεσε νά κατευθύνει τό διάδοχο τοῦ Ρεκαρέντ πρός τήν ἀληθινή Ὀρθόδοξη πίστη. Ὁ νέος βασιλέας, ὑπάκουος στόν παλαιό διδάσκαλό του, μεταστράφηκε καί ἀνέλαβε ἀμέσως νά συγκαλέσει τήν τρίτη ἐν Τολέδῳ Σύνοδο, ὅπου ἀνάγνωσε ἐνώπιον ὅλων τήν ὁμολογία πίστεως στίς ἀποφάσεις τῆς Οἰκουμενικῆς συνόδου τῆς Νίκαιας καί ἀνακοίνωσε ὅτι οἱ λαοί τῶν Γότθων καί Σουέβων, ἑνωμένοι, ἐπανέρχονται στήν ἑνότητα τῆς Ἐκ-κλησίας. Ὁ Ἅγιος Λέανδρος, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε ὁ πρόεδρος αὐτῆς τῆς Συνόδου ἀφιέρωσε πλέον τήν ὑπόλοιπη ζωή του στή διδασκαλία τοῦ ποιμνίου του μέ τό φωτισμένο του παράδειγμα κατ’ ἀρχήν, ἀλλά καί μέ τά ἐμπνευσμένα γραπτά του. Προετοίμασε ἀκόμη τόν ἀδελφό του, Ἅγιο Ἰσίδωρο, νά γίνει ὁ διάδοχός του στό θρόνο τῆς Σεβίλλης καί ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἰσπανίας. Ἐβοήθησε ἀκόμη τήν ἀδελφή του, Ἁγία Φλωρεντίνη, νά γίνει ἱδρύτρια καί ἡγουμένη σαράντα μονῶν μέ χιλιάδες μοναζουσῶν, γράφοντας γι’ αὐτήν μοναχικό τυπικό πού ἀπό τότε καλεῖται «Κανών τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου». Ὀργάνωσε, ἐπίσης, τή θεία λατρεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἰσπανίας, πού λειτουργικά ὀνομάζε-ται «μοζαραβική».
Ὁ Ἅγιος Ἐπίσκοπος τῆς Σεβίλλης, ἀφοῦ ὑπέμεινε πολλές ἀντιξοό-τητες καί δοκιμασίες παρέδωσε τήν ἁγία ψυχή του στόν Κύριο στίς 13 Μαρτίου τοῦ ἔτους 600 ἤ 601 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Τίτου, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
Ὁ Ὅσιος Τίτος ἐγεννήθηκε στή Ρωσία καί ἀσκήτευε στή Λαύρα των Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Ἡ ἱερατική του βιοτή ἦταν θεοφιλής καί ἰσάγγελη, ἐνῶ ἡ ἀγάπη του πρός ὅλους τούς ἀδελφούς ἀνιδιοτελής καί ἀνυπόκριτη.
Τότε ζοῦσε στή Λαύρα καί ἔνας διάκονος, πού ὀνομαζόταν Εὐά-γριος. Ὁ μισόκαλος διάβολος, πού πάντοτε σπείρει ζιζάνια, ἔσπειρε ἔχθρα ἀνάμεσα στόν Ὅσιο Τίτο καί τό διάκονο Εὐάγριο. Καί ἐνῶ πρῶτα ἔτρεφαν ὁ ἕνας γιά τόν ἄλλο βαθειά ἀμοιβαία ἀγάπη, ἔφθασαν τώρα νά μή θέλουν οὔτε νά ἰδωθοῦν. Τόσο πολύ μάλιστα τούς ἐσκό-τισε ἡ ὀργή καί ἡ μνησικακία, ὥστε, ὅταν ἐθυμίαζε ὁ ἕνας στό ναό, ὁ ἄλλος ἔφευγε. Καί ἄν δέν ἔφευγε, ὁ πρῶτος τόν προσπερνοῦσε χωρίς νά τόν θυμιάσει.
Ἔχοντας βυθισθεῖ σέ τέτοιο σκοτάδι ἐμπάθειας, οἱ δυό ἀδελφοί ἐτολμοῦσαν νά λειτουργοῦν καί νά προσφέρουν τά Τίμια Δῶρα καί νά κοινωνοῦν, ξεχνώντας τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου πού λέγει: «Ἐάν προ-σφέρεις τό δῶρο σου στό θυσιαστήριο καί ἐκεῖ ἐνθυμηθεῖς ὅτι ὁ ἀδελ-φός σου ἔχει κάτι ἐναντίον σου, ἄφησε ἐκεῖ τό δῶρο σου μπροστά στό θυσιαστήριο καί πήγαινε πρῶτα νά συμφιλιωθεῖς μέ τόν ἀδελφό σου, καί τότε ἀφοῦ ἔλθεις πρόσφερε τό δῶρο σου»[3].
Κάποτε ὁ Ὅσιος Τίτος ἀρρώστησε πολύ σοβαρά. Εἶχε μάλιστα φθάσει στά πρόθυρα τοῦ θανάτου, ὅταν ἄρχισε ξαφνικά νά κλαίει καί νά θρηνεῖ γιά τήν ἁμαρτία του. Ἀμέσως παρεκάλεσε τούς μοναχούς νά καλέσουν τόν Εὐάγριο, γιά νά συγχωρεθοῦν. Οἱ ἀδελφοί ἔτρεξαν ἀμέσως στό διάκονο Εὐάγριο. Ἐκεῖνος ὅμως ὄχι μόνο δέν ἐδέχθηκε νά συγχωρέσει τόν ἐτοιμοθάνατο ἀδελφό, ἀλλά ἄρχισε νά τόν καταριέ-ται. Τότε τόν ἅρπαξαν καί τόν ἔφεραν διά τῆς βίας στόν Ὅσιο, γιά νά εἰρηνεύσουν. Μόλις τόν εἶδε ὁ Ὅσιος Τίτος ἀνασηκώθηκε μέ δυσκολία καί τόν ἱκέτευσε κλαίγοντας νά τόν εὐλογήσει. Ὁ ἀνελέητος Εὐάγριος ἀποστράφηκε ἄσπλαγχνα τόν Ὅσιο καί ἐδήλωσε μπροστά σέ ὅλους, ὅτι ποτέ δέν ἐπρόκειτο νά συμφιλιωθεῖ μαζί του οὔτε στήν παροῦσα ζωή οὔτε στήν ἄλλη. Δεν πρόλαβε ὅμως νά τελειώσει το λόγο του καί ἔπεσε κάτω ξερός! Οἱ πατέρες ἔτρεξαν νά τόν σηκώσουν, ἀλλά διε-πίστωσαν πώς ἦταν νεκρός. Τό σῶμα του ἀμέσως ἐπάγωσε σάν μάρ-μαρο. Τήν ἴδια στιγμή ὁ Ὅσιος Τίτος σηκώθηκε ὄρθιος, ἐντελῶς ὑγιής, σάν νά μήν εἶχε ἀρρωστήσει ποτέ. Μέ φρίκη καί δέος ἀντίκρυσαν ὅλοι τόν ἄδοξο θάνατο τοῦ μνησίκακου Εὐαγρίου καί τή θαυματουργική ἴαση τοῦ Ἁγίου.
Ὁ Ὅσιος Τίτος, μετά τή συγκλονιστική αὐτή ἐμπειρία, ἀπομά-κρυνε γιά πάντα ἀπό τή ζωή του ὄχι μόνο τήν ἐξωτερική ὀργή, ἀλλά καί κάθε κακό λογισμό γιά ὁποιονδήποτε ἀδελφό μέχρι τήν ἡμέρα πού ἐκοιμήθηκε εἰρηνικά καί παρέδωσε τό πνεῦμα του στόν Θεό[4]. Ἦταν τό ἔτος 1190.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Ἠλία, τοῦ ἐκ Τραπεζοῦντος.
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἠλίας καταγόταν ἀπό τό Κρυονέρι Τρα-πεζοῦντος καί ἦταν υἱός τοῦ ἱερέως Κωνσταντίνου. Συνελήφθη καί ἐβασανίσθηκε στό Μόλο τῆς Τραπεζοῦντας (Μούμ-Χανέ), τό ἔτος 1749, καί τελικά ἀπαγχονίσθηκε. Τό ἅγιο λείψανο αὐτοῦ παρα-λαβόντες οἱ Χριστιανοί ἐνταφίασαν στή μονή Θεοσκεπάστου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Φωτίου, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
Ὁ Ὅσιος Φώτιος ἐσκήτεψε στή μονή Γιούριεβ τοῦ Νόβγκο-ροντ καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1838.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!