† Μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου τοῦ ἀναχωρητοῦ.
Ὁ Ὅσιος Μακάριος ἐγεννήθηκε περί τό 300 μ.Χ. σέ κάποιο χωριό τῆς Ἄνω Αἰγύπτου καί ἔζησε στά χρόνια τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379-395 μ.Χ.). Σέ ἡλικία 30 χρόνων ἀποσύρθηκε στήν ἔρημο τῆς Νιτρίας καί στή Συρία, ὅπου παρέμεινε γιά ἑξῆντα ὁλό-κληρα χρόνια καί ἀπέκτησε μεγάλη φήμη γιά τόν ἀσκητικό του βίο καί τίς ἄλλες θαυμαστές ἀρετές του. Ἐπειδή παρά τό νεαρό τῆς ἡλικίας του προέκοπτε στίς ἀρετές ὀνομάσθηκε «παιδαριογέρων».
Στήν ἔρημο ἐγνώρισε τό Μέγα Ἀντώνιο τοῦ ὁποίου ἔγινε μα-θητής. Σέ ἡλικία 40 ἐτῶν ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος καί λόγῳ τῆς ἐνάρετης ζωῆς του ἀξιώθηκε ἀπό τόν Θεό νά λάβει τό χάρισμα τῆς θεραπείας τῶν ἀσθενειῶν καί τῆς προφητείας. Λέγεται ὅτι συνεχῶς ἐπικοινωνοῦσε μέ τόν Θεό «καί μᾶλλον τῷ πλείονι χρόνῳ προσδια-τρίβειν Θεῷ ἤ τοῖς ὑπ’ οὐρανόν πράγμασιν»1.
Ὁ Ὅσιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος ὑπῆρξε γέννημα καί θρέμμα τῆς ἐρήμου. Γιά νά εἶναι, λοιπόν, ἀπερίσπαστος καί νά βρίσκεται σέ συνεχή ἐπικοινωνία μέ τό Θεό, ἔσκαψε ὁ ἴδιος καί ἄνοιξε μιά ὑπό-γεια στοά, πού ἄρχιζε ἀπό τό κελλί του καί εἶχε μῆκος ἑκατό περίπου μέτρα. Στήν ἄκρη τῆς στοᾶς διεύρυνε τό χῶρο καί διεμόρ-φωσε ἕνα σπήλαιο. ῎Ετσι εἶχε τή δυνατότητα, ὅταν προσέρχονταν σ᾿ αὐτόν πολλοί ἄνθρωποι καί τόν ἐνοχλοῦσαν, νά κατεβαίνει στή στοά, χωρίς νά τόν παίρνουν εἴδηση, καί μέσῳ αὐτῆς νά πηγαίνει στό σπήλαιο καί νά κρύβεται, ὥστε νά μήν μπορεῖ νά τόν βρεῖ κανέ-νας.
Ὁ Ὅσιος στήν ἀναχώρησή του ἀπό τόν κόσμο, φαίνεται, ὡσάν νά περιφρονεῖ καί νά ἐγκαταλείπει τήν κοινωνία καί νά ἀποκόπτεται ἀπό αὐτή. Ἡ πνευματική του αὐτή πράξη ἑρμηνεύεται συνήθως, καί ὡς ἐνέργεια περιφρονητική πρός τήν κοινωνία, ἐνῶ στήν οὐσία εἶναι μιά κίνηση γιά τήν ἀνακάλυψη ἤ τήν δημιουργία μιᾶς σωστῆς κοινωνίας ἀνθρώπων, ὅπου ἡ ἀγάπη καί ἡ διακονία εἶναι ἀνθρώπινες δυνατότητες καί τά χαρίσματα τοῦ Πνεύματος λειτουργοῦν κατά τρόπο ἁπλό καί φυσικό καί τίθενται στήν διαθέση ὅλης τῆς κοινότητος. Μέσα σ’ αὐτήν τήν κοινωνία ὅλες οἱ ἐνέργειες καί πράξεις ὅλα τά ἔργα καταξιώνονται πνευματικά καί κοινωνικά. Τό καθένα ἀπό αὐτά τά πνευματικά ἤ σωματικά ἔργα εἶναι οὐσιαστικά ἅγια διακονήματα μέσα στήν πολιτεία τους καί ὅλα ἀναφέρονται μυστηριακά καί λειτουργικά στόν κοινό σκοπό γιά τή δημιουργία μιᾶς κοινωνίας ἀγάπης καί γιά τήν εἴσοδο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο. Τό μήνυμα τό ὁποῖο, λοιπόν, μᾶς δίδει μέ αὐτή τή φυγή εἶναι μιά κοινή καί αἰώνια παρακαταθήκη τῆς Ἐκκλησίας καί μιᾶς ἀληθινῆς κοινωνίας ἀνθρώπων, μέσα στόν ἱστορικό χρόνο, πού κάθε ἔργο, κάθε λειτουργία, καθε ἀνθρώπινη δυνατότητα καί θεῖο χάρισμα, εἶναι γιά τήν ἱστορική προκοπή τῆς κοινότητος καί γιά τήν πνευματική προκοπή ὅλων. Στό πρόσωπο τοῦ Ὁσίου Μακαρίου ἔχουμε μιά εἰκόνα τῆς ἐκκλησιολογικῆς κοινωνίας καί συνειδήσεως τῶν πιστῶν πού προσκομίζουν στόν κόσμο τά σημεῖα ἐλεύσεως στή γῆ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἡ εἰκόνα αὐτή εἶναι οὐσιαστικά ἡ εἰκόνα τῆς ψυχῆς τοῦ Ἁγίου Μακαρίου, ὁ ὁποῖος, ὡς γνήσιος φορέας τοῦ Ὀρθοδόξου Ἀνατολικοῦ Μοναχισμοῦ, καταφεύγει σέ αὐτή τή φαινομενικά ἀκραία ἀσκητική φυγή.
Κάποτε πῆγε καί συνάντησε τόν ἅγιο Μακάριο ἕνας αἱρετι-κός, πού εἶχε μέσα του δαιμόνιο καί ἰσχυριζόταν ὅτι δέν εἶναι δυνατόν νά γίνει ἀνάσταση νεκρῶν. ῾Ο Ἅγιος τότε, προκειμένου νά τόν πείσει, ἀνέστησε ἕναν νεκρό. ῎Ελεγε δέ ὅτι ὑπάρχουν δύο τάγ-ματα δαιμόνων. Ἀπό αὐτά, τό ἕνα πολεμᾶ τούς ἀνθρώπους, πα-ρασύροντάς τους σέ πάθη τερατώδη καί ἀκατονόμαστα, ἐνῶ τό ἄλ-λο, τό ὁποῖο ὀνομάζεται καί «ἀρχικό», δημιουργεῖ στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων διάφορες κακοδοξίες καί πλάνες. Αὐτούς μάλιστα, τούς δαίμονες τοῦ δεύτερου τάγματος, τούς ξεχωρίζει ὁ Σατανᾶς καί τούς ἀποστέλλει στούς μάγους καί στούς αἱρεσιάρχες.
᾿Επίσης, κάποτε ἕνας μαθητής τοῦ ῾Οσίου ἔκλεβε τά πράγματα πτωχῶν ἀνθρώπων καί, παρά τίς συμβουλές του δέν ἐδιόρθωνε τό πάθος του αὐτό. Μέ τό προορατικό του λοιπόν χάρισμα ὁ ῞Οσιος προεῖπε ὅτι θά ξεσποῦσε ἡ ὀργή τοῦ Κυρίου ἐναντίον του. Καί πραγματικά, ὁ μαθητής του προσβλήθηκε ἀπό μιά φοβερή ἀρρώ-στια, τήν ἐλεφαντίαση. Τό δέρμα τοῦ σώματός του δηλαδή ἐξερά-θηκε καί ἐζάρωσε.
Εἶναι πρός πνευματική μας ὠφέλεια νά ἀναφέρουμε καί ἕνα ἄλλο θαυμαστό γεγονός πού συνέβη μέ τόν Ὅσιο Μακάριο: κάποτε, ἐκεῖ πού περπατοῦσε στήν ἔρημο βρῆκε ἕνα κρανίο. Ἦταν κάποιου πού εἶχε διατελέσει ἱερέας τῶν εἰδώλων. Μόλις ὁ Μακάριος ἐπλη-σίασε καί τό ἐρώτησε, ἄκουσε νά τοῦ λέγει ὅτι μέ τίς προσευχές του ἔνιωθαν κάποια μικρή ἀνακούφιση στόν πόνο τους οἱ εὑρισκόμενοι στήν κόλαση, ὅταν ἐτύχαινε καί προσευχόταν ὑπέρ αὐτῶν.
Ὁ Ὅσιος Μακάριος σέ προχωρημένη ἡλικία ἐξορίσθηκε σέ νη-σίδα τοῦ Νείλου ἀπό τόν Ἀρειανό Ἐπίσκοπο Ἀλεξανδρείας Λού-κιο καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη σέ ἡλικία 90 ἐτῶν.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μακαρίου τοῦ Ἀλεξανδρέως.
῾Ο Ὅσιος Μακάριος, ὁ Ἀλεξανδρεύς, ἐχρημάτισε ἱερέας τῶν λε-γόμενων κελλίων. ῾Υπῆρξε ὑπόδειγμα ἐγκράτειας καί ὑπομονῆς, καί ἔτσι ἐπροικίσθηκε ἀπό τό Θεό καί μέ τό χάρισμα τῆς θαυματουρ-γίας. Τίς ἀρετές του τίς ἐθαύμασε καί αὐτός ὁ Μέγας ᾿Αντώνιος καί εἶπε: «᾿Ιδού, ἐπαναπαύθηκε ἐπί σέ τό Πνεῦμα τό Ἅγιο καί στό ἑξῆς θά εἶσαι κληρονόμος τῶν ἀγώνων μου».
Κάθε φορά πού ὁ Ὅσιος ἀντιλαμβανόταν ὅτι κάποιος ἐπιτε-λοῦσε ἕνα σπουδαῖο ἀσκητικό ἀγώνισμα, ὑποκινούμενος ἀπό ἕναν ἅγιο ζῆλο, τόν ἐμιμεῖτο καί ἔκανε καί αὐτός τό ἴδιο ἀγώνισμα. ῎Ετσι, ὅταν ἄκουσε ὅτι οἱ Ταβεννησιῶτες μοναχοί καθ᾿ ὅλη τή διάρ-κεια τῆς Τεσσαρακοστῆς ἔτρωγαν ἄβραστο φαγητό, πῆρε τήν ἀπό-φαση καί ἐπί ἑπτά χρόνια δέν ἔφαγε κανένα μαγειρευμένο φαγητό· ἐτρεφόταν μόνο μέ λάχανα ὠμά καί ὄσπρια. ᾿Επίσης καί τόν ὕπνο του ἀγωνίσθηκε νά περιορίσει στό ἐλάχιστο. Καί, γιά νά τό κατορ-θώσει αὐτό, δέν μπῆκε κάτω ἀπό στέγη ἐπί εἴκοσι ὁλόκληρα ἡμε-ρόνυχτα, φλεγόμενος ἀπό τόν καύσωνα τῆς ἡμέρας καί ξεπαγιά-ζοντας ἀπό τό ψῦχος τῆς νύχτας.
Μιά φορά ὁ ῞Οσιος ἐνοχλήθηκε ἀπό τό δαίμονα τῆς πορνείας καί, προκειμένου νά ἐξουδετερώσει τό δαίμονα αὐτό, κατέφυγε σέ ἕναν ἐντελῶς ἔρημο καί ἑλώδη τόπο, ὅπου παρέμεινε ἐπί ἕξι μῆνες. ᾿Εκεῖ ὑπῆρχαν κουνούπια πολύ μεγάλα, σάν σφῆκες, τά ὁποῖα μέ τά τσιμπήματά τους τόν καταπλήγωναν σέ ὅλο του τό σῶμα. ῞Οταν, λοιπόν, ὕστερα ἀπό τούς ἕξι μῆνες γύρισε στό κελλί του, ἀναγνωρι-ζόταν μόνο ἀπό τή φωνή του, ἀφοῦ τό σῶμα του ἐξωτερικά εἶχε παραμορφωθεῖ καί ἔμοιαζε μέ τό σῶμα ἀνθρώπων πού πάσχουν ἀπό τήν ἀσθένεια τῆς ἐλεφαντίασης.
Κάποια φορά ὁ ῞Οσιος ἐκαθόταν στήν αὐλή καί ἔλεγε λόγους ὠφέλιμους σέ παρευρισκόμενους ἐκεῖ Χριστιανούς. Τότε μιά ὕαινα, ἀφοῦ πῆρε μαζί της τό νεογνό της, τό ὁποῖο ἦταν τυφλό, ἐπλησίασε στόν ῞Αγιο καί τό ἔριξε στά πόδια του. ᾿Εκεῖνος, ἀφοῦ ἔπτυσε στά μάτια τοῦ μικροῦ ζώου, τοῦ ἐχάρισε τό φῶς. ῎Ετσι, θεραπευμένο πλέον, τό πῆρε ἡ ὕαινα καί ἔφυγε. Τήν ἄλλη μέρα πρωΐ πρωΐ ὅμως αὐτή ἐγύρισε πάλι στόν Ἅγιο, φέρνοντάς του ἀπό εὐγνωμοσύνη μιά μεγάλη προβιά γιά στρῶμα. ᾿Εκεῖνος ὅμως εἶπε στήν ὕαινα: «πράγ-ματα προερχόμενα ἀπό ἀδικία ἐγώ δέν τά δέχομαι». ᾿Εκείνη τότε ἔσκυψε τό κεφάλι καί ἔφυγε ἀπό τήν αὐλή.
῎Ετσι, λοιπόν, ἀφοῦ ἀσκήθηκε ὁ Ὅσιος Μακάριος καί ἔφθασε σέ βαθύ γῆρας, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος Εὐφρασίας.
῾Η Ἁγία Μάρτυς Εὐφρασία καταγόταν ἀπό τή Νικομήδεια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλέως Μαξι-μιανοῦ (285-305 μ.Χ.). Προερχόταν ἀπό ἐπίσημη γενιά καί διακρι-νόταν γιά τή σωφροσύνη καί τό χρηστό της ἦθος.
Τήν Εὐφρασία τήν κατήγγειλαν ὅτι πιστεύει στό Χριστό. Τότε οἱ εἰδωλολάτρες τῆς ζήτησαν νά ἀρνηθεῖ τόν Χριστό καί νά θυσιά-σει στά εἴδωλα. ᾿Εκείνη ὅμως ἔμεινε σταθερή καί ἀκλόνητη στήν πίστη της. Γιά τό λόγο αὐτό τήν παρέδωσαν σέ ἕναν ἄνδρα ἄξεστο καί βάρβαρο νά τήν ἀτιμάσει. ῾Η Ἁγία ὅμως ἀπέφυγε τήν ἀτίμωση μέ τόν ἑξῆς σοφό τρόπο: ῾Υποσχέθηκε στόν ἄξεστο καί βάρβαρο ἐκεῖνον ἄνθρωπο ὅτι, ἄν δέν τήν πειράξει, θά τοῦ δώσει ἕνα φάρμα-κο, τό ὁποῖο νά χρησιμοποιεῖ στίς μάχες, ὥστε νά μήν πληγώνεται ἀπό τά ξίφη καί τά ἀκόντια τῶν ἐχθρῶν του. Καί γιά νά τόν πείσει ὅτι αὐτό πού τοῦ ὑποσχέθηκε ἔχει βάση, ἔσκυψε τό κεφάλι της καί τοῦ εἶπε νά τή κτυπήσει μέ τό ξίφος του στόν αὐχένα της, ὥστε ἀμέσως νά τό ἐπιβεβαιώσει. ᾿Εκεῖνος ἐσχημάτισε τή γνώμη ὅτι ἀντα-ποκρινόταν στήν πραγματικότητα αὐτό πού τοῦ ὑποσχέθηκε ἡ Ἁγία καί, ἀφοῦ ἐσήκωσε τό ξίφος του, τήν ἐκτύπησε δυνατότερα στόν αὐχένα, μέ τή βεβαιότητα ὅτι αὐτή δέ θά ἐπάθαινε τίποτε.
῎Ετσι τό σχέδιο τῆς Ἁγίας Μάρτυρος Εὐφρασίας ἐπέτυχε. Δη-λαδή ἐκόπηκε μέν τό κεφάλι της ἀπό τό ξίφος τοῦ δημίου, ὅμως αὐ-τή διέσωσε τήν ἁγνότητά της καί ἔλαβε τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, τελεῖται ἡ ἀνάμνησις τοῦ ἐν Νικαίᾳ μεγίστου θαύματος, ὅτε ὁ Μέγας Βασίλειος διά προσευχῆς ἀνέῳξε τάς πύ-λας τῆς Καθολικῆς Ἐκκλησίας, καί παρέθετο αὐτήν τοῖς Ὀρθο-δόξοις.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ εἰς τόν ναόν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων ἀνακομι-δή τοῦ λειψάνου τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γρηγορίου τοῦ Θεο-λόγου.
Ἡ ἀνακομιδή τοῦ τιμίου λειψάνου τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου ἔγινε ἐκ Ναζιανζοῦ κατά τήν ἄποψη ὁρισμένων ἐρευνη-τῶν ἐπί Ἀρκαδίου (395-408 μ.Χ.) ἤ Θεοδοσίου Β´ (408-450 μ.Χ.)2 ἤ ἐπί αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Πορφυρογέννητου (911-959 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος καί τό κατέθεσε στό ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων. Ἡ τιμία κάρα τοῦ Ἁγίου φυλάσσεται μέ εὐλάβεια στή μονή Βατοπαι-δίου Ἁγίου Ὄρους. Τεμάχια ἐκ τοῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου κατεῖχε μέχρι τό ἔτος 1204, ἔτος τῆς ἁλώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τούς Φράγκους, ὁ ναός τῆς Ἁγίας Σοφί-ας, ὁ ναός τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί ὁ ναός τῆς Ἁγίας Ἀναστα-σίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μελετίου τοῦ Γαλησιώτου τοῦ ὁμολογητοῦ.
Ὁ Ὅσιος Μελέτιος ἐγεννήθηκε τό ἔτος 1206 στήν πόλη Θεό-δοτο τοῦ Πόντου καί οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Γεώργιος καί Μα-ρία. Ὁ πατέρας του ἦταν στρατιωτικός. Ἀπό τήν παιδική του ἡλικία ἀγάπησε τό μοναχικό βίο. Γι’ αὐτό, ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τόν κόσμο, ἔγινε μοναχός στό ὄρος Σινᾶ καί στή συνέχεια ἐπισκέφθηκε τούς Ἁγίους Τόπους, τήν Αἴγυπτο, καί διάφορα μοναστήρια τῆς Δαμασκοῦ. Τελικά ἐγκαταβίωσε στή μονή τοῦ Ἁγίου Λαζάρου στό ὄρος τοῦ Γαλησίου τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ὅπου διῆλθε τό βίο του μέ ἄσκηση, προσευχή καί νηστεία.
Μετά τό 1261 ἦλθε στήν Κωνσταντινούπολη καί ἀσκήτευε στό ὄρος τοῦ Αὐξεντίου. Παράλληλα περιερχόταν τίς πόλεις καί τά χωριά καί ἐστήριζε τούς Χριστιανούς στήν ὀρθόδοξη πίστη, αφοῦ ἀνῆκε στήν ὑπό τόν μετέπειτα Πατριάρχη Γεώργιο Κύπριο (1283-1289) ἀνθενωτική μερίδα καί ἀγωνίσθηκε κατά τῶν ἑνωτικῶν ἐνερ-γειῶν τοῦ αὐτοκράτορος Μιχαήλ Παλαιολόγου στή Σύνοδο τῆς Λυ-ῶνος (1274 μ.Χ.).
Μεταξύ τῶν ἐτῶν 1271-1274 ἐπί τῆς νησίδος πρό τῆς περιοχῆς τοῦ Ἀκρίτα μονή πού ἀφιέρωσε στόν Ἀπόστολο Ἀνδρέα τόν Πρω-τόκλητο.
Ὁ αὐτοκράτορας Μιχαήλ ὁ Παλαιολόγος τόν ἐξώρισε στή νῆσο τῆς Σκύρου μαζί μέ τόν μοναχό Γαλακτίωνα τόν Γαλησιώτη, ἀπό τήν ὁποία ἐπέστρεψε λίγα χρόνια ἀργότερα στήν Κωνσταντι-νούπολη. Ὁ Πατριάρχης Ἰωσήφ (1267-1275, 1282-1283) θέλησε νά τόν χειροτονήσει πρεσβύτερο ἀλλά ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε. Ἔγραψε πολλά κατά τῶν Λατίνων καί ἔπαθε γιά τήν ὀρθόδοξη πίστη του πολλά. Γι’ αὐτό καί χαρακτηρίζεται ὡς Ὁμολογητής.
Ὁ Ὅσιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό 1283 σέ ἡλικία 77 ἐτῶν καί ἐνταφιάσθηκε στή μονή τοῦ Ἁγίου Λαζάρου.
Τό σπουδαιότερο ἀπό τά ἔργα του εἶναι ἡ «Ἀλφαβηταλφάβη-τος», ἕνα μεγάλο ποίημα ἀπό 13.000 περίπου στίχους, στό ὁποῖο ἐκτίθενται θεολογικές σκέψεις καί ἰδέες. Ἔγραψε δέ καί περί τῆς δι-δασκαλίας τῆς Ἁγίας Τριάδος.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Μάρκου ἐπισκόπου Ἐφέσου τοῦ Εὐγενικοῦ.
Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ἐγεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη με-ταξύ τῶν ἐτῶν 1392 καί 1393 «ἔκ τινος πατρωνυμίας Εὐγενικός κα-λούμενος»3. Ὁ πατέρας του Γεώργιος ἦταν διάκονος καί σακελ-λίων τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, μετέπειτα δέ ἔγινε πρωτέκδικος, πρω-τονοτάριος καί μέγας χαρτοφύλαξ, ἡ δέ μητέρα του ὀνομαζόταν Μαρία καί ἦταν θυγατέρα τοῦ ἰατροῦ Λουκᾶ. Ἐσπούδασε σέ με-γάλους διδασκάλους, στόν Γεώργιο Πλήθωνα, τόν Μητροπολίτη Σηλυβρίας Χορτασμένο, τόν Μανουήλ Χρυσόκκο, τόν Ἰωσήφ Βρυ-έννιο καί ἄλλους, καί εἶχε ἔξοχη παιδεία. Στή συνέχεια προσῆλθε στό μοναχικό βίο, κατά τό ἔτος 1418, σέ κάποια μονή στά Πριγκη-πόννησα, καί ἐτάχθηκε ὑπό τήν πνευματική ἐπιστασία τοῦ ἐνά-ρετου μοναχοῦ Συμεών, ὁ ὁποῖος τόν ἔκειρε μοναχό καί τόν με-τονόμασε ἀπό Μανουήλ Μᾶρκο. Ἐμόνασε κυρίως στή μονή τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῶν Μαγγάνων στήν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ἐπιδόθηκε στήν ἱερά μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν συγγραμμά-των τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί συνέγραψε τά πρῶτα, δογμα-τικοῦ ἰδίως περιεχομένου, ἔργα του. Τό ἔτος 1437 ἔγινε Ἐπίσκοπος Ἐφέσου καί ἔλαβε μέρος στήν ἑνωτική Σύνοδο Φερράρας-Φλωρε-ντίας (1438-1439). Κατά τό Γεννάδιο Σχολάριο ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ἀναδείχθηκε Ἔξαρχος τῆς Συνόδου καί ἐκπροσώπησε σέ αὐτή τούς Πατριάρχες Ἀντιοχείας καί Ἱεροσολύμων. Στήν ἀρχή τῶν ἐργασιῶν τῆς Συνόδου συνέστησε στούς Λατίνους νά ἀποβάλουν τό τραχύ καί ἀνένδοτο τοῦ τρόπου τους καί τῆς διαθέσεώς τους, διότι ἀπέ-βλεπε στήν εἰρήνευση, τήν ἄρση τοῦ Σχίσματος καί τήν ἐπανένωση τῆς Ἀνατολικῆς καί Δυτικῆς Ἐκκλησίας. Εἶπε μάλιστα χαρακτη-ριστικά: «Πρῶτον μέν ὅπως ἐστίν ἀναγκαιοτάτη ἡ εἰρήνη ἥν κατέ-λιπεν ἡμῖν ὁ δεσπότης ἡμῶν ὁ Χριστός καί ἀγάπη, δεύτερον ὅτι παρέβλεψεν ἡ Ρωμαϊκή Ἐκκλησία τήν ἀγάπην καί διελύθη καί ἡ εἰρήνη, τρίτον ὅτι ἀνακαλουμένη νῦν ἡ Ρωμαϊκή Ἐκκλησία τήν τότε καταληφθεῖσαν ἀγάπην, ἐσπούδασεν ἵνα ἔλθωμεν ἐνταῦθα καί ἐξετάσωμεν τάς μεταξύ ἡμῶν διαφοράς, τέταρτον ὅτι ἀδύνατόν ἐστιν ἀνακαλέσασθαι τήν εἰρήνην ἐάν μή λυθῇ τό τοῦ σχίσματος αἴ-τιον, καί πέμπτον, ἵνα καί οἱ ὅροι τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων ἀναγνωσθῶσιν, ὡς ἄν φανῶμεν καί ἡμεῖς σύμφωνοι τοῖς ἐν ἐκεί-ναις πατράσι καί ἡ παροῦσα σύνοδος ἐκείναις ἀκόλουθος..».
Ἀντιλήφθηκε ὅμως ἐγκαίρως, ὅτι οἱ Λατῖνοι δέν ἐπιθυμοῦσαν τήν ἐξέταση τῶν διαφορῶν καί τῶν αἰτιῶν τοῦ Σχίσματος καί γε-νικά ἀληθινή ἐκκλησιαστική ἕνωση, ἀλλά ἐπεδίωκαν τήν καθυπό-ταξη τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στόν Πάπα καί τήν παραδοχή ἐκ μέρους αὐτῆς τῶν λατινικῶν ἑτεροδιδασκαλιῶν, ἐγκαταλειπομένων τῶν ὀρθοδόξων δογμάτων. Ἔτσι ἐθεώρησε χρέος του νά ἡγηθεῖ τῆς πανορθοδόξου ἀντιδράσεως κατά τῶν λατινικῶν σχεδίων καί ἐτέ-θηκε ἐπικεφαλῆς τῶν ἀποκληθέντων Ἀνθενωτικῶν ὄχι μόνο κατά τή διάρκεια τῆς Συνόδου ἀλλά καί μετά τήν ἐπιστροφή του στήν Κωνσταντινούπολη. Γι’ αὐτό καί ἀπέκρουσε κατά τή διάρκεια τῶν συνοδικῶν συζητήσεων τίς ἀξιώσεις καί τήν ἐπιχειρηματολογία τῶν Λατίνων καί ἀρνήθηκε νά ὑπογράψει τόν ὅρο τῆς ἐπιβληθείσης ψευ-δοενώσεως. Ἡ μή ὑπογραφή τοῦ ἀπαράδεκτου γιά τήν κοινή ὀρθό-δοξη ἐκκλησιαστική συνείδηση κειμένου ἐκ μέρους τοῦ Ἁγίου Μάρ-κου εἶχε τόσο μεγάλη σημασία, ὥστε μόλις ὁ Πάπας Εὐγένιος Δ´ (1431-1447) τό πληροφορήθηκε ἀνεφώνησε περίλυπος: «Ἐποιήσαμεν λοιπόν οὐδέν».
Λίγο ἀργότερα ὁ αὐτοκράτορας προσέφερε στόν Ἅγιο τόν πατριαρχικό θρόνο, ἀλλά αὐτός ἀρνήθηκε. Ἐπειδή δέ δέν ἐπιθυ-μοῦσε νά συλλειτουργήσει μέ τόν λατινόφρονα Πατριάρχη Μη-τροφάνη τόν ἀπό Κυζίκου, ἔφυγε ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τοῦ ἔτους 1440 καί ἦλθε στήν Ἔφεσο. Καί ἐκεῖ ὅμως δεχόταν ἐνοχλήσεις ἀπό τούς ἑνωτικούς. Γι’ αὐτό ἀνεχώ-ρησε μέ προορισμό τό Ἅγιον Ὄρος. Καθ’ ὁδόν, διερχόμενος διά τῆς νήσου Λήμνου, κρατήθηκε καί περιορίσθηκε ἐκεῖ, μέ ἐντολή τοῦ αὐ-τοκράτορος. Στή Λῆμνο παρέμεινε δύο χρόνια καί ἀπό ἐκεῖ ἐξα-πέλυσε τή σπουδαία ἐγκύκλιό του «τοῖς ἁπανταχοῦ τῆς γῆς καί τῶν νήσων εὑρισκομένοις Ὀρθοδόξοις Χριστιανοῖς». Μετά ὁ θεοειδής στόν ψυχή καί τήν προαίρεση Ἅγιος ἦλθε στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη στίς 23 Ἰουνίου τοῦ ἔτους 1444 μ.Χ. καί ἐνταφιάσθηκε στή μονή τοῦ Ἁγίου Γεωργίου τῶν Μαγγάνων. Ὁ Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος, τό 1456 μ.Χ., ὅρισε διά συνο-δικῆς πράξεως, νά ἑορτάζεται ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου στίς 19 Ἰανου-αρίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Κοσμᾶ τοῦ Χρυ-σοστόματου.
Ἡ μνήμη τοῦ Ὁσίου Κοσμᾶ ἀναφέρεται στό Τυπικό τῆς μονῆς Χρυσοστόμου τῆς Κύπρου. Καταγόταν ἀπό τήν Κύπρο καί ἐμόνασε στή μονή τοῦ Χρυσοστόμου, γι’ αὐτό καλεῖται καί Χρυσοστόματος. Ἔζησε ὁσιακά καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἀρσενίου, ἀρχιεπισκόπου Κερκύρας.
Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος ἔζησε κατά τούς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορος Βασιλείου τοῦ Β´ (867-886 μ.Χ.) στά Ἱεροσόλυμα. Ὁ πατέρας του καταγόταν ἀπό τήν ἁγία Πόλη καί ἡ μητέρα του ἀπό τή Βιθυνία. Σέ μικρή ἡλικία οἱ γονεῖς του τόν ἀφιέρωσαν σέ ἕνα ἀπό τά μοναστήρια, ὅπου διασκόταν τά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί σέ νεαρά ἡλικία ἐκάρη μοναχός.
Ἀργότερα ἔφυγε ἀπό τά Ἱεροσόλυμα καί μετέβη στή Σελεύ-κεια, ὅπου ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Μετά τή χειροτονία του ἐπανῆλθε στά Ἱεροσόλυμα καί ἀπό ἐκεῖ στήν Κωνσταντινούπολη. Ὁ Πατριάρχης Τρύφων (928-931 μ.Χ.) τόν διόρισε σέ μία ἀπό τίς ἐκκλησίες τῆς Πόλης, ὡς ἱερέα, ὁ δέ διάδοχός του Πατριάρχης Θεο-φύλακτος (933-956 μ.Χ.) τόν ἐξελέξε, γιά τήν ὁσιότητα τοῦ βίου του, Ἐπίσκοπο Κερκύρας.
Ὡς ποιμένας διακρίθηκε γιά τήν ἀποστολική του δράση καί ἀφοσιώθηκε μέ ἀγάπη ἐξ ὁλοκλήρου στό ποίμνιό του. Κάποια στιγμή, ἄγνωστο γιατί, ὁ αὐτοκράτορας Κωνσταντῖνος ὁ Πορφυρο-γέννητος (911-959 μ.Χ.) ἐζήτησε νά μεταβοῦν στήν Κωνσταντινού-πολη οἱ ἄρχοντες τῆς Κέρκυρας. Ὁ Ἅγιος, σέ βαθύ γῆρας, ἀνέλαβε νά μεταβεῖ στήν Κωνσταντινούπολη, γιά νά διευθετήσει τά πράγμα-τα. Κατά τήν ἐπιστροφή του παρέδωσε, κοντά στή Κόρινθο, τήν ἁγία του ψυχή στό Θεό. Τό ἱερό λείψανό του μετακομίσθηκε στήν Κέρκυρα καί εἶναι πηγή πολλῶν θαυμάτων καί ἰάσεων.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μακαρίου, ἐπισκόπου Ἱερισσοῦ.
Ὁ Ὅσιος καί θεοφόρος Μακάριος ἔζησε κατά τούς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Μεγάλου Κωνσταντίνου (324-337 μ.Χ.), Θεοδο-σίου (379-395 μ.Χ. καί Ἀρκαδίου (395-408 μ.Χ.). Ἦταν ὁ πρῶτος, κατά πᾶσα πιθανότητα, Ἐπίσκοπος Ἱερισσοῦ τῆς Χαλκιδικῆς καί θεωρεῖται κτίτορας τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Στεφάνου τῆς μονῆς Κων-σταμονίτου τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Κατά τά πρῶτα χρόνια τῆς ἐπισκοπικῆς του διακονίας συνα-ντήθηκε μέ τό Μέγα Κωνσταντῖνο, ὁ ὁποῖος ἐπιζητοῦσε νά κτίσει τή Νέα Ρώμη κοντά στόν Ἀκάνθιο ἰσθμό, πού κεῖται κοντά στήν Ἱερισ-σό καί τό Ἅγιον Ὄρος. Μέ τή σοφία τῶν λόγων του ἔπεισε τό βασι-λέα νά μήν προχωρήσει στήν ὑλοποίηση τῶν σχεδίων του καί ἔτσι διέσωσε τό φιλήσυχο τῆς περιοχῆς καί μάλιστα τό Ἅγιον Ὄρος.
Ἐπί Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου ὁ Ἅγιος καταδιώχθηκε καί κατέφυγε στόν Ἄθωνα. Θεωρεῖται δέ δεύτερος κτίτορας τῆς μονῆς Κωνσταμονίτου4.
Ὁ Ὅσιος Μακάριος ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη ἐπί τῆς βα-σιλείας τοῦ Ἀρκαδίου (395-408 μ.Χ.).
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Παύλου, Γεροντίου, Ἰανουαρίου, Σατουρνίνου, Σακεσσίου, Ἰουλίου, Κατίου, Πίου καί Γερμανοῦ.
Οἱ Ἅγιοι αὐτοί Μάρτυρες ἐμαρτύρησαν στήν Ἀφρική5.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Θεοδότου, ἐπισκόπου Κυρη-νείας.
Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Θεοδότου, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπό τήν Κύπρο καί ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ βασιλέως Λικινίου (307-323 μ.Χ.) ἀναφέρεται στούς Συναξαριστές καί τά Μηναῖα δύο φορές: τήν 19η ἤ 17η Ἰανουαρίου, ἡμέρα τῆς ἀπελευθερώσεώς του ἀπό τή φυλακή, καί τήν 2α Μαρτίου, ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του. Ὁ Ἅγιος ἐκδιώχθηκε καί ἔπαθε πολλά γιά τήν πίστη του στόν Χριστό. Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, ἴσως ἐπί τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἐπάνοδος τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Εὐθυμίου τοῦ Μεγάλου6.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου τοῦ Στυλίτου.
Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ἔζησε τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. καί ἀσκήτεψε ὡς στυλίτης στή Γεωργία, ἀφοῦ ἦλθε στή χώρα αὐτή ἀπό τή Συρία. Ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μακαρίου, τοῦ ἐκ Ρωσίας, τοῦ νηστευτοῦ.
Ὁ Ὅσιος Μακάριος ἐμόνασε στή μονή τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου τῆς Μεγάλης Λαύρας τοῦ Κιέβου. Ἔζησε καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τόν 12ο αἰώνα μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μακαρίου, τοῦ ἐκ Ρωσίας, τοῦ διακόνου.
Ὁ Ὅσιος Μακάριος ἔζησε τόν 13ο καί 14ο αἰώνα μ.Χ. Ἐμόνα-σε στή μονή τοῦ Ἁγίου Θεοδοσίου τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Ὁ Θεός, γιά τόν πνευματικό του ἀγώνα, τόν ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας. Ὁ Ὅσιος Μακάριος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Νόβγκοροντ, τοῦ διά Χριστόν σαλοῦ.
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἀπό μικρός ἀφιερώθηκε στό Θεό καί ἐκοι-μήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1392 στή Ρωσία.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μακαρίου τοῦ Ρωμαίου.
Ὁ Ὅσιος Μακάριος ἔζησε κατά τόν 15ο καί 16ο αἰώνα μ.Χ. καί ἀσκήτεψε στό Νόβγκοροντ τῆς Ρωσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ μετακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Σάββα τῆς Στορόζα τῆς Ρωσίας.
(Βλ. † 3 Δεκεμβρίου).
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!