τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
Πατρίδα τοῦ ὁσίου Νήφωνος ὑπῆρξε ἡ Πελοπόννησος (Μωριάς). Πιθανὴ χρονολογία τῆς γεννήσεώς του εἶναι τὸ 1418. ῾Η μητέρα του, ἡ Μαρία, καταγόταν ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο, ὁ πατέρας του ὅμως, ὁ Μανουήλ, καταγόταν ἀπὸ τὴ Δαλματία (Σκλαβωνία) καὶ ἦταν σύμβουλος τοῦ μεγάλου αὐθέντου καὶ δούκα τῆς Δαλματίας, Γεωργίου. ῞Ομως ἐξαιτίας τῆς τιμιότητός του συκοφαντήθηκε καὶ φυλακίστηκε ἀπὸ τὸν δούκα. Σὲ τρεῖς ἡμέρες τοῦ ἀνήγγειλαν ὅτι ἀποφασίσθηκε νὰ θανατωθεῖ, ἡ σύζυγος ὅμως τοῦ δούκα ποὺ πληροφορήθηκε τὸ γεγονός, πέτυχε νὰ ὁδηγήσουν μπροστά της τὸν Μανουήλ. Γνωρίζοντας ὅτι οἱ κατηγορίες ἦταν ψευδεῖς, τὸν φυγάδευσε νύχτα πρὸς τὴν Πελοπόννησο, ὅπου αὐθέντης ἦταν ὁ ἀδελφός της Θωμᾶς. ῾Ο Μανουὴλ παρουσιάσθηκε στὸν Θωμᾶ κομίζοντας μαζί του καὶ ἐπιστολὲς τῆς ἀδελφῆς του. ῞Οταν ὁ Θωμᾶς πληροφορήθηκε τὴ σκευωρία, διέταξε νὰ παραμείνει στὸ παλάτι του καὶ τὸν ὅρισε πρῶτο στὴν αὐλή του.
Μετὰ ἀπὸ κάποιο χρονικὸ διάστημα ὁ αὐθέντης παρακίνησε τὸν Μανουὴλ νὰ βρεῖ σύζυγο καὶ νὰ δημιουργήσει οἰκογένεια. ῾Ο Μανουὴλ ἐπέλεξε τὴν Μαρία, νεαρὴ παρθένο, εὐγενῆ στὴν καταγωγή, ἰσάξιά του, ἡ ὁποία καταγόταν ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο. ῾Ο γάμος τους ἔδωσε μεγάλη χαρὰ στὸν αὐθέντη Θωμᾶ, διότι μεταξὺ ἄλλων, σύμφωνα μὲ τὸ Βίο, διέκρινε στὸ ζευγάρι μεγάλα χαρίσματα, καὶ κυρίως τὴν ἐλεημοσύνη καὶ τὴ βαθειὰ θρησκευτικὴ εὐλάβεια. ῾Η Μαρία γέννησε τρία παιδιά, δύο ἀγόρια, τὸν Δημήτριο καὶ τὸν Νικόλαο, καὶ ἕνα κορίτσι, τὴν Μαρία. ῎Επειτα ἀπὸ ἕξι χρόνια πέθανε ὁ Μανουὴλ καὶ ἡ σύζυγός του Μαρία ἔμεινε χῆρα σὲ νεαρὴ ἡλικία. Παρὰ τὶς συνεχεῖς παραινέσεις τῶν συγγενῶν της νὰ ξαναπαντρευτεῖ, αὐτὴ ἔμεινε πιστὴ στὸν πρῶτο της γάμο, προκαλώντας ἀκόμη καὶ τὸ θαυμασμὸ τοῦ αὐθέντη τῆς Πελοποννήσου γιὰ τὴ σεμνότητά της.
῾Η Μαρία στὴ συνέχεια ἀσχολήθηκε ἀποκλειστικὰ μὲ τὴ διαπαιδαγώγηση τῶν παιδιῶν της. Τὸν πρῶτο της γιό, τὸν Δημήτριο, τὸν παρέδωσε στὰ ἀνάκτορα τοῦ αὐθέντη Θωμᾶ, ὁ ὁποῖος τὸν δέχθηκε μὲ χαρὰ καὶ τὸν εἶχε ὡς συγκάθεδρο μαζὶ μὲ τοὺς γιούς του, νὰ μαθαίνει κοντά του τὰ ἁρμόδια γιὰ τὸν μελλοντικὸ καταρτισμό του. Τὸν δεύτερο, τὸν Νικόλαο, τὸν ἔστειλε στὸ σχολεῖο γιὰ νὰ μάθει τὰ ἱερὰ γράμματα, ἐνῶ κράτησε κοντά της τὴν κόρη της.
῾Ο Νικόλαος ἀπὸ μικρὸς ἔδειχνε τὸ μεγάλο του ζῆλο καὶ τὴν ἔφεσή του στὰ γράμματα, ἀναζητώντας τὴ μάθηση κοντὰ σὲ προικι-σμένους διδασκάλους. Σὲ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν γνώριζε ἄπταιστα ὅλα τὰ ἐκκλησιαστικά, ἀκολουθίες καὶ ἀναγνώσματα. ῾Η ἀγάπη του γιὰ τὰ ἱερὰ γράμματα τὸν ἔσπρωξε στὴ μελέτη τῶν Βίων τῶν ἁγίων καὶ ὁ θαυμασμός του γιὰ τὴ μάθηση τῆς ἑλληνικῆς εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ ἀριστεύσει στὸ ἑλληνικὸ φροντιστήριο, ξεπερνώντας τοὺς ἄλλους μαθητὲς καὶ προκαλώντας τὸ θαυμασμὸ ἀκόμη καὶ τοῦ διδασκάλου του Εὐθυμίου.
Τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες, σύμφωνα μὲ τὴ διήγηση τοῦ Βίου του, πέρασε ἀπὸ τὸ σχολεῖο του ἕνας ἱερομόναχος, ὁ ᾿Ιωσήφ, κορυφαῖος ἐπιστή-μονας καὶ διδάσκαλος, καὶ ὁ Νικόλαος, κρυφὰ ἀπὸ τὴ μητέρα του καὶ τὸ διδάσκαλό του, τοῦ ζήτησε νὰ τὸν πάρει στὴ συνοδεία του. ῾Ο ᾿Ιωσὴφ τὸν δέχθηκε καὶ τὸν πῆρε μαζί του διδάσκοντάς του τὴ φιλοσοφία.
Στὴν ᾿Επίδαυρο ἄκουσαν ὅτι βρίσκεται ἕνας μεγάλος ἀσκητής, ὁ ᾿Αντώνιος. ῾Ο ᾿Ιωσὴφ μὲ τὸν Νικόλαο ζήτησαν νὰ δοῦν τὸ γέροντα γιὰ νὰ πάρουν τὴν εὐλογία του. ῾Ο Νικόλαος ἐνθουσιάσθηκε καὶ ζήτησε νὰ μείνει κοντά του. Παρὰ τὶς προφάσεις καὶ ἀντιρρήσεις τοῦ γέροντα, ὁ Νικόλαος ἐπέμενε στὴν ἐπιθυμία του κι ἔτσι ἔμεινε κοντὰ στὸ γέροντα, στὴν ἄσκηση καὶ τὴν προσευχή. Μετὰ ἀπὸ μικρὸ χρονικὸ διάστημα ὁ Νικόλαος ζήτησε ἀπὸ τὸν γέροντα ᾿Αντώνιο νὰ τὸν κείρει μοναχό. ῾Ο ᾿Αντώνιος τὸν ἔκειρε καὶ τὸν ὀνόμασε Νήφωνα, ἐνῶ στὴ συνέχεια ὁ Νήφων παρέμενε κοντά του ἐπιδιδόμενος σὲ αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ ἔχο-ντας ὡς ἐργόχειρο τὴν καλλιγραφία. ῾Η ἐπίδοσή του στὴν καλλιγραφία τὸν ἔκανε γνωστὸ στὴ γύρω περιοχή, ὅπου ἀντέγραψε πολλὰ ἱερὰ κείμενα κατὰ παραγγελία ἐφημερίων τῶν γύρω χωριῶν.
Σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα κοιμήθηκε ὁ γέροντας ᾿Αντώνιος καὶ ὁ Νήφων ἔμεινε μόνος. ᾿Αφοῦ ἔζησε γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα στὴν ἡσυχία, ἔμαθε πὼς στὸ κάστρο τῆς Νάρδας ἔμενε ἕνας σοφώτατος ἄνθρωπος μὲ τὸ ὄνομα Ζαχαρίας, ποὺ εἶχε ἔλθει ἀπὸ τὸ ῞Αγιον ῎Ορος καὶ γνώριζε τὴν ἑλληνικὴ καὶ τὴ σλαβονικὴ γλῶσσα. ῾Η ἐπιθυμία του νὰ πληροφορηθεῖ γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ μοναχισμοῦ στὸ ῞Αγιον ῎Ορος, ἀλλὰ καὶ νὰ διδαχθεῖ ἀπὸ τὴ σοφία τοῦ διδασκάλου, τὸν ἔφερε κοντά του, καὶ ἔτσι ἐντάχθηκε στὴ συνοδεία του.
Τὸ διάστημα ἐκεῖνο ὑπῆρχε μεγάλη σύγχυση καὶ ταραχὴ στὶς ᾿Εκκλησίες ἐξαιτίας τῆς λεγομένης “ὀγδόης Συνόδου”, ποὺ συνεκλήθη ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα ᾿Ιωάννη Παλαιολόγο στὴ Φλωρεντία καὶ οἱ ἀνατολικοὶ δὲν ἤθελαν νὰ τὴ δεχθοῦν. ῾Ο Ζαχαρίας μὲ τὸν Νήφωνα, μόλις τὰ πληροφορήθηκαν αὐτά, πέρασαν ἀπὸ ἐκεῖ (Νάρδα) στὸν ᾿Ασκάλωνα διδάσκοντας στὶς κατὰ τόπους ἐκκλησίες, τοὺς χριστιανοὺς νὰ παραμένουν σταθεροὶ στὶς παραδόσεις καὶ τὴ διδασκαλία τῶν ᾿Αποστόλων καὶ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. ᾿Απὸ ἐκεῖ στὴ συνέχεια ἀνέβηκαν στὸ κάστρο τῆς Τρουΐας. ῾Ο αὐθέντης τοῦ τόπου, Γεώργιος Σκεδὲρ πέγης, τοὺς ὑποδέχθηκε μὲ μεγάλη τιμὴ καὶ τοὺς φιλοξένησε στὸ παλάτι του. ᾿Εκεῖνο τὸ διάστημα πέθανε στὴν Κωνσταντινούπολη ὁ ᾿Ιωάννης Παλαιολόγος καὶ στὸ θρόνο ἀνέβηκε ὁ ἀδελφός του Κων-σταντῖνος, ὁ ὁποῖος συγκρότησε σύνοδο ποὺ κήρυξε ἄκυρη τὴ σύνοδο τῆς Φλωρεντίας.
Τὸ 1453 οἱ Τοῦρκοι κατέλαβαν τὴν Κωνσταντινούπολη· ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῆς καταδίωξης ἔτρεψε σὲ φυγὴ τοὺς χριστιανούς. ῎Ετσι καὶ ὁ Ζαχαρίας μὲ τὸν Νήφωνα κρύφτηκαν γιὰ κάποιο χρονικὸ διά-στημα σ᾿ ἕνα ὄρος, μέχρι νὰ πάψει ἡ σύγχυση, καὶ στὴ συνέχεια πῆγαν στὴ χώρα τῶν ᾿Αχριδῶν καὶ ἐγκαταβίωσαν σ᾿ ἕνα μοναστήρι τῆς περιοχῆς ποὺ ἦταν ἀφιερωμένο στὴν ῾Υπεραγία Θεοτόκο.
Τὸ ἴδιο χρονικὸ διάστημα πέθανε ὁ ἀρχιερέας τῆς Πρώτης ᾿Ιου-στινιανῆς, δηλαδὴ τῆς ᾿Αχρίδος, Νικόλαος καὶ ἡ σύναξη τῶν ἐπισκόπων καὶ τῶν κληρικῶν τῆς πόλεως ζήτησε ἀπὸ τὸν Ζαχαρία νὰ γίνει ὁ νέος τους ἀρχιεπίσκοπος. Παρὰ τὶς ἀντιρρήσεις τοῦ Ζαχαρία τελικὰ τὸν χειροτόνησαν ἀρχιερέα. Τότε ὁ Νήφων ζήτησε τὴν εὐλογία τοῦ διδασκάλου του Ζαχαρία γιὰ νὰ τοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ καταφύγει καὶ νὰ μονάσει στὸν ῎Αθω. ῾Ο Ζαχαρίας, ἂν καὶ ἐπιθυμοῦσε νὰ τὸν κρατήσει κοντά του, ὡστόσο καθ᾿ ὑπόδειξη καὶ ἑνὸς ἀγγέλου σὲ ὅραμα, σύμφω-να μὲ τὴν ἀφήγηση τοῦ Βίου τοῦ ὁσίου Νήφωνος, πείσθηκε καὶ ἄφησε τὸν Νήφωνα νὰ φύγει.
῾Ο Νήφων μετέβη ἀρχικὰ στὴ μονὴ Βατοπεδίου, ὅπου συνάντησε πολλοὺς μοναχοὺς ποὺ ἀγωνίζονταν στὰ μεγάλα στάδια τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς προσευχῆς. ᾿Ερχόμενος στὶς Καρυὲς συνάντησε τὸν Πρῶτο τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους Δανιήλ, ὁ ὁποῖος τοῦ ζήτησε νὰ διδάξει στοὺς πατέρες ἀπὸ τὶς γνώσεις του. Περνώντας ἀπὸ τὴ σκήτη καὶ τὰ σπήλαια τῶν Καρυῶν συνάντησε μεγάλους ἀσκητές. ᾿Επισκέφθηκε καὶ τὴ μονὴ τοῦ Χαρίτωνος (Κουτλουμουσίου) καὶ ἀφοῦ ἔμεινε ἐκεῖ ἀρκετὸ καιρό, πῆγε στὴ μονὴ τοῦ Παντοκράτορος καὶ μετὰ στὸ σπήλαιο Κρήτη. ῎Εμεινε κοντὰ σὲ αὐστηροὺς ἀσκητὲς διδάσκοντας καὶ διδασκόμενος καὶ ζοῦσε ἀπὸ τὴν καλλιγραφία. Μετὰ ἀπὸ κάποιο χρονικὸ διάστημα οἱ πατέρες τῆς μονῆς τῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ ἁγίου ᾿Αθανασίου τοῦ ζήτησαν νὰ μεταβεῖ καὶ νὰ διδάξει καὶ σ᾿ αὐτούς. ᾿Απὸ ἐκεῖ πληροφορήθηκε γιὰ τὴ μονὴ τοῦ Μανουὴλ Κομνηνοῦ τοῦ Τιμίου Προδρόμου, τὴ λεγόμενη τοῦ κυροῦ Διονυσίου, ὅτι τὴν ἐπαινοῦσαν γιὰ τὸν τρόπο λειτουργίας της. ῎Ετσι πέρασε ἀπὸ τὴ Σκήτη τῆς ῾Αγίας ῎Αννης καὶ ἔφθασε στὴ μονὴ Διονυσίου. ᾿Εκεῖ ἐκάρη μικρόσχημος μοναχός. ῎Επειτα ἀπὸ μικρὸ χρονικὸ διάστημα χειροτονήθηκε ἀναγνώστης, ὑποδιάκονος, ἱεροδιάκονος καὶ ἱερεύς. Τὸ ἐνάρετο τοῦ βίου του μαρτυρεῖται καὶ ἀπὸ τὸ ἑξῆς περιστατικό: Κάποτε ὁ Νήφων ἔμεινε ἔξω ἀπὸ τὸ μοναστήρι μ᾿ ἕνα γέροντα, τὸν Πετρώνιο καὶ τὸ βράδυ, τὴν ὥρα τῆς προσευχῆς, ὁ Πετρώνιος εἶδε τὸ Νήφωνα νὰ φωτίζεται ὁλόκληρος ἐνῶ προσευχόταν. Εὐθὺς ἀμέσως ὁ Πετρώνιος ἀπεκάλυψε στὸν ἡγούμενο τῆς μονῆς τὸ συμβάν. Μὲ τὴ συνετὴ ἐπέμβαση τοῦ ἡγουμένου ἔμεινε μυστικό, γιὰ νὰ μὴ φύγει ὁ Νήφωνας λόγω τῶν ἐπαίνων.

Τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες συνέπεσε νὰ ἔλθουν στὸ ῞Αγιον ῎Ορος δύο Θεσσαλονικεῖς ἄρχοντες γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὰ ἱερὰ μνημεῖα. ῞Οταν ἐπισκέφθηκαν τὴ μονὴ Διονυσίου συνέπεσε νὰ λειτουργεῖ ὁ Νήφων, ὁ ὁποῖος στὴ συνέχεια κήρυξε καὶ τὸ θεῖο λόγο, προκαλώντας τους δέος, ὥστε ὅταν ἐπέστρεψαν στὴ Θεσσαλονίκη μίλησαν γι᾿ αὐτὸν μὲ τὰ καλύτερα λόγια.
Σὲ πολὺ σύντομο χρονικὸ διάστημα ἐκοιμήθη ὁ ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Παρθένιος καὶ οἱ ἐπίσκοποι ποὺ συνῆλθαν μαζὶ μὲ τὸν κλῆρο ἀποφάσισαν νὰ ἐκλέξουν νέο ἀρχιερέα τῆς πόλεως τὸν Νήφωνα. ᾿Αντιπροσωπεία δύο ἐπισκόπων καὶ κληρικῶν ἔφθασε στὴ μονὴ Διο-νυσίου καὶ ζήτησε ἀπὸ τοὺς προεστῶτες πατέρες νὰ τὸν παρακινήσουν νὰ δεχθεῖ. Οἱ πατέρες ὅμως ἀρνήθηκαν νὰ τοὺς βοηθήσουν, διότι θεωροῦσαν ἰδιαίτερη εὐλογία τὴν παρουσία τοῦ Νήφωνος ἀνάμεσά τους. Οἱ ἐπίσκοποι μὲ τοὺς κληρικούς, βλέποντας ὅτι οἱ προσπάθειές τους ἔμεναν ἄκαρπες, προσευχήθηκαν γιὰ τὴν ἐπιτυχία τῆς ἀποστολῆς τους. Τὴν ἑπομένη, μετὰ τὴ θεία Λειτουργία, ἡ παρουσία τῆς πρεσβείας προκάλεσε τὴν περιέργεια καὶ τὸ ζωηρὸ ἐνδιαφέρον τοῦ Νήφωνος νὰ μάθει γιατί ἦλθαν στὴ μονή. Μόλις ἄρχισε νὰ ἀντιλαμβάνεται τί συμβαίνει καθησύχασε τὸν ἡγούμενο βεβαιώνοντάς τον ὅτι θὰ μείνει κοντά τους καὶ δὲν θὰ δεχθεῖ τὶς προτάσεις τῆς πρεσβείας. ῾Ο ἡγού-μενος ὅμως μὲ προορατικὴ διάθεση τοῦ ἐξήγησε ὅτι οἱ ἐπίσκοποι ἦλθαν νὰ τὸν πάρουν γιὰ νὰ τὸν ἐκλέξουν καὶ νὰ τὸν χειροτονήσουν ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Θλίψη κατέλαβε τότε τὸ Νήφωνα καὶ τοὺς πατέρες τῆς μονῆς γιὰ τὸ ἐνδεχόμενο ἀπομακρύνσεώς του ἀπὸ κοντά τους. Στὴν ἀθρόα σύναξη ποὺ πραγματοποιήθηκε στὸ καθολικὸ τῆς μονῆς, οἱ ἐπίσκοποι καὶ οἱ κληρικοὶ τῆς Θεσσαλονίκης παρέδωσαν στὰ χέρια τοῦ Νήφωνος τὰ γράμματα ποὺ κόμιζαν ἀπὸ τὴν πόλη τους, παρακαλώντας τον νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν ἐκλογὴ στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο. ῾Ο ἡγούμενος τότε παρενέβη θετικὰ πρὸς τὴν ἐπιθυμία τῆς πρεσβείας καὶ ἀπεκάλυψε στὴ σύναξη πὼς σὲ ὄνειρο τοῦ εἶχε ὑποδειχθεῖ νὰ παροτρύνει τὸν Νήφωνα νὰ δεχθεῖ.
Τὴν ἑπομένη, γρήγορα γρήγορα ἡ πρεσβεία ἀναχώρησε μαζὶ μὲ τὸν Νήφωνα ἀπὸ τὸ ῞Αγιον ῎Ορος γιὰ τὴ Θεσσαλονίκη, φοβούμενοι μήπως οἱ μοναχοὶ ποὺ κατέφθασαν ἀπὸ τὶς γύρω μονές, τὰ κελλιὰ καὶ τὶς σκῆτες, μόλις πληροφορήθηκαν τὸ γεγονὸς γιὰ νὰ τὸν ἀσπασθοῦν καὶ νὰ τὸν χαιρετήσουν, τοῦ μετέβαλλαν τὴν τελικὴ γνώμη.
Μόλις ἔφθασαν στὴ Θεσσαλονίκη πλῆθος πιστῶν συγκεντρώθηκε γιὰ νὰ τὸν χαιρετήσει. Τὴν πρώτη Κυριακὴ χειροτονήθηκε ἀρχιεπί-σκοπος Θεσσαλονίκης. ῾Η χειροτονία τοῦ Νήφωνος στὸν ἀρχιεπι-σκοπικὸ θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης τοποθετεῖται χρονικὰ τὸ 1482, καὶ διετέλεσε ἀρχιεπίσκοπος γιὰ πέντε χρόνια. Στὸ Συνοδικὸ τῆς Θεσσα-λονίκης ὡστόσο ἀναφέρεται ἀμέσως μετὰ τὸν ἀρχιεπίσκοπο Γρηγόριο ὁ Νήφων: “Νήφωνος τοῦ παναγιωτάτου ἡμῶν δεσπότου τοῦ θειοτάτου μητροπολίτου Θεσσαλονίκης ὑπερτίμου καὶ ἐξάρχου πάσης Θετταλίας, πολλὰ τὰ ἔτη”. Σημειώνεται δηλαδὴ ὅτι ὁ Νήφων ἔγινε ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Γρηγορίου, τὸ 1439. Στὴν πραγμα-τικότητα ὅμως τὸν Γρηγόριο διαδέχθηκε στὸ θρόνο ὁ Μεθόδιος καὶ αὐτὸν ὁ Παρθένιος, ὁ προκάτοχος τοῦ Νήφωνος. Δὲν μπορεῖ νὰ προ-ταθεῖ καμμία ταύτιση γιὰ τὸ ἴδιο πρόσωπο καὶ τὸ 1439 καὶ τὸ 1482. ῎Ισως νὰ ὑπῆρχε καὶ ἄλλος Νήφων ποὺ ἀρχιεράτευσε μετὰ τὸν Γρηγόριο.
᾿Επειδὴ ἦταν ἀκόμη νωπὰ τὰ προβλήματα ποὺ προκάλεσαν οἱ λατινόφρονες καὶ ἡ σύνοδος τῆς Φλωρεντίας, ἀλλὰ καὶ ἡ ζωὴ στὴ σκλαβιὰ κάτω ἀπὸ τὸ ζυγὸ τῶν Τούρκων (᾿Αγαρηνῶν), ὁ Νήφων ἄρχισε εὐθὺς ἀμέσως νὰ κηρύττει στοὺς πιστοὺς συστηματικὰ γιὰ τὰ ὀρθὰ δόγματα καὶ τὴν παράδοση τῆς ᾿Εκκλησίας μας, παρακινώντας ταυτόχρονα τοὺς πλουσίους καὶ τοὺς εὐγενεῖς τῆς πόλεως νὰ ἐπιδί-δονται συχνότερα στὴν ἐλεημοσύνη. ῾Η φήμη του ξεπέρασε τὰ ὅρια τῆς πόλεως καὶ τῆς ἐπαρχίας του καὶ ἁπλώθηκε σ᾿ ὅλη τὴ Θεσσαλία, φθά-νοντας ἀκόμη καὶ στὴν Κωνσταντινούπολη. ῎Επειτα ἀπὸ δύο χρόνια διαποίμανσης, τὸ 1484, κλήθηκε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη καὶ τοὺς ἀρχιερεῖς τῆς Κωνσταντινούπολης νὰ τὴν ἐπισκεφθεῖ, ἀφοῦ ἦταν ἤδη γνωστὲς οἱ ἀρετές του, ἡ ἱκανότητά του νὰ διοικεῖ ὀρθὰ καὶ μὲ τάξη τὴν ἐπαρχία του καὶ οἱ βαθειὲς θεολογικές του γνώσεις.
Στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου παρέμεινε συμμετέχοντας στὴν Πατριαρχικὴ Σύνοδο, βρῆκε τὸ διδάσκαλό του ἀρχιεπίσκοπο ᾿Αχριδῶν Ζαχαρία, ὁ ὁποῖος ὅμως λίγες ἡμέρες μετὰ ἀρρώστησε καὶ πέθανε. Τὴν κηδεία του τέλεσε ὁ ἴδιος ὁ Νήφων, ὡς μαθητής του. Στὸ διάστημα τῆς ἐκεῖ παραμονῆς του κοιμήθηκε καὶ ὁ Πατριάρχης Συμεὼν Α¢ ὁ Τραπεζούντιος. Οἱ ἀρχιερεῖς καὶ κληρικοὶ τῆς Κωνσταντινούπολης στὴ σύνοδο ποὺ συγκάλεσαν καὶ στὴν ὁποία συμμετεῖχε καὶ ὁ ᾿Εφέσου Δανιήλ, ἐξέλεξαν, παρὰ τὴ θέλησή του, νέο Πατριάρχη τὸν Θεσσα-λονίκης Νήφωνα. ῾Ο Μητροπολίτης ῾Ηρακλείας τοῦ ἔδωσε τὸ πατριαρ-χικὸ δικανίκιον καὶ ἐκλήθη νὰ ἀρχιερατεύσει στὸν Οἰκουμενικὸ θρόνο περὶ τὰ τέλη τοῦ 1486.
᾿Αμέσως ὁ νέος Πατριάρχης ἄρχισε μὲ ἄσβεστο ζῆλο νὰ κηρύττει καθημερινὰ τὰ δόγματα καὶ τὶς διδασκαλίες τῆς ᾿Εκκλησίας, ἀγωνιώντας νὰ διαφυλάξει τὴν ὀρθοδοξία ἀπὸ κάθε εἴδους ἐπιβουλές. Μαρτυρεῖται δὲ ὅτι μὲ τὴν σθεναρὴ παρουσία του κατάφερνε ἀρκετὰ συχνὰ νὰ κατηχεῖ καὶ νὰ βαπτίζει κρυφὰ χριστιανοὺς πολλοὺς μουσουλμάνους.
Πολὺ σύντομα ὅμως ξέσπασαν ἔριδες καὶ ἐκδηλώθηκε μῖσος καὶ φθόνος γιὰ τὸ πρόσωπό του σχηματίζοντας ἐναντίον του φατρίες κληρικῶν ποὺ ἐπιθυμοῦσαν τὴν ἀνατροπή του καὶ κατόρθωσαν τελικὰ νὰ τὸν ἐκδιώξουν ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο. Αὐτὰ ἀναφέρει ὁ Βίος τοῦ ῾Οσίου. ῾Ωστόσο, τὰ πράγματα ἀπὸ τὰ ἱστορικὰ δρώμενα ἦταν κάπως διαφορετικά. ῞Οταν ἀπέθανε ὁ Πατριάρχης Συμεών, ἄφησε ἀρκετὰ μεγάλη περιουσία, ἡ ὁποία θὰ ἔπρεπε νὰ φορολογηθεῖ ἢ νὰ περιέλθει στὸ δημόσιο. ῾Αρμόδιος ὑπάλληλος ἦταν ὁ γιὸς τοῦ φιλοσόφου Γ. ᾿Αμι-ρούτζη Σκερδέμπεης, ὁ ὁποῖος ἐπίσης καταγόταν ἀπὸ τὴν Τραπε-ζοῦντα. ῾Ο Νήφων γιὰ νὰ ἀποφύγει τὴ φορολογία παρουσίασε ὡς νόμιμο κληρονόμο τοῦ Συμεὼν κάποιο μακρινὸ ἀνεψιό του τὸν Βασί-λειο. ῾Ο σουλτάνος Βαγιαζὴτ πληροφορήθηκε τὸ συμβὰν καὶ ἔπειτα ἀπὸ τὶς ἔντονες πιέσεις τοῦ Σκερδέμπεη, ὁ ὁποῖος ἐπεδίωκε νὰ δημεύσει τὴν περιουσία, καὶ πιθανῶς κατεῖχε καὶ τὸ ἀξίωμα τοῦ ὑπουργοῦ τῶν οἰκονομικῶν, ὀργισμένος προχώρησε σὲ βιαιότητες κατὰ τῆς ᾿Εκκλη-σίας, ἁρπάζοντας ἱερὰ κειμήλια, διώκοντας ἱερεῖς καὶ διατάσσοντας τὴ βίαιη ἀπομάκρυνση τοῦ Πατριάρχη. ῾Ο Νήφων ὅμως κρυφά, ἂν καὶ ἔκπτωτος, ἐρχόταν στὴν Πόλη καὶ ἐκτελοῦσε τὰ καθήκοντά του. ῞Οταν μαθεύτηκε καὶ αὐτό, ὁ σουλτάνος διέταξε νὰ τὸν ἀπομακρύνουν ὁριστικά, ἴσως στὶς ἀρχὲς τοῦ 1488, καὶ νὰ ἐκλέξουν ἄλλον Πατριάρχη. Τὸν ᾿Ιούλιο τοῦ 1488, ἔπειτα ἀπὸ ὀλιγόμηνη χηρεία, ἐξελέγη γιὰ δεύτερη φορὰ Πατριάρχης ὁ Διονύσιος Α¢. ᾿Εγκαταλείποντας λοιπὸν τὸ Πατρι-αρχεῖο, πέρασε στὴ Σωζόπολη, σ᾿ ἕνα μοναστήρι ποὺ ἦταν ἀφιερωμένο στὸν Τίμιο Πρόδρομο καὶ ἔμεινε ἐκεῖ ἀσκούμενος στὴν ἡσυχία. ῾Ωστόσο, ἡ ἔντονη προσωπικότητά του συγκέντρωσε γύρω του πλήθη πιστῶν ποὺ ἔρχονταν νὰ τὸν ἀσπασθοῦν καὶ νὰ ἀκούσουν τὴ διδασκαλία του.
Στὸ μοναστήρι ἔμεινε δύο χρόνια, ὥσπου καὶ πάλι τὸν κάλεσαν στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως. ᾿Εδῶ μᾆλλον γίνεται κάποια σύγχυση ἀπὸ τὸ βιογράφο του, διότι μετὰ τὴν παραί-τηση τοῦ Διονυσίου Α¢ στὰ τέλη τοῦ 1490 στὸν πατριαρχικὸ θρόνο ἀνῆλθε ὁ Μάξιμος καὶ παρέμεινε ἕως τὶς ἀρχὲς τοῦ 1497. ῾Ο Νήφων κλήθηκε στὸ θρόνο τὸ θέρος τοῦ 1497, παρὰ τὴ θέλησή του. ῞Ενα περιστατικὸ ὅμως κάπως ἀσυνήθιστο, ποὺ μᾶς παραθέτει ὁ Βίος, στα-θηκε ἀφορμὴ νὰ ἐκδιωχθεῖ πάλι ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ μάλιστα αὐτὴ τὴ φορὰ μὲ βίαιο τρόπο. Συναντήθηκε ξαφνικὰ ἐνῶ ἐπέστρεφε περπατώντας στὸ κτήριο τοῦ Πατριαρχείου μὲ τὸν Τοῦρκο σουλτάνο, ἀλλὰ δὲν τὸν χαιρέτησε ὅπως ὅριζαν οἱ νόμοι προσκυνώντας τον, προκαλώντας τὴν ἔντονη ὀργή του. ῾Ο σουλτάνος διέταξε νὰ ἐξορισθεῖ ἀμέσως μὲ στρατιωτικὴ συνοδεία στὴν ᾿Αδριανούπολη. ῾Υπάρχει ὡστόσο καὶ μία ἄλλη ἐκδοχή, ἡ ὁποία ὑποστηρίζεται ἀπὸ τὸν ἱστορικὸ ᾿Ιωάννη Μαλάλα, ὅτι ἡ κύρια αἰτία γιὰ τὴν σύντομη β¢ πατριαρχία τοῦ Νήφωνος Β¢ ὑπῆρξε ἡ γενικὴ σύγχυση καὶ ἀναταραχὴ ποὺ εἶχαν προκαλέσει μὲ σκάνδαλα ὁ προκάτοχός του Μάξιμος Δ¢ καὶ ἄλλοι ἀρχιερεῖς, μητροπολῖτες καὶ ἐπίσκοποι, καὶ ἔτσι ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τὸν πατριαρχικὸ θρόνο. Μετὰ ἀπὸ πολλὲς κακουχίες στὴ διαδρομή, στὴν ᾿Αδριανούπολη τοῦ ἐπιτράπηκε μόνο νὰ κατοικεῖ στὴν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Στεφάνου, ὑπὸ αὐστηρὸ περιορισμό, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ κηρύττει καὶ νὰ διδάσκει στοὺς πιστούς.
῾Η φήμη τοῦ ῾Αγίου διαδόθηκε ἀπὸ ἐκεῖ στὴ γειτονικὴ Μεγάλη Βλαχία καὶ ὁ τότε αὐθέντης Ράδουλας ἐξέφρασε ζωηρότατο ἐνδιαφέρον νὰ τὸν γνωρίσει. Συνέπεσε τότε νὰ τὸν καλέσει ὁ σουλτάνος στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ πληρώσει τὰ βασιλικὰ τέλη. ῾Ο Ράδουλας δὲν ἔχασε τὴν εὐκαιρία περνώντας ἀπὸ τὴν ᾿Αδριανούπολη καὶ μαθαί-νοντας ὅτι ὁ ἅγιος Νήφων βρίσκεται ἐκεῖ ἐξόριστος ὑπὸ αὐστηρὸ περιορισμό, νὰ μεταχειρισθεῖ ὁποιοδήποτε μέσο γιὰ νὰ τὸν δεῖ. Κατόρθωσε λοιπὸν νὰ πάρει ἄδεια καὶ νὰ συναντήσει τὸν ῞Αγιο. ῎Εμεινε ἔκθαμβος ἀπὸ τὴ σπουδαία προσωπικότητά του καὶ τοῦ ζήτησε νὰ τοῦ ὑποσχεθεῖ, πὼς ἂν κατόρθωνε νὰ πάρει τὴν ἄδεια ἀπὸ τὸ σουλτάνο, θὰ τὸν ἀκο-λουθοῦσε μαζί του στὴ Βλαχία, στὴν πόλη Τζάρα.
Στὴ Μεγάλη Βλαχία ὁ Νήφων διεπίστωσε σοβαρὰ προβλήματα στὴν τοπικὴ ᾿Εκκλησία καὶ ἐπιδόθηκε μὲ ἰδιαίτερο ζῆλο στὴν ἀπο-κατάσταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς τάξεως καὶ τῆς ὀρθῆς λειτουργίας τῶν μοναστηριῶν, ἐνῶ σὲ δεύτερο ἀλλὰ ἐξίσου σημαντικὸ ἐπίπεδο ἀγω-νίσθηκε μὲ τὴ συστηματικὴ διδασκαλία καὶ τὰ κηρύγματά του νὰ προσελκύσει τὸ θρησκευτικὸ ἐνδιαφέρον τῶν κατοίκων. ῾Ο αὐθέντης τὸν ἐξουσιοδότησε νὰ ἔχει τὴν ἀποκλειστικὴ εὐθύνη γιὰ τὰ ζητήματα τῆς τοπικῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Ο Νήφων ζήτησε νὰ συγκληθεῖ τοπικὴ σύνο-δος καὶ νὰ κληθοῦν σ᾿ αὐτὴν οἱ ἡγούμενοι ὅλων τῶν μοναστηριῶν τῆς Οὑγγροβλαχίας, οἱ ἱερεῖς τῶν ἐπαρχιῶν καὶ οἱ ἄρχοντες τοῦ παλατιοῦ μαζὶ μὲ τὸν αὐθέντη. ῾Ο Νήφων ἀφοῦ ἔκανε διορθωτικὲς παρεμβάσεις στὴν τάξη τῆς τοπικῆς ᾿Εκκλησίας, ἐπιλύοντας πληθώρα προβλημάτων, χειροτόνησε καὶ δύο ἐπισκόπους σὲ διορισμένες ἐπισκοπές. Στὴ συ-νέχεια ἐπεράτωσε τὴ σύνοδο κρατώντας γιὰ μία ἐπιπλέον ἑβδομάδα μόνον τοὺς ἡγουμένους τῶν πολὺ ἀπομακρυσμένων μοναστηριῶν.
Τὸν καιρὸ ἐκεῖνο ὅμως δημιουργήθηκε ἕνα σοβαρότατο πρόβλημα μέσα στὸ παλάτι. ῾Ο αὐθέντης Ράδουλας πάντρεψε παράνομα τὴν ἀδελφή του μὲ ἕναν εὐγενῆ ἀπὸ τὴν Μπογδανία, ὁ ὁποῖος ὅμως ἦταν ἤδη παντρεμένος στὴν πατρίδα του ἀπὸ ὅπου εἶχε καταφύγει στὴ Βλαχία. ῾Η πρώτη του γυναίκα ἔστειλε ἐπιστολὲς στὸν αὐθέντη καὶ στὸν Νήφωνα, ὅπου τοὺς ἀπεκάλυπτε ὅτι εἶχε καὶ παιδιὰ ἀπὸ τὸ γάμο της μὲ τὸν Μπόγδανο. ῾Ο Νήφων ἀρχικὰ κάλεσε καὶ ἐπέπληξε τὸν ἴδιο τὸν Μπόγδανο, χωρὶς ὅμως κανένα οὐσιαστικὸ ἀποτέλεσμα. Στὴ συνέχεια, μὲ τὴν ἴδια αὐστηρότητα ἀπευθύνθηκε καὶ στὸν αὐθέντη πού, ἐνῶ γνώριζε γιὰ τὸν πρῶτο γάμο τοῦ Μπόγδανου, τὸν πάντρεψε μὲ τὴν ἀδελφή του. Αὐτὸ προκάλεσε τὴν ἔντονη δυσφορία τοῦ Ράδουλα, ὁ ὁποῖος τὸν κατηγόρησε ἄδικα, ὅτι δῆθεν θέλει νὰ ἀλλοιώσει τὶς τοπικὲς παραδόσεις τῆς Βλαχίας αὐθαιρετώντας ἀνεξέλεγκτα ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ποὺ ἦλθε στὴν Τζάρα. ῎Εκπληκτος ὁ Νήφων ἀπὸ τὴν ξαφνικὴ μεταστροφὴ τοῦ αὐθέντη, τοῦ θύμισε ὅτι ἐκεῖνος τὸν παρακάλεσε νὰ ἔλθει στὴ Βλαχία καὶ τοῦ τόνισε πὼς αὐτὸς ὅ,τι ἔκανε τὸ ἔκανε ἔχοντας ὡς μοναδικὸ γνώμονα τὸ νόμο τῆς ᾿Εκκλησίας.
Βγαίνοντας ἀπὸ τὸ παλάτι πῆγε στὴν ἐκκλησία, ζήτησε νὰ συγκεντρωθεῖ ὁ λαός, φόρεσε τὴν ἀρχιερατική του στολή, κήρυξε μὲ παρρησία στὸ συγκεντρωμένο πλῆθος καὶ στὴ συνέχεια ἀφόρισε τὸν Μπόγδανο γιὰ τὸν παράνομο δεύτερο γάμο του καὶ ὅλους ὅσους τὸν βοήθησαν, θέτοντάς τους ἐκτὸς ᾿Εκκλησίας. Προφήτευσε δὲ ὅτι τόσο ὁ Μπόγδανος ὅσο καὶ ὁ αὐθέντης θὰ ἔχουν κακὸ τέλος ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν τους. Στὴ συνέχεια ἀπέθεσε τὴν ἀρχιερατική του στολὴ ἐπάνω στὴν ἁγία Τράπεζα τοῦ ναοῦ καὶ ἀποσύρθηκε.
῾Ο αὐθέντης Ράδουλας διέταξε ἀμέσως νὰ παύσουν νὰ τὸν θεω-ροῦν ἀρχιερέα καὶ νὰ τὸν ἀπομονώσουν ἀπειλώντας πὼς ὅποιος τὸν βοηθοῦσε θὰ κινδύνευε μὲ τὴ ζωή του καὶ μὲ ἄμεση δήμευση τῆς περιουσίας του. ῾Ο Νήφων ἐπιθυμόντας νὰ ἐκτονωθεῖ ἡ ἔνταση, ἀνα-χώρησε σὲ μία ἄκρη τῆς χώρας καὶ ἐκεῖ ζοῦσε μόνος του. ῾Ωστόσο, ἕνας νέος μὲ εὐγενικὴ καταγωγὴ ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες τῶν Βεσαράβων, ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τοῦ Νήφωνος, ὁ Νεάγουλος ἢ Νεάγκος, μὲ κίνδυνο τῆς ἴδιας του τῆς ζωῆς ἀψήφησε τὶς διαταγὲς τοῦ Ράδουλα καὶ τὸν ἐπισκεπτόταν κρυφὰ προμηθεύοντάς τον μὲ τρόφιμα καὶ ἐπιζητώντας κυρίως τὴ συναναστροφὴ μαζί του καὶ τὴ διδασκαλία του.
῎Επειτα ἀπὸ κάποιο χρονικὸ διάστημα ὁ Ράδουλας σκεπτόμενος τὴν ὀργὴ ποὺ θὰ προκαλοῦσε ἡ προσωπικότητα τοῦ Νήφωνος θέλησε νὰ τὸν μεταπείσει μὲ κολακεῖες, ἀλλὰ συνάντησε καὶ πάλι τὴν ἄκαμπτη ἐπιμονή του νὰ ὑπερασπίζει τὸ δίκαιο καὶ τὸ σωστό. ῾Ο Νήφων ὅταν κλήθηκε νὰ παρουσιασθεῖ ἐνώπιόν του, ὠμὰ καὶ μὲ παρρησία τὸν κατήγγειλε γιὰ τὶς μεθοδεύσεις του καὶ προέβλεψε ὅτι θὰ ἔλθουν πολλὰ κακὰ στὸν τόπο. Στὴ συνέχεια ἔφυγε ἀπὸ τὸ παλάτι καὶ πῆγε νὰ συναντήσει τὸν Νεάγκο. Σ᾿ αὐτὸν ἀπεκάλυψε ὅτι πολλὰ κακὰ θὰ βροῦν τὴν Τζάρα καὶ ὅτι ὁ ἴδιος θὰ κινδυνεύσει μαζὶ μὲ τὴ γενιά του, ἀλλὰ στὸ τέλος θὰ τὸν περιμένουν μεγάλες τιμὲς καὶ δόξα. ῞Ενα σημαντικὸ περιστατικὸ ποὺ δὲν ἀναφέρει ὁ Βίος τοῦ ὁσίου Νήφωνος, εἶναι ὅτι τὸ 1502, ὅταν ὁ ῞Αγιος βρισκόταν στὴ Βλαχία, ἔφθασε ἀντιπροσωπεία ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη ποὺ τοῦ ζήτησε νὰ ἀνέλθει γιὰ τρίτη φορὰ στὸν Οἰκουμενικὸ θρόνο. ῞Ομως ὁ Νήφων ἀρνήθηκε καὶ στὶς 26 ᾿Ιουνίου τοῦ 1503 ἔστειλε καὶ ἐγγράφως τὴν παραίτησή του πρὸς τὸν ἤδη ἐκλεγμένο πατριάρχη Παχώμιο Α¢.

᾿Αφοῦ συνέβησαν αὐτά, τὸ 1505 ὁ Νήφων μαζὶ μὲ δύο νέους μαθητές του, τὸν ᾿Ιωάσαφ καὶ τὸν Μακάριο, ἀποφάσισε νὰ ἐγκατα-λείψει τὴ Βλαχία καὶ κατέβηκε στὴ Μακεδονία, ἀπὸ ἐκεῖ στὰ Πετόλια καὶ τέλος ἔφθασε στὸ ῞Αγιον ῎Ορος, ὅπου προσευχόταν νὰ παραμείνει ἕως τὸ τέλος τῆς ζωῆς του. ᾿Αρχικὰ πῆγε στὴ μονὴ Βατοπεδίου, ὅπου ἀπὸ πολὺ παλαιὰ μόναζαν δύο μαθητές του. Οἱ πατέρες τῆς μονῆς, ἀλλὰ καὶ οἱ ἀσκητὲς ἀπὸ τὴ γύρω περιοχὴ χάρηκαν μὲ τὸν ἐρχομό του. Στὸ χρονικὸ διάστημα ποὺ παρέμεινε στὴ μονὴ συνέβη νὰ πεθάνουν καὶ οἱ δύο παλαιοὶ μαθητὲς τοῦ Νήφωνος καὶ τοὺς ἐνταφίασε ὁ ἴδιος.
῾Ο ἕνας ἀπὸ τοὺς μαθητὲς τοῦ Νήφωνος, ὁ Μακάριος, τοῦ ἐκμυ-στηρεύθηκε τὴ βαθύτερη ἐπιθυμία του νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν ᾿Ιησοῦ Χριστό. ῾Ο Νήφων, ἀφοῦ τὸν εὐλόγησε, τοῦ ἐπέτρεψε νὰ φύγει· ὁ Μακά-ριος μόλις ἔφθασε στὴ Θεσσαλονίκη μαρτύρησε δι᾿ ἀποκεφαλισμοῦ.
῾Ο Νήφων πῆρε τὸ μαθητή του ᾿Ιωάσαφ καὶ κρυφὰ ἀποχώρησε ἀπὸ τὴ μονὴ Βατοπεδίου γιὰ τὴ μονὴ Διονυσίου. Μόλις ἔφθασε ἐκεῖ χάρηκε διότι διεπίστωσε πὼς τὸ τυπικὸ τῆς μονῆς ἦταν ὅπως τὸ ἄφησε πρὸ πολλῶν ἐτῶν. Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση ποὺ ἄφησε ὁ κτίτορας τῆς μονῆς, κάθε νέος μοναχὸς ἔπρεπε πρῶτα νὰ δοκιμασθεῖ σὲ ταπεινὲς ὑπηρεσίες, ὡς βορδωνάρης στὰ μουλάρια ἢ νὰ κουβαλᾆ ξύλα καὶ ἄλλα ὑλικὰ καὶ στὴ συνέχεια γινόταν δεκτὸς ἀπὸ τὴ μονή. ῾Ο Νήφων ποὺ δὲν ἀναγνωρίσθηκε ἀπὸ τοὺς πατέρες, ἀπέκρυψε τὴν πραγματική του ἰδιότητα καὶ δέχθηκε νὰ ὑποστεῖ τὶς δοκιμασίες. ῞Ομως κατὰ τὴ διάρκεια μίας ὑπηρεσίας του ὡς νυκτερινὸς φύλακας ἐξαιτίας τοῦ κινδύνου ἐπιδρομῆς πειρατῶν, τὸν εἶδαν τόσο ὁ μοναχὸς ποὺ βρι-σκόταν μαζί του ὅσο καὶ πατέρες ἀπὸ τὸ μοναστήρι, τὴν ὥρα ποὺ προσευχόταν νὰ γίνεται πύρινος καὶ φωτεινός. Οἱ πατέρες τῆς μονῆς ἀμέ-σως συνάχθηκαν καὶ προσευχήθηκαν νὰ τοὺς φανερωθεῖ ποιὸς πραγ-ματικὰ ἦταν αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος. ῎Ετσι σὲ ὅραμα ἀποκαλύφθηκε στὸν ἡγούμενο ἀπὸ τὸν ἅγιο ᾿Ιωάννη τὸν Πρόδρομο ὅτι ἦταν ὁ Πατριάρχης Νήφων. Οἱ πατέρες τῆς μονῆς ὑποδέχθηκαν τὸν Πατριάρχη Νήφωνα μὲ ἀναμμένα κεριὰ καὶ τιμὲς καὶ ὁ Νήφων ἔμεινε στὴ συνέχεια κοντά τους διδάσκοντας τοὺς πατέρες καὶ τοὺς πολλοὺς ἄλλους μοναχοὺς καὶ ἀσκητὲς ποὺ συγκεντρώνονταν ἀπὸ τὰ γύρω κελλιὰ καὶ τὶς σκῆτες.
Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς δεύτερης παραμονῆς του στὴ μονὴ Διονυ-σίου ὁ Πατριάρχης Νήφων συνέβαλε σὲ μεγάλο βαθμὸ μεταξὺ ἄλλων καὶ στὴν ἀνοικοδόμηση πολλῶν τμημάτων της. Παρέδωσε στὴ μονὴ καὶ ἀρκετοὺς κανόνες, οἱ ὁποῖοι ὅμως καταστράφηκαν ἀπὸ πυρκαγιὰ ἔπειτα ἀπὸ πυρπόλησή της μαζὶ μὲ πολλὰ ἄλλα χειρόγραφα, ἱερὰ κειμήλια καὶ βιβλία.
῾Ο ἅγιος Νήφων ἐκοιμήθη σὲ ἡλικία ἐνενήντα ἐτῶν. Λίγο πρὶν τὸ θάνατό του, δύο ἀδελφοὶ καὶ πατέρες τῆς μονῆς, ποὺ στὸ παρελθὸν εἶχαν πικράνει μὲ τὴ συμπεριφορά τους τὸν ῞Αγιο, τοῦ ζήτησαν νὰ τοὺς ἀφήσει γραπτὲς συγχωρητικὲς εὐχές. Πράγματι, ὁ ὑποτακτικὸς καὶ μαθητὴς τοῦ Νήφωνος, ᾿Ιωάσαφ, ἔγραψε καθ᾿ ὑπαγόρευσιν τὶς εὐχές, ὁ ῞Αγιος μετέλαβε τῶν ἀχράντων μυστηρίων καὶ ἐκοιμήθη στὶς 11 Αὐγού-στου τοῦ 1508.
Λίγο διάστημα πρὶν ἀλλὰ καὶ μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἁγίου Νήφωνος, ἄρχισαν νὰ συμβαίνουν στὴ Μεγάλη Βλαχία ὅλα τὰ δεινὰ ποὺ εἶχε προβλέψει ὁ ῞Αγιος ἐνώπιον τοῦ αὐθέντη Ράδουλα στὴν αὐλή του, ἐξ αἰτίας τῆς ἀσέβειάς του. ῎Επεσε λοιμὸς στὴ χώρα καὶ ὁ ἴδιος ὁ Ράδουλας πέθανε μὲ φρικτὸ θάνατο, ἀφοῦ τὸ σῶμα του ἄρχιζε νὰ σαπίζει καὶ νὰ προκαλεῖ δυσβάστακτη δυσωδία.
Στὴν ἡγεσία ἀνῆλθε μὲ πραξικοπηματικὸ τρόπο ὁ Μίχνας, γιὸς τοῦ Δράκου ἀρμάση, ὁ ὁποῖος προκάλεσε πολλὲς ἐσωτερικὲς διαμάχες καὶ προχώρησε σὲ σφαγὲς καὶ διωγμοὺς πολλῶν εὐγενῶν τοῦ τόπου. Θέλησε νὰ ἀφανίσει καὶ τὴν γενιὰ τῶν Βεσαράβων εὐγενῶν, ἀλλὰ τὴν τελευταία στιγμὴ γλύτωσε ὁ μαθητὴς τοῦ ἁγίου Νήφωνος, ὁ Νεάγκος, ποὺ κατέφυγε στὴν Κωνσταντινούπολη. ᾿Εκεῖ μὲ τὴν σύμφωνη γνώμη τοῦ Τούρκου σουλτάνου συγκεντρώθηκε τουρκικὸς στρατὸς ποὺ νίκησε τὸν Μίχνα καὶ ἀποκατέστησε στὴν ἐξουσία τὸν γιὸ τοῦ Ράδουλα, τὸν Βλάδουλα. ῞Ομως μὲ τὴν ἐπιρροὴ τοῦ Μπόγδανου ὁ Βλάδουλας ἄρχισε νὰ ἐπιβουλεύεται τὴ ζωὴ τοῦ Νεάγκου, ποὺ τὸν θεωροῦσε ἐπίδοξο σφετεριστὴ τοῦ θρόνου του, καὶ θέλησε νὰ τὸν θανατώσει. ῾Ο Νεάγκος κατέφυγε γιὰ δεύτερη φορὰ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ οἱ Τοῦρκοι ποὺ παρενέβησαν μὲ στρατό, ἀφοῦ νίκησαν τὸν Βλάδουλα καὶ τὸν θανάτωσαν, ἀνέδειξαν νέο βοεβόδα στὴ Βλαχία τὸν Νεάγκο, μὲ τὴ σύμφωνη γνώμη καὶ τοῦ λαοῦ.

῾Ο Νεάγκος ζήτησε ἀπὸ τὸν τότε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παχώμιο, νὰ χειροτονήσει μητροπολίτη Οὐγγροβλαχίας, ὑπέρτιμο καὶ ἔξαρχο Πλαγινῶν καὶ Σεβερίνων τὸν Μακάριο, ἀποκαθιστώντας ἔτσι τὴν τάξη στὴν ἤδη ταραγμένη τοπικὴ ᾿Εκκλησία. Στὴ συνέχεια ὁ Νεά-γκος ἔστειλε ἐπιβλητικὴ πρεσβεία εὐγενῶν στὴ μονὴ Διονυσίου τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους καὶ ζήτησε νὰ τοῦ παραχωρήσουν τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου Νήφωνος, δίνοντας ὑπόσχεση πὼς θὰ στήριζαν οἰκονομικὰ μὲ κάθε τρόπο τὶς ἀνάγκες τῆς μονῆς. Οἱ μοναχοί, ἔπειτα ἀπὸ μεγάλη περί-σκεψη, παρέδωσαν τμῆμα ἀπὸ τὸ τίμιο λείψανο, τὴν κάρα καὶ τὴ δεξιὰ χεῖρα τοῦ ῾Αγίου, στὴν πρεσβεία. Τὰ λείψανα μεταφέρθηκαν στὸ Βου-κουρέστι καὶ τοποθετήθηκαν μὲ πολλὲς καὶ μεγάλες τιμὲς σὲ πολυτιμότατο κουβούκλιο στὴ μονὴ τοῦ Ντάλου, ἐνῶ ἡ τιμία κάρα τοῦ ῾Αγίου, ποὺ τὴν κρατοῦσε κοντά του ὅσο ζοῦσε ὁ Νεάγκος, μετὰ τὸ θάνατό του ἀφιερώθηκε μὲ ρητὴ ἐντολή του στὴ μονὴ τοῦ ῎Αρτζεσι. ῾Ορίσθηκε δὲ νὰ ἑορτάζεται μὲ μεγάλες τιμὲς ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Νήφωνος στὶς 11 Αὐγούστου, ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του. Πάρα πολλὰ θαύματα μαρτυ-ροῦνται ὅτι ἔγιναν ἀμέσως μετὰ τὴν ἐκταφὴ τοῦ τιμίου λειψάνου τοῦ ὁσίου Νήφωνος, ὁπότε καὶ εὐωδίασε, τόσο στὴ μονὴ Διονυσίου σὲ ἀσθενεῖς καὶ ἀνάπηρους μοναχούς, ὅσο καὶ ἀργότερα ὅταν μετα-φέρθηκε στὴ Βλαχία.
᾿Απὸ τὸν συγγραφέα τοῦ Βίου τοῦ ἁγίου Νήφωνος, πρῶτο τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους Γαβριήλ, ὁ ῞Αγιος ἀναφέρεται καὶ ὡς νέος κτίτορας τῆς μονῆς Διονυσίου, διότι κατὰ τὴ δεύτερη παραμονή του ἐκεῖ συνέβαλε στὴν ἀνοικοδόμηση πολλῶν κτισμάτων της καὶ ἀφιέρωσε κανόνες σ᾿ αὐτὴν ποὺ ὅπως ἀναφέραμε δυστυχῶς δὲν σώζονται. ᾿Εκτὸς ἀπὸ τὶς δύο ἐπισημάνσεις γιὰ τὴ χειρόγραφη παράδοση τοῦ Βίου του ποὺ προαναφέρθηκαν, σώζεται ἐπίσης καὶ στὴ χειρόγραφη συλλογὴ τῆς ᾿Αμβροσιανῆς Βιβλιοθήκης. ᾿Επίσης ὑπάρχει “ἕτερον ἐπιτάφιον ἐπίγραμ-μα εἰς τὸν πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως Νήφωνα Β¢ θανόντα” τοῦ μοναχοῦ Μαξίμου Τριβόλη. Τέλος, σώζονται δύο ἀκόμη ἐπιγράμματα, τὸ ἕνα στὴ χειρόγραφη συλλογὴ τῆς μονῆς Διονυσίου, καὶ τὸ ἄλλο στὴ λάρνακα τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ῾Αγίου. ᾿Ασματικὴ ᾿Ακολουθία πρὸς τιμὴν τοῦ ἁγίου Νήφωνος συνέθεσε ὁ ἰατρὸς ᾿Ιωάννης Κομνηνός, ὁ μετέπειτα ῾Ιερόθεος μητροπολίτης Δρύστρας.