τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
† Μνήμη τῆς ἁγίας ὁσιομάρτυρος Φεβρωνίας, τῆς πολυάθλου.
Ἡ Ὁσιομάρτυς Φεβρωνία ἐμόναζε σέ κάποιο μοναστήρι τῆς πόλεως Νισίβεως τῆς Μεσοποταμίς μαζί μέ τήν θεία της Βραυαίνη1 καί τῆς ἀδελφῆς Θωμαῒδος, διότι ὅλες οἱ ἄλλες μοναχές, ἀφοῦ ἐπληροφορήθησαν ὅτι ἔρχονταν στήν μονή πρός σύλληψή τους στρατιῶτες τοῦ ἡγεμόνος Σελήνου (288 μ.Χ.), κατά τούς διωγμούς τοῦ Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.), ἐζήτησαν σωτηρία διά τῆς φυγῆς. Προσελθόντες δέ οἱ στρατιῶτες τίς ἀπήγαγαν πρός τόν Σελῆνο, ὁ ὁποῖος καί ἐπέβαλε τήν Ὁσία Φεβρωνία σέ φρικτότατα βασανιστή-ρια, ἀφοῦ ἀρνήθηκε να θυσιάσει στά εἴδωλα καί νά δεχθεῖ ὡς σύζυ-γό της τόν Λυσίμαχο, ἀνεψιό τοῦ ἡγεμόνος. Μέ προσευχές καί πνευ-ματική ἀνδρεία, ἐπιθυμοῦσα νά γίνει «τῆς μελλούσης δόξης κοινω-νός»2 ἐδέχθηκε τό μαρτυρικό δι’ ἀποκεφαλισμοῦ τέλος αὐτῆς, τό 304 μ.Χ.
Ἡ Σύναξη αὐτῆς ἐτελεῖτο στόν ναό τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ πού εὑρισκόταν στήν Ὀξεία3.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Ὀρεντίου, Φαρμακίου, Ἔρωτος, Φίρμου, Φιρμίνου, Κυριακοῦ καί Λογγίνου τῶν αὐταδέλφων, ἐν Γεωργίᾳ μαρτυρησάντων.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ὀρέντιος, Φαρμάκιος, Ἔρως, Φίρμος, Κυριακός καί Λογγίνος, ὀνομαστοί γιά τήν ἀνδρεία τους, κατάγον-ταν ἀπό τήν Ἀνατολή καί ὑπηρετοῦσαν ὡς στρατιῶτες στήν Θράκη κατά τούς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ) καί Μαξιμιανοῦ (286-305 μ.Χ). Σέ κάποια μάχη ἐναντίον τῶν Σκυ-θῶν, ὁ Ὀρέντιος κατόθρωσε νά φονεύσει τόν ἀρχηγό τους Μαρο-θώμ. Γιά τό κατόρθωμα του αὐτό ἐτιμήθηκε, ἀλλά συγχρόνως προ-σκλήθηκε νά συμμετάσχει στίς θυσίες πρός τά εἴδωλα πού θά προ-σφέρονταν γιά τή νίκη του. Ὁ Μάρτυς ἀρνήθηκε μέ πνευματική γεν-ναιότητα νά θυσιάσει καί διακήρυξε μέ παρρησία ὅτι ὁμολογεῖ τήν ἀκλόνητη πίστη του στόν Ἀληθινό Θεό. Μετά ἀπό αὐτό τόν ἀπέ-στειλαν, μαζί μέ τά ἕξι ἀδέλφια του, δυσμενή μετάθεση στά Σάταλα τῆς Ἀρμενίας. Ἐκεῖ, μετά ἀπό λίγο χρόνο, συνελήφθησαν και ὑπε-βλήθησαν σέ ανάκριση. Ὅλοι, «ἐν ἑνί στόματι καί μιᾷ καρδίᾳ», διεκήρυξαν τήν πίστη τους πρός τόν Κύριο καί Σωτήρα τους. Ἀμέ-σως ἐξορίσθηκαν σέ μακρινούς καί σκληρούς τόπους, ὅπου ἀπέθα-ναν μαρτυροῦντες ἀπό τίς κακουχίες καί τίς ταλαιπωρίες, τίς ὁποῖες ὑπέστησαν χάριν τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ.
Ὁ Μάρτυς Ὀρέντιος ἐτελειώθηκε στό Ρίζιο4, ὅταν οἱ εἰδωλο-λάτρες τοῦ ἔδεσαν στό λαιμό βαρειά πέτρα καί τόν ἔρριψαν στήν θάλασσα. Ἀπό ἐκεῖ, ὅμως, τόν ἔβγαλε σῶο καί ἀβλαβή στήν ξηρά Ἄγγελος Κυρίου, καί ἀφοῦ ὁ Ἅγιος προσευχήθηκε, παρέδωσε τό πνεῦμα του στον Θεό, στίς 24 Ἰουνίου. Ἐκεῖ ἐνταφιάσθηκε τό τίμιο λείψανό του. Ὁ Μάρτυς Φαρνάκιος ἀναπαύθηκε, στίς 3 Ἰουλίου, στήν Κορδύλη5. Οἱ Μάρτυρες Φίρμος και Φιρμίνος ἀπέθαναν στίς 7 Ἰουλίου στήν Ἄψαρο6 τῆς ἀνατολικῆς πλευρᾶς τῆς Μαύρης Θάλασ-σας. Ὁ Μάρτυς Κυριακός ὑπέκυψε στή χώρα τῶν Λαζῶν, σέ μιά περιοχή ὀνομαζόμενη Ζιγάνεω, στίς 14 Ἰουλίου. Ὁ Μάρτυς Λογγί-νος ἐπνίγηκε, ὅταν τό πλοῖο πού τόν μετέφερε στήν Λιβυκή ἐβυ-θίσθηκε στήν Πιτυοῦντα. Ἐκεῖ καί ἐνταφιάσθηκε.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων ὁσιομαρτύρων Εὐτροπίας, Λεωνίδος καί Λιβύης, ἐν Παλμύρᾳ τῆς Συρίας ἀθλησασῶν.
Ἡ Ἁγία Ὁσιομάρτυς Εὐτροπία ἐμαρτύρησε μέ προτροπή τῆς μητέρας της διά πυρός, οἱ δέ Λεωνίς καί Λιβύη διά ξίφους, τό 303 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Γαλλικανοῦ7.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Γαλλικανός ἐγεννήθηκε περί τά τέλη τοῦ 3ου αἰῶνος μ.Χ. στήν Ρώμη καί ἐχρημάτισε ὕπατος, τό 330 μ.Χ., ἐπί Μεγάλου Κωνσταντίνου, τοῦ ὁποίου ἦταν φίλος. Ἀφοῦ προσῆλθε στόν Χριστιανισμό, τόν ὁποῖο ἐδιδάχθηκε ἀπό τούς Μάρτυρες Ἰωάννη καί Παῦλο († 26 Ἰουνίου) παραιτήθηκε ἀπό τό δημόσιο ἀξίωμά του καί ἀποσύρθηκε στήν Ὠστία8, ὅπου ἀφιέρωσε τό βίο του δεχόμενος καί περιθάλπων ἀσθενεῖς καί πτωχούς ὁδοιπόρους. Καταδιώχθηκε ἐπί Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361-363 μ.Χ.) καί κατέφυγε στήν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου. Ἐκεῖ συνελήφθη καί ἐτελειώθηκε μαρτυρικά δι’ ἀποκεφαλισμοῦ, τό 362 μ.Χ., ὑπό τοῦ δικαστοῦ Ραυκίωνος.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Προσπέρου, τοῦ ἐξ Ἀκουϊτανίας τῆς Γαλλίας.
Ὁ Ἅγιος Πρόσπερος ἐγεννήθηκε στήν Γαλλία, τό 390 μ.Χ. Ἐγκατεστάθηκε στήν Μασσαλία καί ἀφιέρωσε τόν βίο του στή θεία μελέτη καί τήν θεολογική συγγραφή ἀναδειχθείς σφοδρός πολέμιος τοῦ Πελαγιανισμοῦ. Εἶχε συνδεθεῖ μετά τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου καί κατά μία παράδοση λέγεται ὅτι διετέλεσε γραμματεύς τοῦ Ἐπι-σκόπου Ρώμης Λέοντος τοῦ Α΄ (440-461 μ.Χ). Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη στήν Ρώμη, τό 463 μ.Χ.9.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γαλλικανοῦ, τοῦ ἐκ Γαλλίας.
Ὁ Ἅγιος Γαλλικανός διετέλεσε πέμπτος Ἐπίσκοπος τῆς πόλε-ως Ἐμπρούν τῆς Γαλλίας καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, μετά τό 541 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Μαρτυρίου.
Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μαρτυρίου ἀναφέρεται στό Ἱεροσολυ-μιτικόν Κανονάριον.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Σίμωνος.
Ὁ Ὅσιος Σίμων, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη. Ἀποφθέγματά του εὑρίσκονται στόν Εὐεργετινό καί ἐμφαί-νουν την ταπεινοφροσύνη του.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μεθοδίου, τοῦ ἐν Νηβρύτῳ τῆς Κρήτης.
Ὁ Ὅσιος Μεθόδιος καταγόταν ἀπό τήν ἐπαρχία Ρεθύμνου τῆς Κρήτης. Ἔχοντας στήν καρδιά του ἀπό τήν παιδική ἡλικία τή μοναχική ἔφεση, ἐγκατέλειψε τόν κόσμο καί ἀκολούθησε τόν ἀσκη-τικό βίο. Ἦλθε στήν πόλη τῆς Νηβρύτου κοντά στήν περιοχή τῆς Γορτύνης καί ἐκεῖ διέμεινε στίς ὑπερωρεῖες τοῦ ὄρους Ἤδη, μέσα σέ σπήλαιο, ἀγωνιζόμενος μέ νηστεία, προσευχή καί σκληραγωγία. Ἀφοῦ ἔφθασε στό ὑψηλότερο στάδιο τῶν ἀρετῶν, ἦταν ὡς ἄγγελος ἔνσαρκος καί ἀξιώθηκε τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας.
Ὁ Ὅσιος Μεθόδιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη πλήρης ἡμερῶν καί ἡ μνήμη του ἑορτάζεται ἰδιαίτερα στήν Κρήτη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἀνάμνησις τῆς ὑπέρ λόγον καί πᾶσαν ἐλπίδα δωρηθείσης ἡμῖν βοηθείας παρά τοῦ μεγάλου Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, διά πρεσβειῶν τῆς ἀσπόρως Αὐτόν τεκού-σης Παναχράντου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί Ἀειπαρθένου Μαρίας, κατά τῶν διά τε γῆς καί θαλάσσης κυκλωσάντων τήν βασιλίδα πόλιν καί πανωλεθρίᾳ παραδοθέντων καί τελείῳ ἀφα-νισμῷ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀδελβέρτου ἀρχιδιακόνου, τοῦ ἐν Ὀλλανδίᾳ.
Ὁ Ὅσιος Ἀδελβέρτος ἐγεννήθηκε στήν πόλη Νορθούμπερ-λαντ τῆς Ἀγγλίας. Ἀπό ἀγάπη πρός τόν μοναχικό βίο ἀκολούθησε τόν Ὅσιο Ἔγκμπερτ († 24 Ἀπριλίου) στήν Ἰρλανδία. Ἔγινε μονα-χός πιθανῶς στό ἀββαεῖο τοῦ Μέλλιφοντ καί, τό 690 μ.Χ., ἐχειροτο-νήθηκε διάκονος. Στή συνέχεια ἔγινε ὑποτακτικός τοῦ Ἁγίου Οὐϊλ-λιβρόρδου († 7 Νοεμβρίου) καί ἐργάσθηκε ἱεραποστολικά μαζί του. Θεωρεῖται ὅτι ἐκήρυξε το Εὐαγγέλιο στήν περιοχή τῆς Οὐτρέχτης ὡς ἀρχιδιάκονος καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό 710 μ.Χ.10
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων Δαβίδ καί Εὐφροσύνης, τῶν Ρώσσων.
Ὁ Ὅσιος Δαβίδ, κατά κόσμον Πέτρος, ἦταν ὁ δευτερότοκος υἱός τοῦ Γιοῦρι Βλαντιμίροβιτς, ἡγεμόνος τοῦ Μούρωμ, καί διαδέχ-θηκε στό θρόνο τόν πατέρα του, τό 1203. Ὅμως ὁ πρίγκηπας Πέ-τρος ἀρρώστησε ἀπό τήν φοβερή νόσο τῆς λέπρας καί ἐθεραπεύθη-κε μετά ἀπό ὅραμα ἀπό τήν Φεβρωνία, θυγατέρα ἑνός ἁπλοϊκοῦ με-λισσοκόμου πού ἐζοῦσε στό χωριό Λάσκοβα τοῦ Ριαζάν, τήν ὁποία καί ἐνυμφεύθηκε. Οἱ ὑπεροπτικοί Βογιάροι δέν ἄντεχαν νά βλέπουν ὅτι ἡ πριγκήπισσά τους δέν εἶναι ἀριστοκρατικῆς καταγωγῆς καί ἐπίε-ζαν τόν ἡγεμόνα Πέτρο νά τήν ἀφήσει, παρά τό γεγονός ὅτι οἱ ἡγεμόνες τους ἦσαν ἄνθρωποι εὐσεβεῖς καί φιλάνθρωποι. Ὁ Πέτρος ἀρνήθηκε καί ἔτσι τό ἱερό ζεῦγος ἔφυγε ἀπό τό Μούρωμ προσευ-χόμενο γιά τή δοκιμασία αὐτή. Σύντομα ὅμως οἱ κάτοικοι ἱκέτευαν γιά τήν ἐπιστροφή τους, ὅταν μετά ποικίλες δοκιμασίες, κατάλαβαν ὅτι ἀντιβαίνουν στό θέλημα τοῦ Θεοῦ μέ αὐτές τίς σκέψεις τους.
Καί οἱ δύο ἐκοιμήθησαν μέ εἰρήνη τήν ἴδια ἡμέρα, τό 1228, ἀφοῦ πρῶτα ἔλαβαν τό μοναχικό σχῆμα καί τά ὀνόματα Δαβίδ καί Εὐφροσύνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Θεολήπτου, μητροπολίτου Φιλαδελφείας.
Ὁ Ἅγιος Θεόληπτος ἐγεννήθηκε στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας περί τό 1250. Ἔλαβε πολύ καλή μόρφωση καί, ἀφοῦ ἐγκατέλειψε νωρίς τή σὐζυγό του, ἀκολούθησε τόν μοναχικό βίο ἀναζητώντας τήν ἡσυχία στό Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ συνάντησε τόν ἡσυχαστή Νικη-φόρο καί τόν Ἅγιο Ἀθανάσιο Κωνσταντινουπόλεως πού ἐπέδρα-σαν πνευματικά στήν ψυχή του. Ἔζησε γιά ἕνα χρονικό διάστημα στήν μονή Ἐσφιγμένου. Κατά τήν ἐπίσκεψή του στήν Κωνσταντι-νούπολη ἔλεγξε γιά τήν ἐκκλησιαστική του πολιτική τόν αὐτοκρά-τορα Μιχαήλ Η΄ τόν Παλαιολόγο (1259-1282) μέ συνέπεια νά ἐγ-κλισθεῖ στή φυλακή. Μετά τήν ἀποφυλάκισή του, ἐπέστρεψε στήν γενέτειρά του καί λόγῳ τῆς ἁγίας ζωῆς του ὁ λαός τόν ἐθεώρησε ὡς πνευματικό του πατέρα.
Περί τό 1324, ἐκλέγεται Μητροπολίτης Φιλαδελφείας καί ποι-μαίνει θεοφιλῶς τό θεόλεκτο ποίμνιό του ἐπί 40 χρόνια. Τά κείμενα καί οἱ ὁμιλίες του, πού διασώζονται, τό μαρτυροῦν περίτρανα. Θεωρεῖται πρόδρομος τῆς θεολογικῆς ἀναγεννήσεως τοῦ 14ου αἰῶ-νος μ.Χ. καί διακρίνεται γιά τήν ἄσκηση, τή νήψη καί τήν ἀδιά-λειπτη προσευχή. Γι’ αὐτό καί ὑπῆρξε ὁ πρῶτος πνευματικός διδά-σκαλος τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ.
Ὁ Ἅγιος Θεόληπτος, θεόσοφος καί ὑψίνους ἐκκλησιαστικός ποιμένας, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη καί σκηνές μεγάλης συγκινήσεως ἐκτυλίχθηκαν κατά τήν ἐκδημία του.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τήν μνήμη του τήν Β΄ Κυριακή Ματ-θαίου.
† Τῆ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Διονυσίου, κτίτορος τῆς ἐν τῷ Ἁγίῳ Ὄρει ἱερᾶς μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου, τῆς ἐπιλεγομένης Διονυσίου.
Ὁ Ὅσιος Διονύσιος καταγόταν ἀπό τό χωριό Κορησσός Καστορίας καί ἐγεννήθηκε ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς11. Ἦταν ἀδελφός τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου († 11 Ἰανουαρίου), ἡγουμένου τῆς μονῆς Φιλο-θέου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί Ἐπισκόπου Τραπεζοῦντος. Ὁ Ὅσιος, σέ νεαρά ἡλικία, ἀκολούθησε τόν ἀδελφό του Θεοδόσιο. Ἀπό ἐκεῖνον ἐδιδάχθηκε τά τῆς μοναχικῆς πολιτείας καί τοῦ ἀσκητικοῦ βίου. Ὅταν ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ἔγινε Ἐπίσκοπος Τραπεζοῦντος, ὁ ἀδελφός του Διονύσιος τόν ἐπισκέφθηκε. Ἀπό τόν Θεοδόσιο ἐκάρη μοναχός καί ἀργότερα, τό 1346, ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Ἱερισσοῦ. Ὁ Ὅσιος Διονύσιος ἐγνωρίσθηκε μέ τόν αὐτοκράτορα Ἀλέξιο Κομνηνό (1350-1390 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος τόν ἐβοήθησε νά τελειώσει τήν ἀνοικοδόμηση τῆς ἱερᾶς μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου πού εἶχε ἀρχίσει στό Ἅγιον Ὄρος, ἡ ὁποία μέχρι σήμερα εἶναι γνωστή μέ τό ὄνομά του, μονή Διονυσίου. Γιά τόν λόγο αὐτό ἐξασφάλισε καί τό μέλλον τῆς μονῆς μέ χρυσόβουλο, τό ὁποῖο ἐκδόθηκε τό Σεπτέμβριο τοῦ 1374. Ὁ Ὅσιος Διονύσιος, ἀφοῦ παρέλαβε τό χρυσόβουλο, ἐπέστρεψε ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη στόν Ἄθωνα. Κατά τήν ἐπιστροφή του εὑρῆκε λεηλατημένη τήν μο-νή καί διαπίστωσε ὅτι ὅλοι οἱ μοναχοί εἶχαν αἰχμαλωτισθεῖ. Ἀνα-ζητώντας τους μετέβη στήν Βιθυνία, ὅπου εὑρῆκε τούς μοναχούς, τούς ὁποίους ἀφοῦ ἐξαγόρασε ἀπό τούς πειρατές τούς ὁδήγησε πάλι στό Ἅγιον Ὄρος. Τό 1380 ἐπισκέφθηκε, γιά τήν ἐνίσχυση τῆς μονῆς, τήν Τραπεζοῦντα, καί, τό 1382, τήν Κωνσταντινούπολη.
Ὁ Ὅσιος Διονύσιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη στήν Τραπεζοῦντα, τό 1388, καί ἐκηδεύθηκε ἀπό τόν αὐτάδελφό του Θεοδόσιο στό ναό Χρυσοκεφάλου τῆς Τραπεζοῦντος.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Δομετίου, τοῦ Διονυσιάτου.
Ὁ Ὅσιος Δομέτιος, φίλος καί συνασκητής τοῦ Ὁσίου Διονυ-σίου, τοῦ κτίτορος τῆς ἱερᾶς μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ἐκατοι-κοῦσε στά Βουλευτήρια. Εἶδε καί αὐτός τό θεῖο ὅραμα, ἀπό τόν Ἀντιάθωνα πού κατόπιν ἀσκήτευε, νά εἶναι λαμπάδα ἀναμμένη ἐπάνω στό βράχο, ὅπου σήμερα ἡ μονή Διονυσίου.
Πρό τῆς ἀναχωρήσεώς του, ὁ Ὅσιος Διονύσιος παρέδωσε τήν ποίμνη του στόν εὐλογημένο Δομέτιο. Διετέλεσε ἡγούμενος τῆς μο-νῆς ἀπό τό 1390 μέχρι τό 1405 καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη σέ μεγάλη ἡλικία, ἀφοῦ ὡς ἡγούμενος ἐστάθηκε πατέρας καί ὑπόδειγμα καί ἄριστος ὁδηγός τῶν μοναχῶν.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρος Προκοπίου, τοῦ ἐκ Βάρνας.
Ὁ Ὁσιομάρτυς Προκόπιος καταγόταν ἀπό τά πλησιόχωρα μέρη τῆς Βάρνας καί ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς. Σέ ἡλικία 20 ἐτῶν ἐπῆγε στό Ἅγιον Ὄρος καί ἐμόνασε στήν Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ὡς ὑποτακτικός τοῦ Γέροντος Διονυσίου. Ὡς μοναχός διακρίθηκε γιά τίς ἀρετές καί τήν ἀσκητική βιοτή του. Ἀργότερα, ἐγκατέλειψε τήν μοναχική ζωή, ἔφθασε στήν Σμύρνη και εὑρισκόμενος σέ ἀπόγνωση, ἐξισλαμίσθηκε. Κατόπιν ὅμως, οἱ τύψεις συνειδήσεως πού εἶχε γιά τό βαρύ πνευματικό ὀλίσθημα του, τόν ἔφεραν μέ δά-κρυα μετανοίας σέ κάποιο πνευματικό, στόν ὁποῖο εξομολογήθηκε καί ἐπῆρε τίς ἀνάλογες συμβουλές παρηγοριᾶς καί ἀνανήψεως. Κα-τόπιν προσευχήθηκε μέ θέρμη στήν εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτό-κου καί ἐξεκίνησε για τόν κριτή τῆς πόλεως.
Μόλις ἔφθασε ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ, ἐπέταξε τό τούρκικο σαρί-κι πού ἐφοροῦσε στήν κεφαλή του καί ἐφόρεσε τόν μοναχικό σκοῦ-φο. Ἔπειτα ἔλεγξε μέ τόλμη τήν μουσουλμανική θρησκεία καί ὁμο-λόγησε μέ θάρρος τήν πίστη του στόν Χριστό καί Κύριό του.
Οἱ Τοῦρκοι, ὅταν εἶδαν τό ἀμετάθετο τῆς γνώμης τοῦ Μάρ-τυρος, τόν οδήγησαν μέ χλευασμούς στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου. Ἀλλ’ ὅταν διαπίστωσαν τήν χαρά μέ τήν ὁποία ἐβάδιζε πρός τό μαρτύρι-ο, οἱ δήμιοι ἐφοβήθησαν καί ἀρνήθηκαν νά τόν ἐκτελέσουν. Τότε ἀνέλαβε καί τόν ἀποκεφάλισε κάποιος ἀρνησίχριστος, πού ἐκλήθη-κε γιά τόν λόγο αὐτό, στίς 25 Ἰουνίου 1810, ἡμέρα Σάββατο.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Γεωργίου, τοῦ ἐξ Ἀτταλείας.
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος ἐγεννήθηκε στά μέρη τῆς Ἀττά-λειας ἀπό γονεῖς εὔπορους καί εὐσεβεῖς. Νήπιο ἀκόμα, ὁ Γεώργιος, ἁρπάχθηκε ἀπό τόν ἀγᾶ Προύσαλη, κατά τίς συνηθισμένες ἁρπαγές Χριστιανόπουλων ἀπό τούς Τούρκους, εξισλαμίσθηκε καί ὀνομά-σθηκε Μεχμέτ. Ὅταν ἦλθε σέ ἡλικία γάμου, ἐνυμφεύθηκε τήν θυγα-τέρα τοῦ ἀγᾶ. Μέ τήν προτροπή τῶν θεοσεβῶν γονέων του, μία Χριστιανή ὑπηρέτρια τοῦ Γεωργίου, ὀνομαζόμενη Μαρία, ἀποκά-λυψε σ’ αὐτόν γιά τήν καταγωγή του καί τόν τρόπο τοῦ ἐξισλα-μισμοῦ του. Μέ τήν πρόφαση ὅτι θά ἐπήγαινε γιά προσκύνημα στήν Μέκκα, ὁ Γεώργιος, μαζί μέ τή Μαρία, ἦλθε στούς Ἁγίους Τόπους, ὅπου παρέμεινε γιά 2 χρόνια. Κατόπιν ἔφθασε στήν πόλη Κρήνη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, ὅπου ἐνυμφεύθηκε τήν Ἑλένη Μαυρογιάννη.
Ἐπιζητώντας τό μαρτύριο ὁ Γεώργιος, ἐπῆγε στό διοικητήριο καί ἐβοήθησε νά κατέβει ἀπό τό ἄλογο ὁ διερχόμενος ἀπό τήν Κρήνη πρώην πεθερός του, στόν ὁποῖο μετά ἀπό λίγο ὁμολόγησε τήν πίστη του στόν Χριστό. Τότε οἱ Τοῦρκοι τόν ἔρριψαν στή φυ-λακή, ὅπου τόν ἐχτύπησαν βάναυσα καί ἔβαλαν στούς πόδες του φάλαγγα καί στήν συνέχεια πυρακτωμένο χάλκινο σκεῦος ἐπί τῆς κεφαλῆς του. Τελικά, τό 1823, τόν ἐκρέμασαν στόν τοῖχο τῆς οἰκίας τοῦ Παντελάκη Φαρμάκη καί τόν ἀπαγχόνισαν.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Νίκωνος, τῆς Ὄπτινα.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νίκων, κατά κόσμον Νικόλαος, ἐγεν-νήθηκε στίς 26 Σεπτεμβρίου 1888 στήν Μόσχα ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί φιλόθεους, τόν Μητροφάνη καί τήν Βέρα Μπελϋάεφ. Ἡ οἰκογέ-νεια, μετά τήν εὐλογημένη ἐπίσκεψη στήν οἰκία τους τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κροστάνδης, ἔφερε τόν Νικόλαο στήν Σκήτη τῆς Ὄπτινα. Ἐδῶ ὁ Νικόλαος, στίς 24 Μαῒου 1915, ἐκάρη μοναχός μέ τό ὄνομα Νίκων καί ἄρχισε τόν ἀγώνα γιά τήν πνευματική ἄνοδο. Ἡ χειροτονία του εἰς διάκονον ἔγινε στίς 30 Ἀπριλίου 1916 καί ἡ εἰς πρεσβύτερον στίς 3 Νοεμβρίου 1917.
Τά χρόνια ὅμως ἦταν δύσκολα. Τό νέο καθεστώς προέβαινε σέ συλλήψεις καί φυλακίσεις Χριστιανῶν. Ἔτσι ἡ πρώτη σύλληψη τοῦ Νίκωνος γίνεται τό 1919. Μετά τήν ἀπελευθέρωσή του, ἐπέστρεψε καί πάλι στήν Ὄπτινα. Ἀλλά οἱ ἀρχές ἔκλεισαν τήν μονή καί τόν ἀγροτικό συνεταιρισμό αὐτῆς καί τήν μετέτρεψαν σέ μουσεῖο.
Μετά ἀπό πολλές περιπέτειες ὁ π. Νίκων συλλαμβάνεται καί φυλακίζεται στό στρατόπεδο Κεμπερπούνκτ. Ἐδῶ παρέδωσε, ἀσθε-νής, μετά ἀπό κακουχίες, τό πνεῦμα του στόν Κύριό του, τό 1931, ἀφοῦ μετέλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!