† Μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Πολυκάρπου, ἐπισκόπου Σμύρνης.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Πολύκαρπος ἴσως νά ἐγεννήθηκε περί τό 80 μ.Χ. ἀπό εὐσεβεῖς καί φιλόθεους γονεῖς, τόν Παγκράτιο καί τήν Θεοδώρα, πού εἶχαν ἐγκλεισθεῖ στή φυλακή γιά τήν πίστη τοῦ Χρι-στοῦ, καί ἐβαπτίσθησκε Χριστιανός σέ νεαρή ἡλικία. Ὑπῆρξε μαζί μέ τόν Ἅγιο ᾿Ιγνάτιο τόν Θεοφόρο μαθητής τοῦ Εὐαγγελιστοῦ ᾿Ιωάννου. Λίγο πρίν ἀναχωρήσει ἀπό τόν πρόσκαιρο αὐτό βίο ὁ Ἅγιος Βουκόλος, Ἐπίσκοπος Σμύρνης († 6 Φεβρουαρίου), ἐχειροτόνησε μετά τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ὡς διάδοχό του, τόν Ἅγιο Πολύκαρπο καί μετά ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος παρακολούθησε μέ ἀγωνία καί προσευχή τή σύλληψη τοῦ Ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου, Ἐπισκόπου Ἀντιοχείας καί τά μαρτύρια αὐτοῦ. Ἡ ἀγάπη του πρός τόν θεοφόρο Πατέρα μαρτυρεῖται καί ἀπό τήν Ἐπιστολή τήν ὁποία ἔγραψε πρός τούς Φιληππησίους. Σέ αὐτή τούς συγχαίρει γιά τή φιλοξενία, τήν ὁποία παρεῖχαν στόν Ἄγιο Ἰγνάτιο, ὅταν διῆλθε ἀπό τήν πόλη τους. Τό κείμενο αὐτό τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου διακρίνεται γιά τόν ἀποστολικό, θεολογικό καί ποιμαντικό χαρακτῆρα του.
Ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος, διακρινόταν γιά τή σωφροσύνη, τή θεο-λογική κατάρτιση, τήν ἀφοσίωση στή διδασκαλία του Εὐαγγελίου, ἀφοῦ ὁμιλοῦσε πάντα σύμφωνα μέ τίς Γραφές. Ἦταν ὁ γνησιώτατος ἐκπρόσωπος τῆς ἀποστολικῆς διδασκαλίας σέ ὅλες τίς Ἐκκλησίας τῆς Ἀσίας. Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος παρέχει τήν πληροφορία, ὅτι ὁ Ἅγιος Πο-λύκαρπος ἐπέστρεψε πολλούς ἀπό τίς αἱρέσεις τοῦ Βαλεντίνου καί τοῦ Μαρκίωνος στήν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ, διηγεῖται μάλιστα καί ἕνα ἐπεισόδιο ἀναφερόμενο στή στάση αὐτοῦ ἔναντι τοῦ Μαρκίωνος. Ὅταν ὁ αἱρεσιάρχης αὐτός τόν ἐπλησίασε κάποτε καί τοῦ ἀπηύθυνε τήν παράκληση: «»ἐπεγίνωσκε ἡμᾶς», δηλαδή ἀναγνώρισέ μας, ὁ Ἅγι-ος ἀπάντησε: «ἐπιγινώσκω, ἐπιγινώσκω σε τόν πρωτότοκον τοῦ Σα-τανᾶ».
Ἕνα ἄλλο ἐπεισόδιο ἀνάγεται στή γεροντική ἡλικία τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου. Ὅπως εἶναι γνωστό, οἱ Ἐκκλησίες τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἑόρταζαν τό Πάσχα στίς 14 τοῦ μηνός Νισάν, σέ ὁποιαδήποτε ἡμέρα καί ἔπιπτε τοῦτο. Ἀντίθετα οἱ Ἄλλες Ἐκκλησίες δέν ἑόρταζαν καθό-λου τό Πάσχα, ἀλλά ἀρκοῦνταν στόν ἑβδομαδιαῖο κατά Κυριακή ἑορ-τασμό τῆς Ἀναστάσεως, τονίζουσες ἀσφαλῶς περισσότερο τόν ἑορτασμό τῆς πρώτης Κυριακῆς μετά τήν πανσέληνο τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας. Ἐπειδή λόγῳ τῆς διαφορᾶς αὐτῆς ἡ Ἐκκλησία τῆς Ρώμης ἐτηροῦσε αὐστηρή στάση ἔναντι τῶν Μικρασιατῶν, ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος ἀνα-γκάσθηκε νά μεταβεῖ στή Ρώμη, γιά νά διευθετήσει τό ζήτημα καί ἄλλα δευτερεύοντα θέματα, μέ τόν Ἐπίσκοπο Ρώμης Ἀνίκητο.
Μετά τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀπό τή Ρώμη, ὑπέργηρος πλέον, συνέ-χισε τήν ἀποστολική δράση του μέ τόση ἐπιτυχία, ὥστε προκάλεσε τήν ὀργή τῶν εἰδωλολατρῶν. Αὐτή ἡ προδιάθεση ἦταν φυσικό νά προκα-λέσει τό μαρτύριό του, πού ἀκολούθησε τήν ἑξῆς πορεία. Ὁ Κόϊντος, ζηλωτής Χριστιανός, ὁ ὁποῖος ἦλθε στή Σμύρνη ἀπό τή Φρυγία, παρε-κίνησε ὁμάδα Φιλαδελφέων Χριστιανῶν νά προσέλθουν στόν ἀνθύ-πατο Στάτιο Κοδρᾶτο, γιά νά δηλώσουν σέ αὐτόν τήν ἰδιότητά τους καί τήν πίστη τους στόν Χριστό, πρᾶγμα τό ὁποῖο φυσικά προοιώνιζε θάνατο. Τελικά ἐμαρτύρησαν ὅλοι, ἐκτός ἀπό τόν Κόϊντο, ὁ ὁποῖος δειλιάσας τήν τελευταία στιγμή ἐθυσίασε στά εἴδωλα. Ὁ ὄχλος, ἄν καί ἐθαύμασε τή γενναιότητα τῶν Μαρτύρων, ἀπαιτοῦσε νά ἐκτελεσθοῦν οἱ «ἄθεοι» καί νά ἀναζητηθεῖ ὁ Ἅγιος Πολύκαρπος, ὁ ὁποῖος πιεζόμενος ἀπό τούς Χριστιανούς εἶχε ἀναχωρήσει σέ κάποιο ἀγρόκτημα. Τελικά ὁ Ἅγιος συνελήφθη τό ἔτος 167 καί ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἀνθύπατου.
Ὁ γηραιός Ἐπίσκοπος δέν ἐταράχθηκε. Τό πρόσωπό του ἦταν γαλήνιο καί λαμπερό. Ὁ ἀστυνόμος Ἡρώδης καί ὁ πατέρας του Νική-τας προσπάθησαν νά πείσουν τόν Ἅγιο νά ἀπαρνηθεῖ τόν Χριστό. Ὁ Ἅγιος μέ πνευματική ἀνδρεία ἀπάντησε ὅτι ὑπηρετεῖ τόν Χριστό ἐπί 86 ἔτη χωρίς καθόλου νά Τόν ἐγκαταλείψει. Πῶς μποροῦσε λοιπόν τώρα νά Τόν βλασφημήσει καί νά Τόν ἀρνηθεῖ; Ὁ ἀνθύπατος τότε διέταξε νά τόν ρίψουν στή φωτιά. Ὁ Γέρων Πολύκαρπος ἀποδύθηκε μόνος τά ἱμάτιά του καί ἐπερίμενε προσευχόμενος λέγοντας: «Κύριε, ὁ Θεός ὁ Παντοκράτωρ, ὁ τοῦ ἀγαπητοῦ καί εὐλογητοῦ παιδός Σου Ἰησοῦ Χριστοῦ Πατήρ, δι’ Οὗ τήν περί Σοῦ ἐπίγνωσιν εἰλήφαμεν, ὁ Θεός τῶν ἀγγέλων καί δυνάμεων, καί πάσης τῆς κτίσεως, καί παντός τοῦ γένους τῶν δικαίων, οἵ ζῶσιν ἐνώπιόν Σου, εὐλογῶ Σε, ὅτι ἠξίωσάς με τῆς ἡμέρας καί ὥρας ταύτης τοῦ λαβεῖν με μέρος ἐν ἀριθμῷ τῶν μαρτύ-ρων Σου, ἐν τῷ ποτηρίῳ τοῦ Χριστοῦ Σου, εἰς ἀνάστασιν ζωῆς αἰ-ωνίου, ψυχῆς τε καί σώματος, ἐν ἀφθαρσίᾳ Πνεύματος Ἁγίου, ἐν οἷς προσδεχθείην ἐνώπιόν Σου σήμερον ἐν θυσίᾳ πίονι καί προσδεκτῇ, καθώς προητοίμασας καί προσεφανέρωσας καί ἐπλήρωσας ὁ ἀψευδής καί ἀληθινός Θεός. Διά τοῦτο καί περί πάντων αἰνῶ Σε, εὐλογῶ Σε, δοξάζω Σε, σύν τῷ αἰωνίῳ καί ἐπουρανίῳ Ἰησοῦ Χριστῷ,…».
Ἡ φωτιά ἐσχημάτισε γύρω ἀπό τό σῶμα τοῦ Ἁγίου Πολυκάρ-που καμάρα χωρίς νά τόν ἐγγίζει. Τότε στρατιώτης ἐκτελεστής ἐτελείωσε τόν Ἅγιο Μάρτυρα διά τοῦ ξίφους. Ἔπειτα τό ἱερό λείψανο ἐρρί-φθηκε στή φωτιά, οἱ δέ πιστοί συνέλεξαν τά ἱερά λείψανα αὐτοῦ.
῾Η Σύναξη τοῦ Ἁγίου Πολυκάρπου ἐτελεῖτο στή Μεγάλη ᾿Εκκλησία.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων ἑβδομήκοντα τριῶν Μαρτύρων.
Οἱ Ἅγιοι αὐτοί 73 Μάρτυρες ἐμαρτύρησαν στήν πόλη Σίρμιον[1] ἐπί Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.) τό ἔτος 303 μ.Χ[2].
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Κλήμεντος.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Κλήμης ἐτελειώθη διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος Θεῆς.
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Θεή ἐτελειώθηκε διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας Γοργονίας, ἀδελφῆς τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου.
Ἡ Ἁγία Γοργονία, ἦταν ἡ νεότερη ἀδελφή του Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου καί κόρη της εὐσεβοῦς Νόννας καί τοῦ Ἐπισκόπου Ναζιανζοῦ Γρηγορίου. Ἀναδείχθηκε δέ, ἰσάξια σέ ἀρετή καί ἁγιότητα βίου καί μέ τούς ἄλλους ἀδελφούς της. Διακρίθηκε γιά τήν ὀξύνοιά της, τήν προσήλωσή της στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, καί τήν ταπείνωσή της. Ἐνυμφεύθηκε τόν Ἀλύπιο[3] καί ἀπέκτησε πέντε τέκνα, δύο ἀγόρια, τά ὁποῖα ἀφιερώθηκαν στόν Θεό καί τρεῖς θυγατέρες, τήν Ἀλυπιανή, τήν Εὐγενία καί τή Νόννα.

Ἡ εὐσεβής Γοργονία προσβλήθηκε ἀπό σοβαρή ἀσθένεια καί παρά τίς φροντίδες τῶν θεραπόντων ἰατρῶν ἔφθασε μέχρι τό θάνατο. Ξαφνικά, ὅμως, μέ θεία ἐπέμβαση, ἐθεραπεύθηκε, μετά ἀπό θερμότατη προσευχῆς τῆς ἰδίας στό ναό.
Ἡ Ἁγία Γοργονία ἐκοιμήθηκε ὁσίως τό ἔτος 370 μ.Χ., σέ ἡλικία 38 ἐτῶν.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν ᾿Ιωάννου, Ἀντιόχου, Ἀντωνίνου καί Μωϋσέως.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἦταν μαθητής τοῦ Ὁσίου Λιμναίου († 22 Φε-βρουαρίου) καί ἀσκήτεψε σέ βουνό κοντά στήν πόλη Τάργαλα. Διέ-μενε στήν ὕπαιθρο καί ὑπέμεινε τόν καύσωνα τῆς ἡμέρας καί τό ψῦχος τοῦ χειμῶνος παριζωσμένος μέ σίδερα καί τρεφόμενος λιτότατα. Ἔτσι ἀφοῦ ἔζησε, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
Τόν Ὅσιο Ἰωάννη ἐμιμήθησαν στήν ἄσκηση καί τόν τρόπο ζωῆς καί οἱ Ὅσιοι Ἀντίοχος, Ἀντωνῖνος καί Μωϋσῆς. Διῆλθαν τό χρόνο τῆς ζωῆς τους μέ αὐστηρή ἄσκηση, προσευχή καί νηστεία στήν ὑψηλή κορυφή τοῦ βουνοῦ τῆς πόλεως Ραμᾶς καί ἐκοιμήθησαν ὁσίως μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Ζεβινᾶ, Πολυχρονίου, Δαμιανοῦ καί Μωϋσέως.
Ὁ Ὅσιος Ζεβινᾶς[4] ἔστησε τό ἀσκητήριό του σέ ὄρος καί ἐκεῖ ἀσκήτευε μέ προσευχή καί νηστεία. Κοντά του προσῆλθε καί ὁ Ὅσιος Πολυχρόνιος, ὁ ὁποῖος ἐμιμήθηκε τόν Ὅσιο διδάσκαλό του στήν ἀδιά-λειπτη προσευχή καί ἐγκράτεια.
Οἱ Ὅσιοι Δαμιανός καί Μωϋσῆς ὑπῆρξαν μαθητές τοῦ Ὁσίου Πολυχρονίου. Στό Συναξάρι ἀναφέρεται, ὅτι ὁ Ὅσιος Μωϋσῆς ἐκα-τοίκησε στό κελλί τοῦ Γέροντός του, ἐνῶ ὁ Ὅσιος Δαμιανός πῆγε στήν κωμόπολη Νιαρά, ὅπου κοντά στά ἁλώνια βρῆκε ἕναν ἔρημο οἰκίσκο καί ἔζησε ὡς ἐρημίτης.
Οἱ Ὅσιοι καί Θεοφόροι Πατέρες μας ἐκοιμήθησαν μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Δαμιανοῦ τοῦ Ἐσφιγμενίτου.
Ὁ Ὅσιος Δαμιανός ἔζησε κατά τόν 13ο αἰώνα μ.Χ. καί ἀσκήτεψε στή μονή Ἐσφιγμενίτου Ἁγίου Ὄρους περί τό ἔτος 1280. Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μωϋσέως, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
Ὁ Ὅσιος Μωϋσῆς ἔζησε περί τά τέλη τοῦ 15ου καί ἀρχές τοῦ 16ου αἰῶνος μ.Χ. καί ἀσκήτεψε στή μονή Ἁγίας Τριάδος τῆς Λευκῆς Λίμνης τῆς Ρωσίας. Ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Πολυκάρπου τοῦ Μπρυάνσκ.
Ὁ Ὅσιος Πολύκαρπος ἔζησε στή Ρωσία κατά τό δεύτερο ἥμισυ τοῦ 16ου καί τίς ἀρχές τοῦ 17ου αἰῶνος μ.Χ. καί ἦταν ἀπόγονος τῶν ἁγίων Μιχαήλ, πρίγκηπος τοῦ Τσέρνιγκωφ, καί τοῦ Ὄλεγκ, πρίγκηπος τοῦ Μπρυάνσκ. Πρίν γίνει μοναχός ἦταν πρίγκηπας καί τό κατά κόσμον ὄνομά του ἦταν Πέτρος Ἰβάνοβιτς Μποριατίσνκϊυ. Ἦταν μεταξύ ἐκείνων οἱ ὁποῖοι ἀπεστάλησαν σέ πόλεμο ἐναντίον τοῦ βασιλέως τῆς Σουηδίας κοντά στόν ποταμό Σέστρα. Ἀπό τό ἔτος 1576 λαμβάνει τόν τίτλο τοῦ βοεβόδα καί διοικεῖ διάφορες πόλεις. Τό ἔτος 1580 συλλαμβάνεται αἰχμάλωτος ἀπό τούς Λιθουανούς, ἀλλά κατόπιν ἐλευθερώνεται.
Ἔπειτα ἀπό πολλές ἀκόμη περιπέτειες ἀποφασίζει τελικά νά ἐγκαταλείψει τά ἐγκόσμια καί νά ἀκολουθήσει τό μοναχικό βίο. Κείρεται μοναχός μέ τό ὄνομα Πολύκαρπος καί ἀνεγείρει ἐξ ἰδίων πόρων τήν μονή τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου, ὅπου ἐγκαθιδρύει κανόνα αὐστηροῦ ἀσκητικοῦ βίου. Ὁ Ὅσιος Πολύκαρπος ἦταν ὁ πρῶτος ἡγούμενος τῆς μονῆς αὐτῆς. Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1620 ἤ 1621 καί ἐνταφιάσθηκε στή μονή πού ὁ ἴδιος ἀνήγειρε.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!