† Μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μαξίμου τοῦ ῾Ομολογητοῦ.
῾Ο Ὅσιος Μάξιμος ὁ ῾Ομολογητής καταγόταν ἀπό ἐπιφανῆ οἰ-κογένεια καί ἐγεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τό ἔτος 580 μ.Χ. Ἔλαβε τή συνήθη ἐγκυκλοπαιδική μόρφωση καί ἐπιδόθηκε ἰδι-αίτερα στή σπουδή τῆς φιλοσοφίας. Ὑπό τοῦ αὐτοκράτορος Ἡρα-κλείου (610-641 μ.Χ.) προσελήφθη ὡς ἀρχιγραμματεύς αὐτοῦ[1]. Παρέμεινε στή θέση αὐτή γιά λίγα μόνο χρόνια, ἀλλά διετήρησε τίς σχέσεις του καί ἀλληλογραφία μέ πρόσωπα τοῦ δημόσιου βίου.
Ἀφοῦ παραιτήθηκε, τό 614 μ.Χ., ἀπό τό ἀξίωμα τοῦ ἀρχιγραμ-ματέως, ἐγκατέλειψε τόν κόσμο καί ἀκολούθησε τό μοναχικό βίο. Ἀσκήτευσε σέ μονή τῆς Χρυσουπόλεως[2], πού βρισκόταν ἔναντι τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί διετέλεσε ἡγούμενος αὐτῆς. Ἐκεῖ ἀπέκτη-σε ὡς μαθητή τόν Ἀναστάσιο, ὁ ὁποῖος τόν ἀκολούθησε σέ ὅλη του τή ζωή.
Σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Μαξίμου ἡ ἐργασία τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ καί ἡ συμμόρφωση τοῦ βίου τοῦ ἀνθρώπου πρός τή θεία διασκαλία ἀποτελοῦν βάση στερεά, ἐπί τῆς ὁποίας θά οἰκο-δομηθεῖ ἡ πνευματική ἀνύψωση τοῦ νοῦ. Πρῶτο βῆμα γιά τό σκοπό αὐτό ἀποτελεῖ ἡ ἀπόδυση ἀπό τό νοῦ ὅλων τῶν παθῶν πού τόν ἐνο-χλοῦν[3], τά ὁποῖα ἔχουν τή βάση καί τήν ἀφορμή τους στό σῶμα. Καλεῖται δηλαδή ὁ ἄνθρωπος νά μήν ἀκολουθήσει τήν κίνηση τῶν αἰσθητῶν, νά μή γίνει δοῦλος τῶν φυσικῶν του ὁρμῶν καί παθῶν, ἀλλά νά ἀκολουθήσει τά ὑπέρ φύσιν. Τά ἀποτελέσματα παρουσιά-ζονται ἀνάλογα πρός τήν ἐκλογή. Ἐκεῖνος πού ἀκολουθεῖ τήν κίνη-ση τῶν αἰσθητῶν ὑφίσταται καί τή φυσική φθορά αὐτῶν καί συ-ναλλοιώνεται μέ αὐτά, ἐνῶ ὁ ἀναστάς «τῆς ἐμπαθοῦς περί τά φαι-νόμενα διαθέσεως, τήν τῶν φαινομένων ἔθυσε κίνησιν καί τήν πρα-κτικήν κατορθώσας ἔφαγεν ἀρετήν»[4]. Ἡ πράξη τῆς ἀρετῆς εἶναι ἔργο τῆς ἀνθρώπινης καί τῆς θείας δυνάμεως. Κανένα χάρισμα δέν μπορεῖ νά ἀποκτήσει ὁ ἄνθρωπος μόνο μέ τή φυσική του δύναμη. Ἡ ἐπιμονή τοῦ Ἁγίου Μαξίμου στό σημεῖο αὐτό εἶναι φανερή σέ ὅλη του τή διδασκαλία, διότι φοβᾶται μήπως ὁ ἄνθρωπος περιπέσει στό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας. Ὁ Θεός, παρατηρεῖ, ἔδωσε στόν ἄνθρωπο δύναμη, γιά νά πράττει τίς ἀρετές.
Ἔτσι, λοιπόν, ἀσκήτευε ὁ μακάριος Ὁμολογητής. Ἀλλά ἡ περσική ἀπειλή, πού εἶχε δημιουργήσει γιά τή Βυζαντινή αὐτοκρα-τορία κρίσιμη κατάσταση, ἔσπασε τήν ἡσυχία του καί τόν ἀγώνα του γιά τήν κατάκτηση τῶν ἀρετῶν ἀπό τόν τόπο τῆς ἀσκήσεώς του. Γιά πολλά χρόνια οἱ Πέρσες ἐμφανίζονταν στήν ἀκτή ἀπέναντι ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη. Φαίνεται δέ ὅτι κατά μία εἰσβολή τους στή Χρυσούπολη, τό 624 μ.Χ., ὁ Ἅγιος Μάξιμος ἀναγκάσθηκε νά ἀποσυρθεῖ μέ τούς μαθητές του νοτιότερα, στήν Κύζικο. Ἐκεῖ διέ-μεινε γιά δύο περίπου χρόνια στή μονή τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καί συναναστρεφόταν μέ τόν Ἐπίσκοπο Ἰωάννη μετά τοῦ ὁποίου ἀν-τήλλαξε ἀργότερα ἐπιστολές. Ἴσως νά εἶχε ἀρχίσει νωρίτερα τή συγγραφική του δράση, ἀλλά ἤδη ἀπό τήν ἐποχή αὐτή ἐπιδίδεται στό ἔργο τῆς συγγραφῆς ἐντατικά.
Λόγῳ συνεχίσεως τῶν Περσικῶν καταδρομῶν ὁ Ἅγιος ὑπο-χρεώνεται νά φύγει, τό 626 μ.Χ., καί ἀπό τήν Κύζικο. Ἔρχεται γιά λίγο στήν Κρήτη[5] καί στή συνέχεια μεταβαίνει στήν Ἀφρική. Θεω-ρεῖται δέ πιθανό νά πέρασε καί ἀπό τήν Κύπρο. Στήν Καρχηδόνα ἐμφανίζεται τήν Πεντηκοστή τοῦ ἔτους 632 μ.Χ., ἀλλά εἶχε φθάσει ἐκεῖ νωρίτερα. Κατά τά χρόνια αὐτά συγγράφει δύο ἀπό τά σπου-δαιότερα ἔργα του, τό Πρός Θαλάσσιον καί Περί Ἀποριῶν.
Ἐγκαταβίωσε στή μονή Εὐκρατᾶ τῆς Καρχηδόνος, ὅπου ἦταν ἐγκατεστημένος καί ἄλλος φυγάς, ἀπό τήν Παλαιστίνη, ὁ Σωφρό-νιος. Ἐκεῖ ἔμαθε τίς ἐνέργειες τοῦ νέου Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας Κύρου, οἱ ὁποῖες ἀπέληξαν τό 633 μ.Χ. στήν ἑνωτική συμφωνία πού διεμόρφωσε τήν αἵρεση τοῦ Μονοενεργητισμοῦ. Ὁ Σωφρόνιος ἐτά-χθηκε ἀμέσως κατά τῆς νέας αὐτῆς μορφῆς τῆς χριστολογικῆς αἱρέ-σεως. Στή θέση του αὐτή τόν ἀκολούθησε καί ὁ Ἅγιος Μάξιμος. Ἔτσι συμμετεῖχε στή Σύνοδο τοῦ Λατερανοῦ, ἡ ὁποία συγκλήθηκε τό ἔτος 649 μ.Χ. ἐπί Πάπα Ρώμης Παρτίνου Α´, ὅπου καταδικάσθη-κε ὁ Μονοθελητισμός καί ἀναθεματίσθηκαν ἐκεῖνοι πού ἀνοήτως ἐδογμάτιζαν ὅτι ὁ Χριστός ἔχει μόνο μιά θέληση, τή θεία, σέ ἀντίθε-ση πρός τήν ᾿Ορθόδοξη διδασκαλία, κατά τήν ὁποία ὁ Χριστός ἔχει δύο θελήσεις, τή θεία καί τήν ἀνθρώπινη, ὡς Θεάνθρωπος. Στήν ἴδια Σύνοδο ἀποδοκιμάσθηκε διάταγμα τοῦ τότε αὐτοκράτορος Κών-σταντος, διά τοῦ ὁποίου δέν ἐπιτρεπόταν ἡ συζήτηση περί Μονοθε-λητισμοῦ.
Ὁ αὐτοκράτορας Κώνστας (641-668 μ.Χ.) ὀργίσθηκε γι’ αὐτό. Ὅ Ἅγιος συνελήφθη ἀπό τόν ἔξαρχο καί βασιλικό ἐπίτροπο τῆς Ἰταλίας Θεοδόσιο καί ὁδηγήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη μαζί μέ τούς δύο φίλους του Ἀναστασίους. Ὁ αὐτοκράτορας ἐξόρισε τόν Ἅγιο Μάξιμο τό 655 μ.Χ. στή Βιζύη, μετά στό Ρήγιο καί στή συνέ-χεια στήν πόλη Πέρβερα. Μετά ἀπό ἕξι χρόνια ἀνακλήθηκε καί πάλι στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπως καί οἱ συμμοναστές του, γιά μία τρίτη προσπάθεια προσεταιρισμοῦ του. Ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε. Ἀναθεματίσθηκε, ἐκακοποιήθηκε καί διαπομπεύθηκε. Ἡ κακοποί-ηση τοῦ Ἁγίου ἔδωσε ἀφορμή γιά τή διαμόρφωση παραδόσεως περί ἀποκοπῆς τῆς γλώσσας καί τῆς δεξιᾶς χειρός αὐτοῦ. Μετά ἀπό αὐτά ἐξορίσθηκε στή Λαζική τοῦ Πόντου[6], στό φρούριο Σχίμαρις, ὅπου καί ἐκοιμήθηκε ὁσίως στίς 13 Αὐγούστου τοῦ ἔτους 662 μ.Χ.
Τό τίμιο λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στή μονή τοῦ Ἁγίου Ἀρσε-νίου, στή χώρα τῶν Λαζῶν. Ἀπό τόν τάφο του ἔβγαινε φῶς κάθε νύκτα καί ἐφώτιζε τήν περιοχή, γεγονός πού ἐπιστοποιοῦσε τήν ἁγι-ότητά του.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Ἀναστασίου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀναστάσιος ἦταν μαθητής τοῦ Ἁγίου Μα-ξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ καί ἐμαρτύρησε τόν 7ο αἰώνα μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Νεοφύτου.
῾Ο Ἅγιος Μάρτυς Νεόφυτος καταγόταν ἀπό τή Νίκαια τῆς Βιθυνίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί ἐγεννήθηκε ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς, τό Θεόδωρο καί τή Φλωρεντία. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτο-κράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.).
Ἀπό μικρή ἡλικία κατέφυγε στόν Ὄλυμπο, ὅπου ἀσκήτευε σέ ἕνα σπήλαιο. Λίγο ἀργότερα κατεβαίνει ἀπό τό ὄρος, ὕστερα ἀπό θεία ἐντολή, γιά νά χαιρετίσει τούς γονεῖς του. Μέ τήν εὐκαιρία αὐ-τή προσφέρει στούς πτωχούς τῆς γενέτειράς του ἕνα μέρος ἀπό τήν περιουσία τῶν γονέων του καί ἐπιστρέφει πάλι στό σπήλαιο τοῦ Ὀλύμπου.
Κατά τό δέκατο πέμπτο ἔτος τῆς ἡλικίας του, συνοδευόμενος καί βοηθούμενος ἀπό Ἀγγέλους, παρουσιάσθηκε ἐνώπιον τοῦ ἡγε-μόνος Δεκίου. Παρά τό νεαρό τῆς ἡλικίας του, δέν ἐδείλιασε μπρο-στά στόν ἡγεμόνα, ἀλλά ὁμολόγησε μέ παρρησία τήν πίστη του στό Χριστό. Τότε, ἐκεῖνος τόν παρέδωσε στούς δήμιους, οἱ ὁποῖοι γιά τό ἀπροσδόκητο θάρρος του τόν ἔθεσαν σέ κλίβανο. Ἡ Χάρη τοῦ Θε-οῦ τόν διέσωσε. Στή συνέχεια τόν ἔρριψαν στά θηρία. Ἀλλά καί αὐτά δέν ἐτόλμησαν νά τόν πλησιάσουν. Τέλος, τόν ἐσκότωσαν διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ζωσίμου, ἐπι-σκόπου Συρακούσης, Σικελῶν νήσου.
῾Ο Ὅσιος Ζώσιμος καταγόταν ἀπό τή Σικελία καί ἐγεννήθηκε ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί εὔπορους, οἱ ὁποῖοι τόν ἀφιέρωσαν στή μονή τῆς Ἁγίας Λουκίας. ᾿Εκεῖ στό μοναστήρι ὁ Ἅγιος Ζώσιμος ἀνετράφη σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καί τίς παρα-δόσεις τῆς ᾿Εκκλησίας μας. ᾿Επειδή ἔφθασε σέ ὑψηλό βαθμό ἠθικῆς τελειότητος, τοῦ ἀνέθεσαν τό διακόνημα τοῦ προσμοναρίου καί τοῦ φύλακος τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τῆς Ἁγίας Λουκίας.
Μετά τό θάνατο τοῦ ἡγουμένου, γιά τήν ἀρετή καί ὁσιότητα τοῦ βίου του, τόν ἐξέλεξαν ἡγούμενο τῆς μονῆς καί ἀπό αὐτή τή θέση, μέ ὁμόφωνη γνώμη τοῦ λαοῦ τῆς Συρακούσης καί τήν εὐλογία τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης Θεοδώρου, ἐχειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος, δια-πρέψας στην ἀρετή καί τά θαύματα.
Ὁ ῞Οσιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη καί μέ τήν ἐλπίδα τῶν αἰώνιων ἀγαθῶν σέ ἡλικία 50 ἐτῶν.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἄθλησις τῶν ἁγίων μαρτύρων Εὐγενίου, Οὐαλεριανοῦ, Κανδίδου καί Ἀκύλα.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Εὐγένιος, Οὐαλεριανός, Κάνδιδος καί ᾿Ακύλας μαρτύρησαν κατά τούς χρόνους τοῦ Διοκλητιανοῦ ( 284- 305 μ.Χ.) καί Μαξιμιανοῦ\(285-305 μ.Χ.), στά τέλη τοῦ 3ου αἰῶνος μ.Χ. Ὁ Εὐγένιος καταγόταν ἀπό τήν Τραπεζοῦντα, ὁ Οὐαλεριανός ἀπό τήν Ἐδίσκη, ὁ Κάνδιδος ἀπό τή Σολωχαίνη, καί ὁ Ἀκύλας ἀπό τή Γορδαίνη.
Αὐτοί λοιπόν οἱ Ἅγιοι, ὅταν ἐξέσπασε ὁ διωγμός κατά τῶν Χριστιανῶν, κρύβονταν στά ὄρη τῆς Τραπεζοῦντος. Ἕνα βράδυ, μετά ἀπό προσευχή καί ἐπικαλούμενοι τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ἐπῆγαν στό ναό τῶν Ἐθνικῶν καί κατέστρεψαν τό εἴδωλο τοῦ ψεύτικου θεοῦ Μίθρα. Ὁ ἔπαρχος τῶν Σατάλων[7] Λυσίας τούς κατεδίωξε καί κατόρθωσε νά συλλάβει τούς τρεῖς, τόν Οὐαλεριανό, τόν Κάνδιδο καί τόν Ἀκύλα. Μετά τή σύλληψη, τούς διέταξε νά ἀρνηθοῦν τόν Χριστό. ᾿Εκεῖνοι ὅμως ἔμειναν ἀκλόνητοι στήν πίστη τους καί μέ παρρησία ἐδήλωσαν τήν ἀφοσίωσή τους στόν Κύριο.
Τότε ὁ ἔπαρχος τούς ἐξόρισε σέ ἕνα στενό φρούριο τῆς χώρας τῶν Λαζῶν[8], τό ὁποῖο ὀνομαζόταν Πιττυοῦς. Ἀλλά καί μέσα στή φυλακή ἔμεναν σταθεροί στήν πίστη τους. Γι᾿ αὐτό τούς μετέφεραν στήν Τραπεζοῦντα καί κατά διαταγή τοῦ Λυσία τούς ὑπέβαλαν σέ φρικτά βασανιστήρια. Ἀρχικά τούς ἐξέσκισαν τίς σάρκες μέ βού-νευρα. Στή συνέχεια, ἀφοῦ τούς ἐκρέμασαν, τούς ἄνοιξαν μέ σιδε-ρένια νύχια βαθιές πληγές στά σώματά τους καί τίς ἔκαιγαν μέ ἀναμμένες λαμπάδες.
῞Υστερα ἀπό λίγες ἡμέρες συνελήφθη καί ὁ Ἅγιος Εὐγένιος, πού προσευχόταν στό σπήλαιο τῶν ἀκανθῶν. Καί αὐτός ὁμολόγησε μέ παρρησία τήν πίστη του στόν Ἅγιο Θεό. Τότε οἱ εἰδωλολάτρες τόν ἔδειραν ἀνηλεῶς. ῎Επειτα τόν ὁδήγησαν μαζί μέ τόν ἄρχοντα τοῦ τόπου, τό Λυσία, στό ναό τῶν εἰδώλων. ᾿Εκεῖ προσευχήθηκε στό Χριστό καί ἔκανε ὅλα τά εἴδωλα νά πέσουν κάτω, νά συντριβοῦν καί νά κονιορτοποιηθοῦν. Μετά ἀπό τό γεγονός αὐτό ὑπέβαλαν τόν Ἅγιο σέ φοβερά βασανιστήρια. Ἀρχικά τοῦ ἐτέντωσαν τό σῶμα μέ σχοινιά καί τόν ἐκτύπησαν μέ ρόπαλα. Στή συνέχεια τόν ἐκρέμα-σαν, τοῦ ἄνοιξαν μέ σιδερένια νύχια βαθιές πληγές στά πλευρά καί τόν κατέκαψαν μέ ἀναμμένες λαμπάδες. ῎Επειτα ἔρριξαν μέσα στίς πληγές του ἁλατόνερο καί δριμύτατο ξύδι. Ἀκολούθως ἔριξαν σέ πυρακτωμένο καμίνι καί τούς τέσσερις Ἁγίους μαζί. ᾿Επειδή ὅμως ὅλοι τους ἔμειναν ἀβλαβεῖς, τούς ἀποκεφάλισαν διά ξίφους.
Ὁ μέχρι σήμερα σωζόμενος ναός ἀνήκει τόν τύπο τῆς ἀνατο-λικῆς ἄνευ ὑπερώων βασιλικῆς μέτα τρούλλου. Στό ναό φυλάσσο-νταν τά λείψανα τοῦ Ἁγίου Εὐγενίου καί τῶν συναθηλητῶν του ἐναποτεθειμέναα σέ ἀργυρές λάρνακες, ἐνῶ οἱ κεφαλές τῶν μαρτύ-ρων ἦσαν στολισμένες μέ χρυσό καί λίθους καί πλῆθος ἀπό μαργα-ριτάρια. Ὁ ναός τοῦ Ἁγίου Εὐγενίου μαζί μέ αὐτόν τῆς Χρυσοκε-φάλου ἀποτελοῦσαν τό κέντρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς καί ἐθνικῆς ζωῆς τῆς Τραπεζοῦντας. Ἡ τιμή καί ἡ εὐλάβεια τῶν Τραπεζουντίων πρός τόν πολιοῦχο Ἅγιο ὑπῆρξε μεγάλη καί τά πλήθη συνέερρεαν ἀπό παντοῦ κατά τίς δύο πανηγύρεις, στίς 21 Ιανουαρίου ἡμέρα του μαρτυρίου του, καί στίς 24 Ἰουνίου, ἡμέρα τῶν γενεθλίων τοῦ Μάρ-τυρος, πού διά θαύματος καθιερώθηκε κατά τό διάστημα τῆς βασι-λείας τοῦ αὐτοκράτορος τοῦ Βυζαντίου Βασιλείου (867-886 μ.Χ.).
῎Ετσι οἱ Ἅγιοι Εὐγένιος, Οὐαλεριανός, Κανδίδος καί Ἀκύλας ἔλαβαν τά ἀμάραντα στεφάνια τοῦ μαρτυρίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος Ἁγνῆς.
῾Η Ἁγία Μάρτυς Ἁγνή καταγόταν ἀπό τή Ρώμη καί ἀπό γενεά λαμπρή καί ἔνδοξη. ᾿Επειδή ἐζοῦσε μιά ζωή ἁγνή καί καθαρή, δηλαδή ἦταν πραγματικά αὐτό πού ἐδήλωνε τό ὄνομά της, ἁγνή, πολλές γυναῖκες τήν ἐθαύμαζαν καί ἐπήγαιναν κοντά της. Τότε ἡ ῾Αγία εὕρισκε τήν εὐκαιρία καί τίς ἐδίδασκε τή χριστιανική ἀλήθεια καί τίς προέτρεπε νά πιστέψουν στόν Χριστό, ὡς τόν μόνο Ἀληθινό Θεό καί Αὐτόν μόνο νά λατρεύουν.
Οἱ δραστηριότητες αὐτές τῆς Ἁγίας Ἁγνῆς ἔφθασαν στ᾿ αὐτιά τοῦ εἰδωλολάτρου ἄρχοντος. ᾿Εκεῖνος ἐξοργίσθηκε πολύ καί διέταξε νά τή συλλάβουν ἀμέσως. Μόλις τήν ὁδήγησαν μπροστά του, τήν προέτρεψε νά θυσιάσει στά εἴδωλα, ἀλλιῶς θά τήν παραδώσει σέ πορνεῖο. ᾿Εκείνη ὅμως ἀρνήθηκε κατηγορηματικά, λέγοντάς του: «Οὔτε στούς θεούς σου θά θυσιάσω οὔτε μέ ἐνδιαφέρει τό ἄν θά μέ παραδώσεις σέ πορνεῖο· πιστεύω μέ βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεός μου θά μέ διασώσει ἀπό μιά τέτοια ἀτίμωση».
῞Οταν ἄκουσε αὐτά ὁ ἄρχοντας, ἐκάλεσε κάποιον καί τοῦ παρέδωσε τήν Ἁγία Ἁγνή μέ ἐντολή νά τή διαπομπεύσει στήν πόλη. ᾿Εκεῖνος ἐκτέλεσε τήν ἐντολή τοῦ ἄρχοντος κατά γράμμα καί στή συνέχεια ὁδήγησε τήν Ἁγία στό ἐργαστήριο τοῦ Σατανᾶ, στό πορ-νεῖο. ῾Οποιοσδήποτε ὅμως ἐπλησίαζε ἔχανε ἀμέσως τή σαρκική ἐπι-θυμία καί γινόταν τόσο ψυχρός, λές καί ἦταν νεκρός. Ἀλλά καί οἱ βλέποντες ἐκεῖνο θέαμα, ἐβόησαν ὅλοι τους μέ μιά φωνή: «Μεγάλη ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ».
Τότε ὁ ἄρχοντας τήν ἐρώτησε πῶς συνέβη αὐτό: ῾Η Ἁγία τοῦ ἀπάντησε: «῾Ο Κύριός μου καί ὁ Θεός μου ἀπέστειλε τόν Ἄγγελό Του καί μέ ἐπροστάτευσε ἀπό τήν ἀτίμωση».
Τότε ὁ ἄρχοντας διέταξε νά κάψουν στό πῦρ τήν Ἁγία. Ἀφοῦ, λοιπόν, ἡ Ἁγνή ἐσφράγισε πρῶτα τόν ἑαυτό της μέ τό σχῆμα τοῦ Σταυροῦ, μπῆκε μέ θάρρος στή μέση τῆς φωτιᾶς. Καί προσευχόμενη ἐμαρτύρησε γιά τό Χριστό (303 -305 μ.Χ.). Μόλις ἔσβησε ἡ φωτιά, κάποιοι Χριστιανοί πῆραν κρυφά τό τίμιο λείψανό της καί τό ἐντα-φίασαν μέ τιμές, δοξάζοντας τό Θεό.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων τεσσάρων Μαρτύρων.
Οἱ Ἅγιοι τέσσερεις Μάρτυρες ἐμαρτύρησαν στήν Τῦρο διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Πατρόκλου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πάτροκλος ἐμαρτύρησε ἐπί αὐτοκράτορος Αὐρηλιανοῦ (270 -275 μ.Χ.).
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη πάντων τῶν ἁγίων μαρτύρων ἀπό τοῦ πρωτομάρτυρος Στεφάνου ἄχρι σήμερον.
Ἡ μνήμη αὐτῶν ἑορτάζεται τήν ἡμέρα αὐτή κατά τό Τυπικό τῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύμων. Ἡ Σύναξη ἐτελεῖτο στό ναό τοῦ Ἁγίου Στεφάνου Ἱεροσολύμων, τόν ὁποῖο ἔκτισε ἡ βασίλισσα Εὐ-δοκία († 460), σύζυγος τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀπολλωνίου.
Ὁ Ὅσιος Ἀπολλώνιος ἔζησε περί τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. στήν Αἴ-γυπτο καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς ἁγίας Εἰρήνης ἐν τῇ ἁγιωτάτῃ Ἐκκλησίᾳ.
Κατ’ αὐτή τήν ἡμέρα ἐτελεῖτο ἡ ἀνάμνηση τῶν ἐγκαινίων τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Νεοφύτου.
Ὁ Ὅσιος Νεόφυτος ἦταν μοναχός καί προσμονάριος τῆς μεγί-στης μονῆς Βατοπαιδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ἀξιώθηκε νά ἀκού-σει τή φωνή τῆς Θεοτόκου πού προῆλθε ἀπό τήν ἁγία εἰκόνα αὐτῆς. Ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Παραμυθίας ἐν τῇ ἱερᾷ μεγίστῃ μονῇ Βατοπαιδίου Ἁγίου Ὄρους.
Τό ἔτος 807 μ.Χ., κατά τήν ἡμέρα αὐτή καί ἐνῶ ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς Βατοπαιδίου ἦταν μέσα στό ναό ἄκουσε ξαφνικά μέσα ἀπό τήν εἰκόνα τή φωνή τῆς Θεοτόκου πού τοῦ εἶπε νά μήν ἀνοί-ξουν ἐκείνη τήν ἡμέρα τίς πύλες τῆς μονῆς, ἐπειδή παραμόνευαν οἱ πειρατές. Ἔκπληκτος ὁ ἡγούμενος εἶδε ἀμέσως ὅτι τό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου ἔγινε ζωντανό, ὁμοίως καί τοῦ βασταζόμενου στήν ἀγκαλιά της Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἐσήκωσε τό δεξί του χέρι καί πῆγε μέ αὐτό νά καλύψει τό στόμα τῆς Παναγίας. Ἀλλά ἀμέσως ἡ Παντάνασσα ἐκράτησε τό χέρι τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ της καί πρός τοῦτο ἔκλινε δεξιότερα τό πρόσωπό της καί σχεδόν εἶπε τούς ἴδιους λόγους.
Ὁ ἡγούμενος ἀμέσες ἐκάλεσε τούς μοναχούς, οἱ ὁποῖοι ἐθαύ-μασαν γιά τό γεγονός καί διεπίστωσαν ὅτι ἡ εἰκόνα εἶχε λάβει ἄλλη μορφή καί σχηματισμό διαφορετικό.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Γαβριήλ καί Σιω-νίου καί τῶν σύν αὐτοῖς.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Γαβριήλ καί Σιώνιος ἐμαρτύρησαν μαζί μέ ἄλλους κατά τήν περίοδο τοῦ ἡγεμόνος τῶν Βουλγάρων Μουρ-τάγονος κατά τόν 9ο αἰώνα μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μαξίμου τοῦ Γραικοῦ.
Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Γραικός ἐγεννήθηκε στήν Ἄρτα περί τό ἔτος 1470. Τό κατά κόσμον ὄνομά του ἦταν Μιχαήλ Τριβώλης καί ἀνῆκε στή μεγάλη οἰκογένεια τῶν Τριβωλῶν, πού οἱ ρίζες της ἔφθαναν μέχρι τούς Παλαιολόγους. Ἡ οἰκογένειά του, ἡ ὁποία ζοῦσε ἀρχικά στή Λακεδαίμονα, πῆγε στήν Κέρκυρα καί ἀπό ἐκεῖ στήν Ἄρτα, ὅπου ἐγκαταστάθηκε. Ὁ Ὅσιος ἔμαθε τά πρῶτα του γράμματα στήν Ἄρτα καί στήν Κέρκυρα, μέ τή φροντίδα τοῦ πατέ-ρα του Μανουήλ, καί συνέχισε τίς σπουδές του σέ γνωστά εὐρω-παϊκά πανεπιστήμια, ὅπως τῆς Πάδοβας, τῆς Φλωρεντίας, τῶν Πα-ρισίων καί ἀλλοῦ.
Στίς ἀρχές τοῦ 16 αἰῶνος μ.Χ. ἔρχεται στή μονή Βατοπαιδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, κείρεται μοναχός, μέ τό ὄνομα Μάξιμος, καί ἐπιδίδεται στή μελέτη καί στήν ἄσκηση. Στή μονή ἐγκαταβιοῦσε καί ὁ λόγιος πρώην Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νήφων Β΄(1486-1489, 1497-1498, 1502). Οἱ συζητήσεις του μέ τόν Ἅγιο Νήφωνα († 11 Αὐγούστου) τόν ἐβοήθησαν νά κατανοήσει βαθύτερα τό ὀξύ ἀντιλατινικό πνεῦμα τοῦ ὀρθόδοξου μοναχισμοῦ.
Ἡ προσωπικότητα τοῦ Ἁγίου Μαξίμου ὁλοκληρώθηκε πράγ-ματι στή Ρωσία, ἡ ὁποία μετά τήν ἀποτίναξη τοῦ μογγολικοῦ ζυγοῦ ἀναζητοῦσε τόν ἀνακαθορισμό τῆς πολιτικῆς καί ἐκκλησιαστικῆς της ταυτότητος. Ἡ ἀνακάθραση τῶν πηγῶν τοῦ πνευματικοπυ βίου τοῦ Ρωσικοῦ λαοῦ ἐθεωρεῖτο προφανῶς ἐπιτακτική ἀνάγκη, διότι εἶχαν διαπιστωθεῖ νοθεύσεις, παραφθορές καί σφάλματα καί σέ αὐτά ἀκόμη τά λειτουργικά βιβλία.
Ἔτσι, τό ἔτος 1518, φθάνει στό Ἅγιον Ὄρος ἐπίσημη ἀντι-προσωπεία τοῦ τσάρου τῆς Μοσχοβίας Βασιλείου Ἰβάνοβιτς καί συ-νοδεύει τόν Ἅγιο Μάξιμο στή Μόσχα. Εἶχε προηγηθεῖ πρόταση τοῦ τσάρου στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί στόν Πατριάρχη Θεό-ληπτο Α΄(1513-1522), τό ὁποῖο τελικά ἔκαμψε τήν ἀρχική ἄρνηση τοῦ Ἁγίου στήν πρόσκληση τοῦ τσάρου. Σκοπός τῆς προσκλήσεως ἦταν ἡ ἀποκατάσταση τῶν ἐκκλησιαστικῶν βιβλίων ἀπό ἀνορθό-δοξες ἐπεμβάσεις καί αἱρετικές δοξασίες. Ὁ Ἅγιος Μάξιμος δέν εἶχε μόνο τεράστια μόρφωση, ἀλλά ἦταν καί γλωσσομαθέστατος.
Ὁ Ἄγιος ἔφερε μέ ἐπιτυχία σέ πέρας τό ἔργο του. Ὁ τσάρος ὅμως ἀθέτησε τήν ὑπόσχεσή του ὅτι θά τοῦ ἐπέτρεπε νά ἐπιστρέψει στή μονή τῆς μετανοίας του, τό Βατοπαίδι, καί ἔτσι ὁ Ἅγιος κατα-κρατεῖται στή Μόσχα ὡς φιλοξενούμενος. Ἐκεῖ δημιουργεῖ σχολή. Ἡ παραμονή του στή Μόσχα τοῦ δίδει τή δυνατότητα νά γνωρίσει βαθύτερα τή ζωή στή Μοσχοβία, τήν ἀπερίγραπτη ἀθλιότητά της, τήν ἄκρατη θρησκοληψία καί τυπολατρεία. Τά μοναστήρια εἶχαν γίνει κέντρα πλουτισμοῦ. Ὁ Ἅγιος, μαζί μέ ἄλλους Ρώσους ἀδελ-φούς, βρίσκεται στό κέντρο τῆς θύελλας πού ξεσπάει. Ἐπιζητεῖ μέ τούς τολμηρούς ἀγῶνες του τήν ἀναγέννηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς καί κοινωνικῆς ζωῆς. Ἡ χριστοκεντρική θεώρηση τοῦ ὀρθόδοξου ἐκκλησιαστικοῦ σώματος ἀπέκλειε κάθε ἀνθρωποκεντρική, κοσμο-κεντρική ἤ ἱεροκρατική αὐτονόμηση καί προέβαλλε τήν ἐν Χριστῷ ὀργανική καί λειτουργική ἑνότητα τοῦ ὅλου σώματος, ἤτοι κλήρου καί λαοῦ σέ μία θεοκεντρική βίωση τῆς ἱστορίας[9]. Παράλληλα ὁ Ἅγιος Μάξιμος ἀντιμετωπίζει ἀποτελεσματικά τήν παπική προπα-γάνδα, πού ἀπειλεῖ τήν Ὀρθόδοξη Ρωσία.
Οἱ ἀγῶνες τοῦ Ἁγίου Μαξίμου προκαλοῦν τούς ἀντιπάλους, τό ἱερατικό κατεστημένο, ἀλλά καί τήν τσαρική αὐλή. Ἡ ἔριδα μετακύ τῶν «Ἰωσηφιτῶν» μοναχῶν, πού ὑπεστήριζαν τό κανονικό δικαίωμα κτήσεως περιουσίας τῶν μοναστηριῶν, καί τῶν «Ζαβολ-γείων» μοναχῶν, πού ἐναντιόνωνταν στήν ἀπόκτηση περιουσίας τῶν μοναστηριῶν, ἀνέδειξε τίς βαθύτερες ρίζες τῶν ἐσωτερικῶν ἀντιφάσεων τοῦ πνευματικοῦ βίου τῆς Ρωσίας. Τό ζήτημα ἀφοροῦ-σε οὐσιαστικά στή διαφορετική κατανόηση τοῦ σκοποῦ κτήσεως μεγάλης περιουσίας ἀπό τά μοναστήρια. Ὁ Ἅγιος βρισκόταν πλη-σιέστερα πρός τίς θέσεις τῶν «Ζαβολγείων» μοναχῶν καί ὑπῆρξε διακριτικός ὑποστηρικτής τους. Διαβάλλεται ὡς αἱρετικός καί ἀντί-παλος τῆς δυναστείας. Οἱ συνωμοτικοί μηχανισμοί ὁλοκληρώνουν τό καταχθόνιο ἔργο τους καί ὁ Μάξιμος συλλαμβάνεται. Καταδικά-ζεται σέ 25 χρόνια φυλάκιση. Τό φρικτό του μαρτύριο ἀρχίζει. Τόν ρίχνουν σέ σκοτεινό κελλί. Τοῦ στεροῦν ἀκόμη καί τή Θεία Μετά-ληψη. Ἀκόμη καί τά μέσα νά γράφει. Γράφει μέ κάρβουνο στούς τοίχους τῆς φυλακῆς, γιά νά δώσει διέξοδο στούς λογισμούς του. Ἐκεῖ ἔγραψε τόν περίφημο «Κανόνα εἰς τό Ἅγιον Πνεῦμα». Οἱ ἐχθροί του δίδουν ἰδιαίτερη ἔμφαση στίς θέσεις τοῦ Ἁγίου Μαξίμου γιά τίς κανονικές ἐκκλησιαστικές σχέσεις τῆς Ρωσίας πρός τό Οἰκου-μενικό Πατριαρχεῖο. Ὁ ἁγιορείτης μοναχός ὑπερασπιζόταν ὄχι ἁπλές διεκδικήσεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐπί τῆς Ἐκκλη-σίας τῆς Ρωσίας, ἀλλά κύρια καί πρώτιστα τόν ὑπ’ αὐτῆς ὀφειλό-μενο σεβασμό στήν καθιερωμένη ὀρθόδοξη κανονική τάξη. Ὑπό τό πνεῦμα αὐτό πρέπει νά κατανοηθεῖ καί ἡ ἀντίρρηση τοῦ Ἁγίου Μαξίμου στή θεωρία τῆς «Τρίτης Ρώμης», ἡ ὁποία ἐθεμελιωνόταν στήν αὐθαίρετο παραδοχή τῆς δῆθεν ἐκτροπῆς τοῦ Οἰκουμενικοῦ θρόνου ἀπό τήν ὀρθόδοξη παράδοση.
Ἡ φωνή του, ἀπό τή μονή Ὄτροτυ τῆς Ἐπισκοπῆς Τβέρ τῆς Ρωσίας, ὅπου ἦταν φυλακισμένος, φθάνει ὡς τίς ἐσχατιές τῆς ἀχα-νοῦς χώρας. Γίνεται ὁ διδάσκαλος, ὁ ἀναμορφωτής. Ὅλα τά Πα-τριαρχεῖα ἐπεμβαίνουν γιά τήν ἀπελευθέρωσή του. Ὁλόκληρη ἡ Ἀνατολή συγκλονίζεται ἀπό τό μαρτύριό του.
Τό ἔτος 1551 ὁ Ἰβάν Δ΄ ὁ Τρομερός ἀπελευθερώνει τόν Ἅγιο, καί τόν μεταφέρει, μέ πρωτοβουλία τοῦ ἡγουμένου Ἀρτεμίου, στή Λαύρα τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Σεργίου. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος ἐπέρασε τά τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του καί ἐκοιμήθηκε ὁσίως τό 1556.
Τό ἔργο τοῦ Ἁγίου Μαξίμου, παρά τό διωγμό καί τήν ἄδικη καταδίκη αὐτοῦ, ἐπέζησε καί ἀπετέλεσε τή βάση τῶν ἀποφάσεων τῆς συγκληθείσης τό ἔτος 1551 Συνόδου τῶν Ἑκατόν Κεφαλαίων, δικαιωθέντος ἔτσι τοῦ ἔργου αὐτοῦ, τό ὁποῖο συνετέλεσε στή λει-τουργική ἀναγέννηση, ἰδιαίτερα διά τῆς διορθώσεως τῶν λειτουρ-γικῶν βιβλίων, τήν ἀνάπτυξη τοῦ θεολογικοῦ λόγου, τήν προώθηση θεμάτων τοῦ ἱεροῦ κλήρου καί τοῦ μοναχισμοῦ καί τήν προστασία τῆς Ἐκκλησίας ἀπό αὐθαίρετες ἐπεμβάσεις τῆς ἑκάστοτε ἐξουσίας. Ὁ ἡγέτης τῶν Ζαβολγείων μοναχῶν καί φίλος τοῦ Ἁγίου Μαξίμου ὁμολογοῦσε ὅτι «μόνο τώρα, διά τοῦ Μαξίμου, ἐγνωρίσαμε τό Θε-ό», ἐνῶ τά ἔργα του ἀντιγράφονταν καί διαδίδονταν ταχύτατα χα-ρακτηριζόμενα ὡς «θεῖα καί ἅγια».
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Τίμωνος, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
Ὁ Ὅσιος Τίμων, ὁ ἔνοικος τῆς ἐρήμου, ἀσκήτεψε στό Ναδέγεβ τῆς Ρωσίας καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1840.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!