Ἡ Μεγάλη Δεσποτικὴ ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς, τῆς ἐλεύσεως τοῦ Παναγίου Πνεύματος καὶ «Γενέθλιος ἡμέρα» τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ἑορτάσθηκε κατὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξη καὶ στὴν Ἱερὰ Μητρόπολη Καστορίας.
Τὸ ἀπόγευμα τοῦ Σαββάτου, στὸν Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Καστοριᾶς, τελέστηκε ὁ Ἀρχιερατικὸς Ἑσπερινὸς μετ’ ἀρτοκλασίας, ἐνῷ τὸ πρωὶ τῆς Κυριακῆς 8 Ἰουνίου 2025, ὁ ἑορταστικὸς Ὄρθρος καὶ ἡ Ἀρχιερατικὴ Θεία Λειτουργία ἀπὸ τὸν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Καστορίας κ. Καλλίνικο.
Τὸν Σεβασμιώτατο πλαισίωσαν οἱ ἐφημέριοι Ἀρχιμ. Στέφανος Σχοινᾶς καὶ Πρωτοπρ. π. Φώτιος Λεβέντης καὶ ὁ ἱεροδιάκονος π. Νικόδημος.
Κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ κοινωνικοῦ ἀναγνώσθηκε ἡ ἐγκύκλιος τοῦ Σεβασμιωτάτου μὲ τίτλο: «Πεντηκοστή: Ἡ Ἑορτὴ τῆς Ἐκκλησίας».
Ἀρχικά, ὁ Σεβασμιώτατος στὴν ἐγκύκλιό του, ὑπενθύμισε ὅτι ἡ Πεντηκοστὴ ἀποτελεῖ τὴν ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατῆλθε στοὺς Ἀποστόλους, καθιστῶντας τους μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ – δηλαδὴ τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτὸ καὶ χαρακτηρίζεται ὡς ἡ ἑορτὴ τῆς Ἐκκλησίας.
Στὴ συνέχεια, ἐξήγησε τὴν ἐτυμολογία τῆς λέξεως «Ἐκκλησία», ἡ ὁποία προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα «ἐκκαλέω», καὶ ὑποδηλώνει τὴν κλήση σὲ ἑνότητα. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι ἁπλῶς σύναξη προσώπων, ἀλλὰ τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ και κοινωνία θεώσεως.
Ἀκολούθως, ἀναφέρθηκε στὰ ἱστορικὰ στάδια φανερώσεως τῆς Ἐκκλησίας: Μὲ τὴ δημιουργία τῶν ἀγγέλων καὶ τῶν ἀνθρώπων, μὲ τὴ ζωὴ τοῦ Ἀδὰμ καὶ τῆς Εὖας καὶ τὴν περίοδο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ τελικὰ μὲ τὴν Ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν Πεντηκοστή.
Τόνισε πὼς ὁ Χριστὸς προσέλαβε καθαρὴ καὶ ἀμόλυντη ἀνθρώπινη φύση καὶ τὴν ἕνωσε μὲ τὴ θεότητά Του, θεμελιώνοντας ἔτσι τὴν Ἐκκλησία ὡς θεανθρώπινο ὀργανισμό, μὲ κεφαλή της τὸν ἴδιο τόν Χριστό.
Ὑπογράμμισε ἐπίσης ὅτι ἡ Ἐκκλησία ὡς θεσμὸς φανερώνεται στὴν ἱστορία καὶ τὸν κόσμο μὲ τοὺς Ἁγίους Της, μὲ τὴ Θεολογία Της, τὰ Μυστήρια Της καὶ τὴν Ἱερωσύνη.
Ἐπιπλέον ὁ Σεβασμιώτατος τόνισε ἰδιαιτέρως τρεὶς εὐεργετικὲς προσφορὲς τῆς Ἐκκλησίας στὸν σύγχρονο κόσμο: τὴν ἐμπειρικὴ γνώση τοῦ προσωπικοῦ Θεοῦ, τὴν γνώση τῆς ἀλήθειας, τὴν διδασκαλία ἀλλὰ καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ ἀληθινοῦ ἀνθρώπου.
Αὐτὲς οἱ διδασκαλίες τῆς Ἐκκλησίας, ἀποτελοῦν φάρμακα στὶς ἀσθένειες τοῦ σύγχρονου δυτικοῦ κόσμου, ὅπου δὲν ὑπάρχουν πλέον ἀναζητητὲς τῆς ἀλήθειας ἀλλὰ συμβασιοῦχοι τῆς σχετικότητας.
Ὁ Σεβασμιώτατος ἔκλεισε τὴν ἐγκύκλιό του μὲ τὴν θαυμαστὴ φράση: «Δόξα τῷ Θέῷ, ὑπάρχει ἡ Ἐκκλησία!»
Μετὰ τὴν ἀπόλυση τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τελέστηκε κατὰ τὴν τάξη τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ Πανηγυρικὸς Ἑσπερινὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ ἀναγνώστηκαν ἀπὸ τὸν Σεβασμιώτατο οἱ θεολογικὲς εὐχὲς τῆς γονυκλισίας.
Κατὰ τὴν ἀπόλυση τοῦ Ἑσπερινοῦ ὁ Σεβασμιώτατος εὐχήθηκε νὰ μᾶς φωτίζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα γιὰ νὰ εἴμαστε φωτοφόρα τέκνα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς οἱ πιστοί συμμετεῖχαν μὲ μεγάλη εὐλάβεια στὴ Θεία Λειτουργία, στὸν Ἑσπερινὸ μὲ τὴν ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν, ἐνῷ ἀνὰ χεῖρας καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τῆς ἀκολουθίας κρατοῦσαν φῦλα καρυδιᾶς, ἄνθη καὶ ἀναμμένα κεριά, τηρῶντας μιὰ παράδοση τῆς Καστοριᾶς.