Τοῦ Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ι.Μ. Φωκίδος, Γέροντος Νεκταρίου Μουλατσιώτη
Διάλογος πού ἔγινε στό ἀρχονταρίκι μεταξύ τοῦ πατρός Νεκταρίου καί ἐπισκεπτῶν τῆς Μονῆς.
Γιά νά γίνω πιό κατανοητός, θά σᾶς πῶ ἕνα παράδειγμα:Ὁἱερέας εἶναι ἁπλῶς ἕνας σωλήνας, ὅπως αὐτός πού ἑνώνει τή λίμνη τοῦ Μαραθῶνα μέ τή βρύση τοῦ σπιτιοῦ μας. Ἡ λίμνη τοῦ Μαραθῶνα εἶναι ὁ Ἴδιος ὁ Θεός, ἡ βρύση τοῦ σπιτιοῦ μας εἴμαστε ἐμεῖς καί ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι τό νερό πού διέρχεται μέσω αὐτοῦ τοῦ σωλἠνα.
Πολλές φορές οἱ σωλῆνες εἶναι σιδερένιοι, μπρούτζινοι, πλαστικοί, σκουριασμένοι, κι ὅμως, ὅ,τι κι ἄν εἶναι ὁ σωλήνας, τό νερό κυλάει γάργαρο μέσα σ’ αὐτόν καί φτάνει μέχρι τή βρύση τοῦ σπιτιοῦ μας. Τό νερό δέν ἐπηρεάζεται καθόλου ἀπό τήν ποιότητα τοῦ σωλήνα. Ἔτσι καί ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ δέν ἐπηρεάζεται καθόλου ἀπό τό τί εἶναι ὁ κάθε κληρικός.
Ἕνα ἄλλο παράδειγμα πού θά μποροῦσα νά σᾶς πῶ εἶναι ὅτι ὁ ἱερέας μοιάζει μέ ἕνα ντενεκέ γεμάτο κοπριά, δηλαδή μέ ἀκαθαρσίες ζώων, κι ὅμως μέσα σ’ αὐτή τήν κοπριά καί σ’ αὐτή τή γλάστρα ὑπάρχει ἕνα ὡραῖο λουλούδι, ἡ γαρδένια.
Ἐσεῖς παίρνετε ἀπό τή γλάστρα μόνο τή γαρδένια, ἡ ὁποία μάλιστα εὐωδιάζει. Ἡ γαρδένια εἶναι ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν σας, τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, τά ὁποῖα δέν ἐπηρεάζονται καθόλου ἀπό τήν ποιότητα τοῦ σκουριασμένου ντενεκέ, πού εἶναι ὁ ἱερέας.
Ἑπομένως, ἡ ἁμαρτωλότητα τοῦ ἱερέως δέν ἐπηρεάζει καθόλου τή Χάρη τοῦ Θεοῦ ἤ τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, κι ἄς δοξάσουμε τό Θεό, πού ἔδωσε τή Χάρη Του καί τή δύναμή Του σέ ἀνθρώπους ἁμαρτωλούς, γιατί, ἄν τήν ἔδινε στούς ἀγγέλους, τότε θά εἴχαμε νά ἀντιμετωπίσουμε καθημερινά πολλά προβλήματα.
Προσκυνητής: Ἔτσι γινόταν ἡ ἐξομολόγηση ἀπό τά πρῶτα χρόνια τοῦ χριστιανισμοῦ;
π. Νεκτ.: Ὄχι! Ἡ ἐξομολόγηση τῶν ἁμαρτιῶν μας γινόταν ἐκεῖνα τά χρόνια δημόσια, ἐνώπιον ὅλης τῆς Ἐκκλησίας. Στό τέλος ὁ ἱερέας μαζί μέ τό λαό συγχωροῦσε τόν κάθε ἐξομολογούμενο. Ὅμως αὐτός ὁ τρόπος ἐξομολογήσεως δημιούργησε ἀργότερα, ὅταν οἱ ἄνθρωποι ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τό Θεό, πολλά προβλήματα.
Γιά νά γίνουμε πιό κατανοητοί, ἄς ἀναφέρουμε ἕνα παράδειγμα ἀπό τά πρῶτα χρόνια τοῦ χριστιανισμοῦ: Ἄν ὁ ἄνδρας εἶχε ἀπατήσει τή γυναίκα του, κατά τήν ἐξομολόγησή του ἔλεγε δημόσια καί ἐνώπιον πάντων τό ἁμάρτημά του, ἡ δέ σύζυγος ὡς σωστή, καλή, πιστή καί ταπεινή χριστιανή ἔδινε πραγματική συγχώρηση. Τό ἴδιο ὅμως ἔκανε καί ὁ σύζυγος, ἄν τυχόν εἶχε παρεκτραπεῖ ἡ σύζυγός του.
Ἀργότερα ὅμως, πού οἱ ἄνθρωποι ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τό Θεό κι ὁ ἐγωισμός τοῦ ἀνθρώπου μεγάλωσε, ἄρχισαν νά δημιουργοῦνται διάφορα προβλήματα, οἰκογενειακά καί ἄλλου εἴδους μέσα στίς οἰκογένειες καί γενικότερα μέσα στή χριστιανική κοινωνία. Ἔτσι ἡἘκκλησία ὅρισε τό μυστήριο τῆς ἐξομολογήσεως νά γίνεται μόνο μεταξύ τοῦ ἐξομολογουμένου καί τοῦ ἱερέως. Τή δημόσια ἐξομολόγηση ἐπανέφερε στίς μέρες μας, μετά ἀπό δυό χιλιάδες χρόνια περίπου, ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης στή Ρωσία, ὅπου χιλιάδες χριστιανοί ἔρχονταν νά ἐξομολογηθοῦν σ᾿ αὐτόν καί δέν προλάβαινε μέ ἄλλον τρόπο νά τούς ἐξομολογήσει.
Τό ἴδιο συνέβει καί σ᾿ ἐμένα, ἀδελφοί μου. Ὅταν πρό ἐτῶν ἐπισκέφθηκα τό Σικάγο τῆς Ἀμερικῆς καί τόν Καναδᾶ, ἑκατοντάδες ἄνθρωποι προσήρχοντο καθημερινά στούς ἱερούς ναούς ὅπου μιλοῦσα, ζητώντας νά ἐξομολογηθοῦν. Νέοι, μεσήλικες καί ἡλικιωμένοι, ἄνδρες καί γυναῖκες, συνωστίζονταν ἐντός καί ἐκτός τοῦ ναοῦ, ἀναμένοντας τή δική τους σειρά γιά νά ἐξομολογηθοῦν.
Ὑπολόγισα τό χρόνο πού θά χρειαζόταν γιά νά ἐξομολογηθοῦν ὅλοι αὐτοί οἱ ἄνθρωποι πού συγκεντρώνονταν κατά ἑκατοντάδες καθημερινά, καί διαπίστωσα ὅτι θά ἔπρεπε νά μείνω πολλούς μῆνες στήν Ἀμερική καί στόν Καναδᾶ, γιά νά μέ δοῦν προσωπικά καί νά ἐξομολογηθοῦν ὅλοι αὐτοί.
Τότε θυμήθηκα τόν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κρονστάνδης καί τό τί ἔκανε βλέποντας τά πλήθη τοῦ λαοῦ πού συνωστίζονταν γιά ἐξομολόγηση. Μήν ἔχοντας καί ἡ ταπεινότητά μου ἄλλον τρόπο, ξεκίνησα τή δημόσια ἐξομολόγηση στούς ἱερούς ναούς τοῦ Σικάγου καί τοῦ Καναδᾶ. Ζήτησα ἀπό τούς ἀνθρώπους πού ἐπιθυμοῦσαν νά ἐξομολογηθοῦν νά γονατίσουν καί νά κλείσουν τά μάτια τους, ὥστε νά μή βλέπουν τούς διπλανούς τους, καί νά ἔχουν στραμμένο πρός ἐμένα τό πρόσωπό τους.
Μετά τούς εἶπα ὅτι θά ἀπαριθμῶ διάφορα ἁμαρτήματα, ἀπευθυνόμενος πρός ὅλους, ὅποιος δέ εἶχε διαπράξει κάποιο ἁμάρτημα ἀπό ἐκεῖνα πού θά ἀνέφερα, θά σήκωνε ἐκείνη τή στιγμή ψηλά τό χέρι του, ὥστε νά τόν βλέπω.
Τό ὅλο γεγονός ἦταν ἕνα συγκλονιστικό θαῦμα! Ἕνα θαῦμα πού βίωνα ἐκείνη τή στιγμή, τόσο ἡ ταπεινότης μου, ὅσο καί ὅλοι οἱ ἐξομολογούμενοι. Δάκρυα ἔτρεχαν ἀπό τά μάτια πολλῶν ἀνθρώπων πού γιά πρώτη φορά ἐξομολογοῦνταν, καί μάλιστα δημόσια! Ἀφοῦ τελείωσα τήν ἀπαρίθμηση τῶν ἁμαρτημάτων, τούς εἶπα ὅτι θά ἔπρεπε νά ἀκουμπήσει ὁ ἕνας μέ τό χέρι του τήν πλάτη τοῦ ἄλλου, κι ἐγώ θά τοποθετοῦσα τό πετραχῆλι μου στόν πρῶτο ἄνθρωπο πού βρισκόταν μπροστά μου γονατιστός, γιά νά τούς διαβάσω τή συγχωρητική εὐχή. Ἄν κάποιος εἶχε διαπράξει ἕνα ἁμάρτημα, τό ὁποῖο τυχόν δέν εἶχα ἀναφέρει, εἶπα νά μέ πλησιάσει ὕστερα ἰδιαιτέρως καί νά μοῦ τό πεῖ. Ἔτσι ἐξομολογήθηκε πλῆθος ἀνθρώπων σ᾿ αὐτή τήν ἀξέχαστη σύντομη ἐπίσκεψή μου σέ Ἀμερική καί Καναδᾶ τή δεκαετία τοῦ 1980-1990.
Προσκυνητής: Δυσκολευόμαστε, πάτερ, νά ἐξομολογηθοῦμε στούς ἱερεῖς μας, γιατί ἡ κοινωνία μας εἶναι μικρή καί φοβόμαστε μή μαθευτοῦν ὅσα θά ποῦμε.
π. Νεκτ.: Ἐπιτρέψτε μου νά σᾶς πῶ ὅτι ἡ παρατήρησή σας αὐτή ὑποκρύπτει ἕναν ἐγωισμό. Φοβόσαστε νά μή μαθευτοῦν τά ὅσα κάνατε καί ἐξευτελιστεῖτε. Στήν οὐσία δέν ἀντέχουμε τήν ταπείνωση, ἄν τυχόν μάθει ἡ κοινωνία τό ποιοί πραγματικά εἴμαστε. Μᾶς ἀρέσουν, βλέπετε, οἱ μάσκες. Ἀποκριές δέν ἔχουμε μόνον τήν περίοδο τοῦ καρναβαλιοῦ, ἀλλά ἔχουμε, δυστυχῶς, καθημερινά! Ἄλλοι θέλουμε νά δείχνουμε ὅτι εἴμαστε, ἐνῶ στήν πραγματικότητα ἄλλοι εἴμαστε. Αὐτό ὀνομάζεται ὑποκρισία. Εἶναι κι αὐτό ἕνα ἁμάρτημα, πού ὑποκρύπτεται στόν ἐγωϊσμό μας.
Ἄς ἀπαντήσω ὅμως στό κύριο ἐρώτημά σας: Ἱερέας πού θά ἀποκαλύψει ἁμαρτήματα πού τοῦ ἐξομολογήθηκαν οἱ χριστιανοί, τιμωρεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησία μέ καθαίρεση, δηλαδή χάνει τήν ἱερωσύνη του. Ἀπαγορεύεται ὁ ἐξομολόγος νά ἀναφερθεῖ, ἔστω καί ἀνωνύμως, ἀκόμα καί κατά τή διάρκεια τοῦ κηρύγματός του, μέ σκοπό νά βοηθηθοῦν καί ἄλλοι χριστιανοί, σέ ἁμαρτήματα ἀνθρώπων στήν ἐνορία πού ἐξομολογεῖ. Κι αὐτό, γιατί ὑπάρχει ὁ κίνδυνος κάποιοι νά ὑποπτευτοῦν ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού διέπραξε τό ἀναφερόμενο ἁμάρτημα. Μόνο σέ ἄλλη μακρυνή ἐνορία θά μποροῦσε ἕνας πνευματικός, πάντα ἀνωνύμως, νά ἀναφέρει κάποιο παράδειγμα μέσα ἀπό μιά ἐξομολόγηση, γιά νά βοηθήσει κατ᾿ αὐτόν τόν τρόπον ὅποιους χριστιανούς ἔχουν διαπράξει τό ἴδιο ἁμάρτημα καί θά πρέπει νά τό ἐξομολογηθοῦν κι αὐτοί. Σέ καμία, λοιπόν, περίπτωση δέ δικαιολογεῖται ἡ ἀποκάλυψη τῆς ἐξομολογήσεώς μας. Οὔτε καί ἐνώπιον τῶν δικαστικῶν ἀρχῶν! Ὑπάρχει τό ἀπόρρητο τῆς ἐξομολογήσεως! Ἀλλά, ἄν φοβόμαστε ὅτι ὁ ἐξομολόγος δέν εἶναι ἄνθρωπος ἐμπιστοσύνης, εἶναι λογικό νά μή θέλουμε νά τόν κάνουμε πνευματικό μας πατέρα.
Σ’ αὐτή τήν περίπτωση ἀναζητοῦμε σέ μιά ἄλλη ἐνορία ἤ σέ κάποιο μοναστήρι ἕναν καλό πνευματικό. Ὅπως ὅταν πάθουμε, γιά παράδειγμα, ἔμφραγμα, θά ἀναζητήσουμε γιατρό τῆς ἐμπιστοσύνης μας, ἔστω κι ἄν χρειαστεῖ νά πᾶμε χιλιόμετρα μακρυά, τό ἴδιο κάνουμε καί γιά τήν ψυχή μας, πού εἶναι ἀθάνατη καί αἰώνια. Ἀναζητοῦμε τόν καλό πνευματικό πατέρα, τόν καλό γιατρό τῆς ψυχῆς μας, ἔστω κι ἄν χρειαστεῖ νά πᾶμε χιλιόμετρα μακρυά ἀπό τόν τόπο τῆς κατοικίας μας.