† Μνήμη τοῦ ἁγίου Λέοντος, Ἐπισκόπου Ρώμης.
Ὁ Ἅγιος Λέων ἐγεννήθηκε στή Ρώμη περί τά τέλη τοῦ 4ου αἰῶ-νος μ.Χ. καί ἔζησε στά χρόνια τῶν βασιλέων Μαρκιανοῦ καί Πουλχερίας (450- 457 μ.Χ.). Διετέλεσε διάκονος τῶν Ἐπισκόπων Ρώμης Καλλίστου καί Σίξτου (432-440 μ.Χ.) καί ἐξαιτίας τῆς πολλῆς ἀρετῆς, τῆς συνέσεως καί τῆς καθαρότητος τοῦ βίου του ἐχειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς Ρώμης στίς 29 Σεπτεμβρίου τοῦ ἔτους 440 μ.Χ.
Κατά τήν Δ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, πού συνῆλθε στή Χαλκηδόνα, τό ἔτος 451 μ.Χ., προσέφερε μεγάλη ὑπηρεσία στήν ὀρθόδοξη ἀλήθεια διά τῆς ἐνεργοῦ καί φωτισμένης σέ αὐτήν συμμετοχῆς του. Ἀπέστειλε σέ αὐτήν τέσσερεις ἀντιπροσώπους του, ἡ δέ ἐπιστολή τήν ὁποία ἀπηύθηυνε πρός τή Σύνοδο καθώριζε μέ ὅλη τήν ἀκρίβεια καί τό φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τή διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ προσώπου τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τίς δύο φύσεις τοῦ Κυρίου, τή θεία καί τήν ἀνθρώπινη.
Ὁ Ἅγιος Λέων ἐκοιμήθηκε σέ βαθύ γῆρας στίς 10 Νοεμβρίου 460 μ.Χ. μέ εἰρήνη καί ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στή Μεγάλη ᾿Εκκλησία.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Λέοντος καί Παρηγορίου, ἀθλησάντων ἐν Πατάροις τῆς Λυκίας.
Οἱ Συναξαριστές σημειώνουν ὅτι οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Λέων καί Παρηγόριος συνελήφθησαν στά Πάταρα τῆς Λυκίας. Πρῶτος συνελήφθη ὁ Ἅγιος Παρηγόριος, ὁ ὁποῖος ἐμαρτύρησε διά πολλῶν καί ποικίλων βασάνων. Ὁ Ἅγιος Λέων προσερχόταν στόν τόπο, ὅπου ἔρριψαν τό λείψανο τοῦ Ἁγίου Παρηγορίου καί ἔκλαιε γιά τό θάνατο τοῦ ἀγαπημένου του φίλου καί Μάρτυρος ἐπιθυμώντας νά ἀκολουθήσει καί αὐτός τήν ὁδό τοῦ μαρτυρίου. Καί ἡ εὐκαιρία βρέθηκε.
Σέ κάποια ἑορτή τῶν Ἐθνικῶν ὁ Λέων ἐπλησίασε στόν εἰδωλολατρικό ναό καί συνέτριψε τά κηροπήγια καί τούς λύχνους τῶν εἰδώλων, ἐνῶ ἔψαλλε ὕμνους πρός τόν Κύριο. Ἀμέσως συνελήφθη καί ὁδηγήθηκε στόν ἡγεμόνα τοῦ τόπου, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε τήν πίστη του στόν Χριστό. Ἀμέσως τά βασανιστήρια ἄρχισαν. Τόν ἐκτύ-πησαν μέ βούνευρα καί τόν ἔσυραν σέ γκρεμό, ὅπου τόν ἔρριψαν. Ἔτσι ἔλαβε τό στέφανο τοῦ μαρτυρίου ὁ ἀθλητής τοῦ Χριστοῦ Λέων.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Ἀγρίππα, Βικτωρίνου, Δωροθέου καί Θεοδούλου.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀγγρίπας, Βικτωρίνος, Δωρόθεος καί Θεόδουλος ἐμαρτύρησαν ἐπί βασιλείας Λικινίου (308-323 μ.Χ.).
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Πιουλίου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πιούλιος ἐμαρτύρησε διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Λουκίου, Σιλβανοῦ, Ρουτουλίου, Κλασσικοῦ, Σεκουνδίνου, Φρουκτουλίου καί Μαξίμου.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Λούκιος, Σιλβανός, Ρουτούλιος, Σεκουνδίνος, Φρουκτούλιος καί Μάξιμος ἐμαρτύρησαν στήν Ἀφρική.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀγαπητοῦ, ἐπισκόπου Σινάου, τοῦ ὁμολογητοῦ καί θαυματουργοῦ.

Ὁ Ὅσιος ᾿Αγαπητός καταγόταν ἀπό τήν Καππαδοκία καί ἐγεννήθηκε ἀπό εὐσεβεῖς καί φιλόθεους γονεῖς. Ἔζησε κατά τήν ἐποχή τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.) καί Μαξιμιανοῦ (285-305 μ.Χ.). Σέ νεαρά ἡλικία ἀνεχώρησε γιά μοναστήρι κοντά στή Σιναό[1] καί ἔγινε μοναχός. Ἀγαπήθηκε ἀπό τόν ἡγούμενο, ἐξαιτίας τῆς ἐνάρετης ζωῆς του, καί ἐδιδάχθηκε τά ἱερά γράμματα. Ἔλαβε δέ ἀπό τόν Θεό καί τό χάρισμα τῶν θαυμάτων. Μέ τήν προσευχή ἐθανάτωσε δράκοντα μεγάλο πού ἐφανερώθηκε κοντά στό μοναστήρι, πού ἀφάνιζε ἀνθρώπους καί ζῶα, καί εὐεργετοῦσε τούς προστρέχοντες σέ αὐτόν.
Ἀργότερα, ἐπί αὐτοκράτορος Λικινίου (308-323 μ.Χ.), ὁ Ὅσιος προσελήφθη στό στράτευμα. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος ᾿Αγαπητός εἶδε νά βασανίζονται γιά τήν πίστη τους στόν Χριστό οἱ καλλίνικοι Μάρτυρες Βικτώριος, Δωρόθεος, Θεόδουλος, ᾿Αγρίππας καί ἄλλοι πολλοί. Ἀμέσως θέλησε καί αὐτός νά γίνει κοινωνός τοῦ μαρτυρίου τους. Καί ἐνῶ ἐκεῖνοι ἐτελειώθησαν ἐν Χριστῷ διά τοῦ ξίφους, αὐτός διαφυλάχθηκε σῶος καί ἀβλαβής, ἄν καί τόν ἐκτύπησαν μέ ἀκόντιο, κατ’ οἰκονομία Θεοῦ, γιά νά ὁδηγήσει πολλούς στή σωτηρία.
Μετά τή στρατιωτική θητεία καί ὅταν πλέον αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντίνος (324-337 μ.Χ.), ὁ Ἅγιος Ἀγαπητός ἐπιδόθηκε στή μελέτη τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου καί ὁ Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Σινάου τόν ἐχειροτόνησε πρεσβύτερο. Μετά τήν κοίμησή τοῦ Ἐπισκόπου του καί κοινή γνώμη κλήρου καί λαοῦ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος.
Ὁ Ὅσιος Ἀγαπητός, ἀφοῦ ἀρχιεράτευσε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῆ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Κοσμᾶ, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
Ὁ Ὅσιος Κοσμᾶς τοῦ Γιαχρώμ, ἐγεννήθηκε στή Ρωσία τόν 15ο αἰώνα μ.Χ. Ἀρχικά ἦταν ὑπηρέτης κάποιου εὐγενοῦς τόν ὁποῖο ἐφρόντιζε κατά τό χρόνο τῆς ἀσθένειάς του καί τοῦ ἐδιάβαζε βιβλία.
Κάποτε, ὅταν ὁ Ὅσιος ἐταξίδευε, ἐμφανίσθηκε σέ αὐτόν στή δασώδη περιοχή τοῦ ποταμοῦ Γιαχρώμ ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος πού τοῦ εἶπε νά γίνει μοναχός καί νά ἀνεγείρει μονή. Ἔτσι ὁ Ὅσιος μετέβη στό Κίεβο, ὅπου ἐκάρη μοναχός στή μονή τῶν Σπηλαίων καί κατόπιν ἐπέστρεψε στό Γιαχρόμ, γιά νά κτίσει ναό ἀφιερωμένο στήν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου.
Μέ τή βοήθεια τῶν Χριστιανῶν τῆς περιοχῆς ἔκτισε τό ναό καί ἵδρυσε μονή τῆς ὁποίας ἐξελέγη ἡγούμενος.
Ὁ Ὅσιος Κοσμᾶς ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη σέ βαθύ γῆρας τό ἔτος 1492 καί ἐνταφιάσθηκε στή μονή τήν ὁποία εἶχε ἱδρύσει. Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται καί στίς 18 Ὀκτωβρίου, ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς εἰκόνος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Γιαχρώμ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Νικολάου, πατριάρχου Γεωργίας. Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ἀρχιεράτευσε κατά τά ἔτη 1584-1591 ὡς Πατριάρχης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Γεωργίας.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!
[1] Σίναος: πόλη τῆς Μεγάλης Φρυγίας στή Μικρά Ἀσία. Ἦταν ἕδρα Ἐπισκόπου καί ὑπα-γόταν στήν κανονική δικαιοδοσία τοῦ Μητροπολίτου Ἱεραπόλεως.