του Αρχιμ. Γρηγορίου Κωνσταντίνου, Δρ. Θ. & Ιεροκήρυξ Ι. Μ. Κασσανδρείας
Κατά την Εορτή της Υπαπαντής του Κυρίου η Εκκλησία μας προτρέπει και μας ενθαρρύνει για τις πνευματικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε καθημερινά, στην αγωνία μας μέσα από τις βιοτικές μέριμνες.
Η είσοδος του Χριστού στον Ναό του Σολομώντα ως βρέφος, σαράντα ημερών μετά την Γέννηση του φανερώνει το ότι το «παιδίον» αποτελεί την σωτηρία και το φως όλων των εθνών, κατά την προφητεία του Προφήτου Συμεών και τις προρρήσεις της προφήτιδoς Άννας. Η ανάγνωση της Αποστολικής Περικοπής στην Θεία Λειτουργία από την προς Εβραίους επιστολή, μας υπενθυμίζει ότι Αυτός που εισέρχεται στο Ναό την ημέρα αυτή είναι ο Μέγας Αρχιερέας που προσφέρεται στον Σταυρό καταστρέφοντας τη δύναμη της αμαρτίας και του θανάτου δια της ένδοξης ανάστασής Του. Αυτή η υπόμνηση μας οδηγεί στην πορεία μας για την εν Χριστώ ζωή ίνα εισέλθουμε στο επουράνιο θυσιαστήριο και στην κοινωνία μετά του εν Τριάδι Θεού.
Τι να σημαίνει όμως άραγε αυτό;.
Κάθε μέρα της ζωής μας, σε όλα όσα σκεφτόμαστε, λέμε και κάνουμε, έχουμε την ευκαιρία να ενώσουμε τους εαυτούς μας ακόμα περισσότερο με τον ίδιο τον Χριστό ως Μέγαν Αρχιερέα που διήλθε εις τα Άγια των Αγίων της Άνω Ιερουσαλήμ. Αυτή η ένωση, πρέπει να είναι πλήρης χωρίς κανενός είδους επιφυλάξεις, και τα μόνα όρια για την αποκατάσταση και επιδιόρθωση της ψυχής μας είναι αυτά που επιμένουμε πεισματικά να διατηρούμε ως αγκάθια, ως πάθη και αμαρτίες, προτροπές και ενδοκοσμικές σκέψεις και λογισμούς. Το μόνο που πρέπει να αφήσουμε πίσω είναι αυτό που δεν μπορεί να ευλογηθεί για τη σωτηρία μας, αυτό που δεν μπορεί να ενωθεί με τον Σωτήρα Χριστό στην αγιότητα. Με άλλα λόγια, πρέπει να αποδεσμευθούμε από τον κακό μας εαυτό.
Σίγουρα οι περισσότεροι από μας κρυβόμαστε στα ψέματα του ενός ή του άλλου, είτε δικά μας είτε αλλουνού, για να φανεί ποιοι πραγματικά είμαστε. Είναι τόσο εύκολο να ξεχωρίσουμε τον εαυτό μας από τις διαταραγμένες επιθυμίες μας, από τις αμαρτίες στις οποίες πέφτουμε συνεχώς, ή ακόμη και από τις κοσμικές απολαύσεις και ηδονές. Είναι τόσο δελεαστικό να πιστεύουμε ότι ό,τι κερδίζει τον έπαινο των άλλων, πρέπει κατά κάποιο τρόπο να θεωρείται σωστό, καθότι αυτό εξυπηρετεί τον εγωκεντρισμό μας προκαλώντας μέσα μας βαθιά πνευματική ρήξη.
Ο προφήτης Συμεών ήταν ένας ηλικιωμένος και δίκαιος άνθρωπος και το Άγιο Πνεύμα του είχε φανερώσει ότι δεν θα πέθαινε έως ότου δει τον Μεσσία Χριστό. Σίγουρα δεν είχε αποκτήσει την πνευματική δύναμη να το κάνει τυχαία, αλλά μέσα από μια μακράν ζωή πίστης και πιστότητας. Το ίδιο συμβαίνει και με την ηλικιωμένη προφήτισσα Άννα, μια χήρα γυναίκα γύρω στα ογδόντα της που δεν έφυγε από το Ναό, νηστεύοντας και προσευχόμενη νύχτα και ημέρα. Αυτοί που έφεραν το βρέφος Χριστό στο Ναό υπακούοντας στον νόμο του Μωυσέως της Παλαιάς Διαθήκης και εκείνοι που Τον αναγνώρισαν εκεί, ήταν όλοι άνθρωποι του Θεού που είχαν προσφέρει τη ζωή τους σ’ Αυτόν. Ήταν διαφορετικών φύλων, ηλικιών και καταγωγής, πράγμα που δείχνει ότι δεν είναι οι εξωτερικές συνθήκες της ζωής μας που καθορίζουν το πως θα στεκόμαστε ενώπιον του Χριστού. Όλοι μπορούν να εισέλθουν στον Ουράνιο Ναό δια του Μεγάλου Αρχιερέως, που είναι το κρίσιμο και ενδεικτικό σημείο. Ο αγώνας μας για να γίνει αυτό δεν τελειώνει ποτέ, κάτι που διαπιστώνεται από την φυγή του θείου βρέφους με την Παναγία και τον Ιωσήφ στην Αίγυπτο, αντιμετωπίζοντας τις νέες προκλήσεις και αφορμές. Ένα ταξίδι μακρινό σε εχθρικό περιβάλλον. Φυσικά, οι ιδιαιτερότητες των προκλήσεών μας είναι διαφορετικές από αυτές της Παναγίας, αλλά πρέπει να τις χρησιμοποιούμε με τον ίδιο τρόπο. Δηλαδή, πρέπει να τις αγκαλιάσουμε ως ευκαιρίες για να προσφέρουμε ακόμη και τις πιο αδύναμες και οδυνηρές διαστάσεις της ζωής μας στον Χριστό για θεραπεία και μεταμόρφωση. Αυτό δεν σημαίνει ότι όλα τα προβλήματά μας θα εξαφανιστούν, αλλά ότι μπορούμε να τα χρησιμοποιήσουμε ως ευκαιρίες για να εισέλθουμε πληρέστερα στον Ουράνιο Ναό δια του Ιησού Χριστού.