Ο χαρακτηρισθείς και «Πρύτανης των Λειτουργιολόγων» αείμνηστος Καθηγητής Ι. Φουντούλης είχε ασχοληθεί με το ζήτημα της τελέσεως της Αναστάσεως. Παρακάτω θα παραθέσουμε το κείμενό του, που αποτελεί κόλαφο προς την ΔΙΣ αλλά και προς τους κυρίους Διονύσιο Ανατολικιώτη, συντάκτη του Κανοναρίου των Διπτύχων της Εκκλησίας της Ελλάδος, και Αναστάσιο Βαβούσκο, Άρχοντα του Πατριαρχείου Κων/λεως, οι οποίοι με κείμενά τους έσπευσαν να «διαγράψουν» τους Ι. Κανόνες και την Ι. Παράδοση, για να επικροτήσουν την αυθαιρεσίαν. Παραθέτουμε το κείμενο:
«Κατά την νύκτα του Πάσχα σχεδόν από τους πρώτους χρόνους της χριστιανικής Εκκλησίας ετελείτο μακρά ολονύκτιος ακολουθία, που άρχιζε από το εσπέρας του Σαββάτου και ετελείωνε το πρωϊ της Κυριακής. Αυτή είναι η αρχαιοτέρα χριστιανική παννυχίς. Κατά το βυζαντινό λειτουργικό τυπικό περιελάμβανε τον εσπερισνό του Μεγάλου Σαββάτου, κατά τα αναγνώσματα του οποίου εγίνετο το βάπτισμα των κατηχουμένων, την λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, μακρά ανάγνωσι εκ των Πράξεων των Αποστόλων, την ακολουθία του μεσονυκτικού της Κυριακής του Πάσχα, στο οποίο αντί του συνήθους τριαδικού κανόνος ψάλλεται ο κανών του Μεγάλου Σαββάτου «Κύματι θαλάσης», την ακολουθία του όρθρου και την αναστάσιμο λειτουργία.
Στις ενορίες για ποιμαντικούς λόγους η μακρά ακολουθία χωρίσθηκε στα δύο και ο εσπερινός με την λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου μετετέθη στο πρωί του Μεγάλου Σαββάτου για να διευκολύνθή η κοινωνία των πιστών, το βάπτισμα των κατηχουμένων έπαυσε πια να τελήται, η μακρά ανάγνωσις των Πράξεων, που συνέδεε την λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου με το μεσονυκτικό, δεν γίνεται πια και η ακολουθία της παννυχίδος περιωρίσθηκε μόνο στο μεσονυκτικό, στον όρθρο και στη λειτουργία.
Η ακολουθία της αναστάσεως στο λειτουργικό πλαίσιο των ακολουθιών αυτών ευρίσκεται μετά την απόλυσι του μεσονυκτικού και στην αρχή του όρθρου, του οποίου και αποτελεί την κάπως ιδιόρρυθμο έναρξι. Ακριβώς αυτή η λειτουργική θέσις της ακολουθίας της Αναστάσεως υποδηλώνει, ότι αυτή ετελείτο κατά τις πρώτες μετά το μεσονύκτιο ώρες, τότε δηλαδή που άρχιζε και η συνήθης ακολουθία του όρθρου.
Τούτο ρητώς άλλως τε διατάσσουν και ωρισμένα αρχαία Τυπικά με τις χαρακτηριστικές φράσεις: «της αρμοζούσης ώρας του όρθρου ενστάσης (ή «φθασάσης») εξερχόμεθα κλ.π.» ή «περί ώραν όρθρου», όπως σημειώνει το τυπικό του εντύπου Πεντηκοσταρίου.
Άλλα εξ άλλου Τυπικά τοποθετούν την έναρξι της αναστασίμου ακολουθίας μετά την ογδόη ή μετά την ενάτη ώρα της νυκτός, δηλαδή περίπου μετά από τις 2 ή 3 μετά τα μεσάνυκτα.
Άλλα την θέτουν ολίγες ώρες πριν. Κατ’ αυτά η απόλυσις προ της Αναστάσεως ακολουθίας εγίνετο περίπου κατά την έκτη ώρα της νυκτός, δηλαδή τα μεσάνυκτα. Παρ’ όλη την ποικιλία που παρουσιάζουν εκ πρώτης όψεως οι μαρτυρίες αυτών των αρχαίων Τυπικών, είναι χαρακτηριστικό ότι συμφωνούν στο ότι η Ανάστασις γίνεται μετά τα μεσάνυκτα και πριν ακόμη αρχίση να υποχωρή η νύκτα, δηλαδή «όρθρου βαθέως» της Κυριακής. Η πράξις αυτή αιτιολογείται από ένα μεταγενέστερο (του έτους 1813) χειρόγραφο Τυπικό της Μονής Φιλοθέου του Αγίου Όρους ως εξής: «όταν γίνη η Ανάστασις πρέπει να είναι η έκτη ώρα της νυκτός απερασμένη, διότι ο Κύριός μας μετά το μεσονύκτιον ανεστήθη».
Υπήρχε όμως παραλλήλως και η άλλη παράδοσις, ότι ο Κύριος ανεστήθη το μεσονύκτιο. Στο συναξάριο επί παραδείγματι της Κυριακής του Πάσχα, που περιέχεται στο Πεντηκοστάριο και που είναι γραμμένο από τον Νικηφόρο Ξανθόπουλο λέγεται ότι «περί μέσον της νυκτός» κατήλθε ο άγγελος και απεκύλησε τον λίθο του μνημείου. Η παράδοσις αυτή, καθώς και η τάσις να επιταχυνθή η λήξις της όλης ακολουθίας, επηρέασε και την σημερινή πράξι και η Ανάστασις τελείται ακριβώς κατά το μεσονύκτιο. Παρά τούτο σε ωρισμένα μέρης και της πατρίδος μας ακόμη, τελούν την Ανάστασι μετά το μεσονύκτιο κατά τις 3 το πρωί, δηλαδή κατά την ενάτη ώρα της νυκτός, όπως είδαμε σε μερικά αρχαία Τυπικά. Αυτό δεν γίνεται μόνο για λόγους ανάγκης, όταν δηλαδή ένας ιερεύς εξυπηρετή δύο χωριά, αλλά και υπό ομαλές συνθήκες κατά παλαιά παράδοσι» (Απαντήσεις εις Λειτουργικάς Απορίας, τ. Α΄, σ. 168-170. Αντιγραφή: «Ορθόδοξος Τύπος»)
Η Ι. Παράδοσις είναι σαφής, ως καταδεικνύεται από τα παραπάνω, και επιπλέον έχει ΑΠΑΡΑΒΑΤΟ χαρακτήρα σύμφωνα με τον 89ο Κανόνα της Πενθέκτης Αγίας Οικουμενικής Συνόδου. Αν αμφισβητούν Οικουμενική Σύνοδο, τότε αμφισβητούν την Εκκλησία!
Η Ανάστασις τελείται υποχρεωτικά το ενωρίτερο στις 12 μ.μ. Ακόμα και όταν πρέπει να τελεστούν περισσότερες από μία Αναστάσεις λόγω οποιασδήποτε ανάγκης, η πρώτη εξ αυτών δεν γίνεται να τελεστή πριν το μεσονύκτιο! Επομένως, τα όσα απεφάσισε η ΔΙΣ και επικροτούν τινές καταρρίπτονται ενώπιον της Ι. Παραδόσεως.