Ἡ παγκοσμιότητα ὑποτίθεται πώς σχεδιάζει ἕνα ἀσφαλέστερο καί δημιουργικότερο “αὔριο”. Κι ὅμως συνεχῶς ἀνά τόν κόσμο βλέπουμε μπροστά μας πολέμους καί ἀκαταστασίες καί μάχες καί ἐπιθέσεις μίσους κατά ἀθώων (πρβλ. πρόσφατη ἐπίθεση στό “Μετρό” τῆς Ἁγίας Πετρούπολης). Ἀκόμη κι ἄν θέλουμε νά κλείσουμε τά μάτια μας καί τά αὐτιά μας στήν ἐγγύτητά τους, μᾶς πολιορκοῦν μέ τήν ἀμεσότητα τῆς ἠλεκτρονικῆς τους προβολῆς.
Νά παραιτηθοῦμε ἀπό τό “εἶναι”, οὔτε τό θέλουμε οὔτε καί τό μποροῦμε. Εἴμαστε θεόκτιστοι. Νά διαχειρισθοῦμε τό “θέλειν”, μέ ἀνθρωπινότερο τρόπο ζωῆς καί ὕπαρξης, ὅλοι μας τό ἐπιποθοῦμε, ὅλοι μας τό εὐχόμαστε, ὅλοι μας τό στοχεύουμε μέ τά ἐπιφαινόμενα διαχείρισης τῆς ὑπόστασής μας, μέ τόν πολυδιάστατο πολιτισμό μας.
Σ᾽ αὐτήν τή νηφαλιότερη θέα τῶν πραγμάτων, στήν ἀναστήλωση τῶν ὁλοέν κατερραγμένων ἐλπίδων μας ―ὅλοι μας τό βλέπουμε― δέν μποροῦμε νά σταθοῦμε αὐτόνομοι, αὐτοδύναμοι. Αὐτεξούσιοι ναί, ἀλλά αὐτοδύναμοι εἶναι ἀδύνατον.
Στά χέρια μας ἔχουμε τό “θέλειν”, ὄχι τό “εἶναι”. Κι ἄν μιλήσουμε θεολογικά, στά χέρια μας ἐκ Θεοῦ μᾶς δόθηκε τό “θέλειν καί τό ἐνεργεῖν ὑπέρ τῆς εὐδοκίας”.
***
Σ᾽ αὐτήν τήν προοπτική, δῶρο ἀναψυχῆς μαζί καί ἀνάνηψης, ἔρχεται ἡ ἐκκλησιαστικότητα, δῶρο εὐδοκίας τῆς Ἁγίας Τριάδος, δοσμένη ἀπό τόν ἐνανθρωπισμένο Θεό μας, ἐνεργούμενη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ὅπως μᾶς τήν πιστοποιοῦν καθημερινά οἱ ἐθελούσιοι ἄνθρωποι τοῦ Χριστοῦ, τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας (ὄχι μόνο Χάριτι Θεοῦ, ἀλλά μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ δυνάμει καί ἐνεργείᾳ μέλη τῆς Ἐκκλησίας).
Καί ἐδῶ στρατευόμεθα τά ἐκκλησιαστικά μέλη “μέ φιλότιμο καί λεβεντιά”, ὅπως προέτρεπε ὁ σύγχρονός μας ὅσ. Παΐσιος. Ὁ καθένας μέ τά τάλαντα καί τήν κλήση του, μέ τό χάρισμα καί τήν ἀποστολή του, συνεργοῦντες ὅλοι μαζί στήν ἱστορική διάρκεια τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅπως σέ ὅλες τίς Μητροπόλεις ἀνά τήν Ἑλλάδα καί τόν κόσμο, δυναμικό μερίδιο συνέργειας ἀσκοῦν οἱ κληρικοί μας. Καί πρός τοῦτο ἡ εὐθύνη καί ὁ ἀγώνας τῶν Ἐπισκόπων εἶναι καίριας σημασίας. Κάθε νέος κληρικός σημαίνεται μέ ἕνα μερίδιο ποιμαντικῆς αὐτοπροσφορᾶς, ὥστε νά ἀποτελεῖ ἐλπίδα ἐνοφθαλμισμένη στή “ζῶσα ἐλπίδα” μας, στό Χριστό. Οἱ συνθῆκες ἄσκησης τῆς ἱερατικῆς ποιμαντικῆς ἐναλλάσσονται μέ τίς ραγδαῖες ἱστορικές ἐναλλαγές, ὅμως ὁ κάθε κληρικός καλεῖται νά ἀφομοιώνει τόν “τύπο” τῶν συγχρόνων ἀπαιτήσεων καί διαδικασιῶν μέσα στήν χριστοφόρο οὐσία τοῦ χαρίσματος καί τῆς ἀποστολῆς του.
Ἔνδειξη θετική μιᾶς τέτοιας ἀποφασιστικότητας καί ἀγωνιστικότητας συνιστᾶ ἡ προσέλευση ταλαντούχων ἀνθρώπων μέ διάθεση ἐθελοντικῆς στρατεύσεως στό μεγάλο κι τρισευλογημένο δυναμικό τῶν ἱερέων μας. Μέ τέτοιαν αἴσθηση ὑποδέχθηκε ἠ συνοριακή Μητρόπολή μας τήν προσέλευση ἑνός ἔγγαμου ἰατροῦ καί οἰκονομολόγου, τοῦ κ. Ἰωάννη Πολυχρονόπουλου, στό ἱερατικό δυναμικό της. Ἡ ἀπόφαση ὥριμη, οἱ προϋποθέσεις σωστές, ἡ διάθεση εἰλικρινής, ἡ ἀφετηρία τῆς ἱερατικῆς αὐτοπροσφορᾶς εὔελπις. Ἀφορμή πνευματικῆς ἀναψυχῆς, πού τήν μοιραζόμαστε μέ τήν ἐν Χριστῷ ἀδελφότητα τῶν κληρικῶν μας, ἀλλά καί τῶν λαϊκῶν συμμελῶν τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ χειροτονία του σέ διάκονο τελέσθηκε στόν ἱερό ναό Παναγίας-Ἅξιόν Ἐστιν Ἀξιουπόλεως (τόν πρόσφατα ἐγκαινιασμένο) κατά τήν φερέορτο πανήγυρι τοῦ Σαββάτου τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου. Ἡ χειροτονία σέ πρεσβύτερο τελέσθηκε στό μητροπολιτικό ναό Ἁγίου Γεωργίου Γουμένισσας τήν ἑπομένη, ἡμέρα Κυριακή Ε΄ τῶν Νηστειῶν, ἡμέρα παράλληλης μνήμης ἁγίων Ἐπισκόπων καί ἁγίων Ἱερέων, δίπλα στήν ἁγία μνήμη τῆς θεοφόρου Ὁσίας Μαρίας, τήν ὁποία στήν ἔσχατη ὁσιακή της ὥρα διακόνησε ἕνας ὅσιος Ἱερέας (ὅλα συμβολικά τῆς ἱερατικῆς ἀθλήσεως).
Ὑπηρέτης τοῦ μυστηρίου τῆς ἱερατικῆς χαριτομεταδόσεως ὁ παλαιόθεν γνωστός μας (ὑπῆρξε μαθητής κατά τήν διακονία μου ὡς καθηγητοῦ θεολόγου στό Γ΄ Γυμνάσιο Ἀρρένων Ἀθηνῶν• καί γενόμενος κληρικός διετέλεσε ἡγουμενοσύμβουλος ἐπί τῆς ἡγουμενίας μου στήν Ἱ. Μονή Ἀσωμάτων Πετράκη), Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Σαλώνων κ. Ἀντώνιος, πού προσκλήθηκε νά μεταδώσει τήν χάρη τῆς ἱερωσύνης καί νά χαρεῖ τήν ποιμαντική μαρτυρία τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας ἀπό τήν Παρασκευή τοῦ Ἀκαθίστου, χοροστατήσας στήν Ἀκολουθία τῶν Χαιρετισμῶν στόν περικαλλή ναό τῆς Ἁγίας Τριάδος Πολυκάστρου, φιλοξενηθείς στήν ἱερά μονή Ἁγίων Ραφαήλ, Νικολάου & Εἰρήνης Γουμενίσσης-Γρίβας.
***
Στίς ποιμαντορικές του ὑπομνήσεις πρός τόν ὑποψήφιο ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας ἐπέμεινε μεταξύ ἄλλων στή συμβολική τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ τῆς “Παναγίας Ἄξιόν Ἐστιν” γιά τήν κλήση του στό πιό ἱερό καί θεόδεκτο λειτούργημα καί στήν ἐκκλησιαστική του μοναδική σημασία. Ἀναφέρθηκε λοιπόν στήν μοναδική συμμετοχή καί ἀειπαρθενική ὑπουργία τῆς Παναγίας μας στό κοσμοσωτήριο γεγονός καί μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ, αὐτό πού ἡ Ἐκκλησία κατεξοχήν ἐξυμνεῖ στό ἐπίκεντρο κάθε θείας λειτουργίας μέ τόν ὕμνο “Ἄξιόν ἐστίν”. Αὐτή ἡ πανάγια ἀξιωσύνη τῆς Παναγίας μας εἶναι ταυτόχρονα ἕνα κάλεσμα καί μιά ὑπόμνηση γιά τήν εὐλάβεια, τήν καθαρότητα, τήν προθυμία, τήν ὑπακοή, τόν ζῆλο τοῦ κάθε ἱερέως καί ἐν προκειμένῳ τοῦ νέου κληρικοῦ.
Καί ὁ Θεοφιλέστατος θέλησε νά ἐπιμείνει προτρεπτικά κι ἐκεῖνος συμβουλεύοντας τόν προσαγόμενο μέ τά Ἀρχαγγελικά λόγια τοῦ ὕμνου, πού γιά τόν ἴδιο, ὡς Ἁγιορείτη παλαιότερα ἱερομόναχο, ἀσκοῦν μιάν ἰδιαίτερη ἕλξη εὐλαβικῆς ἀναφορᾶς πρός τό πρόσωπο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Αὐτό θά πρέπει νά ἀποτελεῖ ἕνα διαρκές πρότυπο γιά κάθε κληρικό καί προπαντός γιά τόν χειροτονούμενο.
***
Κυρίως ὅμως, πρό τῆς χειροτονίας του σέ πρεσβύτερο, ὁ Σεβασμιώτατος ὑπογράμμισε λιτά τήν οὐσιωδέστερη δεοντολογία τοῦ ἱερατικοῦ χρέους. Εἶπε λοιπόν στόν προσαγόμενο: «Ὡς χριστιανοί καί μάλιστα περισσότερο ἐμεῖς οἱ κληρικοί προσευχόμεθα μέ τά λόγια τῆς Κυριακῆς προσευχῆς “Γενηθήτω τό θέλημά σου ὄχι μόνο ἐν οὐρανοῖς, ὅπου θαυμαστώνεται ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ἐπί γῆς” (σ᾽ αὐτό ἀποβλέπει ὁ ἱερατικός κόπος)… Ὅταν θά σοῦ ἐπιδώσω τή λειτουργική φυλλάδα ―ἡ λειτουργική φυλλάδα περιλαμβάνει τά λόγια τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ ἀποκρυστάλλωση τῶν λόγων τοῦ Εὐαγγελίου― θά ἀκούσεις τά λόγια “ὁ νόμος Κυρίου ἄμωμος ἐπιστρέφων ψυχάς, ἡ μαρτυρία Κυρίου πιστή σοφίζουσα ἀλήθειαν, τά δικαιώματα Κυρίου ἀληθινά δεδικαιωμένα, ἐπιθυμητά ὑπέρ χρυσίον καί λίθον τίμιον πολύν καί γλυκύτερα ὑπέρ μέλι καί κηρίον”. Καί φυσικά, ἐάν εἶσαι δοῦλος Κυρίου πιστός καί ἀγαθός καί φυλάττεις ταῦτα, θά ἔχεις πολλήν ἀνταπόδοσιν, κατά τόν προφητάνακτα Δαβίδ.
Ὅταν σοῦ ἐπιδώσω τό καλυμμαύχιον, θά ἀκούσεις τήν εὐχή, ἀπό τή στιγμή πού προσεδέχθης τήν χάρι τῆς Ἱερωσύνης ὡς διακονῶν, νά σέ σώζει ἡ Ἱερωσύνη ἀπό ὀλιγοψυχίας καί ἀπό καταιγίδος καί ἀπό πάντων τῶν κακῶν. Θά φυλάξεις τήν διακονία ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ. Θά ἀναζωπυρώνεις τό χάρισμα, ὅ ἔλαβες, γιά νά μήν προκαλέσεις ἐγκοπήν στόν εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ (στό κήρυγμα τό ἀποκαλυπτικό τό εὐαγγελιζόμενο τόν Χριστό στόν κόσμο). Θά τό ἀναζωπυρώνεις μέ τήν προσευχή καί μέ τήν μελέτη. Τό καλυμμαύχιον ὡς περικεφαλαία θά σέ ποδηγετεῖ (θά σοῦ θυμίζει δηλαδή μέ μιάν αἴσθηση ὡσάν περικεφαλαία σωτηρίου) νά ἐπιτελεῖς ὄχι ὅ,τι ἐπιθυμεῖς ἐσύ, ἀλλά ὅ,τι θέλει ὁ Θεός…
Ἔλεγα κάποτε σέ μιά συζήτηση μέ τόν διάκονό μου π. Μιχαήλ, ὅτι καί τά ράσα καί τό καλυμμαύχι κάνουν τόν παπά, διότι ἀφενός δίνουν τήν μαρτυρία καί τήν ὁμολογία Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀφετέρου τόν ἀποτρέπουν ἀπό τούς κινδύνους πού ἐλλοχεύουν στήν ἐκκοσμικευμένη ἀντίληψη τοῦ κόσμου, σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου «πάντα μοι ἔξεστιν ἀλλ᾽ οὐ πάντα μοι συμφέρει». Ὡς ἱερεύς δέν μπορεῖς νά πηγαίνεις ἐκεῖ ὅπου πηγαίνουν τόσοι καί τόσοι, σεβόμενος τό ράσο σου, ἐάν δέν διαθέτεις ἀξιόλογη ἁγιοπνευματική θωράκιση. Κινδυνεύεις νά διολισθήσεις ὅταν ἀφήνεις ἐλεύθερο τόν ἑαυτόν σου. Ἀπό κακοτοπιές σέ προφυλάσσουν. Σέ καθέδρα λοιμῶν σέ ἀποτρέπουν νά παρευρεθεῖς. Σέ ὁδηγοῦν πάντοτε ἔχοντας ἐν νῷ (στό μυαλό σου), ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας. Πυξίδα ἀλάνθαστη καί ἀκίβδηλη γιά νά προσανατολίζεσαι πάντοτε πρός τήν ποθεινή πατρίδα, τήν ἄνω Ἱερουσαλήμ.
Ὁ ἀρχιδιάκονος, ὁ ἅγιος πρωτομάρτυρας Στέφανος “ἦν πλήρης πίστεως καί Πνεύματος Ἁγίου καί ἐποίει σημεῖα καί τέρατα μεγάλα ἐν τῷ λαῷ”, θαυμαστά σημεῖα, διότι ἡ πίστη ἦταν ἡ κινητήρια δύναμή του καί τό Πνεῦμα τό Πανάγιο εἶχε πληρώσει τήν ψυχή του (συνέργεια ἀνθρώπινη καί θεία). Θά εἶναι τό πρότυπό σου κατά τήν ἱερατική σου διακονία, διότι εἶναι ἀξεπέραστη αὐτή ἡ μορφή.
Τόν στέφανο τῆς δικαιοσύνης θά τόν λάβεις ἀπό τόν Κύριο, ἐνῶ καί ἐφόσον περιορίζεις τίς σκέψεις σου πού δέν θά ἔχουν σχέση μέ τήν Ἐκκλησία (σκέψεις οἱ ὁποῖες μπορεῖ ἀνά πᾶσαν στιγμή νά διολισθήσουν σέ κατήφορο), ἀλλά ἐσύ νά παραμένεις συγκεντρωμένος εἰς τό θέλημα τοῦ Κυρίου.
Τό μαρτύριο τῆς συνειδήσεως θά τό ὑποστεῖς. Εἶναι ἕνα μαρτύριο πολλές φορές ὀδυνηρό, ἀλλά ὁ Χριστός ἔρχεται ὡς Σίμων Κυρηναῖος τώρα καί ἀναλαμβάνει τόν σταυρό σου, τόν σταυρό ἑνός ἑκάστου ἐξ ἡμῶν καί γλυκαίνει τή ζωή μας καί νοηματίζει τήν ὕπαρξή μας.
Θέλω πάντοτε, “ἔξω τῆς παρεμβολῆς”, ἔξω ἀπό τόν κυριολεκτούμενο ἱερό χῶρο τοῦ ἐκκλησιασμοῦ, τῆς Ἐκκλησίας, νά δίνεις παντοῦ καί πάντοτε τήν καλήν ὁμολογία καί τήν μαρτυρία Ἰησοῦ Χριστοῦ. “Οὐκ ἐν σοφίᾳ σαρκικῇ, ἀλλ᾽ ἐν χάριτι Θεοῦ”. Καί ὅταν ἀναστρέφεσαι στόν κόσμο, περισσοτέρως διά τῆς πίστεως νά ἀποπνέεις τήν εὐωδία τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καί νά εἶσαι ἀρεστός στό Θεό καί στούς ἀνθρώπους τοῦ Θεοῦ εὐανάγνωστος. Νά γίνεσαι καθημερινά “ἐπιστολή Χριστοῦ γινωσκομένη καί ἀναγινωσκομένη ὑπό πάντων”, δηλαδή νά ὁμολογεῖς παντοῦ καί πάντοτε Χριστόν ἐσταυρωμένον καί ἐγηγερμένον ἐκ νεκρῶν κατά τό εὐαγγέλιον. Θά σοῦ εὐχηθῶ ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς μου νά ἔρθει νά σκηνώσει πλουσιοπάροχα ἡ χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος μέσα στήν καρδιά σου, μέσα στό εἶναί σου, γιά νά μπορεῖς νά γίνεις ἄξιος ἱερουργός τοῦ εὐαγγελίου καί λειτουργός τῆς θείας χάριτος. Καί τώρα, εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου».
***
Πρό τῆς χειροτονίας του σέ πρεσβύτερο, καί ὁ νέος κληρικός, συνεχόμενος ἀπό τό θαῦμα τῆς συγκαταβάσεως τοῦ Θεοῦ, θέλησε νά ἐκφράσει ἐξομολογητικά καί περιεκτικά τή θέαση τοῦ μυστηρίου πού ἀναδεχόταν: «…Από μικρό παιδί αγάπησα πολύ τον Κύριο μας Ιησού Χριστό και την Εκκλησία Του. Από την τρυφερή προεφηβική ηλικία, όποτε το βαρύ και δύσκολο πρόγραμμα, που η κοινωνία επιβάλει στους νέους, μου επέτρεπε να βρίσκομαι στον Ιερό Ναό Αγ. Φανουρίου Θεσσαλονίκης και στον Ιερό Ναό Ιωάννου του Θεολόγου Σερρών και να συμμετέχω με δέος και ευλάβεια στα του Χριστού θεια μυστήρια. Καθημερινά ολοένα και πιο πολύ ένοιωθα μέσα στην ψυχή μου την σπίθα της πίστης και της αγάπης προς το Θεό και την Εκκλησία μας να μεγαλώνει, να φουντώνει και να μετατρέπεται σε πυρκαγιά που κατέφλεγε όλο μου το είναι. Αυτός ο πόθος δεν κατασίγησε ποτέ, ούτε όταν η ζωή μου στράφηκε προς άλλη κατεύθυνση, με την αναχώρηση μου από την χώρα μας στην αλλοδαπή, σε τόπο ετερόδοξων και αλλόθρησκων. Το γεγονός αυτό αναζωπύρωσε αυτή την φλόγα ακόμα περισσότερο, όταν ολομόναχος προσευχόμουν στον Τριαδικό μας Θεό, στην Υπεραγία Θεοτόκο και στους Αγίους μας, με τον μοναδικό τρόπο που η Αγία Ορθόδοξη Εκκλησία μας έχει διδάξει. Κάθε μέρα που περνούσε αντιλαμβανόμουν τη ματαιότητα που έχει το κάθε τι, όταν βρίσκεται μακριά από την χάρη του Κυρίου μας και όσο αυτό συνέβαινε, τόσο περισσότερο δυνάμωνε η επιθυμία μου να υπηρετήσω τον Κύριο μας και Θεό μας και τη μόνη αληθινή και απέραντη δικαιοσύνη Του». (ἡ ὁμιλία του μέ στοιχεῖα ἐξομολογητικά τῶν σταθμῶν τῆς ζωῆς του παρατίθεται στό τέλος).
Γιά τό ἐκκλησίασμα τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ ἦταν μιά ἀνανέωση μετοχῆς στό θαῦμα τῆς Ἐκκλησίας, πού συνυπηρετεῖται ἀπό κληρικούς καί λαϊκούς στήν ἔκφραση τῆς ὁλοτελοῦς θείας λατρείας καί τῆς ἐν Χριστῷ ἀδελφοσύνης, εἰς δόξαν Θεοῦ.