Τό τρίτο κατά σειρά βιβλίο τῆς Ἁγίας Γραφῆς ὀνομάζεται Λευϊτικό «ἐπειδή περιέχει νόμους σχετικούς μέ τήν λατρεία ἡ ὁποία ἦταν ἔργο τῶν ἱερέων τῶν καταγομένων ἀπό τήν φυλή τοῦ Λευΐ».[1] «Ὡς βασικό του θέμα ἔχει τήν ὀργάνωση τῆς θρησκευτικῆς ζωῆς τοῦ ἀρχαίου Ἰσραήλ καί τήν ἔνταξή της σέ θεσμικά πλαίσια. Κυρίως ἀφορᾶ στό τελετουργικό τυπικό τῆς λατρείας, στήν καθιέρωση τοῦ ἱερατείου, στή θεσμοθέτηση κανόνων ἠθικῆς συμπεριφορᾶς καί ἐσωτερικῆς καθαρότητας καί στή ρύθμιση σειρᾶς διατάξεων καί θρησκευτικῶν κανονισμῶν».[2]
Ὡς πρός τήν διδασκαλία σημειώνονται τά θέματα τῆς θυσίας στήν λατρεία τῶν Ἰσραηλιτῶν καί ἡ διά μέσου αὐτῆς ἐξιλέωση ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἡ ἁγιότητα τοῦ θεοῦ ἡ ὁποία ἀπαντᾶ καί σέ ἄλλα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἐπίσης, ἡ ἁγιότητα τοῦ περιούσιου λαοῦ καί ὁ θεσμός τῶν ἱερέων. Θά ἀναφερθοῦμε στά θέματα αὐτά συνοπτικά.
Ἡ ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ δηλώνεται κυρίως ὡς πρός τήν παντοδυναμία Του ἀλλά καί τήν ἠθική τελειότητα. Στήν συνέχεια, γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεός καλεῖ τόν ἄνθρωπο στήν ἁγιότητα λέγοντας: «…ἅγιοι ἔσεσθε, ὅτι ἅγιός εἰμι ἐγώ Κύριος ὁ Θεός ὑμῶν». Ἀκόμα, καί ἡ ἁγιότητα τοῦ Ἰσραήλ κρίνεται ὡς ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τήν προετοιμασία του ὡς λαοῦ πού θά μεσιτεύσει γιά τήν σωτηρία ὅλων τῶν λαῶν.
Εἶναι γεγονός ὅτι ἡ ἀνάγνωση τῶν νομικῶν καί τελετουργικῶν διατάξεων περί τῆς νηστείας καί ἄλλων θεμάτων μπορεῖ νά φανεῖ στόν ἀναγνώστη τοῦ Λευϊτικοῦ κάπως κουραστική. Δέν θά γίνει ὅμως τό ἴδιο μέ τόν ἐρευνητή τῆς Βίβλου, ὁ ὁποῖος γνωρίζει ὅτι γιά καθετί πού ὑπάρχει στή Ἁγία Γραφή ὑπάρχει λόγος. Οἱ λεπτομερεῖς αὐτές διατάξεις εἶχαν σάν στόχο «νά διατηρήσουν οἱ ἰσραηλίτες ἔντονη τή συναίσθηση τῆς ἁμαρτίας καί νά βοηθηθοῦν στήν ἀπαλλαγή τους ἀπ᾽αὐτήν, ἀποκτώντας ἠθική καθαρότητα».[3] Πρόκειται λοιπόν γιά μιά παιδαγωγική ἐκ μέρους τοῦ Θεοῦ προκειμένου ὁ ἰσραηλίτης νά ἀνέλθει ἀπό τήν καθαρότητα τοῦ σώματος στήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καί ἀκόμα ἀπό τήν λατρεία «τῶν τύπων» στήν πνευματική καρδιακή λατρεία. Ἐάν δέν προσεγγίσεις ἔτσι ἑρμηνευτικά τό κείμενο εὔκολα μπορεῖς νά ὑποτιμήσεις τήν σημασία του. Νά θυμόμαστε ὅτι, οἱ θυσίες ὡς προσφορά ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ προσδίδουν στήν λατρεία πνευματικό χαρακτήρα, ὅταν μέσω αὐτῶν δηλώνεται ὁ πόθος γιά εὐχαριστία, δοξολογία ἀλλά καί μετάνοια. Πάντα ὅμως μέ καθαρότητα καρδιᾶς. Τότε οἱ θυσίες εἶναι εὐάρεστες στό Θεό δηλαδή «Θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμήν εὐωδίας».[4]
Ἄλλο ζήτημα τοῦ Λευιτικοῦ εἶναι ἡ ἀλήθεια ὅτι γιά τήν τέλεση τῶν θυσιῶν ὑπεύθυνοι εἶναι οἱ μόνιμοι ἱερεῖς. Τό ἱερατεῖο αὐτό χρονικά τοποθετεῖται στήν προμωσαϊκή ἐποχή ὅπου ὁ καθένας μποροῦσε νά θυσιάζει.[5] Ὅμως ὁ ἱερατικός θεσμός καθιερώνεται στούς χρόνους τοῦ Μωϋσῆ, ἀφοῦ αὐτός ὁρίζει τήν φυλή τοῦ Λευΐ ὡς ὑπεύθυνη τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων, ἐνῶ ἡ οἰκογένεια τοῦ Ἀαρών ἐπιλέγεται ἀπό τό Θεό γιά τήν ἱερατική διακονία.[6] Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ὁ Θεός καθορίζει νά τελεῖται ἡ λατρεία ἀπό εἰδικά ἐκλεγμένους ἀπό αὐτόν ἀνθρώπους, γεγονός πού βλέπουμε νά ὑφίσταται μέχρι τούς ἀποστόλους καί τούς διαδόχους τους, μέχρι καί σήμερα.
Πάντως, ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ μοναδικός καί αἰώνιος ἀρχιερέας. Ἐκτός ὅμως ἀπό ἀρχιερέας εἶναι καί τό θυσιαστήριο ὅπου προσφέρεται ἐκουσίως ὁ Ἴδιος ὡς θῦμα.[7] «Ἡ ἱερωσύνη του θέτει τέρμα στήν παλαιά ἱερωσύνη, ὅπως καί ἡ θυσία του ἀκυρώνει τίς αἱματηρές θυσίες τῆς ἰουδαϊκῆς λατρείας».[8]
[1] Φοῦντα Ἰερεμίου, (μητροπολίτου Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως), Λευιτικόν, Μάρτιος 2014, σ.15.
[2] Καλαντζάκη Σ., Εἰσαγωγή στήν Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 2006, σσ.320-321.
[3] Καλαντζάκη Σ., Εἰσαγωγή στήν Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 2006, σ.333.
[4] Ἐφ.5,2.
[5] Γεν.4,3 ἑξ. 8,20. 33,20. Ἐξ.17,15. 24,6 ἑξ.
[6] Ἐξ.28,1 ἑξ. Λευϊτ.8-10.
[7] Ἑβρ.13,10.
[8] Καλαντζάκη Σ., Εἰσαγωγή στήν Παλαιά Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 2006, σ.335.
«Ἄκου ἕνα βιβλίο»
μέ τόν ἀρχιμανδρίτη Ἰάκωβο Κανάκη
Εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ ἄνθρωποι, καί ἰδιαίτερα οἱ νέοι, ἐνημερώνονται γιά πολλά ἀπό τά θέματα πού τούς ἀπασχολοῦν μέσω διαδικτύου. Μέ τήν πληκτρολόγηση μίας καί μόνο λέξης στίς μηχανές ἀναζήτησης ἔχουν μπροστά τους ὁποιαδήποτε πληροφορία γιά ὁποιοδήποτε θέμα. Ἐκεῖ βρίσκει κάποιος πληροφορίες γιά ἁπλά, καθημερινά ζητήματα, ἀλλά καί γιά ἄλλα, πού ἀφοροῦν στήν ἴδια τήν ζωή του, στήν ὕπαρξή του, στίς ἀπορίες του σχετικά μέ τό Θεό καί τά μέλλοντα. Ἔτσι ἀπό καιρό προσπαθοῦμε νά ἀνεβάζουμε γραπτά κείμενα γιά τήν κατήχηση τῶν ἀνθρώπων πού ἔχουν τέτοια ἐνδιαφέροντα, ἀλλά καί γιά ἕναν γενικότερο προβληματισμό. Ὁ λόγος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἀναγκαῖο νά βρίσκεται ἐκεῖ πού οἱ ἄνθρωποι ψάχνουν. Ἡ φωνή τῆς Ἀλήθειας εἶναι ἀνάγκη νά βρεθεῖ δίπλα τους. Ὅμως οἱ συνθῆκες τῆς καθημερινότητας, πολλές φορές, δέν δίνουν τήν δυνατότητα οὔτε κἄν νά διαβάσει ὁ ἄνθρωπος γιά λίγη ὥρα, ἔστω καί μέσω διαδικτύου. Αὐτή ἡ σκέψη μᾶς ἔκανε νά προχωρήσουμε σέ μιά σειρά ὁμιλιῶν μέ τόν τίτλο «Ἄκου ἕνα βιβλίο». Μέ τόν τρόπο αὐτό μπορεῖ κάποιος πράγματι νά ἀκούσει ἀποσπάσματα γραπτῶν θεολογικῶν ἤ ἱστορικῶν κειμένων ἐπενδυμένων μέ μουσική ὑπόκρουση. Λοιπόν κάθε Σάββατο «ἄκου ἕνα βιβλίο»!