τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
†Τῇ ἡμέρᾳ αὐτῇ, μνείαν πάντων τῶν ἀπ’ αἰῶνος κοιμηθέντων εὐσεβῶς, ἐπ’ ἐλπίδι ἀναστάσεως ζωῆς αἰωνίου, οἱ θειότατοι Πατέρες ἐθέσπισαν.
Ἡ Ἐκκλησία ἁγιοπατερικά ἔχει καθιερωμένα Ψυχοσάββατα στά ὁποῖα μνημονεύονται ὅλοι οἱ εὐσεβεῖς ἀπό ἀρχῆς τοῦ κόσμου μέχρις ἐσχάτων. Τό πρῶτο Ψυχοσάββατο τό ὅρισαν οἱ θεόπνευστοι Ἅγιοι Πατέρες τήν Κυριακή τῆς Απόκρεω ἐκ φιλανθρωπίας κινού-μενοι, γιά νά προσευχόμαστε ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἐκείνων πού δέν ἔγιναν μνημόσυνα. Τό δεύτερο Ψυχοσάββατο τό τελεῖ ἡ Ἐκκλησία ἐννέα ἡμέρες μετά τήν Ἀνάληψη τοῦ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, δηλαδή τό Σάββατο πρό τῆς Πεντηκοστῆς. Κατά τήν τέλεση τοῦ «κοινοῦ» Μνημοσύνου τούτου, ἡ Ἐκκλησία μνημονεύει ὅλους τούς κοιμηθέντες εὐσεβῶς ἀπό Ἀδάμ τοῦ προπάτορος μέχρι σήμερα.
Προσεύχεται ὑπέρ αὐτῶν ἡ Μητέρα Ἐκκλησία καί δέεται τοῦ ἀνα-ληφθέντος στούς Οὐρανούς καί καθεσθέντος ἐκ δεξιῶν τοῦ Πατρός, νά τούς ἀξιώσει κατά τήν φρικτή τῆς Κρίσεως ὥρα, νά δώσουν κα-λή ἀπολογία εἰς Αὐτόν πού θά κρίνει ὅλη τήν γῆ. Νά παρασταθοῦν ἐκ δεξιῶν Του στή χαρά μέ τήν μερίδα τῶν δικαίων καί στήν φωτει-νή τάξη τῶν Ἁγίων. Νά γίνουν ἄξιοι κληρονόμοι τῆς Βασιλείας Του. Καί δέν εὔχεται μόνο γιά τούς Χριστιανούς, διότι κανείς δέν ἦταν χριστιανός ἀπό Ἀδάμ μέχρι Χριστοῦ, ἀλλά γιά ὅλους τούς ἀνθρώ-πους. Κατ’ αὐτό τόν τρόπο καί τήν τάξη καί πράξη αὐτή, τήν ἐκ-κλησιαστική-τελετουργική, φανερώνεται μέ ἐνάργεια ἡ ἄπειρη ἀγά-πη τῆς Ἐκκλησίας γιά ὅλο το γένος τῶν ἀνθρώπων. Ἀναφέρει σχετι-κά ὁ ἱερός Δαμασκηνός ὅτι: «ὁ Θεός θέλει πολύ νά εὐεργετούμεθα ὅλοι ἀπό ὅλους καί ζῶντες καί μετά θάνατον». Καί ὁ ἱερός Χρυσό-στομος γράφει: «Δέν προσφέρονται ἄσκοπα οἱ προσφορές (Θεῖες Λειτουργίες) γιά τούς ἀπελθόντας, οὔτε οἱ ἐλεημοσύνες. Ὅλα αὐτά τά ἔχει προστάξει τό Ἅγιο Πνεῦμα, διότι θέλει νά ὠφελούμεθα ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον. Ὠφελεῖται ἐκεῖνος ἀπό ἐσένα καί ἐσύ ἀπό ἐκεῖνον. Νά μήν ἀμφιβάλλεις ὅτι ὁ νεκρός θά κερδίσει κάποια ὠφέ-λεια…». Καί ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων χαρακτηρίζει «μεγί-στην τήν ὄνησιν», πολύ μεγάλη τήν ὠφέλεια πού προέρχεται ἀπό τήν ὑπέρ τῶν κεκοιμημένων «εὐχήν καί ἱκεσίαν» κατά τήν θεία καί ἀναίμακτη λατρεία.
Ὁ Θεὸς τῶν πνευμάτων καί πάσης σαρκός, ὁ τῶν ὁρωμένων καὶ τῶν ἀοράτων ποιητής, ὁ κατά τήν ἀπόρρητόν Σου βουλήν ἑνώ-σας ψυχήν καί σῶμα, καί πάλιν κατά τό θέλημα τῆς Σῆς ἀγαθότητος διαλύων τό πλάσμα Σου, ὅ ἐποίησας, καί τόν μέν χοῦν, τῷ χοΐ ἀνα-λύων, τό δέ πνεῦμα πρός Αὐτόν προσκαλούμενος, καί κατατάσσων μοναῖς μέχρι τῆς ἀναστάσεως καί ἀποκαλύψεως τοῦ μονογενοῦς Σου Υἱοῦ· Αὐτός, Δέσποτα, ἀντιλαβοῦ τῆς ψυχῆς τοῦ δούλου Σου καί ἀναγαγών αὐτήν ἐκ τοῦ κοσμικοῦ σκότους καί τῆς ἐξουσίας τῶν ἀντικειμένων δυνάμεων ρυσάμενος· κατάταξον ἐν χώρῳ φωτει-νῷ, ἐν χώρᾳ ζώντων, ὅθεν ἀπέδρα ὀδύνη, λύπη καί στεναγμός· συγ-χώρησαι αὐτῷ τά ἁμαρτήματα, συγγνώμην παρασχών τοῖς ἀνθρω-πίνοις πλημμελήμασιν, ἐν δέ τῇ χάριτί Σου διαφυλάξας· μνήσθητι καί τῶν συνεληλυθότων τιμῆσαι τό ὁμοιοπαθές, καί λογῆσαι αὐτοῖς τόν κόπον καί τήν σπουδήν εἰς ἔργον δικαιοσύνης καί τῶν πενθούν-των καί ἀδημονούντων μνήσθητι Κύριε, καί παρεκάλεσον αὐτῶν τήν καρδίαν, καί παραμυθησάμενος, ἐλέησον αὐτούς καί ἡμᾶς καί σῶσον ἐν τῇ ἐνδόξῳ Σου βασιλείᾳ. Ὅτι πρέπει Σοί πᾶσα δόξα, τιμή καί κράτος καί μεγαλοπρέπεια, τῷ Πατρί καί τῷ Υἱῷ καί τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι, νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν!
† Μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἱλαρίωνος τοῦ Νέου, ἡγουμένου τῆς μονῆς τῶν Δαλμάτων.
Ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων, ὁ Νέος, ἐγεννήθηκε, τό 775 μ.Χ., στήν Καππαδοκία, ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί ἐνάρετους, τόν Πέτρο, προμη-θευτή τοῦ ἄρτου τῶν ἀνακτόρων, καί τήν Θεοδοσία, παρά τῶν ὁποίων ἔτυχε ἐπιμελοῦς καί θεοσεβοῦς μορφώσεως. Σέ ἡλικία εἴκο-σι ἐτῶν, ὑπό θείου ζήλου κινούμενος, ἐγκατέλειψε τά ἐγκόσμια, μεταβάς δέ στή μονή τοῦ Ξηροκαμπίου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἐκάρη μοναχός. Στή συνέχεια μετέβη στή μονή τῶν Δαλμάτων1, ὅπου ἔγινε μεγαλόσχημος καί ἀργότερα ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτε-ρος, ἐκτιμώμενος καί ἀγαπώμενος ἀπό ὅλους τούς συμμοναστές του γιά τίς μεγάλες ἀρετές του. Μετά τό θάνατο τοῦ ἡγουμένου τῆς μο-νῆς, ὁ Ἱλαρίων ἐγκατέλειψε κρυφά αὐτήν καί κατέφυγε στή μονή τῶν Καθαρῶν, γενόμενος δεκτός μέ μεγάλο σεβασμό ἀπό τούς μονα-χούς.
Πληροφορηθέντες τό καταφύγιό του οἱ μοναχοί τῆς μονῆς τῶν Δαλμάτων, παρεκάλεσαν τόν Πατριάρχη Νικηφόρο νά φροντίσει περί τῆς ἐπανόδου του στή μονή. Πράγματι δι’ αὐτοκρατορικῆς δια-ταγῆς ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων ἐπανῆλθε στή μονή ὡς ἡγούμενος καί ἀρχι-μανδρίτης αὐτῆς. Ἐπί ὀκτώ ἔτη διηύθυνε τήν κοινότητα μέ μεγάλη σύνεση καί ἀδελφοσύνη καί κατέστησε αὐτήν ἀληθινό προπύργιο τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἔτσι, ὅταν ἀνῆλθε στόν αὐτοκρατορικό θρόνο ὁ εἰκονομάχος αὐτοκράτορας Λέων Ε΄ ὁ Ἀρμένιος (813-820 μ.Χ.) καί ἐξαπέλυσε τό διωγμό κατά τῶν ἁγίων εἰκόνων, μεταξύ τῶν μονῶν, οἱ ὁποῖες ἐπρωτοστάτησαν στήν ἀντίδραση κατά τοῦ ἀνοσίου τούτου μέτρου τοῦ αὐτοκράτορος, ὑπῆρξε καί ἡ μονή τῶν Δαλμάτων. Κληθείς γι’ αὐτό στά ἀνάκτορα ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων, ἔλεγξε σφοδρῶς τόν βασιλέα γιά τήν ἀσεβῆ ἔναντι τῶν εἰκόνων συμπεριφορά του, ἡ ὁποία, τήν μέν Ἐκκλησία ἀδικοῦσε, τό δέ κράτος χωρίς αἰτία ἐτάρασσε. Τόσο ὁ αὐτοκράτορας, ὅσο καί ὁ διαδεχθείς τόν Νικηφόρο στόν πατρι-αρχικό θρόνο εἰκονομάχος Θεόδοτος Α΄ ὁ Κασσιτερᾶς (815-821 μ.Χ.), μάταια προσπάθησαν νά πείσουν τόν Ὅσιο Ἱλαρίωνα νά προσχωρήσει στήν πλάνη καί νά καταστρέψει τίς ἅγιες εἰκόνες. Αὐ-τός παρέμενε στῦλος ἄσειστος στήν Ὀρθόδοξη πίστη του.
Ἀκολούθως ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων συνελήφθη, ἐφυλακίσθηκε καί ἐξορίσθηκε, κατ’ ἀρχάς μέν στή μονή τοῦ Φονέως, στή συνέχεια δέ στή μονή τοῦ Κυκλοβίου, ὅπου παρέμεινε ἐπί δύο ἔτη. Ἐξακολου-θῶν νά ἐμμένει στήν Ὀρθόδοξη πίστη του, μεταφέρθηκε καί ἐκλεί-σθηκε στή φυλακή τῶν Νουμέρων, ἀπό ὅπου, ἀφοῦ πολλές φορές ἐμαστιγώθηκε καί ποικιλότροπα ἐκακοποιήθηκε, ἐξορίσθηκε στό φρούριο τῶν Ποτιόλων.
Τό 820 μ.Χ., ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων ἐλευθερώθηκε ὑπό τοῦ διαδεχ-θέντος τόν Λέοντα Μιχαήλ Β΄ Τραυλοῦ (820-829 μ.Χ.) καί παρέμεινε φιλοξενούμενος, ἐπί ἑπτά ἔτη, κάποιας εὐσεβοῦς γυναίκας. Τό 830 μ.Χ., κατόπιν διαταγῆς τοῦ διαδεχθέντος τόν Μιχαήλ εἰκονομάχου αὐτοκράτορος Θεοφίλου (829-842 μ.Χ.) συνελήφθη ἐκ νέου καί ἀφοῦ ποικιλότροπα ἐκακοποιήθηκε καί διαπομπεύθηκε, ἐξορίσθηκε στή νῆσο Ἀφουσία. Μετά τόν θάνατο τοῦ Θεοφίλου, ἡ σύζυγος αὐ-τοῦ αὐτοκράτειρα Θεοδώρα ἐπανέφερε τή γαλήνη στήν Ἐκκλησία, διά τῆς ἀναστηλώσεως τῶν ἁγίων εἰκόνων, καί ἀνεκάλεσε ἀπό τήν ἐξορία ὅλους τούς Ὁμολογητές καί Ὅσιους Πατέρες.
Ἔτσι ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων ἐπανῆλθε στήν μονή του καί, ἀφοῦ τήν ἐδιοίκησε θεοφιλῶς καί θεαρέστως ἐπί τρία ἔτη, τό 845 μ.Χ., ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, σέ ἡλικία ἑβδομήντα ἐτῶν.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Ρωμύλου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ρωμύλος προχειρίσθηκε Ἐπίσκοπος ἀπό τόν Ἀπόστολο Πέτρο. Ἐμαρτύρησε στήν Φλωρεντία τῆς Ἰταλίας ἐπί αὐ-τοκράτορος Δομιτιανοῦ (81-96 μ.Χ.)2.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων παρθενομαρτύρων Ἀρχελαῒ-δος, Θέκλας καί Σωσάννης, τῶν ἐν Σαλέρνο τῆς Ἰταλίας.
Οἱ Ἁγίες Παρθενομάρτυρες Ἀρχελαῒς, Θέκλα καί Σωσάννα κατάγονταν ἀπό τήν Ρώμη καί ἀσκήτευαν θεοφιλῶς σέ ἕνα μονα-στήρι κοντά στήν Ρώμη. Κατά τήν διάρκεια τῶν διωγμῶν, ἐπί αὐτο-κράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.), ἐνεδύθησαν ἐνδύματα λαϊ-κῶν, γιά νά διαφύγουν τή σύλληψη, καί κατέφυγαν στήν Καμπανία. Ἀφοῦ ἐγκατεστάθησαν σέ ἕνα ἔρημο τόπο, συνέχισαν τή ζωή τῆς ἀσκήσεως καί τῆς προσευχῆς. Ὁ Θεός, βλέποντας τήν ὁσιότητα τοῦ βίου τους καί τήν καθαρότητα τῆς καρδίας τους, τίς ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας. Ἔτσι ἐθεράπευσαν πολλούς ἀσθε-νεῖς καί μετέστρεψαν στόν Χριστό πολλούς εἰδωλολάτρες.
Ὅταν ὁ ἔπαρχος ἐπληροφορήθηκε γι’ αὐτές, ἔδωσε ἐντολή νά συλληφθοῦν καί νά ὁδηγηθοῦν στό Σαλέρνο. Τίς ἀπείλησε μέ βασανιστήρια καί θάνατο, ἐάν δέν ἀρνοῦνταν τήν πίστη τους στόν Χριστό καί τίς διέταξε νά θυσιάσουν στά εἴδωλα. Μέ πνευματική ἀνδρεία καί ἔχουσα τήν ἐλπίδα της πρός τόν Κύριο, ἡ Ἀρχελαῒς ἀρνήθηκε καί κατήγγειλε δημοσίως τήν ψευδῆ θρησκεία τῶν εἰδώ-λων. Κατόπιν τούτου ὁ ἔπαρχος διέταξε νά ρίψουν τήν Ἁγία στά πεινασμένα θηρία. Ὅμως οἱ λέοντες, ἀντί νά τήν κάνουν κομμάτια, τήν ἐπλησίασαν καί μέ τρυφερότητα ἔπεσαν στούς πόδες της. Ὁ ἔπαρχος, βλέποντας τό γεγονός αὐτό, διέταξε τόν ἐγκλεισμό τῶν τριῶν παρθένων στή φυλακή. Οἱ βασανιστές ἄρχισαν τά βασανι-στήρια. Μέ αἰχμηρά ἐργαλεῖα σιδήρου ἄρχισαν νά καταξεσκίζουν τίς σάρκες τῶν Ἁγίων Μαρτύρων καί νά χύνουν καυτή πίσσα στίς πληγές τους. Οἱ Ἁγίες προσεύχοντας πρός τόν Κύριο καί ξαφνικά ἕνα οὐράνιο φῶς περιέλουσε τή φυλακή καί ἀκούσθηκε ἡ φωνή τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ νά λέγει: «Μή φοβᾶσθε. Ἐγώ εἶμαι ἐδῶ, κοντά σας». Ὅταν ἠθέλησαν, μετά ἀπό αὐτό, οἱ δήμιοι νά συντρί-ψουν τίς κεφαλές τους μέ βαρειά πέτρα, Ἄγγελος Κυρίου ὤθησε αὐτή πρός τήν κατεύθυνση τῶν βασανιστῶν, οἱ ὁποῖοι ἐφονεύθη-σαν. Ἕνας δικαστής διέταξε τόν ἀποκεφαλισμό τῶν Ἁγίων, ἀλλά οἱ στρατιῶτες ἀρνήθηκαν νά ὑπακούσουν. Οἱ Ἁγίες, φοβούμενες γιά τή ζωή τῶν στρατιωτῶν πού ἀρνήθηκαν, τούς παρεκάλεσαν νά ἐκτελέσουν τήν ἐντολή τοῦ δικαστοῦ. Ἔτσι ἀποκεφαλίσθηκαν, τό ἔτος 293 μ.Χ., καί ἔτσι ἔλαβαν τόν ἀμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυ-ρίου καί εἰσῆλθαν στή χαρά τοῦ Κυρίου καί Νυμφίου τους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀττάλου, τοῦ Θαυματουργοῦ.
Εἶναι ἄγνωστο ἀπό ποῦ καταγόταν καί πότε ἔζησε ὁ Ὅσιος Ἄτταλος. Ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τόν κόσμο, ἔγινε μοναχός, διακρινόταν δέ γιά τήν ἀσκητικότητα τοῦ βίου καί τή μεγάλη εὐσπλαγχνία του, τήν ὁποία ἐξεδήλωνε πρός κάθε λογικό ἤ ἄλογο ὄν. Ἕνεκα τούτων εἶχε προικισθεῖ ἀπό τόν Θεό διά τῆς θαυματουργικῆς χάριτος καί ἐπιτελοῦσε πλεῖστα θαύματα διά τῆς προσευχῆς του. Προαισθανθείς τό τέλος του, ἐζήτησε τόν τελευταῖο ἀσπασμό ἀπό τούς συμμονα-στές του καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῶν ἁγίων πέντε παρθενομαρτύρων Βαλερίας ἤ Βαρερίας, Κυρίας, Μάρθας, Μαρίας καί Μαρκίας, τῶν ἐκ Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης.
Οἱ Ἁγίες Παρθενομάρτυρες Βαλερία ἤ Βαρερία, Κυρία, Μάρ-θα, Μαρία καί Μαρκία, κατάγονταν ἀπό τήν Καισάρεια τῆς Πα-λαιστίνης καί εἶναι ἄγνωστο πότε ἄθλησαν. Ἐβαπτίσθηκαν Χριστι-ανές καί διέμενεναν στήν ἴδια οἰκία, ὅπου καί ἐπερνοῦσαν τίς ἡμέ-ρες τους μέ νηστεῖες καί προσευχές. Καταγγελθεῖσες για τή Χρι-στιανική πίστη τους στόν ἔπαρχο Καισαρείας, συνελήφθησαν, ἀρνηθεῖσες δέ νά θυσιάσουν στά εἴδωλα ὑπεβλήθησαν σέ σειρά φρι-κτῶν βασανιστηρίων, τά ὁποῖα ἀγόγγυστα ὑπέμειναν μέχρι τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου αὐτῶν3.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Γελασίου.
Ὁ τόπος καταγωγῆς καί ὁ χρόνος ἀθλήσεως τοῦ Ἁγίου Μάρ-τυρος Γελασίου εἶναι ἄγνωστα. Αὐτός, κατά τούς χρόνους τῶν δι-ωγμῶν, καταλήφθηκε ἀπό θεῖο ζῆλο, διεμοίρασε τά ὑπάρχοντά του στούς πτωχούς καί, ἀφοῦ ἐνδύθηκε λευκά ἱμάτια ἐπισκεπτόταν τούς διωκόμενους καί βασανιζόμενους Χριστιανούς, ἐζητοῦσε τίς εὐχές τους, κατασπαζόταν τίς πληγές τους, τούς ἐνεθάρρυνε στό μαρτύριό τους καί ἐφρόντιζε γιά τόν εὐπρεπῆ ἐνταφιασμό τους. Συλληφθείς, ἕνεκα τούτων, ἀπό τούς εἰδωλολάτρες καί, ἀφοῦ ὁμολόγησε τόν Χριστό ὡς Ἀληθινό Θεό, ἐβασανίσθηκε καί τέλος, ἀποκεφαλί-σθηκε.
Ἔτσι ὁ Ἅγιος Μάρτυς Γελάσιος ἔλαβε τόν ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀνοῦμ τοῦ Σημειοφόρου, ἐν Αἰγύπτῳ ἀσκήσαντος.
Εἶναι ἄγνωστο ἀπό ποῦ καταγόταν ὁ Ὅσιος Ἀνοῦμ, ὁ Σημει-οφόρος. Ἔζησε κατά τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. καί ὑπῆρξε φημισμένος ἀσκητής τῆς Αἰγυπτιακῆς ἐρήμου, στή Ραϊθώ. Σοφά αὐτοῦ Ἀπο-φθέγματα εὑρίσκονται στό Λαυσαϊκόν, στόν Εὐεργετινό καί τόν Παράδεισο τῶν Πατέρων.
Ἀπό τά Ἀποφθέγματα αὐτά ἀναφέρουμε ἕνα:
«Πήγαμε στό ἐρημητήριο τοῦ ἀδελφοῦ πού μᾶς ἐκάλεσε, τό ὁποῖο ἀπεῖχε γύρω στό ἕνα μίλι, κ’ ἐκεῖ ξερουκαστήκαμε ἀρκετά παίρνοντας καινούργια δύναμη γιά τήν πορεία μας. Ἐκεῖνος ὁ μο-ναχός μᾶς διήγήθηκε, πώς, στόν τόπο πού ἀσκήτευε τώρα, ζοῦσε κάποιος γέροντας, ὀνομαζόμενος Ἀμοῦν, κοντά στόν ὁποῖον ὁ ἴδι-ος μαθήτεψε. Ὁ Ἀββᾶς ἐκεῖνος ἦταν φημισμένος γιά τά πολλά θαύ-ματα πού εἶχε κάμει σ’ ἐκείνη τήν περιοχή.
Σ’ αὐτόν τόν Γέροντα εἶχαν ἐπιτεθεῖ πολλές φορές οἱ ληστές, κλέβοντας ψωμιά καί ἄλλα τρόφιμα. Μιά μέρα, λοιπόν, βγαίνει ὁ Γέροντας στήν ἔρημο, βρίσεκι δυό μεγάλα φίδια καί τά φέρνει μαζί του, στό ἐρημητήριό του. Ἐκεῖ, τά ἔβαλε νά κάθονται μπροστά στήν πόρτα καί νά φυλάγουν. Ὅταν, κάποια στιγμή, ἔφθασαν κατά τή συνήθειά τους οἱ φονιάδες καί εἶδαν αὐτό τό μέγα παράδοξο, ἔμειναν ἀπό ἔκπληξη μ’ ἀνοιχτό τό στόμα κ’ ἔπεσαν καταγῆς.
Βγῆκε τότε ὁ Γέροντας καί τούς βρῆκε νά τά’ χουν χαμένα, μισοπεθαμένοι σχεδόν. Τούς ἀνασήκωσε κι ἄρχισε νά τούς κατηγο-ρεῖ λέγοντάς τους: «Βλέπετε, πόσο εἶστε ἀγριώτεροι ἀκόμη κι ἀπό αὐτά τά θηρία; Διότι, ἐνῶ αὐτά φοβοῦνται τό Θεό καί ὑπακούουν στά θελήματά μας, ἐσεῖς οὔτε τό Θεό φοβηθήκατε οὔτε τήν εὐλά-βεια καί τόν κόπο τῶν Χριστιανῶν λυπηθήκατε».
Ὕστερα ἀπ’ αὐτά τά λόγια, ὁ Γέροντας τούς ἔμπασε στό κελ-λί του, ὅπου τούς ἔβαλε νά φᾶνε, καί τούς συμβούλευσε ν’ ἀλλά-ξουν τρόπο ζωῆς. Καί τότε οἱ ληστές μετανόησαν γιά τήν προηγού-μενη ζωή τους κ’ ἔγιναν κι ἀπό πολλούς μοναχούς καλύτεροι. Καί, μάλιστα, δέν ἄργησε πολύ νά ρθεῖ καιρός πού ἄρχισαν κι αὐτοί νά κάνουν παρόμοια θαύματα»4.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Φωτᾶ.
Ὁ Ὅσιος Φωτᾶς, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ζαρλαθίου, ἐπισκόπου Τούαμ τῆς Ἰρλανδίας.
Ὁ Ἅγιος Ζαρλάθιος ἐγεννήθηκε τό 445 μ.Χ. στήν Ἰρλανδία καί θεωρεῖται ἱδρυτής καί προστάτης τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Τούαμ τῆς χώρας αὐτῆς. Καταγόταν ἀπό τήν οἰκογένεια Κονμάϊσνε, πού ἦταν ἡ ἰσχυρότερη τῆς περιοχῆς τοῦ Γκάλγουεϊ κατά τήν περίοδο ἐκείνη. Ἔμαθε τά ἱερά γράμματα ἀπό ἕναν ὅσιο γέροντα καί ἀργότερα ἵδρυσε μονή μέ σχολεῖο κοντά στό Τούαμ. Μεταξύ τῶν μαθητῶν του συγκαταλέγονται ὁ Ὅσιος Βρενδανός ὁ Ἀναχωρητής († 16 Μαῒου) καί ὁ Ὅσιος Κολμᾶνος († 24 Νοεμβρίου). Ὁ Ἅγιος ἐξελέγη Ἐπίσκο-πος τοῦ Τούαμ καί ὁ Θεός τόν εὐλόγησε, ἀπό τή μεγάλη ἄσκηση καί τήν ἀδιάλειπτη προσευχή, μέ τό χάρισμα τῆς προφητείας. Ἐκοιμή-θηκε μέ εἰρήνη περί τό 550 μ.Χ. (στίς 26 Δεκεμβρίου ἤ στίς 2 Φεβρουαρίου τοῦ ἑπομένου ἔτους). Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει τή μνήμη του κατά τήν ἡμέρα αὐτή, διότι κατ’ αὐτή ἔγινε ἡ μετακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ στό ναό πού ἐκτίσθηκε πρός τιμήν του στό Τούαμ5.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Κουδβαλίου, ἐπισκόπου Ἄλεθ τῆς Οὐαλλίας.
Ὁ Ἅγιος Κουδβάλιος ἐγεννήθηκε τόν 6ο αἰώνα μ.Χ. στήν Οὐαλλία καί ἀπό τήν παιδική του ἡλικία ἀφιερώθηκε στόν Θεό. Ἔγινε ἡγούμενος μεγάλου μοναστηριοῦ ἐπί τῆς βραχώδου νήσου Πλέκιτ, ὅπου συγκέντρωσε 188 μοναχούς. Κατόπιν ἀποσύρθηκε σέ ἔρημο τόπο τῆς Κορνουάλλης, ἀλλά καί πάλι ἡ φήμη τῆς ἁγιότητός του προσείλκυσε πλῆθος μοναχῶν, μέ ἀποτέλεσμα νά ἱδρυθεῖ ἐκεῖ μία ἐξ ἴσου μεγάλη μονή. Ποθώντας ὁ Ἅγιος τήν ἡσυχία ἀποσύρθη-κε στή Βρεττάνη, ὅπου ἐπιδόθηκε σέ σκληρούς πνευματικούς ἀγῶ-νες προσφέροντας τόν ἑαυτό του θυσία εὐάρεστη στόν Θεό. Ἐχειρο-τονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ἄλεθ καί ὡς λύχνος φαεινός κα-τηύγασε τίς ψυχές τοῦ ποιμνίου του. Ὅταν, λόγῳ γήρατος, δέν μπο-ροῦσε νά ἐκτελέσει τά ἐπισκοπικά καθήκοντά του, παραιτήθηκε καί ἀποσύρθηκε σέ ἐρημητήριο μαζί μέ λίγους μαθητές του.
Ὁ Ἅγιος Κουδβάλιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη περί τό τέλος τοῦ 6ου ἤ τίς ἀρχές τοῦ 7ου μ.Χ. αἰῶνος6.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἰωνᾶ, ἐπι-σκόπου τῆς Μεγάλης Περμίας.
(Βλ. † 29 Ἰανουαρίου).
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ ἀνακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Βασιλείου, ἐπισκόπου Μανγκαζίας τῆς Σιβηρίας, τοῦ Θαυματουργοῦ.
(Βλ. † 22 Μαρτίου).
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Παϊσίου, τοῦ Οὔγκλιχ.
Ὁ Ὅσιος Παῒσιος τοῦ Οὔγκλιχ ἐγεννήθηκε στήν περιοχή Tβέρ τῆς Ρωσσίας κοντά στήν πόλη Kαζίν, καί ἦταν ἀνηψιός τοῦ Ὁσίου Μακαρίου (Καλυαζίν, † 17 Μαρτίου). Μετά ἀπό τό θάνατο τῶν γο-νέων του, ὅταν ἦταν ἕνδεκα ἐτῶν, ἐπῆγε στό μοναστήρι τοῦ θείου του, ὅπου ἔγινε μοναχός. Ὑπό τήν πνευματική καθοδήγηση τοῦ Ὁσίου Μακαρίου, ὁ Παῒσιος ἐδιδάχθηκε τά τῆς μοναχικῆς πολι-τείας, τήν ὑπακοή, τή νηστεία καί τήν προσευχή, καί ἀσχολήθηκε μέ τήν ἀντιγραφή πνευματικῶν βιβλίων καί συγγραμμάτων τῶν Πατέ-ρων. Ἔτσι προόδευσε πολύ στήν πνευματική ζωή.
Γιά τό λόγο αὐτό, τό 1464, μετά ἀπό ἐπιθυμία καί παράκληση τοῦ πρίγκηπος Ἀνδρέου, ἵδρυσε μία κοινοβιακή μονή κοντά στό Οὔγκλιχ, καί τό 1489 τή μονή τοῦ Ἁγίου Νικολάου.
Μετά ἀπό θεοφιλή ἄσκηση, ὁ Ὅσιος Παῒσιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό 1504, καί ὁ Θεός τόν ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῶν θαυμά-των.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἰωνᾶ, τοῦ Κλιμέζσκ.
Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς (κατά κόσμον Ἰωάννης) ἀπό τήν παιδική του ἡλικία ἀγάπησε τό μοναχικό βίο καί ἀφιερώθηκε στόν Θεό γενό-μενος μοναχός. Ὡς ἐκπλήρωση ἑνός τάματός του ἵδρυσε τή μονή τῆς Ἁγίας Τριάδος τοῦ Κλιμέζσκ στήν Ρωσσία. Ὅταν, τό 1490, ἐξέσπα-σε θύλελλα καί ἐκεῖνος εὑρισκόταν ταξιδεύοντας μέσα στά νερά τῆς λίμνης Ὀμέγκα, τήν ὥρα πού ἐκινδύνευε ἡ ζωή του, παρεκάλεσε τόν Θεό νά τόν σώσει καί ὑποσχέθηκε νά ζήσει τό ὑπόλοιπο τοῦ βίου του μέ μετάνοια καί προσευχή. Ὁ Θεός εἰσάκουσε τήν προσευχή του καί ἡ βάρκα ὁδηγήθηκε μέ ἀσφάλεια στίς ὄχθες τῆς λίμνης. Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος εὑρῆκε μέ θαυματουργικό τρόπο καί μία ἱερά εἰκόνα. Ἔτσι ἵδρυσε τή μονή αὐτή στήν ὁποία ἀνήγειρε δύο ἐκκλησίες, τή μία ἀφιερωμένη στήν Ἁγία Τράδα καί τήν ἄλλη στόν Ἅγιο Νικόλαο, Ἀρχιεπίσκοπο Μύρων τῆς Λυκίας.
Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό 1534. Τά ἱερά λείψανά του μετεκομίσθησαν στό ναό τῶν Ἁγίων Ζαχαρίου καί Ἐλισάβετ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τοῦ Ποιμένος, ἐν Ρωσσίᾳ.
Ἡ ἱερά εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ὀνομάζεται «τοῦ Ποιμένος», ἐπειδή τήν ἔφερε ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη στήν Ρωσσία, τό ἔτος 1381, ὁ Μητροπολίτης Μόσχας Ποιμήν. Ἀπό τήν εἰκόνα τῆς Παναγίας ἔτρεχε μῦρο, τό ὁποῖο ἐθεράπευε πολλούς ἀσθενεῖς πού προσεύχονταν μέ ἀληθινή πίστη καί ἐπικαλοῦνταν τή χάρη της.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη θαύματος τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, γενομένου ἐν Ἀλεξανδρείᾳ.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!