τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
† Μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Ἀλεξάνδρου καί Ἀντωνίνης.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀλέξανδρος καί Ἀντωνίνα κατάγονταν ἀπό τήν πόλη τῶν Κοδράμων ἤ Κροδάμων ἤ Καρδάμων καί εἶναι ἄγνωστο πότε ἄθλησαν. Ἀπό αὐτούς ἡ Ἀντωνίνη, ἀφιερωθεῖσα στόν Χριστό, διῆγε βίο σώφρονα, λατρεύουσα τόν Θεό καί κατα-γινομένη σέ ἀγαθοεργίας καί ἐλεημοςῦνες, ἑλκύουσα διά τῶν ἔργων καί τῶν λόγων της εἰδωλολάτριδες γυναῖκες πρός τόν Χριστιανισμό. Γιά τή θεοφιλή αὐτή δράση της καταγγέλθηκε στόν ἡγεμόνα Φῆστο καί ἐκλείσθηκε σέ οἶκο ἀνοχῆς πρός διαφθορά, ἐπειδή ὁμολόγησε τό Ὄνομα τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ παρέμεινεν ἐπί τρεῖς ἡμέρας νηστική καί στή συνέχεια ὁδηγήθηκε ἐκ νέου ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος. Ἐμμένου-σα ὅμως στήν ὁμολογία της, ἀφοῦ ἐμαστιγώθηκε σκληρά, ἐκλεί-σθηκε καί πάλι στό διαφθορεῖο. Πληροφορηθείς τό γεγονός αὐτό ὁ νεαρός Χριστιανός Ἀλέξανδρος, ὁ ὁποῖος ἔτρεφε μεγάλη ἐκτίμηση πρός τήν Ἀντωνίνη γιά τόν ὅσιο βίο καί τά θεῖα χαρίσματά της, προσῆλθε στό διαφθορεῖο καί ὑπό τό πρόσχημα ἀκολάστου δῆθεν πράξεως, εὑρῆκε τήν Ἀντωνίνη. Ἀμέσως τήν ἔντυσε μέ τόν χιτώνα του, ἐκάλυψε τήν κεφαλή της καί τήν ἐφυγάδευσε. Μετά ἀπό λίγο ὅμως προσῆλθαν μεθυσμένοι στρατιῶτες, πού ἐστάλησαν ἀπό τόν ἡγεμόνα, γιά νά ἐπιτύχουν βίαια τήν ἀτίμωση τῆς Ἀντωνίνης. Ἀντ’ αὐτῆς ὅμως εὑρῆκαν τόν Ἀλέξανδρο. Ἐξοργισθέντες οἱ στρατιῶτες, ἀφοῦ ἐκακοποίησαν τόν Ἀλέξανδρο, τόν ὁδήγησαν δεμένο ἐνώπιον τοῦ Φήστου, πρός τόν ὁποῖο ὁ Μάρτυς ὁμολόγησε τήν ὑπ’ αὐτοῦ φυγάδευση τῆς Ἀντωνίνης καί ἐξήγησε σέ αὐτόν τούς λόγους οἱ ὁποῖοι τόν ὁδήγησαν στήν πράξη του. Ἔξαλλος ἀπό τό θυμό ὁ ἡγε-μόνας διέταξε τή σκληρή μαστίγωση τοῦ Ἀλεξάνδρου καί τήν πάσῃ θυσίᾳ ἀνεύρεση τῆς Ἀντωνίνης, ἡ ὁποία συνελήφθη καί ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ Φήστου. Ὁ ἄρχοντας διέταξε καί τούς ἀπέκοψαν τά ἄκρα τῶν χειρῶν καί τῶν ποδῶν. Στή συνέχεια ἄλειψαν τούς Μάρ-τυρες μέ πίσσα καί ἔρριψαν αὐτούς μέσα σέ λάκκο μέ φωτιά, ὅπου καί εὑρῆκαν μαρτυρικό θάνατο.
Τά λείψανά τους μεταφέρθηκαν ἀργότερα στήν Κωνσταντι-νούπολη καί κατετέθησαν στή μονή Μαξιμίνου1, ὅπου καί ἐτελεῖτο ἡ Σύναξις αὐτῶν.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Νεανίσκου, τοῦ Σοφωτάτου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Νεανίσκος κατάγόταν ἀπό τήν Ἀλεξάνδρει-α καί εἶναι ἄγνωστο πότε ἄθλησε. Νέος ὡραιότατος καί σοφώτατος, ἐμφορούμενος ἀπό γνήσια Χριστιανική πίστη, συνανεστρεφόταν τούς δούλους του ὡς ἴσος, συμπροσευχόταν μέ αὐτούς καί τούς ἐδίδασκε τό θεῖο λόγο. Μεταξύ αὐτῶν ὑπῆρχε καί μία δούλη εἰδω-λολάτρισσα, ὡραιοτάτη, ἡ ὁποία, μή δυναμένη νά ἑλκύσει πρός ἑαυτήν τόν Νεανίσκο, πρός ἱκανοποίησιν τῶν ἀκολάστων πόθων της, τόν κατήγγειλε στόν ἡγεμόνα Μάξιμο ὡς Χριστιανό. Κατόπιν τούτου ὁ Νεανίσκος συνελήφθη καί ἀφοῦ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος ὁμολόγησε τήν χριστιανική του πίστη. Εὐθύς ὁ Μάξιμος διέταξε τό σκληρό αὐτοῦ βασανισμό, ὁ ὁποῖος διήρκεσε ἐπί ἑπτά συνεχεῖς ἡμέρες, καί τήν δι’ ἀποκεφαλισμοῦ θανάτωσή του. Ὁδη-γούμενος στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου του, ὁ Νεανίσκος εἶδε μεταξύ τοῦ πλήθους καί τήν δούλη ἡ ὁποία τόν ἐπρόδωσε. Τότε, ἀφοῦ ἐκάλεσε αὐτή κοντά του του, ἔβγαλε ἀπό τό δάκτυλό του βαρύτιμο δακτυλίδι καί τό ἐπέδωσε σέ αὐτή ὡς δεῖγμα τῆς εὐγνωμοσύνης του, διότι διά τῆς καταγγελίας της θά μετέβαινε πλησίον Ἐκείνου, τόν Ὁποῖο τόσο ἐποθοῦσε. Ἤρεμος καί περιχαρής ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ προ-σευχήθηκε, ἔτεινε τόν αὐχένα πρός τόν δήμιο καί ἔτσι ἔλαβε τόν ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Κρίσπουλου καί Ρεστιτούτου.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Κρίσπουλος καί Ρεστιτοῦτος, κατά τήν παράδοση, ἐμαρτύρησαν πιθανῶς στήν Ρώμη ἐπί αὐτοκράτορος Νέ-ρωνος (54-68 μ.Χ.)2. Κατά τό Ρωμαϊκό Μαρτυρολόγιο αὐτοί ἐτε-λειώθηκαν μαρτυρικά στήν Ἱσπανία3.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Γετούλου καί Ἀμανδίου, τῶν αὐταδέλφων, καί τῶν σύν αὐτοῖς Κερεάλου, καί Πριμιτίβου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Γέτουλος ἦταν σύζυγος τῆς Ἁγίας Συμφο-ρόσης († 18 Ἰουλίου), ἐκ Τιβούρων τοῦ Λατίου. Συνελήφθη τό ἔτος 120 μ.Χ., ἐπί αὐτοκράτορος Ἀδριανοῦ (117-138 μ.Χ.), καί ἐπειδή ἀρνήθηκε νά θυσιάσει στά εἴδωλα ἐτελειώθηκε μαρτυρικά μετά τοῦ ἀδελφοῦ του Ἀμανδίου καί τῶν Ἁγίων Κερεάλου καί Πριμιτίβου. Τά ἱερά λείψανα αὐτῶν ἐνταφίασε ἡ Ἁγία Συμφορόσα4.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Βασιλείδου, Τρίπου, Μανδάλου καί τῶν σύν αὐτοῖς.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βασιλείδης, Τρίπος καί Μάνδαλος ἐμαρτύ-ρησαν μαζί μέ ἄλλους εἴκοσι Χριστιανούς στήν Ρώμη, ἐπί αὐτο-κράτορος Αὐρηλιανοῦ (270-275 μ.Χ.), τό 275 μ.Χ. Οἱ τρεῖς ὑπάρχου-σες ἁγιολογικές πηγές περί τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Βασιλείδου εἶναι μεταγενέστερες καί ἀναξιόπιστες. Ἐπί τοῦ τάφου του, ἐπί τῆς Αὐρη-λίας ὁδοῦ, εἶχε ἱδρυθεῖ βασιλική, πού δέν διασώθηκε5.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Τιμοθέου, ἐπισκόπου Προύσης.
Εἶναι ἄγνωστο ἀπό ποῦ καταγόταν ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Τι-μόθεος, Ἐπίσκοπος Προύσης. Ἄθλησε κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτο-κράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (360-362 μ.Χ.), τό 361 μ.Χ. Ὡς ἐπίσκοπος Προύσης διακρινόταν γιά τή ζῶσα εὐσέβεια καί τόν ἀκοίμητο ζῆλο του πρός στήριξιν τοῦ ποιμνίου του καί τήν περι-φρούρηση αὐτοῦ ἀπό τίς διάφορες αἱρέσεις. Μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ ἡ φήμη του εἶχε διαδοθεῖ πολύ πέραν τῶν ὁρίων τῆς Ἐπισκοπῆς του. Ὅταν ὁ Ἰουλιανός ἐξαπέλυσε τό διωγμό κατά τῶν Χριστιανῶν, ὁ Τιμόθεος εὑρέθηκε μεταξύ τῶν πρώτων ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἀντέστησαν στίς ἀποφάσεις τοῦ ἀσεβοῦς αὐτοκράτορος, καταπολεμώντας τά ἀνόσια αὐτοῦ διατάγματα μέ παρρησία καί τόλμη. Ἕνεκα τῆς σθεναρᾶς αὐτῆς ἀντιστάσεώς του, ὁ Ἰουλιανός ἀπέστειλε ἐκπρόσωπό του, γιά νά πείσει τόν Τιμόθεο νά ὑπακούσει στίς αὐτοκρατορικές διαταγές καί νά συμμορφωθεῖ πρός αὐτές, ἀπαρνούμενος τόν Χριστό. Ὁ Τιμόθεος ὅμως ἐδήλωσε πρός τόν ἀπεσταλμένο τοῦ αὐτοκράτορος ὅτι δέν δέχεται διαταγές ἀντιβαί-νουσες πρός τίς Χριστιανικές ἀρχές, ἔλεγξε δέ τόν Ἰουλιανό γιά τήν ἀποστασία του. Γιά τή στάση του αὐτή καταδικάσθηκε σέ θάνατο καί ἀποκεφαλίσθηκε.
Ναός τοῦ Ἁγίου Τιμοθέου ὑπῆρχε ἐντός τοῦ νοσοκομείου τοῦ «ἐν τῷ Δευτέρῳ» τῆς Κωνσταντινουπόλεως6.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Ζαχαρίου, τοῦ ἐν Νικομηδείᾳ.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ζαχαρίας ἐμαρτύρησε, ἄγνωστο πότε, στήν Νικομήδεια7.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἀλεξίου, ἐπι-σκόπου Βιθυνίας.
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος, Ἐπίσκοπος Βιθυνίας, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀπολλώ.
Ὁ Ὅσιος Ἀπολλώ ἦταν Ἐπίσκοπος καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων Θεοφάνους καί Πανσέμνης.
Οἱ Ὅσιοι Θεοφάνης καί Πανσέμνη κατάγονταν ἀπό τήν Ἀντιόχεια, ἀπό γονεῖς εἰδωλολάτρες, καί εἶναι ἄγνωστο πότε ἔζη-σαν. Ὁ Θεοφάνης, ἀφοῦ ἐνυμφεύθηκε σέ ἡλικία δέκα πέντε ἐτῶν, μετά τρία ἔτη ἐχήρευσε, συνάψας δέ σχέσεις μέ τούς Χριστιανούς, ἀσπάσθηκε τή Χριστιανική πίστη καί ἐβαπτίσθηκε. Μετά τή βά-πτισή του ἀποσύρθηκε σέ μικρό κελλί, ἔξω ἀπό τήν πόλη εὑρισκό-μενο, ὅπου ἐπιδόθηκε στήν ἄσκηση καί τήν προσευχή. Πληροφο-ρηθείς ὅτι μία πόρνη, πού ὀνομαζόταν Πανσέμνη, παρέσυρε πολ-λούς στήν ἀκολασία καί τήν ἀπώλεια, ἀπεφάσισε νά μεταστρέψει αὐτήν ἀπό τήν ὁδό τῆς ἀπώλειας πρός τήν ὁδό τῆς σωτηρίας. Ἀφοῦ ἐπί πολύ χρόνο ἐσκέφθηκε πῶς νά ἐνεργήσει, μία ἡμέρα ἔβγαλε τά πτωχικά ἐνδύματά του καί ἀφοῦ ἐφόρεσε λαμπρά φορεσιά μετέβη σέ συνάντησή της. Ἐλθών στήν οἰκία της καί πληροφορηθείς παρ’ αὐτῆς, ὅτι ἐπί δώδεκα ὁλόκληρα ἔτη ἐξασκοῦσε τό αἰσχρό τοῦτο ἐπάγγελμα, ἀφοῦ τῆς ἐξέθεσε τά ἀγαθά τοῦ ἔντιμου καί ἐνάρετου βίου, τῆς ἐζήτησε νά γίνει σύζυγός του. Οἱ λόγοι καί ἡ πρόταση τοῦ Θεοφάνους ἄρχισαν νά δημιουργοῦν σοβαρές σκέψεις στήν Πανσέ-μνη, μία δέ ἀλλαγή διεφάνηκε στή στάση της. Τό γεγονός τοῦτο ἀντιληφθείς ὁ Θεοφάνης, ἐξέθεσε πρός αὐτήν τά θεῖα διδάγματα τοῦ Χριστοῦ περί γάμου καί παρθενίας καί ἀπεχώρησε, γιά νά δώσει σέ αὐτήν καιρό νά σκεφθεῖ. Μετά τίς τρεῖς ἡμέρες, ἀφοῦ ἐπανῆλθε καί εὑρῆκε αὐτήν μεταμορφωμένη, τῆς ἐξέθεσε τή χριστιανική πίστη καί τῆς ἐζήτησε νά γίνει Χριστιανή καί νά βαπτισθεῖ. Τόση ἦταν ἡ θέρμη καί ἡ πειστικότητα τῶν λόγων του, ὥστε ἡ Πανσέμνη συγκα-τετέθηκε καί ἐζήτησε νά τῆς ὑποδείξει μέ ποιό τρόπο ἦταν δυνατόν νά πραγματοποιηθεῖ τοῦτο. Τότε ὁ Θεοφάνης τή συνέστησε σέ γέρο-ντα πνευματικό, ὁ ὁποῖος, μετά τήν κατάλληλη διδαχή καί κατήχη-ση, τήν ἐβάπτισε. Ἀμέσως ἡ Πανσέμνη διεμοίρασε τά ὑπάρχοντά της στούς πτωχούς καί ἀποσυρθεῖσα σέ κελλί, τό ὁποῖο τῆς εἶχε ἑτοι-μάσει ὁ Θεοφάνης, ἐπιδόθηκε σέ ἔργα θεοφιλῆ καί σκληροτάτη ἄσκηση καί προσευχή πρός ἐξιλέωσιν τῶν ἁμαρτιῶν της. Τόσο εἰλι-κρινής ἦταν ἡ μετάνοιά της καί τόσο προόδευσε σέ ἀρετή καί ὁσιό-τητα, ὥστε ἀξιώθηκε ἀπό τόν Θεό καί διά τῆς θεραπευτικῆς χάρι-τος. Ἔτσι, θεοφιλῶς καί μέ ὁσιότητα ἀφοῦ ἔζησε, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνῃ. Μετά ἀπό λίγες ἑβδομάδες ἀκολούθησε αὐτήν καί ὁ Θεο-φάνης.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Κανίδου, τοῦ ἐκ Καππαδοκίας.
Ὁ Ὅσιος Κανίδης καταγόταν ἀπό τήν Καππαδοκία καί ἐγεν-νήθηκε ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς, τόν Θεόδοτο καί τήν Θεοφανώ. Ἔζησε κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου Α΄ τοῦ Μεγάλου (379-395 μ.Χ.) καί σέ ἡλικία ἑπτά ἐτῶν ἐγκατέλειψε τήν πατρική οἰ-κία καί κατέφυγε σέ σπήλαιο ἐπί τοῦ ἐκεῖ πλησίον ὄρους εὑρισκό-μενο, ὅπου παρέμεινε καθ’ ὅλη τή διάρκεια τοῦ βίου του, νηστεύων, προσευχόμενος καί μελετῶν τά ἱερά γράμματα. Ἡ φήμη τῆς ὁσιό-τητος καί τῆς ἀρετῆς του προσείλκυε πολλούς πιστούς ἐξαιτού-μενους τήν εὐλογία καί τίς σοφές συμβουλές του. Ἔζησε ἑβδομῆντα τρία ἔτη μέ αὐστηρά ἄσκηση καί προσευχή καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρή-νη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Ἀστερίου, ἐπι-σκόπου Πέτρας τῆς Ἀραβίας.
Ὁ Ἅγιος Ἀστέριος, Ἐπίσκοπος Πέτρας τῆς Ἀραβίας, ἔζησε κατά τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. καί ἐμαρτύρησε ἀπό τούς Ἀρειανούς, ὄχι ὡς ἀναφέρεται στό Ρωμαϊκό Μαρτυρολόγιο ἐπί αὐτοκράτορος Κων-σταντίου8 (337-361 μ.Χ.), ἀλλ’ ἐπί Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361-363 μ.Χ.). Ἔλαβε μέρος στή Σύνοδο τῆς Σαρδικῆς (347 μ.Χ.) καί συνέγραψε τήν ἱστορία μέ τίς δολοπλοκίες τῶν αἱρετικῶν Ἀρει-ανῶν. Συμμετεῖχε στή Σύνοδο τῆς Ἀλεξανδρείας, τό 362 μ.Χ., καί ἐπελέγη γιά νά εἶναι ὁ κομιστής τῆς ἐπιστολῆς τῶν ἀποφάσεων τῆς Συνόδου πρός τήν Ἐκκλησία τῆς Ἀντιοχείας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Βασσιανοῦ, ἐπισκόπου Λόντι τῆς Ἰταλίας.
Ὁ Ἅγιος Βασσιανός ἦταν φίλος τοῦ Ἁγίου Ἀμβροσίου, Ἐπι-σκόπου Μεδιολάνων († 7 Δεκεμβρίου) καί γενναῖος ἀγωνιστής κατά τοῦ Ἀρειανισμοῦ. Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό 409 μ.Χ., ἀφοῦ ἐποί-μανε τήν Ἐπισκοπή του ἀπό τό 374 μ.Χ.9
† Τῇ αὐτῆ ἡμέρᾳ, μνήμη ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Κενσουρίου, ἐπι-σκόπου Ὠξέρρης.
Ὁ Ἅγιος Κενσούριος, μαθητής τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ, Ἐπισκό-που Ὠξέρρης († 31 Ἰουλίου), ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως τῆς Ὠ-ξέρρης κατά τά ἔτη 448-486 μ.Χ. καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη. Τό τίμιο λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στό ναό τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ10.
† Τῇ αὐτῆ ἡμέρᾳ, μνήμη ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἰλλαδανοῦ, ἐπι-σκόπου Ράθλιχεν τῆς Ἰρλανδίας.
Ὁ Ἅγιος Ἰλλαδανός ἔζησε τόν 6ο αἰώνα μ.Χ. καί ἦταν Ἐπί-σκοπος τῆς πόλεως Ράθλιχεν στό Ὄφφαλυ τῆς Ἰρλανδίας. Ἐκοιμή-θηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῆ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἰθαμερίου, ἐπισκόπου Ρότζεστερ.
Ὁ Ἅγιος Ἰθαμέριος ἔζησε τόν 7ο αἰώνα μ.Χ. καί ἐγεννήθηκε στήν πόλη Κέντ τῆς Ἀγγλίας. Ἦταν μοναχός, ἱστορικός καί ἀκόλου-θος τοῦ Ἁγίου Βεδέα († 27 Μαΐου). Ἦταν ὁ πρῶτος Ἀγγλο-Σάξωνας Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ρότζεστερ καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό 656 μ.Χ11.
† Τῇ αὐτῆ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἐβρεμουνδίου, ἐν Φοντεναί τῆς Γαλλίας ἀσκήσαντος.
Ὁ Ἅγιος Ἐβρεμούνδιος ἐγεννήθηκε στήν πόλη Μπαϋώξ τῆς Γαλλίας καί ἦταν ἔγγαμος αὐλικός στό παλάτι. Ἀπό ἀγάπη πρός τό μοναχικό βίο, μέ τή συγκατάθεση τῆς συζύγου του, πού ἀκολούθησε καί αὐτή τήν ὁδό τοῦ μοναχισμοῦ, ἐγκατέλειψε τά ἐγκόσμια καί ἔγινε μοναχός. Ἵδρυσε διάφορα μοναστήρια στήν περιοχή Φοντε-ναί-Λουβέ στήν Ἐπισκοπή τοῦ Σαγίου12 καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό 720 μ.Χ13.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Βαρλαάμ, ἡγουμένου τῆς μονῆς Χουτίνσκϊυ τῆς Ρωσσίας.
Βλ. † 6 Νοεμβρίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Φιλοθέου, μητροπολίτου Τομπόλσκ τῆς Ρωσσίας.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται, ἐπίσης, σήμερα, ἑορτή τῆς Συνάξεως ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς εὑρέσεως τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Βασιλείου, ἐπισκόπου Ριαζάν καί Μούρωμ.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται, ἐπίσης, σήμερα, ἑορτή τῆς Συνάξεως ὅλων τῶν Ἁγίων τοῦ Ριαζάν τῆς Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Σιλουανοῦ, τοῦ ἐν Κιέβῳ ἀσκήσαντος.
Ὁ Ὅσιος Σιλουανός ἔζησε κατά τόν 13ο καί 14ο αἰώνα μ.Χ, στήν Οὐκρανία καί ἀσκήτεψε στή Λαύρα τοῦ Κιέβου. Μέ τήν προ-σευχή του ἀκινητοποίησε ἐπί τρεῖς ἡμέρες κάποιους ληστές, οἱ ὁποῖοι εἶχαν μεῖ στή Λαύρα ἀπό τούς κήπους αὐτῆς, γιά νά ληστέψουν τή μονή καί τούς Πατέρες. Ὅταν αὐτοί μετανόησαν, τούς ἀπελευθέ-ρωσε.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τή μνήμη του τήν δευτέρα Κυριακή μετά τήν Πεντηκοστή, ἑορτή τῶν ἁγίων Πατέρων τῶν ἐγγύς καί μακράν τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, καί στίς 28 Αὐγού-στου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Νεκταρίου, ἐπισκόπου Τομπόλσκ.
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος (κατά κόσμον Νικόλαος Παύλοβιτς Τελι-άσιν) ἐγεννήθηκε στήν περιφέρεια τοῦ Ὀστάσκωβ, τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Τβέρ, ἀπό οἰκογένεια χωρικῶν. Τό 1599 κατέφυγε στό ἐρημη-τήριο τοῦ Ἁγίου Νείλου του Στυλίτου, ὅπου τό 1601 ἔγινε μοναχός καί τό 1613 ἐχειροτονήθηκε ἱερέας, ἀποκτώντας σπουδαία παιδεία, μαθαίνοντας τή λατινική καί τήν ἑλληνική γλώσσα καί σπουδά-ζοντας ρητορική καί φιλοσοφία.
Κατά τά ἔτη 1614-1636, διετέλεσε ἡγούμενος τοῦ ἐρημητηρίου καί τό ὀργάνωσε μέ ὑποδειγματικό πνευματικό τρόπο, ὥστε νά γίνει γνωστό καί θαυμαστό πνευματικό καταφύγιο σέ ὅλη τή Ρωσσική γῆ. Ὁ Ἅγιος διακρινόταν γιά τή βαθειά πνευματικότητά του καί τήν ἀγάπη του πρός τή μελέτη. Ἔτσι ὀργάνωσε ὁ ἴδιος μέ προσωπικό ἐνδιαφέρον καί ζῆλο τήν πλούσια βιβλιοθήκη τῆς μονῆς. Ἀντέγραψε ἔτσι, μέ προσωπική του χειρόγραφη ἐργασία, τά ἔργα τῶν Ὁσίων Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου καί Ἐφραίμ τοῦ Σύρου.
Ὡς ἡγούμενος τῆς μονῆς συνδέθηκε μέ τήν αὐτοκρατορική αὐλή τῶν Ρωμανώφ καί μεταξύ τῶν ὑποστηρικτῶν καί τῶν προ-στατῶν του ἦταν ὁ τσάρος Μιχαήλ Φεντόροβιτς. Ὁ Ἅγιος Νεκτά-ριος ὑπήρξε ἄλλωστε καί ὁ ἀνάδοχος τοῦ μελλοντικοῦ τσάρου Ἀλε-ξίου Μιχαήλοβιτς καί μετά καί ἀπό ἐπιθυμία τῶν ὑψηλῶν προστα-τῶν αὐτοῦ, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος ὑπό τόν τίτλο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Τομπόλσκ τῆς Σιβηρίας14. Ἡ χειροτονία του ἐτελέσθηκε τό 1636 ἀπό τόν Πατριάρχη Ἰωάσαφ Α΄15, στήν Μόσχα.
Τόν ἴδιο χρόνο ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἐγκαθίσταται στό Τομπόλ-σκ καί ἐργάζεται σκληρά γιά τήν πνευματική καί οἰκονομική ἀνά-πτυξη τῆς νεοσυσταθείσης Ἐπισκοπῆς του. Ὡς σκληρός ἀσκητής, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀφιερωμένος στήν προσευχή, δυσανασχετοῦσε ἀπό τίς συμπεριφορές τοῦ ποιμνίου του, λαϊκῶν καί κληρικῶν, πού κάτω ἀπό τόν πειρασμό τῆς ἐξουσίας, πολλές φορές ἠθέλησαν νά τόν ἐμπλέξουν στίς δολοπλοκίες τους. Κουρασμένος ἀπό τό βάρος τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιὠματος καί τῶν εἰς βάρος του συμπεριφορῶν, τό 1637, ἐζήτησε ἀπό τόν τσάρο νά τοῦ ἐπιτρέψει νά ἀποσυρθεῖ. Κατό-πιν πολλῶν αἰτήσεών του κατάφερε τελικά, τό 1639, νά γίνει ἀπο-δεκτή ἡ παραίτησή του. Ἐλεύθερος, λοιπόν, ἀπό τά ποιμαντικά του καθήκοντα ἐπέστρεψε στό ἐρημητήριο τοῦ Ὁσίου Νείλου τοῦ Στυ-λίτου, ὅπου καί ἔζησε ὡς ἕνας ἁπλός μοναχός, χωρίς νά ἀναλάβει ὁποιαδήποτε διοικητική εὐθύνη, μέχρι τό 1647, ὁπότε καί ἀνέλαβε ἐκ νέου τά καθήκοντα τοῦ ἡγουμένου.
Μέ τήν ευλογία τοῦ Πατριάρχου, τή βοήθεια τοῦ τσάρου καί τῶν εὐγενῶν τῆς Μόσχας ἐβοήθησε ὥστε νά διαδοθεῖ ἡ εὐλάβεια πρός τόν Ἅγιο Νεῖλο τόν Στυλίτη.
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, στίς 15 Ιανουαρίου 1667, καί ἡ ἐξόδιος Ἀκολουθία ἐτελέσθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Ἀντιοχείας καί ἄλλους Ἐπισκόπους. Ὁ ἴδιος ὁ τσάρος ἀκολούθησε τήν ἐκφορά τοῦ ἱεροῦ λειψάνου του στούς δρόμους τῆς Μόσχας. Ὁ Ἅγιος ἐνταφιάσθηκε στό ἐρημητήριο τοῦ Ἁγίου Νείλου τοῦ Στυ-λίτου.
Τό 1984, κατά τή σύσταση τῆς ἑορτῆς πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας, μεταξύ των τιμωμένων Ἁγίων, συγκαταλέχθηκε καί ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, τοῦ ὁποίου ἡ ἱερά μνήμη ἑορτάζεται καί σήμερα, ἡμέρα τῆς Συνάξεως ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Συμεών, μη-τροπολίτου Σμολένσκ καί Ντορογκομπούζ.
Ὁ Ἅγιος Συμεών (Μολιούκωφ) καταγόταν ἀπό τήν Σιβηρία καί ἐγεννήθηκε στήν πόλη Τομπόλ. Ἀπό νεαρά ἡλικία ἔγινε μοναχός στή μονή τῶν Ἁγίων Βόριδος καί Γκλέμπ τοῦ Ροστώβ καί ἀργότερα ἐχειροθετήθηκε ἀρχιμανδρίτης καί τοποθετήθηκε στή μονή τοῦ Νίζνϊυ-Νόβγκοροντ. Ἐδῶ προέκοψε κατά Θεόν στήν εὐσέβεια καί τήν ἀρετή. Ἔτσι, μέ τή Χάρη τοῦ Κυρίου, στίς 9 Απριλίου 1676 ἐχειροτονήθηκε στήν Μόσχα Ἐπίσκοπος Σμολένσκ.
Ἡ ἐπαρχία τοῦ Σμολένσκ, ἤδη ἀπό τό 1612, ὑπέφερε πολύ ἀπό τούς Οὐνίτες, πού μέ τή βοήθεια τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν ἐπίεζαν τό ὀρθόδοξο ποίμνιο. Ἔτσι τό ἔργο τοῦ Ἁγίου Συμεών δέν ἦταν εὔκολο. Ἀμέσως ὁ Ἅγιος ἐφρόντισε γιά τήν ἀνέγερση νέου καθε-δρικοῦ ναοῦ, ὁ ὁποῖος ἐτελείωσε τό ἑπόμενο ἔτος, τό 1677. Μέ τόν ἴδιο ἔνθεο ζῆλο ὁ Ἅγιος συνέχισε τό ἔργο τῆς ἀνεγέρσεως νέων ναῶν στήν πολύπαθη ἐπαρχία του.
Μετά τό θάνατο τοῦ τσάρου Ἀλεξίου Μιχαήλοβιτς, ὁ Ἅγιος Συμεών ἐξορίσθηκε στή μονή τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὅταν ἀποφυλα-κίσθηκε, μετά δύο ἔτη περίπου, συνέχισε νά ἐργάζεται ἄοκνα ὑπέρ τοῦ ποιμίου του.
Ὁ Ἅγιος Συμέων ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό 1699, καί ἐντα-φιάσθηκε στόν καθεδρικό ναό τοῦ Σμολένσκ.
† Τῇ αὐτῆ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Κοσμᾶ, τοῦ διά Χριστόν σα-λοῦ.
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ἐγεννήθηκε στήν πόλη Βερχοτούρε τῆς περι-φέρειας τῆς Περμίας τῆς Ρωσσίας. Ὁ πατέρας του ἦταν ἔμπορος καί ἡ μητέρα του κόρη ἱερέως. Ἐγεννήθηκε μέ πρόβλημα στά πόδια καί περπατοῦσε μέ πατερίτσες. Ἀπό μικρή ἡλικία προσπαθοῦσε νά βιώσει τό μυστήριο τῆς σαλότητος. Τίς νύχτες συνέχεια ἔφευγε ἀπό τό σπίτι, γιά νά προσεύχεται μόνος του, καί ὅπως συμβαίνει μέ τούς σαλούς, τόν ἐκυνηγοῦσαν οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως. Μιά φορά τόν εἶ-δαν νά φεύγει ἀπό τά παιδιά, πού τόν κατεδίωκαν πετώντας πέ-τρες, ἀπό τό ποτάμι, πού ἦταν στό δρόμο του, καί τό ἐπέρασε «σάν νά περνοῦσε ἀπό στεριά».
Ἦταν πονόψυχο παιδί ἀπό μικρή ἡλικία καί δέν ἔχανε ποτέ τή Θεία Λειτουργία, πού ἐτελεῖτο στό ναό.
Ὁ μακάριος Κοσμᾶς ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, στίς 8 Δεκεμβρίου 1680, καί ἐνταφιάσθηκε δίπλα στόν περίβολο τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Τριάδος τῆς πόλεως Βερχοτούρε, στό παρεκκλῆσι τῶν Ἁγίων Κο-σμᾶ καί Δαμιανοῦ. Τό παρεκκλήσιο ἐπάνω στόν τάφο του ἔκτισε μία θεοσεβούμενη γυναίκα, πού ἦταν χήρα. Ὁ Ἅγιος ἐμφανίσθηκε στό ὄνειρό της ὡς νεαρός ἄνδρας 25-30 ἐτῶν, ξυπόλητος, μέ ἕνα μακρύ πουκάμισο. Τῆς εἶπε ὅτι τόν λένε Κοσμᾶ καί τήν παρακάλεσε νά σκεπάσει τόν τάφο, γιά νά τόν προστατέψει ἀπό τά ζῶα πού ἔβοσκαν ἐκεῖ.
Γιά τήν ἡμέρα τῆς κοιμήσεως τοῦ μακαρίου Κοσμᾶ ὑπάρχουν καί ἄλλες πληροφορίες. Θεωρεῖται, ὅτι ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς συμμετεῖχε στή μετακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Συμεών τῆς Βερχο-τούρε ἀπό τό χωριό Μερκούσινσκιϊ στό ναό Νικολάγεβσκι, στίς 12 Σεπτεμβρίου 1704. Εἶναι ἀξιοσημείωτο, ὅτι στίς παλαιές εἰκόνες, πού ἀπεικονίζουν τή μεταφορά τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Συμεών, ὑπάρχει ἕνας σαλός μέ πατερίτσες.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται σήμερα, ἑορτή τῆς Συνάξεως ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἰωάννου, μητροπολίτου Τομπόλσκ καί πάσης Σιβηρίας.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης (Μαξίμοβιτς) ἐγεννήθηκε στήν πόλη Νεζχί-νο τῆς Ρωσσίας, τό 1651, ἀπό τόν Μάξιμο Βασίλεβιτς καί τήν Εὐ-φροσύνη. Ἡ οἰκογένειά του εἶχε ἑπτά υἱούς καί ὁ Ἰωάννης ἦταν ὁ μεγαλύτερος. Μετά τήν ὁλοκλήρωση τῶν ἐγκύκλιων σπουδῶν του ἐφοίτητσε στήν Ἐκκλησιαστική Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου, ἀπό τήν ὁποία ἀποφοίτησε ὡς διδάσκαλος τῆς λατινικῆς γλώσσας. Τό 1680, ἐκάρη μοναχός στή Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου καί ἀφοσιώ-θηκε στήν ἄσκηση καί τήν προσευχή.
Στό νέο μοναχό ἐδόθηκε, μέ τή συγκατάθεση τῶν ἀδελφῶν τῆς μονῆς, πού ἔβλεπαν τό πνευματικό πρόσωπο τοῦ Ἰωάννου, τό δια-κόνημα τοῦ κηρύγματος. Ἀπό ἐκείνη τή στιγμή ὁ Ἰωάννης ἐπροικί-σθηκε μέ τό χάρισμα τῆς εὐγγλωτίας. Τό κύριο θέμα τῶν ὁμιλιῶν του ἦταν πῶς μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος μέ πνευματική ἀνδρεία νά ἐφαρ-μόσει τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ στή ζωή του, γιά νά κερδίσει τή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἡ πνευματική του μελέ-τη, ὑπό τόν τίτλο «Ἡλιοτρόπιον», ἀπαντᾶ σέ σωτηριολογικά θέμα-τα πού ἀπασχολοῦν τόν πιστό.
Τό 1658, ἀποστέλλεται γιά ἱεραποστολική ἐργασία στήν Μό-σχα. Ἐκεῖ, διορίσθηκε ἀπό τόν Πατριάρχη Ἰωακείμ (1674-1690)16 ὡς ἐφημέριος τῆς μονῆς Μπριάνσκ-Σβένσκ, πού ἦταν κάτω ἀπό τή μονή τῶν Σπηλαίων τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου. Τό 1695, ὁ Ἅγιος Θεοδόσιος († 5 Φεβρουαρίου), Ἀρχιεπίσκοπος Τσέρνιγκωφ, διόρισε τόν ἱερο-μόναχο Ἰωάννη, ὡς ἀρχιμανδρίτη τῆς μονῆς Ἐλέτσκ. Ἐδῶ, ὁ Ἰωάν-νης, πού ἀγαποῦσε καί σεβόταν πολύ τόν Ἅγιο Θεοδόσιο, ἐθερα-πεύθηκε ἀπό σοβαρή ἀσθένεια διά τῆς προσευχῆς τοῦ Ἁγίου. Μόλις ἀσθένησε τό ἀνέφερε ἀμέσως στόν Ἅγιο Ἐπίσκοπο Θεοδόσιο, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωσε ἀμέσως ἐντολή νά συνεχίσει τό διακόνημά του καί νά ἔχει πίστη στόν Θεό. Ὁ Ἰωάννης ἀμέσως ὑπάκουσε στήν ἐντολή τοῦ Ἁγίου Θεοδοσίου, διότι ἐμπιστευόταν τή δύναμη τῆς πίστεώς του πρός τόν Θεό. Τήν ἑπομένη, μετά τό πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας, ὁ Ἰωάννης ἦταν τελείως καλά.
Στίς 10 Ἰανουαρίου 1697, ὁ Πατριάρχης Μόσχας Ἀδριανός (1690-1700)17 ἐξέλεξε τόν Ἰωάννη Ἐπίσκοπο Τσέρνιγκωφ καί ἡ χει- ροτονία ἔγινε στόν καθεδρικό ναό τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Κρεμλίνου. Ὁ Ἰωάννης ἀνέλαβε μέ φόβο Θεοῦ τά καθήκοντά του καί ἔριξε ἰδιαίτερο βάρος στήν πνευματική ἀνύψωση καί καλή ὀργάνωση τῶν ἐκκλησιαστικῶν σχολείων. Θαυμαστή ἦταν ἐπί τῶν ἡμερῶν του ἡ Ἐκκλησιαστική Σχολή τοῦ Τσέρνιγκωφ καί ἡ δραστη-ριότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τυπογραφείου πού ὀργάνωσε.
Ὁ Ἰωάννης ἐπέδειξε ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον καί γιά τούς μονα-χούς τῆς πολιτείας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, καί ἰδιαίτερα γιά τούς ἀδελ-φούς τῆς μονῆς Παντελεήμονος, πρός τήν ὁποία ἀπέστειλε σημαντι-κή βοήθεια.
Τό 1711, Μητροπολίτης πλέον Τομπόλσκ καί πάσης Σιβηρίας, ἐργαζόταν μέ φόβο Θεοῦ γιά τήν πνευματική ἀνύψωση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἀναδιοργάνωσε τό περίφημο ἱεραποστολικό σεμινάριο, πού εἶχε ἱδρύσει πρίν τό 1727 ὁ μακαριστός προκάτοχός του Μη-τροπολίτης Φιλόθεος († 1727), καί συνέχισε τήν ἀποστολική διά-δοση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ μεταξύ τῶν εἰδωλολατρῶν τῆς Σιβηρίας. Τό 1714, ἀνέθεσε στόν ἀρχιμανδρίτη Ἱλαρίωνα (Λεζχάϊσκυ) ἱερα-ποστολική ἐργασία στό μακρινό Πεκῖνο18, ἐνῶ στήν πόλη τοῦ Τομ-πόλσκ ἀνέπτυξε τή συγγραφική καί ἐκδοτική δραστηριότητα.
῾Ο Ἅγιος ᾿Ιωάννης ἀγωνιζόταν πάντοτε νὰ ζεῖ τὴ ζωὴ τοῦ ποι-μνίου του. ᾿Εδίδασκε τὶς ἀλήθειες τῆς χριστιανικῆς πίστεως καὶ ζωῆς σὲ μία μορφὴ προσιτὴ καὶ στοὺς ἁπλούστερους τῶν ἀκροατῶν του, καὶ παρέπεμπε στὶς χαριτόβρυτες δυνάμεις τῆς ᾿Εκκλησίας, οἱ ὁποῖες βοηθοῦν στὴ σταθερὴ βίωση τῆς ὁδοῦ τῆς σωτηρίας. Οἱ ὑψηλὲς ἀρε-τές, μὲ τὶς ὁποῖες καταυγαζόταν ἡ ζωὴ τοῦ ῾Αγίου ᾿Ιωάννου, κατοπ-τρίζονται ἐπίσης στὶς πολλές του συγγραφές, ἕνας κατάλογος τῶν ὁ-ποίων περιλαμβάνει τὰ ἑξῆς ἔργα:
-
Καθρέπτης ᾿Ηθικῆς Διδασκαλίας.
-
Ἀλφαβητάριο τῶν ῾Αγίων.
-
῎Ω! Μητρόθεε Παρθένε.
-
῾Ερμηνεία στὸν Πεντηκοστὸ Ψαλμό.
-
Μελέτη στὸ «Πάτερ ἡμῶν».
-
Οἱ ᾿Οκτὼ Μακαρισμοὶ τοῦ Εὐαγγελίου.
-
῾Η Βασιλικὴ ῾Οδὸς τοῦ Σταυροῦ.
-
Θρησκευτικὲς ᾿Ανταύγειες.
-
῾Ηλιοτρόπιον, 1714.
Τὸ σπουδαιότερο ἔργο του, τὸ ῾Ηλιοτρόπιον, ἄρχισε νὰ συγγρά-φεται ἀπὸ τὸν ῞Αγιο ᾿Ιωάννη, ὅταν ἦταν ἀκόμη καθηγητὴς στὴν Ἀκαδημία τοῦ Πέτρου Μογίλα στὸ Κίεβο. ᾿Εκδόθηκε στὰ λατινικά, μόνον δὲ ἀργότερα, στὸ Τομπόλσκ, ὅταν ὁλοκλήρωσε αὐτὸ στὴν τε-λική του μορφή, τὸ ἐξέδωσε στὰ σλαβονικά. ῾Ο τίτλος εἶναι ἡ ἑλλη-νικὴ λέξη γιὰ τὸν ἡλίανθο. ῾Η εἰκόνα τοῦ ἡλίανθου, ἀγαπητὴ στὸν ῞Αγιο ἀπὸ τὴ νεότητά του, ἦταν γι᾿ αὐτὸν μία ἀναλογία, ἡ ὁποία βοηθεῖ στὴν ἐξήγησητῆς συμφωνίας τοῦ ἀνθρωπίνου θελήματος μὲ τὸ θεῖο θέλημα. ῾Ο ἡλίανθος ἔχει ὡς ἰδιαίτερο χαρακτηριστικὸ τὴν καθημερινὴ περιστροφή του, γιὰ νὰ ἀκολουθήσει τὴν κίνηση τοῦ ἡλίου. ῾Ηλίανθοι ὑπάρχουν παντοῦ στὴ γῆ τῆς νοτίου Ρωσσίας καὶ ὁ ῞Αγιος ᾿Ιωάννης δὲν μποροῦσε παρὰ νὰ ἑλκυσθεῖ ἀπὸ τὸ φυσικὸ συμβολισμὸ ποὺ αὐτοὶ παρέχουν. Τὸ βιβλίο λοιπὸν ῾Ηλιοτρόπιον, ἀσχολεῖται μὲ τὸ θεῖο καὶ τὸ ἀνθρώπινο θέλημα. ᾿Ακολουθοῦν κά-ποια χαρακτηριστικὰ ἀποσπάσματα ἀπὸ αὐτό:
«῾Ο μόνος ἀληθινὸς τρόπος γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῆς εὐτυχίας μας στὴ ζωὴ αὐτὴ καὶ στὴ μέλλουσα, εἶναι ἡ συνεχὴς στροφὴ τῆς προσοχῆς μας ἐντὸς τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἐντὸς τῆς συνειδήσεώς μας, τῶν σκέψεών μας, τῶν λόγων καὶ πράξεων, ὥστε νὰ ἀνυψωθοῦμε στὴν ἀπάθεια· τοῦτο θὰ μᾶς ἀποκαλύψει τὰ λάθη μας στὴ ζωὴ καὶ θὰ μᾶς δείξει τὴ μόνη ἀληθινὴ ὁδὸ τῆς σωτηρίας. Αὐτὴ ἡ ὁδὸς εἶναι ἡ πλήρης παράδοση ὁλοκλήρου τῆς ὑπάρξεώς μας, ὁλοκλήρου τοῦ ἑαυτοῦ μας σὲ ὅλες τὶς περιστάσεις τῆς ζωῆς μας, στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. ῾Ως σύμβολο αὐτῆς τῆς στροφῆς μας στὸν Θεό, μποροῦμε νὰ πάρουμε τὴν ἀνάπτυξη τοῦ ἡλίανθου· ἄς εἶναι αὐτὸ ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν μας. »Χριστιανέ! Παρατήρησε μιὰ γιὰ πάντα πῶς ὁ ἡλί-ανθος ἀκόμη καὶ τὶς κατηφεῖς ἡμέρες ἀκολουθεῖ τὴν καθορισμένη του πορεία, ἀναζητώντας τὸν ἥλιο μὲ τὴν ἀπαράλλακτη ἀγάπη καὶ φυσική του ἕλξη γι᾿ αὐτόν. ῾Ο ἥλιος, ποὺ φωτίζει τὸ δρόμο μας στὸν κόσμο τοῦτο, εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ· δὲν φωτίζει πάντοτε τὸ δρόμο μας στὴν ζωὴ δίχως σύννεφα· συχνὰ οἱ φωτεινὲς ἡμέρες ἀκο-λουθοῦνται ἀπὸ κατηφεῖς· ἐμφανίζονται βροχές, ἄνεμοι, καταιγί-δες… ῞Ομως, ἡ ἀγάπη μας γιὰ τὸν ῞Ηλιο μας, γιὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἄς εἶναι τόσο ἰσχυρή, ὥστε νὰ συνεχίζουμε, ἀναπόσπαστοι ἀπὸ αὐτό, ἀκόμη καὶ στὶς ἡμέρες τῆς δυστυχίας καὶ τῆς θλίψεως, ὅπως τὸν ἡλίανθο στὶς κατηφεῖς ἡμέρες, νὰ πλέουμε ἀπλανῶς στὴ θάλασσα τῆς ζωῆς, ἀκολουθοῦντες τὶς ἐνδείξεις τοῦ «βαρόμετρου» καὶ τῆς «πυξίδας» τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο μᾶς ὁδηγεῖ μέ-σα στὸν ἀσφαλῆ λιμένα τῆς αἰωνιότητος».
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, ὡς ποιμένας, ἦταν ἤρεμος καί ἀτάραχος, εἰλικρινής καί διακριτικός, φιλάνθρωπος καί φιλεύσπλαγχνος. Ἐβο-ηθοῦσε πολύ τούς πτωχούς μοιράζοντάς τους κρυφά, ἐνδεδυμένος ὡς ἁπλός μοναχός, γενναιόδωρες ἐλεημοσῦνες μέ τήν παράκληση νά δεχθοῦν αὐτό πού τούς ἔδινε στό Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τό ἐπισκοπικό οἴκημα ἦταν πάντοτε ἀνοικτό γι’ αὐτούς πού τό ἐχρειά-ζονταν, ὅπως καί ἡ καρδιά του. Ἀκόμη καί τήν ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του, τό 1715, μετά τήν Θεία Λειτουργία, εἶχε παραθέσει τράπεζα πρός τιμήν τῶν κληρικῶν του. Ἀφοῦ τούς διακόνησε ταπεινά ὁ ἴδι-ος, ἐπῆραν τήν εὐχή του καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἀποσύρθηκε στό κελ-λί του. Ὅταν ἐχτύπησε ἡ καμπάνα γιά τόν Ἑσπερινό, ὁ Ἅγιος Ἰω-άννης προσευχόταν γονατιστός. Ἔτσι παρέδωσε τό πνεῦμα του στόν Θεό καί ἐνταφιάσθηκε μέ κάθε εὐλάβεια καί τιμή στό παρεκ-κλῆσι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου τοῦ Καθεδρικοῦ ναοῦ τοῦ Τομπόλσκ. Τά θαύματά του εἶναι τόσο (ἀπό τά ὁποῖα προσo– νομάσθηκε Θαυματουργός), ὥστε λέγεται χαρακτηριστικά, ὅτι «τό μονοπάτι πρός τό λείψανο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου, δέν θά χορταριά- σει ποτέ»!
Σκέψεις τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου.
῾Ο εὐγνώμων καὶ ὁ ἀγνώμων ἄνθρωπος ἔναντι τοῦ Θεοῦ.
«Ἡ εὐχαριστία, στὴν διάρκεια τῆς λύπης, διακρίνει τὸν καλὸ ἀπὸ τὸν κακὸ καὶ δείχνει καθαρὰ τὶ εἶναι ὁ κάθε ἕνας. Οἱ καμπά-νες, πρὶν νὰ ὑψωθοῦν στὴν θέσηι τους ὑψηλά, δοκιμάζονται μὲ σφυροκοπήματα καὶ ὅταν δίδουν ἕναν δυσάρεστο ἦχο, τότε ἀπορ-ρίπτονται. Τέτοιο εἶναι τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ: δὲν ὑψώνει τοὺς ἐκλε-κτούς του στὰ ὕψη, προτοῦ νὰ τοὺς δοκιμάσει μὲ συνεχεῖς σταυ-ροὺς καὶ λύπη, γιὰ νὰ δεῖ τὴν ἀντοχή τους καὶ τὶ εἴδους καὶ πόσο εὐχάριστο ἦχο ἐκπέμπουν. Κάποτε, ὁ Θεὸς δοκίμασε τὴν μεγάλη του «καμπάνα», τὸν ᾿Ιώβ. ῾Η χεῖρα τοῦ Θεοῦ τὸν ἄγγισε. Θέλετε νὰ μάθετε τί ἐργαλεῖο χρησιμοποίησε; Τὴν σφῦρα τοῦ κόσμου, δηλαδὴ τὸν διάβολο. ῞Ομως, τί ἦχο αὐτὴ ἡ «καμπάνα» ἐξέπεμψε; «῾Ο Κύ-ριος ἔδωκεν, ὁ Κύριος ἀφείλατο· εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογη-μένον!» (᾿Ιὼβ α´ 21). Τὶ εὐχάριστος ἦχος! ῞Ομως, ὁ ᾿Ιὼβ ἐπρόκειτο νὰ κτυπηθεῖ καὶ ἄλλο. ᾿Ετέθη κάτω ἀπὸ τὴν δύναμη τοῦ διαβόλου καὶ ὅλο του τὸ σῶμα ἐπλήγη· ἀπὸ κεφαλῆς ἕως ποδῶν ἐκαλύφθη ἀπὸ πληγὲς καὶ σκώληκες καὶ ἐκάθητο στὴν κόπρο… ᾿Ακούσατε τί κτυπήματα δέχθηκε; ᾿Αλλὰ ἀκοῦστε καὶ τὶ φωνὴ ἀνέπεμψε: «Εἰ τὰ ἀγαθὰ ἐδεξάμεθα ἐκ χειρὸς Κυρίου, τὰ κακὰ οὐχ ὑποίσωμεν;» (᾿Ιὼβ β´ 10). ῎Ω, τὶ δυνατὴ φωνή! ῎Ω, τὶ γλυκὺς ἦχος! Ποιός κοιμώμενος δὲν θὰ ξυπνήσει ἀπὸ αὐτήν; (῾Ι. Αὐγουστίνου, Εἰς τὸν Ψαλμὸν 97). Εὐλογημένη εἶναι αὐτὴ ἡ «καμπάνα», ἡ ὁποία ἐξέπεμψε ἕναν τέτοιο εὐλογημένο ἦχο! Αὐτὴ εἶναι ἡ ἔνδειξις τοῦ καλοῦ ἀνθρώπου, τοῦ εὐγνώμονος ἀνθρώπου στὸν Θεό. Καὶ αὐτὸ εἶναι τὸ σημεῖο τοῦ ἀγνώμονος (ἀχαρίστου) ἀνθρώπου: ἄν τοῦ ἔλθει κάποια δυστυχία, παραπονεῖται, θρηνεῖ, ἀντιτίθεται, θλίβεται ὑπερβολικά, ἐπαινεῖ τὶς πράξεις του καὶ ἀποδεικνύει τὴν ἀθωότητά του (῾Ι. ᾿Αντιόχου τοῦ Πανδέκτου, Λόγος ριζ´, Περὶ εὐχαριστίας). Τί περισσότερο θὰ μποροῦσε νὰ λεχθεῖ; ῾Ο καλὸς καὶ ὁ κακὸς εἶναι ὅμοιοι μὲ δύο γε-μᾶτα δοχεῖα, τὸ ἕνα πλῆρες πολυτίμων ἀρωμάτων, καὶ τὸ ἄλλο πλῆ-ρες δυσώδους ὑλικοῦ (῾Ι. Αὐγουστίνου, ᾿Επιστολὴ 111, Πρὸς Θεό-δωρον). ῎Ετσι, ὁ καλὸς καὶ ὁ κακὸς δοκιμάζονται συνεχῶς μὲ δυ-σάρεστα, χωρὶς διάκρισηι· ἐν τούτοις, ἀπὸ τὴν ἴδια αὐτὴ δοκιμασία χωρίζονται ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον ἀπὸ τὴν Πάνσοφη Πρόνοια τοῦ Θεοῦ. Οἱ καλοί, ὅταν τοὺς εὕρει ὁποιαδήποτε δοκιμασία, προσφέ-ρουν εὐχαριστίες στὸν Θεό, ποὺ τοὺς ἀξίωσε τῆς τιμωρίας τους, ἐνῶ ὁ ἀλαζών, ὁ φιλήδονος καὶ ὁ φιλοχρήματος βλασφημοῦν καὶ παραπονοῦνται στὸν Θεό, λέγοντες: «῎Ω,Θεέ, τί κακὸ κάναμε, ὥστε νὰ πάσχουμε τόσο;»!…
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἀντωνίου, ἐπισκόπου Τομπόλσκ τῆς Ρωσσίας.
Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἐγεννήθηκε, τό 1670, στά περίχωρα τοῦ Τσέρνιγκωφ, καί ἦταν γόνος ἱερατικῆς οἰκογένειας, ἡ ὁποία προ-ερχόταν ἀπό παλαιά εύγενική ἐκκλησιαστική καταγωγή. Ἐτε-λείωσε τή Θεολογική Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου, ὅπου καί ἐδίδασκε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης (Μαξίμοβιτς), ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἔγινε προστάτης του. Τό 1700, ἀνέλαβε διευθυντική θέση στήν ἐκκλησιαστική σχολή τοῦ Τσέρνιγκωφ, ἔγινε ἀναπληρωτής τοῦ ἡγουμένου στό μοναστήρι τῶν Ἁγίων Βόριδος καί Γκλέμπ, ἱεροκήρυκας τοῦ Καθεδρικοῦ ναοῦ τῆς πόλεως, ἐνῶ τήν ἐποχή ἐκείνη Ἀρχιεπίσκοπος τῆς περιοχῆς ἦταν ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ( Μαξίμοβιτς). Στήν ἐκκλησιαστική σχολή ἐδίδα-σκε ρητορική καί διαλεκτική, καλύπτοντας κατά διαστήματα τή θέση τοῦ διευθυντοῦ, τοῦ οἰκονόμου καί τοῦ ἐπόπτου. Ἐπί τῶν ἡμερῶν του οἰκοδομήθηκαν καινούργια κτήρια καί ὁ ἴδιος ἐχάρισε στή βιβλιοθήκη τῆς σχολῆς πολλά βιβλία ἀπό τήν προσωπική του συλλογή.
Τό 1705, ἐξέδωσε τή συλλογή, ὑπό τόν τίτλο «Καθρέφτης τῆς Θείας Γραφῆς», πού περιεῖχε τά κηρύγματα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου καί τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου (Μαξίμοβιτς), καθώς καί ἕνα ἰδικό του ποίημα ἀφιερωμένο στό Πάθος τοῦ Σωτῆρος. Τό 1709, ἀφοῦ ἔλαβε τό ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου, ἀνέλαβε τά καθήκοντα τοῦ ἡγουμένου στή μονή τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, πού ὑπαγόταν ἐκκλησιαστικά στήν κανονική δικαιοδοσία τῆς Ἐπισκο-πῆς Τσέρνιγκωφ.
Τό 1713, μετά τή μετάθεση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου (Μαξίμοβιτς) στήν ἐκκλησιαστική ἕδρα τοῦ Τομπόλσκ, ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἐκλέχ-θηκε Ἀρχιεπίσκοπος μέ τή σύμφωνη γνώμη κλήρου καί λαοῦ. Ἡ χει-ροτονία του ἔγινε στόν Καθεδρικό ναό τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεο-τόκου στή Μόσχα.
Ὁ νεοχειροτονηθείς Ἐπίσκοπος δίδει δείγματα γραφῆς ἑνός ἀξιοζήλευτου ποιμένος, ὁ ὁποῖος κηρύσσει συνεχῶς τό θεῖο λόγο στούς ναούς τῆς ἐπαρχίας του. Μέ τήν εὐλογία του θά ἐκδοθεῖ ἡ Καινή Διαθήκη καί χάρη στή βοήθεια συνεργατῶν καί πνευματικῶν του τέκνων, ποιύ ἐργάζονταν στήν ἐκκλησιαστική σχολή, θά τελει-ώσει τή μετάφραση τῆς « Ἱστορίας τῆς Ρώμης», τοῦ Τίτου Λίβιου, ἡ ὁποία παρέμεινε δυστυχῶς μέχρι σήμερα ἀνέκδοτη.
Ἀπό τό 1720 μέχρι τό 1721 προκαλεῖ τήν ὀργή τοῦ τσάρου. Τήν πρώτη φορά, ἐπειδή ἀρνήθηκε νά συνυπογράψει μαζί μέ ἄλλους Ρώσσους Ἐπισκόπους τον Ἐκκλησιαστικό Κανονισμό. Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος τόν ὑπέγραψε μόνο κατόπιν μακρῶν συζητήσεων καί κατόπιν ἀπειλῆς τοῦ Μεγάλου Πέτρου.
Τό 1721, ἐκλέγεται Μητροπολίτης Τομπόλσκ. Στή Σιβηρία, ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος θά ἀφιερωθεῖ μέ ὅλες του τίς δυνάμεις στό ἱερα-ποστολικό ἔργο. Παρά τήν ἀδιαφορία τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ρωσσικῆς Ἐκκλησίας στίς ἐπίμονες ἐκκλήσεις του γιά τήν ἀποστολή νέων ἱεραποστόλων, προκείμενου νά ἐνισχυθεῖ τό ἔργο τοῦ εὐαγγε-λισμοῦ στήν Σιβηρία, ὁ Ἅγιος θά καταφέρει, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ἐνισχύσει τή δράση τῶν ἱεραποστολικών κλιμακίων στήν εὐρύ-τερη περιοχή καί νά τελειώσει τήν ἀνοικοδόμηση τῶν ἐκκλησιῶν, πού θά ἐξυπηρετοῦσαν τίς λειτουργικές ἀνάγκες τῶν νεοφώ-τιστων Χριστιανῶν. Μέ πολλές δυσκολίες ἔστελνε ἱερεῖς στίς πιό ἀπομα-κρυσμένες περιοχές τῆς Σιβηρίας.
Γιά τήν ἀρτιότερη ἐκπαίδευση τῶν κληρικῶν ἱεραποστόλων, ἀναδιοργάνωσε τά προγράμματα σπουδῶν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Τομπόλσκ. Ἐπίσης, ἐγκαινίασε στό Ἰρκούτσκ μία ρωσσο-μογ-γολική σχολή. Ἔφερε μαζί του ἱεροψάλτες ἀπό τήν Οὐκρανία καί τακτικά ἔστελνε μορφωμένους μοναχούς στήν Σιβηρία μέ σκοπό τό κήρυγμα, τήν ἐξάπλωση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί τήν ἑδραίωση τῶν πιστῶν στή ζωή τοῦ Εὐαγγελίου.
Συχνά ἡ ἱεραποστολική δράση τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου συναν-τοῦσε διάφορα ἐμπόδια, πού προκαλοῦσε τίς περισσότερες φορές ἡ σκληρότητα τῶν τοπικῶν ἀρχῶν, ἀλλά καί ἡ ἄγνοια τοῦ κόσμου.
Ὅταν, τό 1727, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἰρκούτσκ ὁ Ἅγιος Ἰννο-κέντιος (Κουλτσίσκι), ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἐμοίρασε τήν Σιβηρία σέ δύο Ἐπισκοπές, κρατώντας γιά τήν ἰδική του ἕδρα ὅσο τό δυνατόν περισσότερα μοναστήρια.
Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἄφησε ὅλα του τά ὑπάρχοντα στήν Ἐκ-κλησία καί τόν κλῆρο τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Τσέρνιγκωφ καί τοῦ Τομ-πόλσκ. Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, στίς 27 Μαρτίου 1740, καί ἐνταφιά-σθηκε στον Καθεδρικό ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας τοῦ Τομπόλσκ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Συνεσίου, τῆς Σιβηρίας.
Ὁ Ὅσιος Συνέσιος ἐγεννήθηκε, τό 1698, στήν Πριλούκα τῆς Ρωσσίας καί ἦταν συνασκητής τοῦ Ἐπισκόπου Ἰρκούτσκ Σωφρο-νίου. Τό 1746, ὁ ἱερομόναχος Συνέσιος ἐκλήθηκε ἀπό τόν Ἐπίσκο-πο Σωφρόνιο νά μεταβεῖ ἀπό τήν Οὐκρανία στήν Ἁγία Πετρούπολη καί νά ἀναλάβει τήν πνευματική εὐθύνη τοῦ ἐρημητηρίου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τό ὁποῖο ἦταν κάτω ἀπό τή διοίκηση τῆς Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκϊι.
Λίγο ἀργότερα ἀκολούθησε τόν Ἐπίσκοπο Σωφρόνιο στό Ἰρκούτσκ, ὅπου, τό 1754, θά λάβει τό ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου καί θά γίνει ἡγούμενος τῆς μονῆς τῆς Ἀναλήψεως.
Ἦταν μέλος τοῦ ὑπό τόν Ἐπίσκοπο Σωφρόνιο ἐκκλησιαστι-κοῦ συμβουλίου καί τόν ἐβοηθούσε πολύ στή διοίκηση τῆς Ἐπισκο-πῆς. Ἐπιμελήθηκε τήν ἀνοικοδόμηση ναῶν στό μοναστήρι τῆς Ἀνα-λήψεως καί γιά τριάντα ὁλόκληρα χρόνια ἀποτέλεσε τό λαμπρό-τερο ὑπόδειγμα ἀσκητοῦ μοναχοοῦ γιά τούς ὑπόλοιπους ἀδελφούς του.
Ὁ Ὅσιος Συνέσιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, στίς 10 Μαΐου 1787, καί ἐνταφιάσθηκε παραπλεύρως τοῦ Ἁγίου Βήματος τοῦ Καθο-λικοῦ τῆς μονῆ. Ἡ φήμη τοῦ Ὁσίου ἐξαπλώθηκε σέ ὅλη τήν περιοχή λόγω τῶν πολλῶν θαυμάτων πού, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἔκανε.
Τό 1984, ὅταν ἡ Ρωσσική Ἐκκλησία καθιέρωσε τήν ἑορτή τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας, μεταξύ αὐτῶν συμ-περιέλαβε καί τό ὄνομα τοῦ Ὁσίου Συνεσίου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Πέτρου, τοῦ Τόμσκ.
Ὁ Ὅσιος Πέτρος (Ἀλέξεβιτς Μικούριν) ἐγεννήθηκε στήν Ρωσ- σία, τό 1800, ἀπό οἰκογένεια εὐγενῶν. Σέ νεαρά ἡλικία κατατάχθη- κε στό στρατό, ἀλλά ἡ θητεία τοῦ δέν ἐκράτησε πολύ, διότι ἀκο- λούθησε μία αὐστηρή ζωή ἀσκήσεως καί ἀδιάλειπτης προσευχῆς ἐπικαλούνενος συνεχῶς τό Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ. Ἐπιδόθηκε στή μελέ-τη τῆς Βίβλου καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί σύντομα ἄρχισε νά τόν ἀκολουθοῦν πολλοί πού ἔψαχναν τήν ὁδό τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Τότε ἀπευθύνθηκε στόν ἐρημίτη Βασιλίσκο καί μαζί μέ τρεῖς ἄλλους ἀσκητές ἐπιδόθηκε στόν ἡσυχαστικό βίο στά δάση τῆς περι-οχῆς τοῦ Κοῦζνεκ.
Ὁ Ὅσιος Πέτρος, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό 1820, σέ νεαρά ἡλικία. Τό 1984 συγκαταριθμήθηκε μετα-ξύ τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρος Σάββα, τοῦ Σταγειρίτου.
Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Σάββας ἐγεννήθηκε στά Στάγειρα περί τά τέλη τοῦ 18ου αἰῶνος μ.Χ. Ἀπό ἀγάπη πρός τό μοναχικό βίο καταφεύγει στή μονή Κωνσταμονίτου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου ἀσκεῖται ὡς μοναχός. Ἡ μετάβασή του σέ αὐτή τή μονή δικαιολο-γεῖται ἀπό τή σχέση πού εἶχε μέ τά Στάγειρα καί γενικά μέ τήν Χαλκιδική19.
Στή μονή αὐτή, πού τιμᾶται πρός τιμήν τοῦ Ἁγίου Πρωτο-μάρτυρος καί Ἀρχιδιακόνου Στεφάνου, ἀφιέρωσε τό βίο του ὁ Ἅγιος Σάββας καί προέκοπτε στήν ἀρετή καί τήν εὐσέβεια, προ-ετοιμαζόμενος ἔτσι νά λάβει καί τό στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Ἅγιος Σάββας ἐζοῦσε, κατά τήν ἐπανάσταση τῆς Χαλκιδι-κῆς, τό 1821, ὅταν ἐκλήθηκε νά ἀκολουθήσει τήν ὁδό τοῦ μαρτυ-ρίου. Μοναδική πηγή τοῦ μαρτυρίου του εἶναι ὁ μοναχός Δοσίθεος, ὁ Λέσβιος Κωνσταμονίτης, ὁ ὁποῖος περιγράφει τό μαρτύριο πέντε Ὁσιομαρτύρων ἐκ τῆς Μονῆς Κωνσταμονίτου, ὑπό τόν τίτλο «Νέον ὑπόμνημα τῶν νεοφανῶν Ἱερομαρτύρων καί Ὁσιομαρτύρων, τῶν ἐν λαμψάντων ἁγιορειτῶν ὁσίων Πατέρων, κατά τήν ἐπανάστασιν τῆς Ἑλλάδος ὑπό τῶν Ὀθωμανῶν θανατωθέντων»20.
Ἄς δοῦμε πῶς περιγράφει ὁ Δοσίθεος τό μαρτυρικό τέλος τοῦ Ἁγίου Σάββα: «Τώρα δέ ἀδελφοί, ἄς ἔλθωμεν εἰς τόν ἁπλοῦν Σάβ-βαν τόν Σταγειρίτην, ὅστις ἐπρογνώρισε καί αὐτός μακάριος τοῦ θανάτου του τόν τρόπον, διότι ἀναχωρῶντας ἀπό τό Κοινόβιον, ὅταν ἐστάλθη ἔξω εἰς τήν Ἱερισσόν ἀπό τούς Πατέρας, εἶπεν εἰς ἕνα ἀδελφόν τοῦ κοινοβίου φίλον του τό μέλλον γενέσθαι.
Εἶδε, λέγω ἐν ὁράματι τήν νύκτα, ὅτι διώκοντές τον οἱ ἐχθροί τόν ἐθανάτωσαν. Καί οὕτως ἐφάνη εἰς τόν μακάριον, ὅτι ἡ ψυχή του ἐπέταξεν εἰς τούς οὐρανούς, τό δέ σῶμα του εἰς τήν γῆν. Καί ἀλήθευσεν ἡ πρόγνωσις καί ἡ πρόρρησις αὕτη μετά τοῦ ὁράματος. Διότι ἀπερνῶντας ἐκεῖθεν ἀπό τήν τοῦ Ζωγράφου σεβάσμιαν Μονήν, ἐθανατώθη ἀπό τούς ἀσεβεῖς ὁ μακάριος, ὁμοῦ μέ ἄλλον ἕνα κοσμικόν, δοῦλον καί αὐτόν τοῦ Μοναστηρίου, καί οἱ δύο ἦτον Σταγειρῖται. Καί οὕτως ἔγεινεν ἡ μακαρία κοίμησις καί αὐ-τῶν».
Ἔτσι ἐμαρτύρησε ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Σάββας καί ἔλαβε τόν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας Δόμνας, τῆς διά Χριστόν σα- λῆς.
Ἡ Ἁγία Δόμνα τοῦ Τόμσκ ἐγεννήθηκε στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰῶνος μ.Χ. ἀπό οἰκογένεια εὐγενῶν στήν Ρωσσία. Ἡ γονεῖς της ἀπέθαναν ὅταν ἐκείνη ἦταν ἀκόμα μικρό παιδί καί ἔτσι ἔμεινε στή θεία της. Ἡ Δόμνα ἔλαβε ἄριστη μόρφωση καί ὁμιλοῦσε πολύ καλά τίς ξένες γλῶσσες. Ἦταν ὡραῖα κοπέλα καί εἶχε πολλούς θαυμαστές πρόθυμους νή τήν νυμφευθοῦν. Ὅμως ἡ Δόμνα ἤθελε νά παραμείνει ἀφιερωμένη στόν Θεό καί νά ἀκολουθήσει τόν ἡσυχαστικό βίο. Γι’ αὐτό, ὅταν ἔμαθε ὅτι οἱ συγγενεῖς της θέλουν νά τήν παντρέψουν διά τῆς βίας, ἔφυγε κρυφά ἀπό τό σπίτι. Ἐφόρεσε ἁπλά ἐνδύματα καί ἐπῆγε ὡς προσκυνήτρια στούς Ἁγίους Τόπους. Χαρτιά πού θά πιστοποιοῦσαν τό ποιά ἦταν δέν εἶχε, γι’ αὐτό καί συνελήφθη ἀπό τήν ἀστυνομία καί ἐκτοπίσθηκε στήν Σιβηρία. Ἐκεῖ, στήν πόλη Τόμσκ, ἐπῆρε τὴν ἀπόφαση νά βιώσει τό ἀσκητικό στάδιο τῆς σαλό-τητος.
Ἡ Ἁγία Δόμνα δέν εἶχε μόνιμη κατοικία. Συχνά περνοῦσε τίς ἡμέρες καί τίς νύκτες ἔξω στό δρόμο. Τὸ φόρεμά της ἀποτελεῖτο ἀπό κόμβους διαφόρων μεγεθῶν, πού ἔκρυβαν τό σχεδόν γυμνό σῶμα της. Ἐχρησιμοποιοῦσε τούς κόμβους σάν κομποσχοίνι, κρύβοντας μ’ αὐτόν τόν τρόπο τίς συνεχεῖς προσευχές της. Ὅταν κάποιοι πονό-ψυχοι ἄνθρωποι τῆς ἐδώριζαν ζεστά ροῦχα κατά τή διάρκεια τοῦ χειμῶνος, ἐκείνη τά ἔπαιρνε, εὐχαριστοῦσε τόν δωρητή καί ἀμέσως τά ἐμοίραζε σέ πτωχούς, ἐνῶ ἡ ἴδια συνέχιζε νά ὑποφέρει ἀπό τό κρῦο. Μ’ αὐτό τόν τρόπο ἐκδήλωνε ἡ Δόμνα τήν ἀγάπη της πρός τόν κόσμο. Γνωρίζοντας τίς ἄθλιες συνθῆκες ἐπιβιώσεως τῶν κρα-τουμένων στίς φυλακὲς τοῦ Τόμκ, ἡ Ἁγία Δόμνα περιπατοῦσε δίπλα στίς ἐγκαταστάσεις τῆς φυλακῆς καί ἐτραγουδοῦσε ἄσματα πνευμα-τικοῦ περιεχομένου χωρίς νά σκέπτεται ὅτι σέ λίγο θά τήν συνε-λάμβαναν λόγῳ διαταράξεως τῆς κοινῆς ἡσυχίας. Ὅταν ἡ σύλληψη γινόταν γνωστή, ὁ κόσμος ἔφερνε στή φυλακή τρόφιμα γιά τήν Ἁγία, τήν ὁποία βαθειά ἐκτιμοῦσε. Ὅλα αὐτά ἐκείνη τά ἐμοίραζε σέ κρατούμενους.
Θερμά καί ἀκούραστα προσευχόταν ἡ μακαρία στό ναό κρυ-φά, μακρυά ἀπό τά βλέμματα τοῦ κόσμου. Ἐάν ἔβλεπε ὅτι τήν πα-ρακολουθοῦν, ἀμέσως ἄλλαζε τή συμπεριφορά της καί παρίστανε τή σαλή: πηγαινοερχόταν μέσα στήν ἐκκλησία, ὁμιλοῦσε μόνη της, ἔσβηνε τά κεριά…
Ἔτσι, μέσα ἀπό τήν ὁδό τῆς σαλότητος ἡ Ἁγία Δόμνα δια-τηροῦσε τήν ἁγνότητά της, ἐσήκωνε τό βάρος τῆς ἑκουσίας πτω-χείας της, ὑπέφερε τή ζέστη καί τό κρῦο. Πρός τό τέλος τῆς ζωῆς της ὁ Θεός τῆς προσέφερε τό χάρισμα τῆς διορατικότητοςς, τό ὁποῖο ἐχρησιμοποιοῦσε γιά τήν πνευματική ὠφέλεια τῶν πιστῶν.
Ἡ Ἁγία Δόμνα ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, στίς 16 Δεκεμβρίου 1872, καί ἐνταφιάσθηκε στό γυναικεῖο μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἰωάν- νου τοῦ Προδρόμου τῆς πόλεως Τόμσκ. Δίπλα στόν τάφο της, ὁ ὁποῖος καταστράφηκε στή μετεπαναστατική περίοδο, στίς ἡμέρες μας, ἐκτίσθηκε ἕνα μικρό παρεκκλῆσι.
Ἡ μνήμη της τιμᾶται σήμερα, ἑορτή τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Στεφάνου, τοῦ Ὄμσκ τῆς Ρωσίας.
Ὁ Ἅγιος Στέφανος (Ἰακώβλεβιτς Ζναμένσκι) ἐγεννήθηκε ἀπό ἱερατική οἰκογένεια στήν περιοχή τοῦ Τόμσκ τῆς Ρωσσίας. Οἱ θεο-λογικές του σπουδές στὀ ἱερατικό σεμινάριο τοῦ Τομπόλσκ, κυρίως, ἀφοροῦσαν στήν ἐκμάθηση τῆς ἀρχαίας ἑβραϊκῆς γλώσσας. Κατά συνέπεια μποροῦσε νά μελετᾶ μέ εὐκολία τήν Παλαιά Διαθήκη ἀπό τό πρωτότυπο. Ὅταν, τό 1824, ἐτελείωσε τίς σπουδές του, ἐνυμφεύ-θηκε καί ἐειροτονήθηκε ἱερέας στήν πόλη τῆς Βαρναούλ, καί μετα-τέθηκε διαδοχικά στίς πόλεις Κουργκάν, Τομπόλσκ καί Ἰαλουτο-ρόβσκ. Τό 1854, τοποθετήθηκε ἐφημέριος στόν Καθεδρικό ναό τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Ὄμσκ. Γιά πολλά χρόνια ὑπῆρξε μέλος τοῦ ἐκκλη- σιαστικοῦ συμβουλίου, ἔξαρχος, ἱεραπόστολος καί καθηγητής τῶν θρησκευτικῶν σέ διάφορα γυμνάσια τῆς πόλεως. Στό Ἰαλουτορόβσκ ἵδρυσε δύο σχολεῖα, στά ὁποῖα ἡ φοίτηση ἦταν δωρεάν. Γιά τόν ἔνθεο ζῆλο πού ὁ Ἅγιος Στέφανος επέδειξε κατά τήν ἱερατική του διακονία ἔλαβε διάφορες τιμητικές διακρίσεις ἀπό τήν πολιτεία καί, τό 1839, ἀπό τήν Ἐκκλησία τό ὀφφίκιο τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου.
Ὁ πρεσβύτερος Στέφανος ἦταν ὑποδειγματικός κληρικός, ἀγαθός λευῒτης, ἁπλοϊκός, ταπεινός, εἰλικρινής καί ἐζοῦσε βίο ἐγ- κρατή καί ἀσκητικό. Συνδύαζε πρακτικότητα καί εὐστροφία καί ἀπέφευγε συνειδητά κάθε εἶδος πλουτισμοῦ, τό ὁποῖο θά μποροῦσε νά σκανδαλίσει τούς πιστούς. Ὅταν ἐτελοῦσε τή Θεία Λειτουργία, ἡ καρδιά του ἦταν γεμάτη ἀπό θαυμασμό καί εὐλάβεια. Τό πρόσωπό του ἐφωτιζόταν καί ἀκτινοβολοῦσε, προκάλωντας ἔτσι αἰσθήματα μεγάλου σεβασμοῦ ἀπό τούς ἄλλους ἀδελφούς του κληρικούς. του κληρικούς, καί ἦταν ἰδιαίτερα προσεκτικός, ἔτσι ὥστε κάθε λει-τουργική κίνησή του νά γίνεται κατανοητή ἀπό τούς ἐνορίτες του.
Ὅταν ἦταν νέος ἐκήρυττε ἀδιάκοπα. Ὅταν ὅμως τά χρόνια ἐπέρασαν, ὁμιλοῦσε λιγότερο καί προτιμοῦσε τίς διαλέξεις. Ἐξ αἰ-τίας αὐτοῦ ἀπέκτησε τή φήμη τοῦ λαμπροῦ παιδαγωγοῦ. Οἱ ἐφη- μεριακές του ὑποχρεώσεις εἶχαν καταπονήσει τὀ σῶμα του, ἐνῶ πολύ καιρό πρίν τή κοίμησή του θάνατό του εἶχε γίνει ἔτρωγε μόνο χόρτα. Ὁ νηστευτικός του ἀγώνας ἦταν μεγάλος. Δέν ἔπινε ποτέ κρασί, καφέ καί τσάϊ. Ἦταν πάντοτε ἐνδεδυμένος μέ ροῦχα ταπεινά καί φτωχικά. Τόν ἐλεύθερο χρόνο του ἐντρυφοῦσε στήν Ἁγία Γρα-φή καί τά ἔργα τῶν Πατέρων. Ενῶ εἶχε μία μεγάλη οικογένεια καί τακτικά ἀντιμετώπιζε μεγάλα οικονομικά προβλήματα, δέν ἐδεχό-ταν τίς εἰσφορές τῶν ἐνοριτῶν του, ὅταν ἔβλεπε ὅτι καί αὐτοί οἱ ἴδιοι εἶχαν ἀνάγκες. Τό 1877, κλῆρος καί λαός τοῦ Ὄμσκ ἑόρτασαν τά πενήντα χρόνια ἱερωσύνης τοῦ πνευματικοῦ τους πατέρα, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, στίς 12 Ἀπριλίου 1877.
Τό 1984, ὁρίσθηκε ἀπό τή Ρωσική Ἐκκλησία ὁ εορτασμός τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Στεφάνου, κατά τή σημερινή ἡμέρα, ἑορτή τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γερασίμου, ἐπι-σκόπου Ἀστραχάν.
Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος, κατά κόσμον Γεώργιος Ἰβάνοβιτς Νομ-προσέρντωφ, ἐγεννήθηκε, στίς 26 Ὀκτωβρίου 1809, στό χωριό Βελτ-σκόε στήν Ἐπισκοπή τοῦ Ἰρκούτσκ ἀπό τήν οἰκογένεια ἑνός ἀνα-γνώστου.
Λίγο πρίν τό γάμο τῶν γονέων τοῦ Γεωργίου, ὁ παὐπποῦς του εἶδε ἕνα ὅραμα, τό ὁποῖο ἀπεκάλυπτε ὅτι τό παιδί πού δέν εἶχε ἀκόμη συλληφθεῖ, προοριζόταν ἀπό τόν Θεό γιά τό ἐπισκοπικό ἀξίωμα.
Ὁ Γεώργιος ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων ἐδιδάχθηκε τήν εὐλάβεια ἀπό τήν οἰκογένειά του, ἀγαποῦσε τήν προσευχή καί ἰδιαίτερα τή Θεία Λειτουργία καί ἀπό ἡλικία ἕξι ἐτῶν ἐδιάβαζε τά ἀναγνώσματα στήν ἐκκλησία. Τό 1818, ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ Ἰρκούτσκ, ἀφοῦ ἐπληροφορή-θηκε τά χαρίσματά του, τόν ἐνέγραψε στό ἐκκλησιαστικό σχολεῖο μετά τό πέρας τοῦ ὁποίου ὁ Γεώργιος συνέχισε τίς σπουδές στου στό ἱεροδιδασκαλεῖο τῆς πόλεως. Κατά τή διάρκεια τῶν σπουδῶν του ἔδειξε ἰδιαίτερη κλίση πρός τήν ἐρημική ζωή καί ἐδοκίμασε νά ἀκο-λουθήσει τό παράδειγμα τῶν διά Χριστόν σαλῶν. Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς κλίσεώς του ἐθεωρήθηκε ἄρρωστος ψυχικά καί ἐνοσηλεύθηκε. Βγῆκε ἀπό τό νοσοκομεῖο μέ τήν παρέμβαση κάποιου κυβερνήτου τοῦ Ἰρκούτσκ. Μέ τήν πνευματική βοήθεια ἑνός ἱερέως τῆς περιοχῆς ἐγκατέλειψε τήν ἰδέα τῆς ἐρημικῆς ζωῆς καί συνέχισε τίς σπουδές στό ἱεροδιδασκαλεῖο, ἀπό τό ὁποῖο ἀπεφοίτητε μέ «ἄριστα», θεω-ρούμενος ὡς ἕνας ἀπό τούς καλύτερους σπουδαστές.
Ὁ Γεώργιος, ὑπό τήν πνευματική καθοδήγηση τοῦ Ἐπισκόπου τοῦ Ἰρκούτσκ, διδάσκει στήν ἐκκλησιαστική σχολή καί, τό 1836, νυμφεύεται καί χειροτονεῖται ἱερεύς. Διακόνησε στό Ἰρκούτσκ καί ἦταν πολύ ἀγαπητός στούς Χριστιανούς. Τό 1841, ἡ σύζυγός του ἀπεβίωσε καί ὁ Γεώργιος ἐγκατέλειψε τό Ἰρκούτσκ καί εἰσῆλθε στήν Ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Ἀποφοίτησε ἀπό αὐτήν, τό 1845, καί κατά τή διάρκεια τοῦ τελευταίου ἀκαδημαϊκοῦ ἔτους ἔγινε μοναχός. Ἀμέσως μετά τήν ἀποφοίτησή του ἐδίδαξε στό ἐκκλησιαστικό σεμινάριο τῆς πόλεως τοῦ Τβέρ, ἀπό τό 1846 στό ἐκκλησιαστικό σεμινάριο τῆς Σταυρουπόλεως, στό ὁποῖο, τό 1849, ἔγινε καί διευθυντής. Τό ἴδιο ἔτος ἔλαβε καί τό ὀφφίκιο τοῦ ἀρχι-μανδρίτου. Ἀπό τό 1850 μέχρι τό 1855 διετέλεσε διευθυντής τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σεμιναρίου τοῦ Σιμπίρσκ, ἀπό τό 1855 μέχρι τό 1860 τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σεμιναρίου τοῦ Χάρκωβ, ἀπό τό 1860 μέχρι τό 1863 τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σεμιναρίου τῆς Καλούγκα, καί ἀρχιμανδρίτης τῆς μονῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Ντομ-πρῒυ. Τό 1863, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς Σταράϊα Ρούσα καί Ἔξαρχος τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Νόβγκοροντ. Τό 1864, μετετέθη στήν Ἐπισκοπή Ρεβέλ καί ἔγινε Ἔξαρχος τῆς Ἐπισκοπῆς τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Τό 1866, ἀνῆλθε στόν αὐτόνομο θρόνο τῆς Σαμάρα. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος Γεράσιμος ἔκτισε μία ἐκκλησιαστική σχολή γιά γυναῖκες καί ὀργά-νωσε κατηχητικά καί συνάξεις στίς ἐνορίες. Τό 1877, ἐξελέγη Ἐπί- σκοπος Ἀστραχάν.
Χαρακτηριστικά τῆς ἐπισκοπικῆς του διακονίας τοῦ Ἁγίου Γερασίμου ἦταν ἡ ἀγάπη γιά τήν ἀλήθεια, ἡ ἀφοσίωση στήν ἀπο- στολή του καί ἡ ἁπλότητα. Παρ’ ὅτι ὑπῆρξε αὐστηρός, ἦταν πάν- τοτε προσινής καί κατόρθωνε πάντοτε νά διατηρεῖ εἰρηνική τήν καρδιά του. Ἡ ζωή του ἐχαρακτηριζόταν ἀπό αὐστηρή ἄσκηση. Ἐξυπνοῦσε πολύ ἐνωρίς τά χαράματα καί ἀφιέρωνε τίς πρῶτες ὧ-ρες τῆς ἡμέρας στή μελέτη τοῦ θείου λόγου καί τή Θεία Λειτουργία, ἀφοῦ ἐλειτουργοῦσε καθημερινά. Ἔτσι ἔζησε ὅλο του τό βίο.
Συνέγραψε διάφορα βιβλία θεολογικοῦ, κανονικοῦ καί ἁγιο-γραφικοῦ χαρακτῆρος καί μετά τήν κοίμησή του ἐκδόθηκαν τό ἡμερολόγιό του καί ἀρκετές ἐπιστολές πού εἶχε ἀποστείλει πρός διάφορες μοναχές. Ἐκληροδότησε τή λιγοστή του περιουσία στήν Ἐκκλησιαστική Ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως, ὅπου καί ἐδίδετο μία ὑποτροφία στό ὄνομά του.
Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος, ἀφοῦ ἐποίμανε θεοφιλῶς τό ποίμνιό του, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, στίς 24 Ἰουνίου 1880, καί ἐνταφιάσθηκε στόν Καθεδρικό ναό Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Ἀστραχάν.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται σήμερα, ἑορτή τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μισαήλ, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
Ὁ Ὅσιος Μισαήλ τοῦ Ἀμπαλάσκ, κατά κόσμον Παῦλος Ἰβά-νοβιτς Φωκίν, ἐγεννήθηκε, στίς 29 Ἰουνίου 1797, στό χωριό Λιπο-γιαρσκόε στήν περιοχή τοῦ Ταμπώφ, ἀπό εὐσεβή ἱερατική οἰκο-γένεια, ἀφοῦ ὁ πατέρας του ἦταν διάκονος.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται σήμερα, ἑορτή τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀρέθα, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
Ὁ Ὅσιος Ἀρέθας τῆς Βερχοτούρε (κατά κόσμον Ἀθανάσιος Τυχόνοβιτς Κατάργιν) ἐγεννήθηκε, τό 1856, σέ μία πολυάριθμη οἰκογένεια ἑνός χωρικοῦ τοῦ Ὀρλώφ. Μετά τό δημοτικό σχολεῖο, σέ νεανική ἡλικία, εἰσῆλθε στό μοναστήρι τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Βαλαάμ, ὅπου τό 1893 ἔγινε μοναχός. Τό ἴδιο ἔτος ὁ ἱερομόναχος τῆς μονῆς Ἰώβ ἀνέλαβε καθήκοντα ἡγουμένου στό μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Νικολάου στή Βερχοτούρε. Γνωρίζοντας τόν Ὅσιο Ἀρέθα ὡς λαμπρό παράδειγμα ἀσκητοῦ μοναχοῦ, ἀφιερωμένου στήν προσευ-χή, τόν καλεῖ στό μοναστήρι του. Τό 1893 χειροτονεῖται διάκονος καί τό 1895 πρεσβύτερος. Στό μοναστήρι τό διακόνημά του ἦταν ἡ πώληση τῶν κεριῶν καί ἡ φύλαξη τῆς βιβλιοθήκης. Ὅταν τό 1900 ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἰώβ ἀποσύρθηκε στή μονή τοῦ Βαλαάμ, οἱ μοναχοί τῆς Βερχοτούρε, πού γιά πρώτη φορά στήν ἱστορία τῆς μονῆς ἐξέ-λεγαν ἀπό μόνοι τους τόν ἡγούμενο, ἐξέλεξαν τόν Ὅσιο Ἀρέθα, ὁ ὁποῖος δύο χρόνια ἀργότερα ἔλαβε τό ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου. Στή νέα του διακονία ὁ Ὅσιος ἡγήθηκε τῆς μονῆς μέ ταπείνωση καί ἀποτελοῦσε πάντοτε γιά τούς μοναχούς τό ζωντανό παράδειγμα. Τό 1901, ὁ Ὅσιος ἀνέλαβε τήν πνευματική καθοδήγηση δύο ἀκόμη μο-νῶν και τριῶν μοναχικῶν ἀδελφοτήτων.
Μέσα σέ λίγα χρόνια ὁ Ὅσιος Ἀρέθας ἔκτισε καινούργια κτή-ρια στό μοναστήρι τῆς Βερχοτούρε καί κυρίως ἐεπιμελήθηκε τήν ἀνοικοδόμηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐνοριακῆς σχολῆς καί τῆς σχολῆς κωφαλάλων. Ὑπό τήν προσωπική του διεύθυνση τακτοποιήθηκε τό ἀρχεῖο τῆς μονῆς.
Ὁ Ὅσιος διῆλθε σκληρό ἀσκητικό βίο. Λόγῳ τῆς αὐστηρᾶς ἀσκήσεως ἐκλονίσθηκε ἡ ὑγεία του καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνηκε στίς 15 Μαΐου 1903. Ἐνταφιάσθηκε στό κοιμητήριο τοῦ μοναστηριού, πίσω ἀπό τό Ἅγιο Βῆμα.
Τό ὄνομα τοῦ Ὁσίου Ἀρέθα συγκαταλέχθηκε μεταξύ τῆς χο-ρείας τῶν Ἁγίων, τό 1984, καί ἡ μνήμη του τιμᾶται σήμερα, ἑορτή τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας Ἀγάπης, τῆς διά Χριστόν σαλῆς, τῆς ἐκ Ρωσσίας.
Ἡ Ἁγία Ἀγάπη ( Λιούμπωφ Σεμένοβνα Σουχάνοβα) ἐγεννήθη-κε καί ἔζησε στό Ριαζάν τόν 19 καί 20ό αἰώνα μ.Χ. Ἀπό τήν παιδική της ἡλικία ἔπασχε ἀπό παράλυση τῶν κάτω ἄκρων καί ὅταν ἔγινε δέκα πέντε ἐτῶν ἰάθηκε ἀπό τόν Ἅγιο Νικόλαο (Μιρλικίσκϊυ), πού ἐμφανίσθηκε σέ ὅραμα καί ἀφοῦ τήν ἐθεράπευσε, τοῦ ἐζήτησε τήν εὐλογία νά ζήσει ὡς διά Χριστόν σαλή.
Ἔζησε μαζί μέ τή μητέρα καί τήν ἀδελφή της ἔγκλειστη ἐπί τρία ἔτη στό φτωχικό τους σπίτι. Ἐγκατέλειψε τήν οἰκία της ζώντας σούς δρόμους τοῦ Ριαζάν χωρίς νά ἀποφεύγει τόν κόσμο. Ἀντίθετα ὁμιλοῦσε πρός ὅλους μέ πολλή πνευματική χαρά. Ἐβοηθοῦσε ἰδιαί-τερα τούς πτωχούς κατοίκους τῆς πόλεως καί γρήγορα ἡ φήμη της ἐξαπλώθηκε. Ὁ Θεός τήν ἀξίωσε τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος.
Ἡ Ἁγία Ἀγάπη ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, στίς 21 Φεβρουαρίου 1921, καί ἐνταφιάσθηκε στό κοιμητήριο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου «τῆς Παρηγορίας τῶν Θλιβομένων». Συχνά ἐμφανιζόταν σέ ὁρά-ματα τῶν πιστῶν παρηγοροῦσα τούς δοκιμαζόμενους καί θεραπεύ-ουσα τούς ἀσθενεῖς. Ὁ τάφος της ἦταν καί εἶναι τόπος προσκυνή-ματος.
Τό 1987, μέ τήν εὐλογία τοῦ Πατριάρχου Μόσχας Ποιμένος, καθιερώθηκε ἡ ἑορτή τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τοῦ Ριαζάν, στόν κατάλογο τῶν ὁποίων κατετάγη καί ἡ Ἁγία Ἀγάπη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Μακαρίου τοῦ Ἱεραποστόλου, τοῦ ἐκ Ρωσσίας.
Βλ. † 18 Μαῒου.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται, ἐπίσης, σήμερα, ἑορτή τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Μακαρίου, μητροπολίτου Μόσχας, Ἀποστόλου τῶν Ἀλταῒων.
Ἡ μνήμη του τιμᾶται, ἐπίσης, σήμερα, ἑορτή τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.
† Τῆ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Θεογνώστου, τοῦ Ἐρημίτου, τοῦ ἐκ Ρωσσίας21.
† Τῆ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων ἱερομαρτύρων Νικολάου καί Βασιλείου, τῶν πρεσβυτέρων, τοῦ ἁγίου μάρτυρος Παύλου, ἐν Ρωσσίᾳ .
Οἱ Ἅγιοι ἐτελειώθησαν μαρτυρικά, τό 191822.
† Τῆ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Τιμοθέου, τοῦ πρεσβυτέρου, ἐν Ρωσσίᾳ.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεόγνωστος συγκαταλέγεται μεταξύ τῶν Νέων Ἱερομαρτύρων καί ἐμόναζε στή μονή τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάν-δρου Νέφσκϊυ. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικά, τό 194023.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις πάντων τῶν Ἁγίων τῶν ἐν Ριαζάν τῆς Ρωσσίας διαλαμψάντων.
Ἡ ἑορτή καθιερώθηκε, τό 1987, ἐπί Πατριάρχου Μόσχας Ποι-μένος. Οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ πρίγκιπες Μπόρις καί Γκλέμπ, οἱ Ἐπίσκοποι Βασίλειος τοῦ Ριαζάν καί Ἰωνᾶς τῆς Μόσχας, οἱ εὐσεβεῖς πρίγκιπες Κωνσταντίνος τοῦ Mούρωμ, Θεόδωρος τοῦ Mούρωμ, Μιχαήλ τοῦ Mούρωμ, Πέτρος καί Φεβρωνία τοῦ Mούρωμ, ἡ δίκαιη Ἰουλιανή τοῦ Λαζάρεβο καί ἡ διά Χριστόν σαλή Ἀγάπη τοῦ Ριαζάν.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις πάντων τῶν Ἁγίων τῶν ἐν Σιβηρίᾳ τῆς Ρωσσίας διαλαμψάντων.
Ἡ ἑορτή καθιερώθηκε, τό 1984, ἐπί Πατριάρχου Μόσχας Ποι-μένος. Οἱ Ἅγιοι εἶναι ὁ Μάρτυς Βασίλειος τῆς Μανγκαζίας, οἱ Ἐπί-σκοποι Νεκτάριος τοῦ Toμπόλσκ, Δημήτριος τοῦ Ροστώβ, Φιλόθεος τοῦ Τομπόλσκ, Ἰωάννης τοῦ Toμπόλσκ, Ἀντώνιος τοῦ Toμπόλσκ, Ἰννοκέντιος τοῦ Ἰρκούτσκ, Παῦλος τοῦ Toμπόλσκ, Βαρλαάμιος τοῦ Toμπόλσκ, Φιλάρετος τοῦ Κιέβου, Ἰννοκέντιος τῆς Μόσχας, Συμεών τοῦ Σμολέσκ, Μελέτιος τοῦ Χάρκωβ, Γεράσιμος τοῦ Ἀστραχάν, Με-λέτιος τοῦ Ριαζάν, οἱ Ὅσιοι Μοναχοί Συνέσιος τῆς Σιβηρίας, Ἀρέθας τῆς Βερχοτούρε, Γερμανός τῆς Ἀλάσκας, Ἀνδρέας, Μακάριος τῶν Ἀλταῒων, Μισαήλ τοῦ Ἀμπαλάσκ, Δανιήλ τοῦ Ἀσίνσκ, Βαρλαάμιος τοῦ Σικίζσκ, οἱ δίκαιοι καί οἱ διά Χριστόν σαλοί Συμεών τῆς Βερχο-τούρε, Ἰωάννης τῆς Βερχοτούρε, Δόμνα τοῦ Τόμσκ, Στέφανος τοῦ Ὄμσκ, Κοσμᾶς τῆς Βερχοτούρε.
† Τῆ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Σημείου, ἐν Κούρσκ τῆς Ρωσσίας.
Ἡ ἱερή εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Σημείου εὑρέθη-κε μέ θαυμαστό τρόπο, τό 1295, στή ρίζα ἑνός δένδρου στήν ἀκτή τοῦ ποταμοῦ Τουσκάρ, στήν περιοχή τοῦ Κούρκσκ, ἀπό ἕνα κά-τοικο τῆς πόλεως Ρίλσκ, πού ἐκυνηγοῦσε στό δάσος. Ἡ εἰκόνα, πού ὁμοίαζε μέ τήν εἰκόνα τὴς Θεοτόκου τοῦ Νόβγκοροντ, μεταφέρθη-κε μέ τιμές στήν πόλη Ρίλσκ, ὅπου ἡ πρίγκιπας Σεμιάκα ἔκτισε ἕνα μεγαλοπρεπή ναό ἀφιερωμένο στό Γενέθλιο τῆς Θεοτόκου καί ἐνα-πέθεσε ἐκεῖ τήν εἰκόνα. Ἀλλά ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας ἐπέστρεψε θαυματουργικά στήν προηγούμενη θέση της, ἐκεῖ πού τήν εἶχαν εὕ-ρει: στή ρίζα τοῦ δένδρου. Οἱ εὐλαβεῖς κάτοικοι τοῦ Ρίλσκ ἔκτισαν ἐκεῖ ἕνα παρεκκλήσιο καί ἕνας ἱερέας ἐπιλέχθηκε, γιά νά τελεῖ τίς Ἀκολουθίες καί τήν Θεία Λειτουργία. Τό παρεκκλήσιο ἐκάηκε ἀπό τούς Τατάρους, τό 1358, ἀλλά ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας ἔμεινε ἄθικτη. Τό 1597, ὁ τσάρος Θεόδωρος Ἰβάνοβιτς ἄκουσε γιά τή θαυματουργή εἰκόνα καί τήν ἔφερε στήν Μόσχα, ὅπου τήν ἐναπέθεσε στό αὐτο-κρατορικό παλάτι. Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας ἔμεινε στήν Μόσχα μέχρι τό 1618 καί ἔπειτα, λόγῳ ἐπίμονων αἰτημάτων, μέ ἔγκριση τοῦ τσάρου Μιχαήλ Θεοδωρόβιτς, ἐπεστράφη στήν πόλη τοῦ Κούρσκ καί ἐτοποθετήθηκε στή μονή Ζναμέννυ.
Ἡ ἱερά εἰκόνα τιμᾶται, ἐπίσης, στίς 8 Μαρτίου, 8 Σεπτεμβρίου καί 27 Νοεμβρίου.
† Τῆ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ταμπύνσκ, ἐν Ρωσσίᾳ24.
Ἡ θαυματουργή εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ταμ-πύνσκ25 εὑρέθηκε τό 1597, κοντά στό Ταμπύνσκ, σέ ἀπόσταση δώδεκα χιλιομέτρων, ὅπου εὑρίσκεται τό ἐρημητήριο Πρεσιστένκα-για. Τήν εἰκόνα ηὗρε ὁ εὐλαβής ἱεροδιάκονος Ἀμβρόσιος, ὁ ὁποῖος περνώντας ἀπό μία πηγή, ἄκουσε καθαρά τή φωνή τῆς Παναγίας νά τοῦ λέγει: «Πάρε τήν εἰκόνα μου». Ὁ διάκονος ἐφοβήθηκε καί ἐθεώ- ρησε μᾶλλον ὅτι ἡ φωνή πού ἄκουσε δέν ἦταν πραγματικότητα, ἀλλά αὐταπάτη. Τό ἴδιο συνέβη καί γιά τρίτη φορά. Τότε ὁ ἱεροδιά- κονος Ἀμβρόσιος ἔτρεξε καί ἐνημέρωσε τούς ἀδελφούς τοῦ ἡσυχα- στηρίου, οἱ ὁποῖοι λιτανεύοντας μετέφεραν τήν εἰκόνα τῆς Θεοτό- κου στό ἡσυχαστήριο. Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας ἔγινε ξακουστή ἀπό τά πολλά θαύματα πού ἐπιτελοῦσε μέχρι καί τήν Κίνα. Σήμερα ἔχει χαθεῖ, ἀλλά καταβάλλεται προσπάθεια, μέσα ἀπό τήν ἱστορική ἔρευνα καί τίς μαρτυρίες τῶν πιστῶν, νά ξαναευρεθεῖ.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!