«Ἄκου ἕνα βιβλίο» μέ τόν ἀρχιμανδρίτη Ἰάκωβο Κανάκη
Ἡ Β’ Πρός Κορινθίους Ἐπιστολή τοῦ Ἀποστόλου Παύλου πιθανόν νά ἔχει προκύψει ἀπό τήν σύνθεση δύο (ἤ καί περισσοτέρων ἄλλων ἐπιστολῶν) ἀνεξαρτήτων μεταξύ τους, τίς ὁποῖες ἔγραψε ὁ Ἀπόστολος πρός τούς Κορινθίους.[1] Ἐκ τοῦ περιεχομένου εἶναι σαφές ὅτι σέ αὐτήν προϋποτίθενται ἐντελῶς διαφορετικές καταστάσεις ἀπό τήν Α΄ Πρός Κορινθίους. Χρονικά ἡ συγγραφή της τοποθετεῖται στό 57 μ.Χ., γράφθηκε στήν Μακεδονία κατά τήν διάρκεια τῆς τρίτης ἱεραποστολικῆς του περιοδείας καί πιθανός κομιστής της εἶναι ὁ Τίτος.[2]
Τό γενικό πνεῦμα τῆς ἐπιστολῆς εἶναι ἀπολογητικό μέ κεντρικό θέμα τήν ὑπεράσπιση τοῦ ἑαυτοῦ του ὡς γνησίου ἀποστόλου ἔναντι σέ ὅτι τόν συκοφαντοῦσαν οἱ «ὑπερλίαν ἀπόστολοι».[3] Εἶναι ὅμως καί «συναισθηματικό» τό πνεῦμα της, ἀφοῦ ἐναλλάσονται συχνά ἡ ὀδύνη καί ἡ θλίψη. Ἡ ὀδύνη, ἡ θλίψη, ἡ ἀγωνία, ἀλλά κυρίως ἡ ἀγάπη πρός τούς πιστούς κυριαρχοῦν στήν Ἐπιστολή του.
Ἐκτός τῶν «χριστιανικῶν» ὀμάδων πού εἶχαν δημιουργηθεῖ στήν Κόρινθο, τά ὁποῖα ἀναφέραμε στήν Α΄Πρός Κορινθίους, ἡ τοπική Ἐκκλησία τῆς Κορίνθου μαστίζεται τώρα ἀπό νέους πειρασμούς, ἀφοῦ νέοι «δόλιοι ψευδάδελφοι» διασπείρουν συκοφαντίες ἐναντίον τοῦ Ἀποστόλου θέλοντας νά πλήξουν τό πρόσωπό του καί τό ἔργο του. Γιά ὅλα αὐτά ὁ Παῦλος πρέπει νά ἀπαντήσει καί αὐτό κάνει.
Τό πρῶτο πού ζητάει καί προτρέπει τούς πιστούς να κάνουν εἶναι νά ἔχουν ἀπόλυτη ὑποταγή μόνο στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νά τηροῦν μέ πίστη τίς ἐκκλησιαστικές παραδόσεις πού ὁ ἴδιος τούς δίδαξε καί νά μήν ἔχουν ἀμφιβολίες γιά τήν ἀποστολικότητά του.[4] Τονίζει στήν Ἐπιστολή του ὅτι ἡ πίστη στόν Χριστό κάνει τόν ἄνθρωπο «νέο», «καινούργιο» καί ἐλεύθερο.[5] Μέ τήν «γνωριμία» τοῦ πιστοῦ μέ τόν Χριστό ὑπάρχει οὐσιαστική «ἐγκατάλειψη» τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώπου».
Ἕνα δεύτερο στοιχεῖο τῆς ἐπιστολῆς εἶναι ὅτι ἐστιάζει ὁ Ἀπόστολος στήν δική του ἀμφισβήτηση ἀπό παράγοντες πού μπῆκαν στήν Κόρινθο, καί μέ ἀφορμή τά προσωπικά του γεγονότα, ἀναφέρεται στά γνήσια στοιχεῖα τῆς ἀποστολικότητας. Ποιά εἶναι δηλαδή αὐτά τά στοιχεῖα πού προσδιορίζουν τήν αὐθεντικότητα ἑνός ἀποστόλου. Καταρχήν, εἶναι πολύ σημαντικό νά ἔχει λάβει ὁ ἀπόστολος τήν κλήση ἀπό τόν Χριστό. Ὁ ἴδιος εἶχε αὐτήν τήν ἐμπειρία, ἄν καί πολλοί «ψευδάδελφοι», ὅπως εἴπαμε, τό ἀμφισβητοῦσαν ἔντονα. Ἡ ἴδια αὐτή κλήση «φτεροποιεῖ» τόν ἀπόστολο καί τόν ὠθεῖ νά τρέξει καί νά μεταδώσει τό καλό ἀναστάσιμο μήνυμα παντοῦ, μέχρι τά πέρατα τῆς γῆς.
Ἄλλο σημεῖο τῆς γνήσιας παύλειας ἱεραποστολικῆς πορείας εἶναι ἡ εὐλογία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στίς προσπάθειές του. Εἶναι μεγάλο γεγονός νά εἶναι «χαριτωμένη» αὐτή ἡ διακονία, καί θά εἶναι τέτοια ὅταν, ἐνῶ ὁ ἀπόστολος ἀγωνίζεται, ἔχει τήν αἴσθηση καί τήν πεποίθηση ὅτι ὅλα τά κάνει ὁ Θεός. Πιστεύει ὅτι ὁ ἴδιος ἁπλῶς βάζει τήν καλή του διάθεσή καί τήν ἀνθρώπινή του προσπάθεια. Μέ ἁπλά λόγια τό ἔργο ἐπιτελεῖ ἀποκλειστικά καί μόνο ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ἀνθρώπινη συνέργεια .[6]
Ὁ γνήσιος ἀπόστολος κάνει τό πᾶν γιά νά «μορφώσει» τόν Χριστό στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων. Ὑφίσταται τά πάνδεινα γιά νά «οἰκοδομήσει» τήν Ἐκκλησία. Προσπαθεῖ τό ἔργο αὐτό νά ἐπιτελεῖ μέ πνευματικά ὄπλα. «Γίνεται δοῦλος πάντων γιά νά σώσει τούς πάντες».[7] Ἡ ταπεινότητα, ἡ προσωπική νέκρωση γιά χάρη τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ Εὐαγγελίου , οἱ στερήσεις, οἱ κακουχίες, τά παθήματα γιά χάριν Του εἶναι σημεῖα γνήσιας ἀποστολικῆς ζωῆς καί πολιτείας. Ὅταν μέ αὐτές τίς βάσεις κινεῖται καί δρᾶ ὁ ἀπόστολος θά καρποφορεῖ τό ἔργο του, θά ἐπιτελεῖ θαύματα, καί μάλιστα θά βλέπει νά θεραπεύονται ἀσθενεῖς καί μόνο μέ τήν σκιά του (Πρ.5,15).
Ἡ Β΄Πρός Κορινθίους Ἐπιστολή εἶναι μιά ἐπιστολή πατέρα πρός τά τέκνα, ἀλλά καί ἀδελφοῦ πρός τούς ἀδελφούς του. Εἶναι μιά ἐπιστολή πού δεικνύει τήν μέριμνά του, τό ἐνδιαφέρον καί τήν ἀγάπη του γιά μιά τοπική Ἐκκλησία πού «γέννησε» καί ἀνέθρεψε πνευματικά.
[1] Klaus- Michael Bull, Βιβλιογνωσία τῆς Καινῆς Διαθήκης, (μτφρ. Χ.Καρακόλη), Ἀθήνα 2015, σ.127
[2] Klaus- Michael Bull, Βιβλιογνωσία τῆς Καινῆς Διαθήκης, (μτφρ. Χ.Καρακόλη), Ἀθήνα 2015, σ.132
[3] Παναγοπούλου Ἰω., Εἰσαγωγή στήν Καινή Διαθήκη, Ἀθήνα 1994, σ.235
[4] Καραβιδοπούλου Ἰω., Εἰσαγωγή στήν Καινή Διαθήκη, Θεσσαλονίκη 2016, σσ.285-286
[5] Παναγοπούλου Ἰω., Εἰσαγωγή στήν Καινή Διαθήκη, Ἀθήνα 1994, σ.236
[6] Παναγοπούλου Ἰω., Εἰσαγωγή στήν Καινή Διαθήκη, Ἀθήνα 1994, σ.236
[7] Παναγοπούλου Ἰω., Εἰσαγωγή στήν Καινή Διαθήκη, Ἀθήνα 1994, σ.236
Γίνετε συνοδοιπόροι μας στην γνώση και την ενημέρωση. Στείλτε στο [email protected] άρθρα, φωτογραφίες, βίντεο ή κάτι που πιστεύετε ότι αξίζει να μοιραστείτε τόσο με εμάς όσο και με τους αναγνώστες μας.