Του Πρωτοσυγκέλλου της Ι.Μ. Φωκίδος, Γέροντος Νεκταρίου Μουλατσιώτη
Συνεχίζοντας, αγαπητοί αδελφοί μου, τα κατηχητικά και πνευματικά άρθρα μας, θα αναφερθούμε σήμερα στον ορθόδοξο Ιερό Ναό, στο οικοδόμημα όπου συναθροίζεται η Εκκλησία, το Σώμα του Χριστού. Συνοψίζοντας τα προηγούμενα άρθρα μας, σας θυμίζουμε ότι η Εκκλησία, ως Σώμα Χριστού, σκοπό έχει τη μεταμόρφωση της ψυχής μας και διαβαίνοντας, ως μέλη της Εκκλησίας, τα τρία στάδια, κάθαρση, φωτισμός, θέωση, φθάνουμε στην αγιότητα και την παντοτινή ένωσή μας με τον Θεό.
Οι άγιοι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας θέλοντας πρακτικά, αλλά και παραστατικά, να μας δώσουν την κατανόηση όσων έως σήμερα έχουμε αναφέρει, χρησιμοποίησαν κατάλληλους συμβολισμούς στο οικοδόμημα λατρείας του Θεού που ονομάζεται Ιερός Ναός.
Αρχικά, ολόκληρο το κτίσμα του Ιερού Ναού συμβολίζει τη Βασιλεία του Χριστού, μία έννοια και κατάσταση πνευματική που ξεκινά από αυτή τη γη και ολοκληρώνεται στον Ουράνιο Παράδεισο. Έχοντας κατά νου αυτόν τον συμβολισμό, παρακαλώ να παρακολουθήσετε όσα θα αναφέρουμε παρακάτω.
Ποιοι εισέρχονται στη Βασιλεία του Θεού; Οι Άγιοι! Όσοι, δηλαδή, έφθασαν στη θέωση, στην ένωσή τους με τον Χριστό. Γι’ αυτό και όσοι εισέρχονται στον ναό, που συμβολίζει τον Παράδεισο, πρέπει να είναι Άγιοι! Αυτό γίνεται αντιληπτό και από τα λόγια που αναφωνεί ο ιερέας κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, «Πρόσχωμεν τα Άγια τοις Αγίοις», δηλαδή «Προσοχή, διότι στα χέρια μου κρατώ τα Άγια, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού μας, για να το μεταδώσω στους αγίους που με φόβο Θεού (σεβασμό προς το Θεό), πίστη και αγάπη θα προσέλθουν για να ενωθούν μαζί Του».
Πώς, όμως, θα φτάσω στην αγιότητα; Πώς θα μπορέσω να μπω στη Βασιλεία του Θεού; Μα φυσικά, αφού πρώτα καθαρίσω την ψυχή μου από τα πάθη και τα αμαρτήματά της, αφού τη μεταμορφώσω από μαύρη σε λευκή όπως το φως. Για να επιτευχθεί αυτό, είναι αναγκαίο να αντικατασταθούν τα πάθη, τα αμαρτήματα και τα ανομήματά μου με αρετές άγιες. Πρέπει η ψυχή μου να ανέβει την κλίμακα, την σκάλα των αρετών, όπως αναφέρει και περιγράφει ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης στο ομώνυμο βιβλίο του.
Γι’ αυτό και το οικοδόμημα του Ιερού Ναού, η Εκκλησία, που συμβολίζει τον Χριστό, θα πρέπει να κτίζεται στο μέσο της πόλεως ή του χωριού και να ανυψώνεται δεσπόζοντας στον τόπο. Διότι η Βασιλεία του Θεού είναι μεν Ουράνιος, αλλά πρέπει και να είναι ορατή από όλους και να βρίσκεται στο κέντρο υπενθυμίζοντάς μας ότι ο Χριστός, που είναι η εκκλησία, ζει και θα ζει ανάμεσά μας έως της συντελείας των αιώνων. Πρέπει ο ναός ν’ ανυψώνεται, όπως ανυψώθηκε και ο Ιησούς στον Σταυρό, διότι ο Παράδεισος δίνεται σε αυτούς που πόνεσαν, κουράστηκαν, σταυρώθηκαν σε αυτή τη ζωή προς χάριν του Ιησού και του αγίου Ονόματός Του.
Στον υπερυψωμένο ναό δεν είναι εύκολο να εισέλθει ο κάθε ένας από εμάς, εάν πρώτα δεν ανέβει την κλίμακα, τα σκαλιά που υπάρχουν έμπροσθεν αυτού. Τα σκαλιά αυτά συμβολίζουν τις αρετές που πρέπει ν’ αποκτήσει πρώτα ο άνθρωπος, για να εισέλθει στον Παράδεισο. Όπως για να μπεις στον υπερυψωμένο ναό είναι υποχρεωτικό να ανέβεις τα σκαλοπάτια του, ομοίως και στον Παράδεισο δεν εισέρχεσαι, εάν δεν ανέβεις τη σκάλα των αρετών που περιγράφει ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης.
Αφού ανέβεις τα σκαλιά των αρετών, τότε φθάνεις στην είσοδο του Ναού, που συμβολίζει τη θύρα του Παραδείσου. Εδώ θυμόμαστε τα λόγια του Ιησού, που είπε: «Εγώ ειμί η θύρα· Εάν κάποιος θέλει να εισέλθει στην Βασιλεία μου, θα περάσει μέσα από εμένα». Με λίγα λόγια, χωρίς τον Χριστό δεν θα φθάσεις ποτέ στην Βασιλεία του Θεού.
Εισερχόμενος ο άνθρωπος στον ναό, ανάβει το κεράκι του. Συμβολική και αυτή η κίνησή του. Το κεράκι συμβολίζει τον εαυτό μας, την ψυχή μας, που εκτός της Εκκλησίας ζει στο σκοτάδι. «Εγώ ειμί το Φως του κόσμου», μας λέει ο Κύριος και ανάβοντας ο πιστός το κερί του απομακρύνεται από το σκοτάδι, ενώνεται με το Φως που είναι ο Χριστός, και γίνεται πλέον μέλος της Εκκλησίας. Στον Παράδεισο λοιπόν, που τον συμβολίζει το οικοδόμημα του Ιερού Ναού, εισέρχονται όσοι ποθούν την ένωσή τους με τον Χριστό, που είναι το Φως και η Ζωή για κάθε άνθρωπο. Αυτό, όμως, απαιτεί ως βασική προϋπόθεση να εγκαταλείπουν την αμαρτία, (αυτό συμβολίζει το κόψιμο των μαλλιών από τον βαπτιζόμενο κατά την ώρα της βαπτίσεώς του), και τον κόσμο (να απαρνούνται το κοσμικό φρόνημα) και να ενδύονται με τις αρετές, ανεβαίνοντας τη σκάλα των αρετών.
Στη συνέχεια, εντός του Ιερού Ναού, βλέπουμε σε περίοπτη θέση στην κόγχη του Ιερού, την Θεοτόκο, την αγία Παρθένο Μαριάμ, την Μητέρα του Κυρίου. Βρίσκεται στην κόγχη, μεταξύ δηλαδή ουρανού και γης, διότι έγινε η πνευματική σκάλα που χρησιμοποίησε ο Θεός, για να κατέλθει στη γη ως άνθρωπος. Έγινε η σκάλα που ένωσε τον Ουρανό με τη γη. Επίσης, θα δούμε τους τοίχους του ναού να τους κοσμούν οι δώδεκα μαθητές Του, ο Πρόδρομος και οι Άγιοι και όλοι αγιογραφημένοι με φωτοστέφανο. Όλα αυτά μαρτυρούν ότι εισερχόμενος κανείς στον ιερό ναό, εισέρχεται στον Παράδεισο, στην κατοικία των Αγίων, εκεί όπου ζουν όσοι ενώθηκαν με το Φως, τον Χριστό (γι’ αυτό και φέρουν επί της κεφαλής τους τα φωτοστέφανα).
Στο κέντρο του Ιερού Ναού, υψώνεται ο τρούλος. Στην κορυφή του βλέπουμε αγιογραφημένο τον Παντοκράτορα Χριστό, διότι είναι το κέντρο της Βασιλείας του Θεού, η κεφαλή της Εκκλησίας, ο ίδιος ο Θεός.
Από τον τρούλο του ναού κατέρχεται το πολύφωτο, το οποίο στη γλώσσα της Εκκλησίας ονομάζεται πολυέλαιος. Ως σημείο συμβολίζει τον Ιησού Χριστό που βρίσκεται στο κέντρο του Παραδείσου και σκορπίζει το φως και το πολύ Του έλεος προς όλους τους ανθρώπους.
Έμπροσθέν μας αντικρίζουμε το Ιερό Βήμα. Εκεί υπάρχει η αγία Τράπεζα που συμβολίζει τον Γολγοθά και τον Τάφο του Ιησού. Ακριβώς επειδή από τον ιστορικό Πανάγιο Τάφο του Χριστού βγαίνει κάθε χρόνο θαυματουργικώς το Άγιο Φως, γι’ αυτό και επί της αγίας Τραπέζης, το σύμβολο του Τάφου του Κυρίου μας, υπάρχουν πάντοτε κανδήλες αναμμένες που δηλώνουν την πηγή του φωτός και της ζωής. Πίσω από την αγία Τράπεζα βρίσκεται το Σύνθρονο, ο θρόνος του Θεού. Εκεί ανέρχεται ο Επίσκοπος, που συμβολίζει τον Χριστό μας και είναι εις τύπον και θέση Χριστού.
Ο κυρίως Ναός χωρίζεται από το Ιερό Βήμα διά του τέμπλου. Το τέμπλο συμβολίζει το μεσότοιχο της αμαρτίας, την αιτία που μας χώρισε από τον θρόνο του Θεού, από την πηγή της Ζωής και του Φωτός. Στις πόρτες του δε, όπως αναφέρει η Παλαιά Διαθήκη, έβαλε ο Θεός Αγγέλους, για να φυλάγουν την είσοδο. Γι’ αυτό και στις πλάγιες εισόδους του Ιερού, βλέπουμε να αγιογραφούνται Άγγελοι. Το μεσότοιχο αυτό το γκρέμισε ο Ιησούς με την έλευσή Του στον κόσμο, με τη Σταύρωση, την Ταφή και την Ανάστασή Του. Διέρρηξε το μεσότοιχο που μας χώριζε και διέκοπτε την επικοινωνία μαζί Του, και που μας είχε καταστήσει «νεκρούς» ζώντας μέσα στο σκοτάδι του Άδη.
Και έρχεται η στιγμή που ο πιστός καλείται να ενωθεί με τον Ιησού και αυτό που έκανε συμβολικά εισερχόμενος στο ναό, να ανάψει δηλαδή το κεράκι του και να πάρει φως από το Φως, αυτή η συμβολική κίνηση που μαρτυρεί και το λόγο εισόδου του ανθρώπου στον Ιερό Ναό, τώρα γίνεται με την «Θεία Κοινωνία» πραγματικότητα! Ο Ιησούς Χριστός γίνεται για τον άνθρωπο η θύρα προς τον Παράδεισο, από την οποία η ζωή και το φως εξέρχονται ξανά στον άλλοτε σκοτεινό και νεκρωμένο κόσμο. Η κοινωνία μετά του φωτός και της ζωής, η κοινωνία με τον Θεό, ξεκίνησε και πάλι, διότι ο Ιησούς είναι η θύρα, το Φως, η Ζωή που δι’ Αυτού και μετ’ Αυτού ξεκινά η κοινωνία του Θεού μετά των ανθρώπων. Γι’ αυτό και η Θεία Ευχαριστία, η μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Ιησού Χριστού, η ένωση μαζί Του, ονομάζεται «Θεία Κοινωνία». Μέσω του μυστηρίου της «Θείας Ευχαριστίας», ο κοινωνών κοινωνεί του Ιησού, κοινωνεί του Φωτός και της Ζωής. Ο άνθρωπος τρώγοντας το Σώμα και πίνοντας το Αίμα του Ιησού, ενώνεται με το Φως και την πηγή της Ζωής. Θεώνεται αυτός που μετέχει στην Κοινωνία μετά του Θεού, φωτίζεται ο μετέχων του Θεού, φωτίζεται ο μετέχων στο Φως, αγιάζεται αυτός που κοινωνεί τον μόνο Άγιο και τον μόνο Κύριο Ιησού Χριστό, την δόξα του Θεού Πατρός. Γι’ αυτό και κατά τη Θεία Λειτουργία, αφού οι πιστοί έχουν μεταλάβει, οι ιεροψάλτες αναφωνούν «είδομεν το Φως το αληθινόν…». Όσοι, λοιπόν, κοινωνούν μετά του Θεού, διά του σώματος και αίματος του Ιησού, φεύγουν από το σκοτάδι και βλέπουν ξανά το Φως.
Συμπερασματικά, αναφέρουμε ότι όχι μόνο η ζωή και η διδασκαλία του Χριστού, όχι μόνο η συμμετοχή μας ως μέλη στην Εκκλησία Του, αλλά και αυτός ο υλικός ναός, που αποτελεί την «Εκκλησία», την ενορία της πόλεως ή του χωριού μας, μαρτυρούν ξεκάθαρα ότι σκοπός της ζωής του ανθρώπου είναι να ζήσει αιώνια στη χώρα του Φωτός. Να ζήσει ο άνθρωπος εκεί από όπου ξεκίνησε. Μέσα στον Παράδεισο.
Όμως ο δρόμος, η οδός, είναι μία. Ο Ιησούς Χριστός. Αυτός είναι τα πάντα και τίποτα δεν έγινε χωρίς Αυτόν, αλλά όλα δι’ Αυτού. Αυτός είναι που μας καθαρίζει, μας κάνει λαμπρούς και φωτεινούς και μόνο μέσα από Εκείνον φθάνουμε ξανά στην ένωση με τον Θεό.
Γι’ αυτό και ο Ιησούς βροντοφώναξε: «άνευ εμού ού δύνασθε ποιείν ουδέν». Αυτώ η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας. Αμήν.