† Μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Ἰανουαρίου, ἐπισκόπου, Προκούλου ἤ Πρόκλου, Σώσσου καί Φαύστου τῶν διακόνων, Δησι-δερίου ἀναγνώστου, Ἀκουτίου ἤ Ἀκουστίου καί Εὐτυχίου, τῶν ἐν Καμπανίᾳ ἀθλησάντων.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ᾿Ιανουάριος, Ἐπίσκοπος Βενεβέντου[1], Πρόκουλος ἤ Πρόκλος, Σῶσσος, Φαῦστος, Ἀκουτίων ἤ Ἀκουστίων καί Εὐτύχιος ἔζησαν κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διο-κλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.), ὅταν ἡγεμόνας στήν Καμπανία τῆς ᾿Ιτα-λίας ἦταν ὁ Τιμόθεος.
Οἱ Ἅγιοι συνελήφθησαν, ἐπειδή ἦσαν Χριστιανοί, καί ὑπο-βλήθηκαν σέ φρικτά βασανιστήρια. Ἔμειναν ὅμως σταθεροί καί ἀκλόνητοι στήν πίστη τους στόν Χριστό. Γιά τό λόγο αὐτό, ἀφοῦ πρῶτα τούς ἐνέβαλαν σέ καμίνι μέ φωτιά, τούς ἀποκεφάλισαν.
Στό Συναξάρι τοῦ Ἁγίου Ἰανουαρίου ἀναφέρεται, ὅτι μία γυναίκα, πού ὀνομαζόταν Μαξιμίνα καί ἦταν χήρα, εἶχε τήν ἀτυχία νά χάσει τό μονάκριβο παιδί της. Κάποια στιγμή, ἐνῶ ἐθρηνοῦσε, συνῆλθε γιά λίγο καί κοιτάζοντας ψηλά εἶδε πάνω ἀπό τήν πύλη τοῦ ναοῦ ἕνα ὕφασμα κρεμασμένο, στό ὁποῖο ἦταν ζωγραφισμένη ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου ᾿Ιανουαρίου. Τότε ἡ γυναίκα ἔφερε στό νοῦ της ἐκεῖνο πού κάποτε ἔκανε ὁ προφήτης ᾿Ελισσαῖος, ὅταν ἀνέστησε τόν υἱό τῆς Σωμανίτιδος. Κινηθεῖσα λοιπόν ἡ Μαξιμίνα ἀπό θεῖο φωτισμό, ἔκανε καί αὐτή τό ἴδιο. Ἐσχημάτισε δηλαδή κατάλληλα τόν υἱό της καί ἀκολούθως ἐσχημάτισε τό ὁμοίωμα τοῦ Ἁγίου ᾿Ια-νουαρίου. Στή συνέχεια δέ στά μάτια τοῦ παιδιοῦ της προσάρμοσε τά μάτια τῆς εἰκόνος τοῦ ῾Αγίου. Τό ἴδιο ἔκαμε καί μέ τά αὐτιά, τό στόμα καί μέ τά ὑπόλοιπα μέλη. Κάνοντας τό ἔργο αὐτό ἡ γυναίκα προσευχόταν θερμά πρός τόν Ἅγιο ᾿Ιανουάριο λέγοντας: «Δοῦλε τοῦ Θεοῦ, ἐλέησέ με καί ἀνάστησε τόν υἱό μου, γιατί εἶναι τό μόνο μου παιδί, δέν ἔχω ἄλλο». Καί πραγματικά, ὁ Ἅγιος ἄκουσε τήν παράκληση τῆς Μαξιμίνας καί ἀνέστησε τόν υἱό αὐτῆς.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας Ἀλεξάνδρας τῆς βασιλίσσης καί τῶν θεραπόντων αὐτῆς Ἀπολλώ, Ἰσαακίου καί Κοδράτου τῶν μαρτύρων.
Ἡ Ἁγία Ἀλεξάνδρα ἦταν σύζυγος τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλη-τιανοῦ (284-305 μ.Χ.). Ἐντελῶς διαφορετική ἀπό ἐκεῖνον, πού ἦταν τραχύς στά αἰσθήματα καί φίλος τῆς βίας καί τοῦ αἵματος, διακρι-νόταν γιά τήν ἥρεμη ψυχική της διάθεση, τήν εὐσπλαχνία καί τή φιλάνθρωπη ζωή της. Καί ἡ χάρη τοῦ Κυρίου αὔξανε μέσα της τό φωτισμό. Καί τό θεῖο ἔλεος τήν καταξίωσε κατά τή διάρκεια τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου νά αἰσθανθεῖ μέσα της τήν πνοή καί τήν ὁρμή τῆς πίστεως στό Χριστό.
Τότε, ἀφοῦ ἐστράφηκε πρός τόν αὐτοκράτορα, τόν παρακά-λεσε νά διατάξει τήν παύση τῶν μαρτυρικῶν βασανιστηρίων. Ἐκεῖ-νος ὑπέθεσε ὅτι ἡ αὐτοκράτειρα, ἀσυνήθιστη σέ τέτοιου εἴδους θεάματα, κατελήφθηκε ἀπό οἶκτο ἀσυνείδητο καί ἀπερίσκεπτο. Τῆς εἶπε λοιπόν νά ἀποσυρθεῖ. Ἀλλά ἔλαβε μεγαλόφωνη τήν ἀπάντηση ὅτι μιά τέτοιου εἴδους σκηνή εἶναι ἀπάνθρωπη καί ἀνάξια τοῦ στέμματος.
Καί ὅταν ὁ αὐτοκράτορας καθύβρισε τό Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἐκείνη μέ ἀνδρεία φωνή διακήρυξε ὅτι καταγγέλλει ἐνώπιον τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ τούς διῶκτες τῶν Χριστιανῶν καί ὁμολογεῖ καί αὐτή τήν πίστη της στόν Ἰησοῦ Χριστό.
Ὁ αὐτοκράτορας ἠθέλησε νά ἑρμηνεύσει τή δήλωσή της ὡς δια-νοητική διατάραξη. Ἀλλά ἐκείνη διαμαρτυρήθηκε καί ἐπανέ-λαβε τήν ὁμολογία της. Ὁ Διοκλητιανός τότε ἐξεμάνη. Ἐνῶ αὐτός ἐζητοῦσε νά ἐξοντώσει τούς Χριστιανούς, ἡ κατάκτησή τους εἰσέδυσε καί στά ἀνάκτορα καί ἡ ἴδια ἡ βασίλισσα προέβαλε φανερά τήν ἴδια πίστη καί ἦταν συνήγορός τους. Διέταξε τήν ἀπα-γωγή καί τή φυλάκισή της.
Στή φυλακή ἡ Ἁγία ἐπέρασε τή νύκτα μέ προσευχή γιά τόν ἑαυτό της καί παρακαλώντας τόν Κύριο γιά τήν Ἐκκλησία Του, ἡ ὁποία τόσο σφοδρά κλυδωνιζόταν. Γιά τή ζωή της δέν ἐνδιαφε-ρόταν καθόλου. Ἐπιθυμοῦσε μάλιστα νά ἐλάμβανε μαρτυρικό θάνατο, ἀλλά ἀναχαιτιζόταν ἀπό ἕνα δισταγμό. Καί ὅμως ἐγνώριζε ὅτι γιά τό σύζυγό της δέν ὑπῆρχε ἔλεος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ πού ἦταν δίκαιος κριτής, δέν ἤθελε ὅμως νά ἐπιβαρυνθεῖ ἡ ἐνοχή του γιά τό ἔγκλημα μέ τό δικό της φόνο, καί ἐδεήθηκε πρός τόν Ὕψιστο νά παραλάβει τήν ψυχή της ἀπό τή φυλακή ἐκείνη καί νά φανεῖ εὐ-σπλαχνικός πρός αὐτή, γιά τό ὅτι ἐπί τόσο καιρό ἐκείνη παρα-κολουθοῦσε ἀπαθής περισσότερο τούς διωγμούς τῶν Χριστιανῶν κοντά στό πλευρό τοῦ διώκτου αὐτῶν.
Ἡ δέησή της εἰσακούσθηκε. Δύο ἡμέρες πρίν τή θανάτωση τοῦ Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου, τό ἔτος 303 μ.Χ., παρέδιδε τήν τελευ-ταία της πνοή στή φυλακή. Τό παράδειγμα τῆς βασίλισσας ἀκολού-θησαν καί τρεῖς ἀπό τούς ἀκολούθους της, ὁ Ἀπόλλω, ὁ Ἰσαάκιος καί ὁ Κοδράτος. Τίμιοι καί ἐνάρετοι ὑπηρέτες, ἀφοσιωμένοι ἀπό καρδιά στήν αὐτοκράτειρά τους, τῆς ὁποίας ἐγνώριζαν τήν ἀγαθό-τητα, ἐσκέφθηκαν ὅτι ἡ ἀπόφασή της καί ἡ πίστη της στόν Χριστό ἔπρεπε νά τούς κάνει νά ἐξετάσουν καί αὐτοί χωρίς προκατάληψη τήν πίστη στόν Ἀληθινό Θεό καί νά κανονίσουν ἀναλόγως τή διαγωγή τους στό μέλλον. Πῆγαν λοιπόν σέ ἕνα Χριστιανό ἱερέα, τόν ἄκουσαν καί ἀποχώρησαν ἀπό τό σπίτι του ἔνθερμοι πιστοί, φωτισμένοι ἀπό τή Χάρη τοῦ Παρακλήτου, μέ τήν ἀπόφαση νά ἀκολουθήσουν τό παράδειγμα τῆς βασίλισσάς τους. Καί κάποια ἡμέρα ὁμολόγησαν καί αὐτοί τήν πίστη τους.
Ὁ Διοκλητιανός διέταξε τή θανάτωσή τους. Καί τόν μέν Κο-δράτο ἀποκεφάλισαν, τόν δέ Ἀπόλλω καί Ἰσαάκιο τούς ὑπέβαλαν στό θάνατο διά τῆς πείνας καί τῆς δίψας. Τό βασανιστήριο αὐτό ὑπῆρξε ὀδυνηρότατο. Ἀλλά τό ἀντιμετώπισαν μέ ψυχή, παρηγορού-μενοι ἀπό τήν ἐλπίδα ὅτι ἐπρόκειτο νά συναντηθοῦν στά σκηνώ-ματα τῆς δικαιοσύνης καί τῆς μακαριότητας μαζί μέ τήν Ἁγία βασί-λισσα. Ἡ ἐλπίδα τους ἱκανοποιήθηκε, καί ἡ Ἐκκλησία, τιμώντας τή μνήμη τους, τούς συνεορτάζει μαζί της τήν ἴδια ἡμέρα.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Μαξιμιανοῦ ἤ Μαξίμου, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.
Ὁ Ἅγιος Μαξιμιανός ἤ Μάξιμος[2] ἐγεννήθηκε στή Ρώμη καί ἦταν ἄνδρας πολυμαθής καί εὐφυής. Ἐκεῖ ἔλαμψε μέ τίς πλούσιες ἀρετές του, τήν αὐστηρότητα τοῦ βίου του καί τό ἀπαράμιλλο ἦθος του. Ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος ὑπό τοῦ Πατριάρχου Σισινίου (426-427 μ.Χ.). Ὅταν ἀργότερα ἐκοιμήθη ὁ Σισίνιος, τόν διαδέχθηκε στόν πατριαρχικό θρόνο ὁ αἱρετικός Νεστόριος (428-431 μ.Χ.), ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν δοξασιῶν τοῦ ὁποίου ἀντέδρασε σθεναρά ὁ Ἅγιος Μαξιμιανός. Μετά τήν καθαίρεση καί τήν ἐξορία τοῦ Νεστορίου στό θρόνο ἀνῆλθε, στίς 25 Ὀκτωβρίου 431 μ.Χ., ὁ Ἅγιος Μαξιμιανός μέ τή θερμή ὑποστήριξη τόσο τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου Β΄ τοῦ Μικροῦ ὅσο καί τοῦ πιστοῦ λαοῦ τῆς Βασιλεύουσας.
Ὁ Ἅγιος Μαξιμιανός, ἀφοῦ ἐργάσθηκε γιά τήν εἰρήνη τῆς Ἐκκλησίας καί ἀνέπτυξε πλούσιο γιλανθρωπικό ἔργο, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 434 μ.Χ. Ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στό ναό τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων.
† Τῆ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀναστασίου τοῦ Σιναῒτου, τοῦ Ὁμολογητοῦ.
Ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος ἔζησε τόν 7ο αἰώνα μ.Χ. καί καταγόταν ἀπό εὐγενή οἰκογένεια. Ὅμως γρήγορα ἐγκατέλειψε τόν κόσμο καί τά βιοτικά πράγματα καί ἐκάρη μοναχός. Ἀργότερα ἐπισκέφθηκε τή Συρία, τήν Αἴγυπτο καί τά Ἱεροσόλυμα, γιά νά προσκυνήσει τούς Ἁγίους Τόπους, καί κατέληξε στή μονή τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης στό ὄρος Σινᾶ, τῆς ὁποίας διετέλεσε ἡγούμενος. Ὁ Ὅσιος διακρίθηκε γιά τούς ἀγῶνες του κατά τῶν αἱρετικῶν Μονοφυσιτῶν, γι’ αὐτό καί ὀνομάσθηκε Ὁμολογητής. Ἐτιμᾶτο ἰδιαίτερα ἀπό τούς συγχρό-νους του, οἱ ὁποῖοι τόν ἀποκαλοῦσαν καί «νέον Μωϋσέα». Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη σέ βαθύ γῆρας περί τίς ἀρχές τοῦ 8ου αἰῶνος μ.Χ.
Ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος ἦταν ἀπό τούς πολυγραφότερους συγγραφεῖς τῆς ἐποχῆς του. Τά ἔργα του εἶναι τά ἀκόλουθα: α) «Ὁδηγός». Τό ἔργο ἀποτελεῖται ἀπό 24 κεφάλαια καί ὀνομάσθηκε ἔτσι, διότι ἦταν προορισμένο νά χρησιμεύσει ὡς ὁδηγός πρός ὑπο-στήριξιν τῆς Ὀρθοδοξίας ἐναντίον τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ. β) «Ἐρω-τήσεις καί ἀποκρίσεις περί διαφόρων κεφαλαίων καί διαφόρων προσώπων». Στό ἔργο αὐτό ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος, ἀκολουθώντας τή μέθοδο τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, τῶν ἐρωτήσεων καί τῶν ἀποκρίσεων, λύει διάφορα ζητήματα δογματικά, πρακτικά καί ἐκκλησιαστικά. γ) «Λόγος περί τῆς ἁγίας συνάξεως καί περί τοῦ μή κρίνειν καί μνησικακεῖν», ὅπου ἀναφέρεται στή Θεία Εὐχα-ριστία. δ) «Θεωρίαι ἀναγωγικαί εἰς τήν ἑξαήμερον». Τό ὅλο ἔργο ἀποτελεῖται ἀπό δώδεκα βιβλία. ε) «Ἐκ τοῦ κατ’ εἰκόνα». Δύο λόγοι περί τῆς κατ’ εἰκόνα Θεοῦ δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου. στ) «Χρήσεις ἄχρηστοι μιαρῶν δυσσεβῶν Ἀρειανῶν ἀθετοῦσαι τήν ὁμοούσιον θεότητα τοῦ Υἰοῦ τοῦ Θεοῦ καί κτίσμα τόν Κτίστην τῶν ἁπάντων λέγουσα». Τό βιβλίο αὐτό περιέχει ἀποσπάσματα ἀπό συλλογή χωρίων Πατέρων ἐναντίον τῶν Αἰρετικῶν. Ἐκτός ἀπό τά προανα-φερθέντα ἔργα ἔχουν γραφεῖ καί καί ἄλλα ἀπό τόν Ὅσιο Ἀναστά-σιο.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Θεοδώρου τῆς Κάμα, τοῦ Φιλοσόφου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θεόδωρος τῆς Κάμα, ὁ ἐπονομαζόμενος Φιλόσοφος, ἐμαρτύρησε τό ἔτος 1323 ἀπό τούς Μογγόλους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἰακώβου, τοῦ ἐν τῇ μονῇ Στρομύν τῆς Ρωσίας ἀσκήσαντος.
Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ἔζησε τόν 14ο αἰώνα μ.Χ. καί ἀσκήτεψε στή μονή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Στρομύν, κοντά στή Μόσχα. Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη περί τό ἔτος 1392.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἐν Μοζντόκ τῆς Ρωσίας.
Ἡ ἱερά εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τοῦ Μοζντόκ εἶναι ἀντίγραφο τῆς εἰκόνος τῆς Παναγίας τῆς Ἰβηριτίσσης († 12 Φεβρουαρίου) καί ἀπε-στάλη κατά τόν 13ο αἰώνα μ.Χ. ἀπό τήν ἁγία βασίλισσα Ταμάρα († 1 Μαῒου) ὡς δῶρο πρός τούς νεοφώτιστους Χριστιανούς τοῦ χωρί-ου Ὀσέτιαν Ὄλ τοῦ Μάργιαμ-Κάντου.
Τὸ ἔτος 1768, ἡ εἰκόνα θαυματουργικά ἐμφανίσθηκε στίς ἐκβο-λές τοῦ ποταμοῦ Τέρεκ, καντά στό Μοζντόκ. Ὁ Ἐπίσκοπος Γάϊος ἔκτισε ἕνα μικρό ναό γιά τήν εἰκόνα. Κατά τά ἔτη 1796-1797 στή θέση τοῦ παρεκκλησίου ἀνηγέρθη πρός τιμήν τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου μεγάλος ναός καί ἱδρύθηκε γυναικεία μονή.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!
[1] Βενεβέντον: σημαντική πόλη τῆς νότιας Ἰτασλίας, πρωτεύουσα ὁμωνύμου ἐπαρχίας καί νομοῦ, κοντά στήν Καμπανία. Ἡ παράδοση θεωρεῖ τήν πόλη ἀρχαιότερη ἀπό τή Ρώμη καί ἀναφέρει ὡς ἱδρυτή αὐτῆς τόν Ἕλληνα Διομήδη, υἱό τοῦ Ὀδυσσέως καί τῆς Κίρκης.
[2] Στόν Παρισινό Κώδικα 1573 φ. 247 καλεῖται Μάξιμος. Στόν Πατμιακό Κώδικα ἐπίσης καλεῖται Μάξιμος, ἀλλά ἡ μνήμη αὐτοῦ φέρεται κατά τήν 20ή Νοεμβρίου μαζί μέ τούς Πατριάρχες Ἀλέξανδρο, Ἀνατόλιο, Γεννάδιο καί Πρόκλο.