Μητροπολίτου Φαναρίου Ἀγαθαγγέλου,
Γενικοῦ Διευθυντοῦ Ἀποστολικῆς Διακονίας
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
† Μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Ἰσαύρου καί τῶν σύν αὐτῷ Βασιλείου, Ἰννοκεντίου, Φήλικος, Ἑρμείου καί Περεγρίνου.

Ἀπό τούς Μάρτυρες αὐτούς οἱ τρεῖς πρῶτοι κατάγονταν ἀπό τήν Ἀθήνα, οἱ δέ λοιποί ἀπό τήν Ἀπολλωνιάδα τῆς Ἰλλυρίας καί ἄθλησαν κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Νουμεριανοῦ (283-284 μ.Χ.).

Ὁ Ἴσαυρος ὑπῆρξε διάκονος στήν Ἀθήνα, ἀφοῦ δέ παρέ-λαβε καί τούς ἀσπασθέντας τόν Χριστιανισμό συμπολίτες του Βασί-λειο καί Ἰννοκέντιο, μετέβησαν στήν Ἀπολλωνία, ὅπου, μέ θεία ἀποκάλυψη, εὑρῆκαν ἐντός σπηλαίου κρυπτόμενους τούς ἐπίσης Χριστιανούς Φήλικα, Ἑρμεία καί Περεγρίνο, μέ τούς ὁποίους, ἀδελ-φωθέντες, ἐζοῦσαν φυλάττοντες τίς θεῖες ἐντολέςς καί μοχθοῦντες πρός ἐξάπλωσιν τῆς Χριστιανικῆς ἀλήθειας. Καταγγελθέντες στόν ἔπαρχο Τριπόντιο, συνελήφθησαν, ἀρνηθέντες δέ νά ἀποκηρύξουν τή Χριστιανική πίστη τους, οἱ μέν Φῆλιξ, Ἑρμείας καί Περεγρίνος ἀποκεφαλίσθηκαν ὑπ’ αὐτοῦ, ὁ δέ Ἴσαυρος καί οἱ λοιποί ἀπε-στάλησαν πρός τόν υἱό τοῦ Τριποντίου Ἀπολλώνιο, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ τούς ἐβασάνισε ἀνηλεῶς, τούς ἀπέκοψε, τέλος, τό 284 μ.Χ., τίς κε-φαλές.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Ἀντιδίου.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Ἀντίδιος, Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Μπαι-ζανσόν τῆς Γαλλίας, ἐμαρτύρησε ἀπό τούς Βανδάλους, τό 265 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Μοντανοῦ, τοῦ ἐξ Ἰ-ταλίας.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Μοντανός ἦταν Ρωμαῖος στρατιώτης καί ἐμαρτύρησε περί τό 300 μ.Χ., στήν περιοχή τῆς Καμπανίας (Ταρρα-κίνα)1, ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν στό λαιμό βαρειά πέτρα καί τόν ἔριξαν στή θάλασσα . Τό ἱερό λείψανο περισυνελέγη ἀπό εὐλαβεῖς Χριστιανούς τῆς νήσου Πόνζα καί φυλάχθηκε σέ ἱερό χῶρο στήν πόλη Γκαέτα τῆς κεντρικῆς Ἰταλίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου πρωτομάρτυρος Ἀλβανοῦ, τοῦ ἐκ Βρεττανίας.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀλβανός ἔζησε στήν πόλη Βερουλάμ καί ἦταν εἰδωλολάτρης στρατιώτης τοῦ Ρωμαϊκοῦ στρατοῦ τῆς Βρεττα- νίας. Ὁ Ἅγιος Βεδέας γράφει, ὅτι ὁ Ἅγιος Ἀλβανός ἔζησε καί ἄθλη-σε ἐπί αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.), ἄν καί οἱ σύγχρονοι ἱστορικοί ἔχουν ἐκφράσει διαφωνίες γιά τή θέση αὐτή καί ὑποστηρίζουν ὅτι πρέπει νά ἔζησε κατά τή διάρκεια τῶν διωγ-μῶν τῶν αὐτοκρατόρων Δεκίου (254 μ.Χ.) ἤ τοῦ Σεπτιμίου Σεβήρου (209 μ.Χ.). Κατ’ αὐτή τή μαρτυρική περίοδο ὁ Ἅγιος Ἀλβανός προ-σέφερε φιλοξενία καί καταφύγιο στόν διωκόμενο Χριστιανό ἱερέα Ἀμφίπαλο τοῦ ὁποίου ἡ ἁγιότητα τόση ἐντύπωση τοῦ ἔκανε, ὥστε τόν παρεκάλεσε νά τόν κατηχήσει καί νά τόν βαπτίσει. Καί ἔτσι ἔγινε. Λίγο ἀργότερα διέρευσε ἡ πληροφορία ὅτι ὁ ἱερέας ἐκρυβό- ταν στήν οἰκία τοῦ Ἁγίου. Ὁ κυβερνήτης ἔστειλε ἀμέσως ἀπόσπα- σμα γιά νά τόν συλλάβει.

Ὁ Ἅγιος ἐφυγάδευσε τόν ἱερέα, γιά νά κηρύξει ἀλλοῦ τό σωτηριῶδες μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου, καί, ἀφοῦ ἐφόρεσε ὁ ἴδιος τά ἱερατικά ἐνδύματα, παραδόθηκε στούς στρατιῶ- τες οἱ ὁποῖοι τόν ἀποκεφάλισαν. Στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου του ἀνοικοδομήθηκε μεγάλη μονή.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Φιλονείδου, ἐπισκόπου Κουρίου.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Φιλονείδης καταγόταν ἀπό τήν Κύπρο καί ἄθλησε κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284-305 μ.Χ.). Ὑπηρετῶν ὡς Ἐπίσκοπος Κουρίου τῆς Κύπρου συνε- λήφθη ἕνεκα τοῦ ἀποστολικοῦ ἔργου του ὑπό τοῦ ἡγεμόνος Μαξί- μου καί με ἄλλους τρεῖς Χριστιανούς, τόν Ἀριστοκλῆ, τόν Δημη- τριανό καί τόν Ἀθανάσιο († 23 Ἰουνίου), ἐρρίφθηκε στή φυλακή. Ἀλλά καί ἐκεῖ, παρά τίς κακοποιήσεις καί τίς ἀπειλές, ὁ Ἐπίσκο- πος Φιλονείδης δέν ἔπαψε νά διδάσκει τόν Χριστό, ἐπιτυχών μάλι- στα νά ἑλκύσει πρός Αὐτόν εἰδωλολάτρες ἐγκληματίες συγκρα-τουμένους του. Ὁ Μάξιμος, ὀργισμένος γιά τή δράση αὐτή τοῦ Ἱεράρχου, ἀφοῦ μέ σκληρά βασανιστήρια ἐτελείωσε τούς τρεῖς συγκρατουμένους του Χριστιανούς, διέταξε νά εἰσβάλουν στή φυ-λακή μεθυσμένοι στρατιῶτες καί, ἀφοῦ ἀπομονώσουν τόν Ἅγιο Φιλονείδη σέ σκοτεινό κελλί, νά προσβάλουν τήν τιμή τοῦ σώματος αὐτοῦ. Πληροφορηθείς τοῦτο ὁ Ἅγιος ἀπό κάποιον κρυπτοχρι-στιανό στρατιώτη, ἐκάλεσε κοντά του μερικοὐς ἀπό τούς κρατού-μενους ἀδελφούς του καί τούς ἐφανέρωσε τίς διαθέσεις τοῦ ἄρχον-τος καί τήν ἀπόφασή του γιά αὐτοθυσία. Ἤθελε νά μή σκανδαλι-σθεῖ κανένας ἀπό τόν τρόπο πού θά πέθαινε. Ἀφοῦ ἔδεσε τήν κεφαλή αὐτοῦ, γιά νά μή φαίνεται ἡ μακρά κόμη του καί ἐκάλυψε τό πρόσωπό του μέ τόν ἐπενδύτη του, ξεφεύγοντας ἀπό τήν προ-σοχή τῶν φρουρῶν, ἀνῆλθε σέ ὑψηλό μέρος, ἔκανε τό σταυρό του καί ἐγκρεμίσθηκε, γιά νά ἀποφύγει τό μολυσμό τοῦ σώματος. Προτοῦ τό μαρτυρικό σῶμα ἀγγίξει τῆ γῆ, ἡ ἁγία ψυχή τοῦ Ἱερο-μάρτυρος ἐλεύθερη ἐπέταξε στόν οὐρανό. Οἱ εἰδωλολάτρες ἔβαλαν τό τίμιο λείψανό του σέ ἕνα σάκκο καί τό ἔριξαν στή θάλασσα. Μά αὐτή δέν τό ἐκράτησε. Τό ἀπέθεσε στήν ἀμμουδιά, ὅπου ἀνευρέθηκε ἀπό πιστούς Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι τό παρέλαβαν καί τό ἐνταφία-σαν μέ τιμή καί εὐλάβεια.
Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Φιλονείδου ἑορτάζεται, ἐπίσης, στίς 30 Αὐγούστου, ὡς ἀναμέρεται στόν Σιναϊτικό Κώδικα 631.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Μανουήλ, Σαβέλ καί Ἰσμαήλ.

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Μανουήλ, Σαβέλ καί Ἰσμαήλ κατάγονταν ἀπό τήν Περσία, ἦσαν ἀδελφοί καί ἄθλησαν κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361-363 μ.Χ.). Ὁ πατέ-ρας τους ἦταν πυρολάτρης, ὅπως ὅλοι οἱ Πέρσες. Ἡ μητέρα τους ὅμως, εὐσεβεστάτη Χριστιανή, ἐμπιστεύθηκε αὐτούς στόν εὐλαβῆ πρεσβύτερο Εὔνικο, γιά τή χριστιανική αὐτῶν ἀγωγή καί μόρφωση. Στρατιωτικοί τό ἐπάγγελμα, ἀπεστάλησαν ὑπό τοῦ βασιλέως τῶν Περσῶν Βαλτάνου στήν Κωνσταντινούπολη ὡς πρεσβευτές εἰρήνης. Ἀφιχθέντες στήν Χαλκηδόνα εἶδαν τόν αὐτοκράτορα Ἰουλιανό νά προσφέρει θυσία στά εἴδωλα, μέ τήν παρουσία πλήθους κόσμου, κατοίκων τῆς πόλεως, οἱ ὁποῖοι ἀκολουθοῦσαν τήν εἰδωλολατρική πλάνη. Τοῦτο τούς ἐλύπησε πολύ καί οἰκτείρησαν τό κράτος, ὁ ἀρ-χηγός τοῦ ὁποίου ἔγινε ἔνοχος τέτοιας ἀσέβειας. Ἕνεκα τούτου κα-ταγγέλθηκαν ὑπό τοῦ κουβικουλαρίου Ἰνδικοῦ πρός τόν Ἰουλιανό, προσαχθέντες δέ ἐνώπιον τοῦ αὐτοκράτορος καί μή πεισθέντες νά θυσιάσουν στά εἴδωλα, ἀφοῦ τούς ἐχτύπησαν σκληρά, διεπέρασαν τούς ἀστραγάλους μέ περόνες, ἔκαψαν τίς μασχάλες μέ ἀναμμένες λαμπάδες καί τούς ἐβασάνισαν ποικιλότροπα, τούς μετέφεραν, τό 363 μ.Χ., στό τεῖχος τοῦ Κωνσταντίνου κοντά στήν Θράκη, σέ γκρεμῶδες μέρος καί τούς ἀποκεφάλισαν. Τά τίμια λείψανά τους, περισυλλεγέντα ὑπό πιστῶν Χριστιανῶν, ἐνταφιάσθησαν μέ τιμή καί εὐλάβεια.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἰωσήφ, τοῦ Ἀναχωρητοῦ.
Ἀπό τόν Εὐεργετινό φαίνεται, ὅτι ὁ Ὅσιος Ἰωσήφ ἔζησε κατά τόν 4ο αἰώνα μ.Χ. καί ἦταν μαθητής τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου τοῦ Μεγάλου. Διακρίθηκε γιά τήν ἐγκράτεια καί τήν ταπεινοφροσύνη του καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Πιώρ.
Ὁ Ὅσιος Πιώρ καταγόταν ἀπό τήν Αἴγυπτο καί ἔζησε κατά τό β΄ ἥμισυ τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ. Εἰκοσαετής, ἐγκατέλειψε τόν κόσμο καί κατέφυγε στήν ἔρημο, ὅπου συνάντησε τόν Ἅγιο Ἀντώνιο καί ἔγινε ὑποτακτικός του. Ἀργότερα, μέ τήν εὐλογία τοῦ διδασκάλου του, ἀποσύρθηκε στά ἐνδότερα τῆς ἐρήμου καί ἐκεῖ πλέον ἔζησε μέ σκληρή ἄσκηση. Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, σέ ἡλικία ἑκατό περίπου ἐτῶν, πρί τό 395 μ.Χ.
Περί αὐτοῦ λέγεται, ὅτι, ἀφοῦ ὁρκίσθηκε νά μή ξαναδεῖ τούς συγγενεῖς του, μετά πενήντα χρόνια ἀπό τότε πού ἐγκατέλειψε τήν πατρική οἰκία, μέ τήν ἐπέμβαση τοῦ Ἐπισκόπου, ἐδέχθηκε τήν ἀδελ-φή του, ἡ ὁποία ἐζήτησε νά τόν δεῖ πρίν πεθάνει, μέ κλειστούς τούς ὀφθαλμούς.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ὑπατίου, τοῦ ἐν Ρουφιαναῖς.
Ὁ Ὅσιος Ὑπάτιος καταγόταν ἀπό τήν Φρυγία καί ἔζησε κατά τούς χρόνους τῶν αὐτοκρατόρων Ἀρκαδίου καί Ὀνωρίου (395-423 μ.Χ.). Ἀπό παιδική ἡλικία κατείχετο ὑπό ἰσχυρᾶς κλίσεως πρός τά θεῖα, πλήν ὅμως ὁ εἰδωλολάτρης πατέρας του τόν ἐπέπλητ-τε γι’ αὐτό, πολλές φορές δέ τόν ἐνέπαιζε. Ἡ στάση αὐτή τοῦ πατέρα του ἀνάγκασε τόν Ὑπάτιο, σέ ἡλικία δώδεκα ἐτῶν, νά ἐγκαταλείψει τόν πατρικό οἶκο καί νά καταφύγει σέ κοινόβιο τῆς Ἁλμυρισοῦ τῆς Θράκης, ὅπου ἀσπάσθηκε τό μοναχικό βίο. Ἀργό-τερα, τό 400 μ.Χ., ἐπιθυμῶν ἀκόμη περισσότερο ἀσκητικό βίο, συ-νοδευόμενος καί ἀπό δύο ἄλλους συμμοναστές, τούς Τιμόθεο καί Μοσχίωνα, μετέβη στήν ἀκατοίκητη καί ἔρημη μονή τοῦ Ρουφίνου ἤ Ρουφινιανῶν2, κοντά στήν Χαλκηδόνα, τήν ὁποία κατέστησαν κατοικήσιμη καί ἐχρησιμοποίησαν ὡς ἀσκητήριο. Στή μονή αὐτή παρέμεινε ὁ Ὅσιος Ὑπάτιος ἀρκετό καιρό, ἀκολούθως δέ ἐπέστρεψε στό κοινόβιο τῆς Ἁλμυρισσοῦ. Οἱ μοναχοί ὅμως τῆς μονῆς Ρουφίνου ἔσπευσαν πρός αὐτόν καί ἐπέτυχαν ἀπό τόν ἡγούμενο τοῦ κοινοβίου τήν ἐπιστροφή τοῦ Ὑπατίου στή μονή τους ὡς ἡγήτορος αὐτῆς. Ἡ φήμη καί ἡ θαυματουργική χάρη, διά τῆς ὁποίας ὁ Θεός εἶχε προικίσει τόν Ὅσιο, εἵλκυσε πρός τή μονή καί ἄλλους ζηλωτέςς τῆς μοναχικῆς πολιτείας, οἱ ὁποῖοι, τεθέντες ὑπό τήν πνευματική καθοδήγησή του, ἐζοῦσαν μέ εὐαγγελική ἀκριβεία, φροντίζοντες γιά τή σωτηρία τῶν ψυχῶν τους καί τῶν πλησίον τους. Μέ τά προϊόντα τῶν κόπων τους ἐβοηθοῦσαν τούς πτωχούς καί ἀσθενεῖς καί μέ τούς λόγους, συμβου-λές καί ἀρετές τους ἐστήριζαν τούς πιστούς καί προσείλκυαν τούς εἰδωλολάτρες.
Σέ ἡλικία ὀγδόντα ἐτῶν ὁ Ὅσιος, ἀσθένησε βαρειά καί ἀφοῦ, κατόπιν παρακλήσεώς του, μεταφέρθηκε στό παρεκκλῆσι τῆς μονῆς καί ἐκοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, τό 446 μ.Χ., παρέδωσε τό πνεῦμα πρός τόν Κύριο.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Βησσαρίωνος, τοῦ Ἀναχωρητοῦ.
(Βλ. † 20 Φεβρουαρίου).
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀβίτου.
Ὁ Ὅσιος Ἄβιτος ἐγεννήθηκε στην πόλη Ὀρλάν τῆς Γαλλίας και ἐκοιμήθηκε με εἰρήνη, το ἔτος 530 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Ἱμερίου, ἐπισκοπου Ἀμελίας.

Ὁ Ἅγιος Ἱμέριος ἐγεννήθηκε στην Καλαβρία κατά τόν 5ο αἰώνα μ.Χ. Ἀναχωρητής και μοναχός ἀρχικά, και κατόπιν Ἐπίσκο-πος τῆς πόλεως Ἀμέλια τῆς Ὀμβρικῆς τῆς Ἰταλίας. Ἦταν αὐστηρά προσηλωμένος στήν ἀσκητική ζωή καί τήν προσευχή καί ἐποίμανε θεοφιλῶς τό ποίμνιό του. Ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, περί τό 560 μ.Χ3. Περί τό 965 μ.Χ. τά ἱερά λείψανά του μετακομίσθηκαν ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Λιουτπράνδο (962-972 μ.Χ.) στήν πόλη τῆς Κρεμόνας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ὁσιομάρτυρος Nέκταν, τοῦ ἐξ Οὐαλλίας.
Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Νέκταν ἐγεννήθηκε στήν Οὐαλλία κατά τόν 6ο αἰώνα μ.Χ. ὡς πρωτότοκος υἱός τοῦ βασιλέως Ἁγίου Βρυχανοῦ τοῦ Μπρέκνοκ, καί εἶχε 24 ἀδέλφια, τά ὁποῖα ἐτάχθησαν στήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ: ὁρισμένα ἔζησαν ὡς ἐρημίτες, ἄλλα ἵδρυσαν μονές καί ναούς.
Ὁ Ἅγιος Νέκταν, ὅταν ἀκόμη ἦταν στήν Οὐαλλία, ἀκούσας περί τοῦ σπουδαίου ἐρημίτου τῆς αἰγυπτιακῆς ἐρήμου, Ἁγίου Ἀντωνίου, ἐμνεύσθηκε και ἀπεφάσισε νά μιμηθεῖ τόν τρόπο ζωῆς ἐκείνου. Μετέβη στήν βόρειο ἀκτή τοῦ Ντεβονσάϊρ στο Χάρτλαντ, ὅπου καί ἐμόνασε ἐπί πολλά ἔτη. Ἔπεσε ὅμως θύμα ἀπαγωγῆς ὑπό δύο ληστῶν, οἱ ὁποῖοι, ὅταν ὁ Ἅγιος προσεπάθησε νά τούς κηρύξει τόν θεῖο λόγο τοῦ Εὐαγγελίου, τοῦ ἀπέκοψαν τήν κεφαλή. Τότε, θαυματουργικά, ἐθεάθηκε τό σῶμα τοῦ Ἁγίου νά συλλέγει τήν κεφαλή του ἀπό τό ἔδαφος καί νά τήν φέρει ἐπί μεγάλη ἀπόσταση μέχρι μιά πηγή παρακείμένη στό κελλί του, ὅπου καί τήν ἀπέθεσε. Ὁ ἕνας ἀπό τούς ληστές, ἐκεῖνος πού ἀπέκοψε τήν κεφαλή τοῦ Ἁγίου, ἰδών τό θέαμα τοῦτο, παρεφρόνησε καί ὁ ἄλλος, μεταστρα-φείς στή χριστιανική πίστη, περισυνέλεξε μέ σεβασμό τά λείψανα τοῦ Ἁγίου καί τά ἐνταφίασε στό κελλί του.
Ἔκτοτε πολλά θαύματα ἔλαβαν χώραα γύρω ἀπό τό χῶρο ὅπου ἀναπαύονταν τά ἱερά λείψανα τοῦ Ἁγίου.
Ὁ σωζόμενος Βίος του εἶναι τοῦ 12ου αἰῶνος μ.Χ., ἐνῶ ὑπάρχει στήν Ρωσία, στήν Ἐπισκοπή τοῦ Σουρώζ, παρεκκλήσι ἀφιερωμένο στούς Ἁγίους Συμεών καί Ἄννα, ὅπου ἑορτάζεται, ἐπίσης, ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Νέκταν.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Ἀδουλφίου καί Βοτουλφίου τοῦ Ὁμολογητοῦ, τῶν αὐταδέλφων.
Οἱ Ὅσιοι Πατέρες μας Ἀδούλφιος καί Βοτούλφιος ἐγεννήθη-σαν, ἔζησαν κατά Χριστόν και ἀσκήτεψαν στην Ἀγγλία. Ἐκοιμήθη-σαν μέ εἰρήνη, περί τό 680 μ.Χ., καί τά ἱερά λείψανά τους μετα-κομίσθηκαν στό Ἀββαεῖο τοῦ Θόρνεϋ ἀπό τόν Ἅγιο Ἐθελβόλδιο, Ἐπίσκοπο Ουῒντσεστερ, τό 972 μ.Χ.
Ἡ μνήμη τοῦ Ὁσίου Βοτουλφίου τιμᾶται σήμερα στήν Ἀγγλία, στίς 25 Ἰουνίου στήν Σκωτία καί τήν 1η Δεκεμβρίου (ἑορτή τῆς μετακομιδῆς τῶν λειψάνων αὐτοῦ).
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γουνδουλφίου, ἐπισκόπου Γαλλίας.

Ὁ Ἅγιος Γουνδούλφιος ἐγεννήθηκε τό 530 μ.Χ. στήν πόλη Ἀκουϊτέν, κοντά στήν περιοχή τοῦ Μπορντώ τῆς Γαλλίας. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τονγκρέ καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη στήν πόλη Μπουργκέζ4, τό 599 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἑρβέου, τοῦ ἐν Γαλλίᾳ.
Ὁ Ὅσιος Ἑρβέος ἔζησε καί ἀσκήτεψε κατά τόν 6ο αἰώνα μ.Χ. στήν Βρεττάνη τῆς Γαλλίας. Περί τοῦ Βίου του διασώζονται ἐλάχι-στες ἀξιόπιστες πληροφορίες. Ἐγεννήθηκε τυφλός καί ὅταν ὁ πατέρας του ἀπέθανε, ἡ μητέρα σου ἀκολούθησε τό μοναχικό βίο. Ἔτσι, ὁ Ὅσιος ἀκολούθησε τόν ἐρημικό βίο κατά τό πρότυπο τοῦ Ἁγίου Καδοκίου († 24 Ἰανουαρίου), καί ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε με εἰρήνη, τό 575 μ.Χ.
Ὁ Ὅσιος εὐλογήθηκε ἀπό τόν Θεό μέ τό χάρισμα τῆς θερα-πείας τῶν ἀσθενειῶν τῶν ὀφθαλμῶν.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Σάλβα, τοῦ ἐκ Γεωργίας.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Σάλβα καταγόταν ἀπό τήν πόλη Ἀχαλτσίχε τῆς Γεωργίας καί ἐμαρτύρησε τό 1227. Καταγόταν ἀπό πριγκηπική οἰκογένεια και ἦταν στολισμένος ἀπό τόν Θεό μέ πολλές ἀρετές. Ἐπί βασιλίσσης Θάμαρ τῆς Μεγάλης (1184-1212) διορίσθηκε στρατηγός καί κυβερνήτης τῆς ἐπαρχίας Ἀχαλτσίχε. Ἡ μεγάλη του ἀνδρεία τόν ὁδήγησε, τό 1203, σέ νίκη κατά τοῦ Σελτζούκου σουλτάνου Ρουκναλντίν, στήν περιοχή τοῦ Μπασιάνι, και ἔτσι ἡ Γεωργία ἔζησε μέ αδιατάρκτη εἰρήνη πού διήρκεσε πολλά χρόνια.
Ὅταν ἡ βασίλισσα Θάμαρ ἀπέθανε, στό θρόνο ἀνέβηκε ὁ υἱός της Γεώργιος, πού ἔφυγε ἀπό τή ζωή πολύ νέος, μόλις 29 ἐτῶν, τό 1223. Ἐπειδή τά παιδιά του ἦταν ἀνήλικα, τή διακυβέρνηση τοῦ βασιλείου ἀνέλαβε ἡ ἀδελφή του Ρουσουντάν5 (+1247), πού ἐστερεῖτο δοικητικῶν χαρισμάτων, μέ ἀποτέλεσμα τήν παρακμή τοῦ κρά-τους.
Οἱ Πέρσες ἄρχισαν νά λεηλατοῦν καί νά ἐρημώνουν τίς νοτιοανατολικές περιοχές τῆς Ἀρμενίας καί ὅταν τό κράτος ἄρχισε να ἀπειλεῖται σοβαρά, τότε ἡ βασίλισσα Ρουσουντάν ἀπεφάσισε νά ἀποστείλει ἐναντίον τῶν εἰσβολέων στρατό. Ἡ μάχη ἔγινε στήν πε-ριοχή Γάρνισι. Οἱ Γεωργιανοί ἔχασαν καί οἱ Πέρσες κατευθύνο-νταν πρός τήν Γεωργία. Ὁ Μάρτυς Σάλβα αἰχμαλωτίσθηκε. Οἱ Πέρ-σες τόν ἐπῆραν μαζί τους καί τιμώντας τον γιά τήν ἀνδρεία καί την καταγωγή του τοῦ παρεχώρησαν και μία ἔπαυλη σέ ἕνα μικρό νησί, στήν πόλη Ἀρνταμπάνι, γιά νά ζήσει με ὅλες τις ἀνέσεις. Μετά λίγο καιρό, ὁ σάχης Τζαλάλ ἀλ Ντίν Μπινγκμπούρνου6 ἐκάλεσε τόν Σάλβα καί τοῦ ἐζήτησε νά ἀλλαξοπιστήσει. Ἐκεῖνος ἔδωσε μέ πνευ-ματική γενναιότητα μαρτυρία ὑπέρ Χριστοῦ. Τόν ἐβασάνισαν σκληρά καί τόν ἔκλεισαν ἡμιθανή σέ ἕνα κελλί, ὅπου παρέδωσε τήν ἁγιασμένη του ψυχή στόν Θεό, τό 1227.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Ἰσαάκ, Κλήμεντος, Κυρίλλου, Νικήτα καί Νικηφόρου, τῶν ἐκ Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἀνανίου, τοῦ εἰ-κονογράφου.
Ὁ Ὅσιος Ἀνανίας ἐγεννήθηκε στήν Ρωσσία καί ἐκάρη μοναχός στή μονή τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου τοῦ Ρωμαίου († 17 Ἰανουα-ρίου) τοῦ Νόβγκοροντ. Ὁ Θεός τόν ἐπροίκισε μέ τό χάρισμα τῆς εἰ-κονογραφίας, ἐργόχειρο πού ἔκανε γιά τή δόξα τοῦ Κυρίου. Ὅσον ἀφορᾶ στή χρονολογία τῆς κοιμήσεώς του οἱ ἱστορικές πηγές δέν συμφωνοῦν μεταξύ τους. Ἔτσι θεωρεῖται ὡς ἔτος τῆς κοιμήσεώς του τό 1521 ἤ τό 1561 ἤ τό 1581.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!