του π. Αντώνιος Χρήστου
Αγαπητοί μου Αναγνώστες, σε κάθε άρθρο μας προσπαθούμε πάντα να μπούμε στη θέση του αναγνώστη. Aραγε τον ενδιαφέρει το θέμα και οι γραμμές που γράφονται; Άραγε του δίνουν κάτι καινούργιο ή έστω τον προβληματίζουν; Από την άλλη θα θέλαμε και εσείς να μπείτε στη θέση του αρθρογράφου! Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα να είναι κανείς σε αυτή τη θέση, γιατί θα πρέπει σε λίγες γραμμές να δοθεί με σαφήνεια το θέμα και η οπτική γωνία από την οποία το διαπραγματεύεται ο αρθρογράφος και φυσικά όταν δεν τα καταφέρνει, γίνεται στόχος αρνητικής κριτικής και απαξίωσης, πολλές φορές βέβαια όχι άδικα.
Εμείς προσωπικά στην επιείκειά σας πάντοτε απευθυνόμαστε και τολμούμε να προχωρούμε σε αυτό το δημιουργικό εγχείρημα και ευχόμαστε τόσο εσείς, όσο ο δικαιοκρίτης αλλά και φιλάνθρωπος Θεός να μας αντιμετωπίσετε με το απαραίτητο «έλεος» που χρειάζεται! Με αυτές τις εισαγωγικές σκέψεις εισήλθαμε ήδη και στο παρόν άρθρο μας, που έχει να κάνει με ένα ερώτημα: «Πόσο έχουμε ανάγκη τον Χριστό σήμερα»; Θα αναρωτηθεί κανείς: Καλά, τι ερώτημα είναι αυτό και μάλιστα σε μία καθαρά θεολογική-εκκλησιαστική εφημερίδα; Κάποιοι ίσως το δουν και ως βλάσφημη ερώτηση, άλλοι ίσως περιττή ή αυτονόητη, λίγοι όμως θα προσπαθήσουν να αναμετρηθούν στο «ταμείο» τους με ειλικρίνεια, καθρεφτίζοντας τον εαυτό τους και θα προσπαθήσουν να αναμετρηθούν και να το απαντήσουν αντικειμενικά χωρίς προσωπεία. Αυτό το άρθρο γράφεται γι’ αυτούς τους λίγους, για τους υπόλοιπους συγχωρέστε μας αλλά οι επόμενες γραμμές δεν σας αφορούν…!
Καταρχάς να ορίσουμε απλά και κατανοητά τι σημαίνει «ανάγκη»: Ανάγκη σημαίνει κάτι που μου είναι απολύτως απαραίτητο για να μπορέσω να συνεχίσω τη ζωή μου. Αν δεν φάω, σε λίγες μέρες θα πεθάνω, αν δεν πιώ νερό, σε ακόμη λιγότερες θα πάθω αφυδάτωση και θα πεθάνω. Αυτές είναι οι απολύτως απαραίτητες βιολογικές ανάγκες. Στη Θεολογία μας αυτές λέγονται «αδιάβλητα πάθη». Υπάρχουν και άλλες βέβαια απαραίτητες, όπως μία στέγη, ένα κρεβάτι για να κοιμηθώ, μία οικογένεια να μεγαλώνω, εκπαίδευση για να καταρτίζομαι, εργασία μεγαλώνοντας, για να βγάζω τα απαραίτητα για να συντηρούμαι κ.τ.λ. Αν δεν τα έχω για κάποιο μικρό ή μεγάλο διάστημα δεν πεθαίνω, αλλά σίγουρα με δυσκολεύουν πολύ στην ομαλή ανατροφή και γενικότερη βιοτή μου. Ομως υπάρχουν και πλασματικές ανάγκες που η κοινωνία, ή η σύγχρονη αγορά και η διαφήμιση μας έχουν επιβάλει, που μπορώ άνετα να ζήσω χωρίς αυτές! Αν το κινητό μου π.χ. δεν είναι της τάδε ακριβής εταιρίας αλλά είναι της τάδε που είναι φθηνότερη δεν θα πεθάνω, αν γενικότερα επίσης δεν έχω κινητό ή τηλεόραση ή υπολογιστή επίσης δεν θα πεθάνω. Ξέρουμε αναλογιζόμενοι με τον εαυτό μας, όλα αυτά πώς έχουν εισχωρήσει και πόσο μας έχουν γίνει «αναγκαία» στην καθημερινότητά μας, αλλά μην ξεχνάμε ότι η ζωή δεν υπήρχε μόνο στον 20ο και 21ο αιώνα, υπήρχε και πριν από αυτούς και ίσως οι άνθρωποι ήταν πιο ευτυχισμένοι· σίγουρα πάντως έδιναν μεγαλύτερη βαρύτητα στις διαπροσωπικές σχέσεις, που τώρα τις ανταλλάξαμε με μία οθόνη πάντα μπροστά μας.
Αφού ορίσαμε απλά το τι είναι ανάγκη, ερχόμαστε τώρα στον Χριστό μας. Για όσους τον πιστεύουμε, ξέρουμε ότι είναι ο Υιός του Θεού, η σάρκωση του δευτέρου προσώπου της Αγίας Τριάδος, που ενώθηκε με την ανθρώπινη φύση στη μίτρα της Παναγίας μας, διπλός στη φύση ως Θεάνθρωπος, αλλά σε μία υπόσταση αυτής, του Ιησού Χριστού. Ο Κύριος ήρθε στον κόσμο (αυτό ετοιμαζόμαστε από την αρχή της νηστείας των Χριστουγέννων να εορτάσουμε) και έγινε άνθρωπος, για να γίνουμε εμείς κατά χάριν Θεοί. Αυτό γίνεται σε όσους μετέχουν στο σώμα της Εκκλησίας διά του Αγίου Βαπτίσματος και του Χρίσματος και κυρίως κοινωνούν το σώμα και το αίμα Του Χριστού, που είναι το φάρμακο ή καλύτερα το αντίδοτο ώστε ο άνθρωπος να μην πεθαίνει, όχι βιολογικά, κυρίως πνευματικά!
Σε αυτό το σημείο είναι το κλειδί στην αρχική μας ερώτηση στον τίτλο του θέματος. Οπως είπαμε, ότι αν δεν φάμε ή δεν πιούμε νερό θα πεθάνουμε, αλήθεια πόσοι από εμάς συνειδητοποιούμε ότι δεν είμαστε μόνο σώμα και σάρκα αλλά έχουμε και ψυχή, η οποία έχει και αυτή τις ανάγκες της. Θέλει και αυτή να τραφεί, με την Θεία Κοινωνία, θέλει και αυτή να καθαριστεί, διά της Ιεράς Εξομολογήσεως, θέλει και αυτή να ψυχαγωγηθεί (με την κυριολεξία της έννοιας, αγωγή της ψυχής) με την ανάγνωση της Αγίας Γραφής και των πατερικών και κάθε ψυχωφέλιμου κειμένου. Δυστυχώς ο πολύ κόσμος το αγνοεί, αλλά δυστυχώς και πολλοί που υποτίθεται είναι πνευματικά καλλιεργημένοι και συνειδητοί Χριστιανοί, αλλά περιορίζουν τη Θεία Κοινωνία σε μερικές μόνο μέρες του χρόνου, αυτοσχεδιάζοντας και χωρίς την καθοδήγηση και την υπακοή σε κάποιον πνευματικό.
Αυτό σημαίνει και το έχουμε τονίσει και σε άλλα άρθρα μας στο παρελθόν, ότι δυστυχώς ζούμε μονοδιάστατα, φροντίζουμε μόνο για τις υλικές ανάγκες της σάρκας, άντε μερικοί και του «πνεύματος», που έχει όμως μόνο επίγεια και εφήμερη προοπτική (τέχνες, θέατρο, φιλοσοφία χωρίς Θεό) και ξεχνούν ότι αυτή η δίψα, η αναζήτηση και η «ανάγκη» για κάτι άλλο που δεν ξεδιψά, δεν γεμίζει και δεν έχει κορεσμό, οφείλεται γιατί το κέντρο της ζωής του ανθρώπου, η καρδιά-ψυχή, μένει ακαλλιέργητη και χωρίς το αναγκαίο για να ζήσει, που δεν είναι πράγμα, αλλά πρόσωπο, ο Ιησούς Χριστός!
Επομένως η απάντηση στο πόσο ανάγκη έχουμε τον Χριστό σήμερα, εξαρτάται κατά πόσο τον αναζητούμε και προετοιμαζόμαστε κατάλληλα για να τον έχουμε μέσα μας, σε κάθε Θεία Λειτουργία, σε κάθε Θεία Μετάληψη και σε αυτή την προσπάθεια, που ενώ συνεχίζω να πέφτω, όμως σηκώνομαι και μετανιωμένος ζητώ το έλεος Του Θεού, διά των μυστηρίων Του.
Κλείνοντας αδελφοί μου και αυτό το άρθρο, ευχόμαστε μέσα από τη ψυχή μας, πρώτα σε εσάς, και ευχόμαστε στο τέλος για τον ίδιο μας τον εαυτό, αυτά τα Χριστούγεννα που έρχονται, να είναι πραγματικά προετοιμασία για το όντως αναγκαίο, που δεν είναι τόσο το Χριστουγεννιάτικο τραπέζι, ούτε τα δώρα, τα χριστουγεννιάτικα δέντρα και στολίδια. Αυτό που μας λείπει για να έχουμε πληρότητα και όντως «Χριστούγεννα» είναι ο ίδιος ο Χριστός. Αυτός που πάντα προσφέρεται για όλους μας και δυστυχώς λίγοι προστρέχουμε με σωστές προϋποθέσεις να τον δεχτούμε! Ας καταλάβουμε επιτέλους αυτά τα Χριστούγεννα ότι χωρίς στόλισμα και ψώνια μπορώ να ζήσω, χωρίς Χριστό ποτέ! Επομένως κάθε φορά που κοινωνούμε έχουμε Χριστούγεννα και όχι μόνο στις 25 Δεκεμβρίου κάθε έτους!