του Αρχιμ. Γρηγορίου Κωνσταντίνου, Δρ. Θεολογίας
Ἀνάμεσά σε τρεῖς μορφὲς κινοῦνται οἱ σχέσεις τοῦ ὀνείρου καὶ τῶν νοητικῶν ἀσθενειῶν: 1ον τὶς αἰτιολογικὲς καὶ κλινικὲς σχέσεις π.χ. (ἡ ἀντικατάσταση μιᾶς νοητικῆς διαταραχῆς ἀπὸ ἕνα ὄνειρο πρὶν τὴν ἐκδήλωση τῆς ἀσθένειας ἢ κατόπιν). 2ον Τὶς ὑφιστάμενες τροποποιήσεις τοῦ ὀνείρου ἐξαιτίας τῆς παραφροσύνης. 3ον Τὶς στενὲς σχέσεις ὀνείρου καὶ ψυχώσεων, (στὸ παρὸν ἐξετάζονται οἱ τροποποιήσεις ποὺ δέχεται τὸ ὄνειρο ἀπὸ τὶς νοητικὲς ἀσθένειες).
Ἀναφορικὰ μὲ τὴν πρώτη μορφὴ τὸ πρόβλημα κατοπτρίζεται στὶς παρατηρήσεις τοῦ Χόνμπαουμ καὶ τοῦ Σάντα ντὲ Σάνκτις ὅπου α) «ἡ πρώτη ἐκδήλωση παραφροσύνης εἶναι συχνὰ ἕνα ἀγχῶδες ὄνειρο», β) «τὸ ὄνειρο ὑπῆρξε “ἡ πραγματικὴ προσδιοριστικὴ αἰτία” τῆς παραφροσύνης. Ἡ ψύχωση μπορεῖ νὰ δημιουργηθεῖ μ’ αὐτὸ τὸ νοσηρὸ ὄνειρο ποὺ εἶναι φορέας τῆς παραληρηματικῆς ἑρμηνείας». Ἡ προσέγγιση εἶναι διπλή. α) Τὸ ὄνειρο δηλώνεται ὡς αἴτιο ποὺ προκάλεσε μιὰ νοητικὴ διαταραχή, β) εἶναι δηλωτικό της πρώτης ἐκδήλωσης τῆς ἀσθένειας καὶ σηματοδοτεῖ τὴν ἀρχή της. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἐντοπίζεται καὶ ἡ περίπτωση ὅπου μία ψύχωση μπορεῖ νὰ περιορίζεται στὸ ὄνειρο, (ἀγχώδη ὄνειρα) τὰ ὁποῖα περιγράφονται ὡς ἐπιληπτικὰ ἰσοδύναμα.
Ὅλα τα παραπάνω ποὺ ἐκτεθῆκαν συνηγοροῦν στὴν ἰατρικὴ ἀντιμετώπιση τῆς ψυχοπαθολογίας τοῦ ὀνείρου. Παρατίθενται ἀποσπάσματα ἀπὸ σχετικὲς μελέτες ποὺ ἀφοροῦν στὶς παραισθήσεις καὶ ψευδαισθήσεις τοῦ ὀνείρου, καὶ ἄξιες ἀναφορᾶς εἶναι οἱ παρατηρήσεις τοῦ Spitta γιὰ τὴν χρησιμότητα τοῦ ὀνείρου σε ὅτι ἀφορᾶ τὴν ἐμβάθυνση στὴ μελέτη καὶ γνώση ψυχιατρικῶν φαινομένων ὅπως αὐτὰ παρατηροῦνται στὰ ἄσυλα, καὶ στὴν ἀναλογία μεταξύ των δύο φαινομένων πού συνίσταται «στὸ διχασμὸ τῆς προσωπικότητας στὸ ὄνειρο- ὅπου ἡ δική μας γνώση μοιράζεται σὲ δύο ὑποκείμενα ποὺ τὸ ἕνα ὁ “ξένος’’ θεωρεῖται πὼς διορθώνει τὸ ἀληθινὸ ἐγὼ- μοιάζει ἐντελῶς μὲ τὸ διχασμὸ τῆς προσωπικότητας στὴν ψευδαισθητικὴ ψύχωση».
Ἡ ἄποψη τοῦ Spitta ὑποδεικνύει: α) «Ἐξαφάνιση ἢ ἐπιβράδυνση τῆς συνείδησης τοῦ ἐγὼ γι’ αὐτὸ ἔχουμε ἄγνοια τῆς κατάστασής μας, ἀδυναμία νὰ καταπλησσόμαστε, καὶ ἔλλειψη ἠθικῆς συνείδησης. β) Μετατροπὴ τῆς αἰσθητηριακῆς ἀντίληψης ἀλλά, ἐνῶ τὸ ὄνειρο τὴν ἐλαττώνει, ἡ παραφροσύνη γενικὰ τὴν ἐξυμνεῖ. γ) Σύνδεση τῶν παραστάσεων μόνο σύμφωνα μὲ τοὺς νόμους τοῦ συνειρμοῦ τῶν ἰδεῶν, ὁπότε ἔχουμε αὐτοματικῆ δημιουργία ἀλληλουχιῶν, ἔλλειψη ἀναλογίας ἀνάμεσα στὶς παραστάσεις (ὑπερβολές, παραδοξότητες) καὶ ὡς ἐπιστέγασμα ὅλων αὐτῶν: δ) Μετατροπὴ (καὶ καμιὰ φορᾶ μεταστροφὴ) τῆς προσωπικότητας καὶ τοῦ χαρακτήρα (διαστροφή)».
Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἡ θέση τοῦ Φρόυντ εἶναι σημαντικὴ τονίζοντας πώς, «αὐτὴ ἡ ἀναντίρρητη ὁμοιότητα ὡς τὶς λεπτομέρειες ἀνάμεσα στὸ ὄνειρο καὶ στὴν παραφροσύνη εἶναι τὸ κυριότερο ἔρεισμα τῆς ἰατρικῆς θεωρίας τοῦ ὀνείρου θεωρίας κατὰ τὴν ὁποία τὸ ὄνειρο εἶναι ἄχρηστο φαινόμενο, καὶ μάλιστα βλαβερό, καὶ ἡ ἔκφραση μιᾶς πτώσης τῆς ψυχικῆς δραστηριότητας» διευκρινίζοντας τὴν ἀοριστία τῶν ὑφισταμένων γνώσεων τῆς ἐπιστήμης γιὰ τὶς νοητικὲς διαταραχές, ἀφοῦ ἐπισημαίνει πὼς δὲν μποροῦν νὰ ἐξυπηρετήσουν τὶς ἀνάγκες γιὰ μιὰ ὁριστικὴ ἑρμηνεία τοῦ ὀνείρου.