Η Νάξος είναι κατάσπαρτη από Eκκλησίες, παλαιοχριστιανικές βασιλικές, Εκκλησίες με ανεικονικό διάκοσμο, τοιχογραφημένες βυζαντινές Εκκλησίες έχει επισημάνει η αρχαιολογική έρευνα περισσότερες από ό,τι σε όλα τα άλλα αιγαιοπελαγίτικανησιά. Το φαινόμενο μαρτυρεί το υψηλό πολιτιστικό και πολιτικοκοινωνικό επίπεδο, αλλά δεν έχει ακόμη ερμηνευθεί πειστικά. Ταπηγαία νερά και η ευφορία του εδάφους είναι ίσως μία από τις αιτίες, αλλά όχι η μόνη.
Ανάμεσα στις βυζαντινές Εκκλησίες του νησιού ιδιαίτερη θέση κατέχει η Παναγία η Δροσιανή. Την Εκκλησία θα συναντήσει ο πεζοπόρος λίγο πριν από το χωριό Μονή, δεξιά, και λίγο ψηλότερα από τον αμαξιτό δρόμο, ξεκινώντας από το Χαλκί και διασχίζοντας ελαιώνες και περιβόλια. Είναι αφιερωμένη στο Γενέσιο της Θεοτόκου και αποτελεί το μοναδικό κατάλοιπο παλαιάς Μονής, απ’ όπου και ονομάστηκε το γειτονικό χωριό.
Οι ειδήσεις που έχουμε για το μοναστήρι αυτό δεν είναι πολύ παλιές. Το μνημονεύει ο δούκας του Αιγαίου Πελάγους Ιωάννης Κρίσπος το 1555 και στη συνέχεια ο Οικουμενικός Πατριάρχης Ιωαννίκιος Β’, ο από Ηρακλείας (1646-1656). Όμως, χάρη στην αρχαιολογική έρευνα και κυρίως χάρη στον ερευνητικό μόχθο του καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων αρχικά και Αθηνών στη συνέχεια Νικολάου Δρανδάκη, γνωρίζουμε σήμερα ότι ο Ναός στο αρχικό του τμήμα είναι κατά μία χιλιετία παλαιότερος, χρονολογούμενος στον 6ο αιώνα.