Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα, Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης
Σε λίγες εβδομάδες, όταν θα συνέλθει στις αρχές Οκτωβρίου στην τακτική της συνεδρίαση η Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, μεταξύ των άλλων καθηκόντων της, θα ασχοληθεί και με την εκλογή νέων Μητροπολιτών στις χηρεύουσες Μητροπόλεις Φθιώτιδας και Λήμνου, καθώς και στην κενή, λόγω παραιτήσεως του προκατόχου της, Μητρόπολη Αιγιαλείας και Καλαβρύτων. Η πλήρωση αυτών των μητροπολιτικών εδρών προσφέρει στην Εκκλησία μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να κάνει μία καινούργια αρχή. Να αφήσει στην άκρη τα κινητά και το «σακκούλι» με τα «κουκιά» και να ψάξει να βρει πρότυπα αγιότητας που υπάρχουν στους κόλπους της. Και να μην τα προσπερνάει, όπως κάνει συνήθως, αλλά να τα τοποθετήσει στις αντίστοιχες θέσεις. Γνωρίζει πού βρίσκονται τα πρότυπα αυτά και πώς μπορεί να τα πείσει να προσφέρουν το «φως» τους, που τόσο έχει ανάγκη η ίδια Εκκλησία, αλλά και η σημερινή «εν σκότει και σκιά» καθήμενη κοινωνία. Στην Θεία Λειτουργία που πάντα προηγείται της σχετικής συνεδρίασης της Ιεραρχίας, μπορούν να προσευχηθούν τα μέλη της να τα «φωτίσει» η Χάρις του Παναγίου Πνεύματος να εκλέξουν εκ των αγίων τον αγιότερο. Και όχι εκ των «κουκιοφόρων» τον παρέχοντα περισσότερο «υλικό» για να πετύχει η «συνταγή». Να πάει καλά το «μαγείρεμα».
Για όσους το λησμονούν ή το παραβλέπουν, ο Χριστός δεν υπήρξε «μάγειρας». Και φυσικά δεν ίδρυσε «Σχολή Μαγειρικής» ώστε να αισθάνονται κάποιοι την ανάγκη να διατηρήσουν και να διαδώσουν περαιτέρω τις «συνταγές» της. Ο Χριστός ίδρυσε με το Τίμιο Αίμα Του την Εκκλησία Του, όπως γνωρίζουμε όλοι, άσχετα αν κάποιοι από μας χάνουμε στην πράξη την επαφή με την γνώση που έχουμε για την ουσία και την αποστολή της Εκκλησίας· και κυρίως με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τη γνώση αυτή. Αν και δεν είναι λοιπόν η Εκκλησία του Χριστού «κουζίνα», υπάρχουν ωστόσο «οσμές» και σε αυτήν. «Οσμές» όμως που δεν είναι υλικές, αλλά πνευματικές. «Οσμές» πνευματικής ευωδίας. «Οσμές» αγιότητας. Και «τράπεζα» υπάρχει ασφαλώς στην Εκκλησία. Είναι η Τράπεζα του Σώματος και του Αίματος του Χριστού. Το καθημερινό πνευματικό «Συμπόσιο» κάθε χριστιανού στο οποίο «τροφή» είναι ο Ιδιος ο Χριστός. «Ο Εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανώμενος, τους δε εσθίοντας αγιάζων», κατά την χαρακτηριστική λειτουργική ευχή της Εκκλησίας την στιγμή του αγιασμού των Τιμίων Δώρων. Ας μη βάζουμε λοιπόν επάνω σε αυτή την «Τράπεζα» «κουκιά». Αυτά είναι μόνο για υλικά εδέσματα. Η «Τράπεζα» του Χριστού χρειάζεται άλλα «εδέσματα». «Εδέσματα» αγιότητας.
Οταν «υποψήφια» προς κατάληψη μητροπολιτικής θέσεως είναι η Αγιότητα, η οποία φυσικά δεν χρειάζεται να υποβάλει σχετική αίτηση, δεν υπάρχουν νικητές και ηττημένοι με τα ανάλογα συναισθήματα που συνοδεύουν τη θετική ή αρνητική έκβαση της σχετικής διαδικασίας εκλογής. Μεταξύ των αγίων δεν υπάρχουν αντιζηλίες ή φθόνοι. Δολοπλοκίες ή διαβολές. Χαρές ή λύπες. Κολακείες ή εκδουλεύσεις. Δεν υπάρχουν ιδιοτέλειες και «μαγειρέματα». Ούτε φιλοδοξίες. Φιλοδοξία των αγίων δεν είναι να προβληθεί το όνομά τους, αλλά το Ονομα του Θεού. Μόνιμη έγνοια τους στη ζωή είναι μία: Πώς θα εκπέμψουν από το «λυχνάρι» τους περισσότερο και πιο λαμπερό «φως» για να δοξασθεί μέσα από αυτό ο Θεός. Αρνητικά ανθρώπινα συναισθήματα και ανθρώπινες αδυναμίες ή μικρότητες «αναδύονται» μόνο μέσα από τον κατάλογο των προς Αρχιερατεία εκλογίμων, που είναι γεμάτες οι σελίδες του και συνεχώς προστίθενται καινούργιες. Το συμβατικό στοιχείο στον χώρο της υποτιθέμενης αγιότητας. Ολοι οι υποψήφιοι του καταλόγου με τις ελπίδες και τις προσδοκίες τους. Κάποιοι για να γίνουν Δεσποτάδες. Να πάρουν εξουσία στα χέρια τους. Αλλοι για να δείξουν ένα δικό τους μοντέλο διοίκησης και προβολής της Εκκλησίας. Δεν είναι κατ’ ανάγκην προβληματικός ο «δρόμος» του παραδοσιακού καταλόγου για την μετάβαση ενός κληρικού προς την Αρχιερατεία. Προβληματικός είναι ο τρόπος με τον οποίο τον αντιμετωπίζουν κάποιοι.
Δεν λησμονούμε ασφαλώς ότι μεγάλες και σεπτές μορφές της Ιεραρχίας, πνευματικά, εκκλησιαστικά και ηθικά αναστήματα που λάμπρυναν και το αρχιερατικό αξίωμα και την Εκκλησία, έφτασαν στην Αρχιερωσύνη από τον «δρόμο» του καταλόγου των προς Αρχιερατεία εκλογίμων. Αν και κατά τη γνώμη μου, θα μπορούσαν να φτάσουν στην ίδια «κορυφή» και μέσα από τον «δρόμο» του «καταλόγου» της αγιότητας, εάν τον δρόμο αυτόν τον καθιστούσε «προσβάσιμο» η Διοικούσα Εκκλησία και δεν τον άφηνε να χαθεί «πνιγμένον» στα «βάτα» και στις άλλες «αγκαθερές» «αγριάδες», που τον έχουν αποκλείσει. Δεν παραβλέπω ως νομικός ότι η ισχύουσα διαδικασία εκλογής νέων Μητροπολιτών με βάση τον κατάλογο των προς Αρχιερατεία εκλογίμων δεν μπορεί να παρακαμφθεί από την Ιεραρχία, διότι αποτελεί δεσμευτική για όλους προϋπόθεση του νόμου. Μπορεί όμως επάνω στην βάση του εν λόγω καταλόγου να λειτουργήσει, προς το παρόν μέχρι να αλλάξει ο νόμος, ο άτυπος «κατάλογος» αγιότητας, ώστε να μην εκλέγονται Μητροπολίτες «κουκιοφόροι» υποψήφιοι, νέοι συνήθως στην ηλικία κληρικοί, με προκλητικό παραγκωνισμό μάλιστα πολλές φορές άλλων, επίσης εγγεγραμμένων στον σχετικό κατάλογο κληρικών, που έχουν τα πρεσβεία της ιερωσύνης και διαθέτουν σε πληθωρικό βαθμό τα «κουκιά της αγιότητας και της πνευματικής υπεροχής έναντι όλων, τους λείπουν όμως τα «κουκιά» που έχουν πέραση: τα «κουκιά της συναλλαγής. Ολοι μας έχουμε υπόψη παραδείγματα κεκοιμημένων και εν ενεργεία κληρικών, που η κοινωνία των πιστών τους «προσκυνούσε» ως αγίους, αλλά η Εκκλησία αρνήθηκε να τους εμπιστευθεί την διαποίμανση ενός μέρους του ποιμνίου της! Γιατί;
Εάν η Εκκλησία πιστεύει ότι με την εμμονή στη λογική των «κουκιών» κατά την εκλογή νέων Μητροπολιτών πείθει την κοινωνία και ιδίως τους νέους ότι προβάλλει πρότυπα αγιότητας και δεν διαχειρίζεται απλά το σύστημα της εξουσίας της, ας συνεχίσει την πορεία της στην «πεπατημένη». Εάν όμως θέλει να κάνει σήμερα έναν αλλιώτικο και πιο πειστικό διάλογο με την κοινωνία, πρέπει να αλλάξει κατεπειγόντως το προφίλ της. Και αυτό δεν είναι άσχετο με την αποστολική διαδοχή της Εκκλησίας που συντελείται με την παράδοση της «σκυτάλης» των Αποστόλων στα χέρια νέων Αρχιερέων. Χρειάζεται όμως ιδιαίτερη προσοχή το «αγώνισμα» αυτό, διότι η αναγνώρισή του προϋποθέτει συνέπεια μεταξύ λόγων και πράξεων της Εκκλησίας. Ενα θέμα δηλ. που μπορεί για όλους εμάς τους άλλους να δοκιμάζει απλά την αξιοπιστία μας, για την Εκκλησία όμως αποτελεί αποκλειστικό θεμέλιο του κύρους της. Και δεν προβάλλει ασφαλώς την συνέπειά της η Εκκλησία, όταν διδάσκει τους πιστούς διά των Πράξεων των Αποστόλων, πώς οι Απόστολοι εξέλεξαν τους 7 πρώτους Επισκόπους, άσχετα αν τότε τους έλεγαν Διακόνους (βλ. Πραξ στ΄) και πώς επιλέγουν σήμερα οι διάδοχοι των Αποστόλων του διαδόχους της Εκκλησίας. Τότε κριτήριο ήταν η αγιότητα και μέσο διαπίστωσής της η προσωπική αντίληψη όλων και η προσευχή. Σήμερα αντιθέτως είναι τα «κουκιά» και μέσο διαπίστωσής τους τα «κινητά» των εκλογέων Αρχιερέων. Εάν κάποιοι εκλέκτορες Αρχιερείς λησμονούν το σχετικό χωρίο των Πράξεων, καλό θα ήταν να το διαβάσουν πριν εισέλθουν στην διαδικασία της συναλλαγής με τα «κουκιά».
Μπορεί η Ιεραρχία να ψηφίζει ως σώμα, τη σχέση όμως με τη συνείδησή του την προσδιορίζει καθένας ατομικά και με δική του ευθύνη.