Αλεξάνδρου Π. Κωστάρα, Ομότιμου Καθηγητή Νομικής Σχολής Πανεπιστημίου Θράκης
Ο «Καλός Σαμαρείτης» είναι η απάντηση του Χριστού για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να εκπληρώνει κάθε Χριστιανός το χρέος του προς τον εμπερίστατο Πλησίον. Υπό συνθήκες κανονικότητας, δηλ. υπό συνθήκες ειρηνικής συνύπαρξης με τους άλλους συναθρώπους μας οι «Σαμαρείτες» δεν συναντώνται ποτέ με τους «Πατριώτες», ώστε να τίθεται ζήτημα οριοθέτησης της μεταξύ τους σχέσης. Αλλάζει όμως το πράγμα σε περίπτωση πολέμου. Και όταν μιλούμε για πόλεμο, δεν εννοούμε ασφαλώς μόνο τον παραδοσιακό πόλεμο, που εκδηλώνεται με ένοπλη επίθεση εναντίον μίας χώρας, αλλά και τον σύγχρονο πόλεμο που έχει αφήσει στην άκρη τα όπλα και εξαπολύεται εναντίον ενός λαού με άλλες ειρηνικές μορφές, όπως είναι π.χ. η σημερινή μαζική εισβολή των λαθρομεταναστών στην Ελλάδα. Και δεν νομίζω ότι μπορεί να αμφισβητήσει κάποιος σοβαρά ότι το πρωτοφανές αυτό φαινόμενο που βιώνουμε σήμερα στην Ελλάδα συνιστά πόλεμο που αποβλέπει στην ειρηνική κατάληψη της Πατρίδος μας από τους αλλογενείς και αλλόθρησκους εισβολείς και όσους τους στρατολογούν ή τους κατευθύνουν μεθοδευμένα εναντίον μας. Είναι βεβαίως γνωστό ότι την εκτίμηση αυτή του φαινομένου της ακατάπαυστης μαζικής λαθρομετανάστευσης στην χώρα μας, δεν τη συμμερίζονται όσοι είναι μέλη κάποιας αναρχικής συλλογικότητας ή ανήκουν στους υποστηρικτές της πολιτικής των ανοικτών συνόρων, την οποία ακολούθησε η απελθούσα εθνομηδενιστική Κυβέρνηση. Οι απόψεις όμως αυτών των ανθρώπων στο συγκεκριμένο ζήτημα συνιστούν μικρή μειοψηφία στους κόλπους του Ελληνικού Λαού. Γι’ αυτό δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως κριτήριο του σχετικού χαρακτηρισμού.
Στον πόλεμο λοιπόν κάθε μορφής δίπλα στην έννοια του «Πλησίον» αναδύεται και η έννοια του «Πατριώτη». Εάν προσπαθήσουμε να βρούμε το σημείο της αναφοράς αυτών των εννοιών, θα δούμε ότι και μέσα στον πόλεμο η έννοια του «Πλησίον» ζητεί την ταυτοποίησή της με τον «Καλό Σαμαρείτη», ενώ η έννοια του «Πατριώτη» βρίσκεται σε σχέση αντιπαράθεσης με τον «Πολέμιο». Ετσι δημιουργείται η διαπλοκή «Σαμαρειτών» και «Πατριωτών» σε μία εμπόλεμη κατάσταση, διαπλοκή που υπαγόρευσε τον τίτλο του άρθρου, ο οποίος θα μπορούσε βέβαια να διατυπωθεί και στην αντίστροφη μορφή του, κατά πόσον δηλ. οι καλοί πατριώτες είναι αναγκαστικά «κακοί Σαμαρείτες». Εάν ερμηνεύω σωστά το πνεύμα της Διδασκαλίας του Χριστού μέσα από την Παραβολή του «Καλού Σαμαρείτη», η Παραβολή αυτή ισχύει παντού και πάντα, άσχετα από τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στις σχέσεις των ανθρώπων και ανεξάρτητα από την ιδιότητα που εισφέρει κάποιος για την διαμόρφωση του σχετικού ζεύγους. Απλά σε περίοδο Ειρήνης, εάν ασχοληθούμε με το ζεύγος «Πλησίον»-«Καλός Σαμαρείτης», θα δούμε ότι η πορεία όλων μας προς τον «Πλησίον» είναι μονόδρομος, καθώς περνάει μέσα από τα «ίχνη» που άφησε ο «Καλός Σαμαρείτης». Αντίθετα σε περίοδο πολέμου η πορεία μας προς τον «Πλησίον», που είναι και πάλι αναπόφευκτη, δεν είναι ούτε μονόδρομη ούτε ευθύγραμμη, αλλά τεθλασμένη. Χρειάζεται να διασχίσει δύσβατες παρακαμπτήριες «ατραπούς». Και αυτό, διότι η έννοια του «Πλησίον» είναι συνυφασμένη τώρα με την έννοια του «εισβολέα», του «επιτιθέμενου», και εκτοπίζεται συνήθως από αυτήν. Ο «Πλησίον» χρειάζεται βοήθεια, ενώ ο «εισβολέας» άμυνα.
Βέβαια, όταν αμύνεσαι στον πόλεμο απέναντι στον «εισβολέα», ταυτόχρονα προσβάλλεις εν τω προσώπω του τον «Πλησίον». Δεν θα μπορούσε όμως να γίνει αλλιώς, διότι η άρνηση της άμυνας απέναντι στον «εισβολέα» σε μία εμπόλεμη κατάσταση δεν σημαίνει συμπαράσταση στον «Πλησίον», αλλά βοήθεια στον εχθρό της Πατρίδος, η οποία ισοδυναμεί με προδοσία του πατριωτικού χρέους. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο «καλός πατριώτης» γίνεται αναγκαστικά «κακός Σαμαρείτης». Εκ του γεγονότος ότι η σχέση σου με τον «εισβολέα» είναι αντιπαραθετική, δεν συνάγεται ότι η αντιπαράθεση αυτή εξαλείφει το χρέος σου προς τον «Πλησίον», όταν εκείνος που σου επιτίθεται εγκλωβιστεί σε μία ανθρώπινη ανάγκη. Μπορούμε να φαντασθούμε π.χ. εδώ έναν τραυματισμένο από τις σφαίρες του πολέμου στρατιώτη του εχθρού, που κινδυνεύει να πεθάνει εάν δεν τον φροντίσει κάποιος ή αντιστοίχως έναν γυμνό ή πεινασμένο «εισβολέα» λαθρομετανάστη. Αυτό είναι το «κομβικό σημείο» που δοκιμάζει τα φορτία της ανθρωπιάς ή του πολιτισμού τα οποία κουβαλάμε όλοι απέναντι στον εμπερίστατο εχθρό. Και αυτά ακριβώς τα φορτία ενισχύει ο λόγος του Χριστού και τα «γαλβανίζει», για να μη «σκοριάσουν» ποτέ και να αντέξουν στις οξειδωτικές διαβρώσεις αντίξοων καιρών. Η Παραβολή λοιπόν του «Καλού Σαμαρείτη» αστράφτει σαν ένας αειλαμπής «αστέρας» σε καιρό ειρήνης, δεν ξεθωριάζει όμως ποτέ σε συνθήκες πολέμου. Και προπαντός δεν εξουδετερώνει τα ανακλαστικά άμυνας που υπαγορεύει ο πατριωτισμός απέναντι σε κάθε είδους εισβολείς.
Οι σκέψεις αυτές ας εκληφθούν ως απάντηση σε κάποιους Αρχιερείς οι οποίοι παρερμηνεύοντας την Παραβολή του «Καλού Σαμαρείτη» την χρησιμοποιούν ως αναιρετικό στοιχείο του πατριωτισμού των πολιτών, τους οποίους χαρακτηρίζουν ως κακούς Χριστιανούς και ως κακούς Ελληνες, επειδή αντιδρούν στη μόνιμη εγκατάσταση των λαθρομεταναστών στην Ελλάδα! Δεν μας μίλησε ο Χριστός για την σχέση που διαμορφώνει, στο πλαίσιο της Παραβολής του «Καλού Σαμαρείτη», ο «Πλησίον», όταν αυτός εμφανίζεται ως «εισβολέας». Ούτε μάς χάραξε τα όρια της δράσης του «Σαμαρειτισμού» και του «Πατριωτισμού». Ορια πάντως υπάρχουν. Και μας έδωσε ο Θεός το μυαλό για να τα χαράξουμε μόνοι μας.
Οσοι λοιπόν από τους Ιεράρχες γκρεμίζουν τα σχετικά όρια, ας θυμηθούν ορισμένους εκκλησιαστικούς ύμνους από την Ακολουθία της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, με τους οποίους παρακαλούμε τον Κύριο να χορηγεί στους Βασιλείς, δηλ. στους Κυβερνώντες «νίκας κατά των πολεμίων», ενώ στο ίδιο το τροπάριο της Υψώσεως ψέλνουμε όλοι μαζί, Κλήρος και Λαός: «Σώσον, Κύριε, τον Λαόν Σου και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου, νίκας τοις Βασιλεύσι (ή ευσεβέσι) κατά βαρβάρων (ή κατ’ ενατίων) δωρούμενος…». Θα παρακαλούσα λοιπόν κάποιον από τους εν λόγω Ιεράρχες να εξηγήσει με καθαρά λόγια στους πιστούς, αν οι «βάρβαροι», οι «ενάντιοι» και οι «πολέμιοι» παύουν ή όχι να είναι «Πλησίον». Και πάντως να τους δώσει μία πειστική απάντηση, πώς οι σχετικοί ύμνοι εναρμονίζονται με την Παραβολή του «Καλού Σαμαρείτη».