Την Πέμπτη 29 Ιουνίου το απόγευμα τελέστηκε στο «Βήμα» του Αποστόλου Παύλου στη Βέροια ο καθιερωμένος διορθόδοξος υπαίθριος εσπερινός, χοροστατούντος του σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας και συγχοροτατούντων των αρχιερέων – εκπροσώπων των πρεσβυγενών και νεοτέρων Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών.
Προηγήθηκε λιτανεία του ιερού λειψάνου και της Εικόνος του αποστόλου Παύλου από τον μητροπολιτικό ιερό ναό. Με τον Εσπερινό στο Βήμα του Αποστόλου Παύλου ολοκληρώθηκαν οι ποικίλες λατρευτικές, επιστημονικές, πολιτιστικές και αθλητικές εκδηλώσεις ΚΓ΄Παύλεια που διοργανώθηκαν όλο το μήνα Ιούνιο προς τιμήν του ιδρυτού της τοπικής Εκκλησίας Αποστόλου των Εθνών Παύλου.
Η ομιλία του Σεβ.Μητροπολίτου Βεροίας κ.Παντελεήμονος :
«Αὐτός ἐστιν ἡ εἰρήνη ἡμῶν» (Ἐφεσ. 2.14).
Ἡ βεβαιότητα τήν ὁποία ἐκφράζει ὁ πρωτοκορυφαῖος μέ αὐτή τή φράση, καί ἀποτελεῖ συγχρόνως καί ἔκφραση τῆς πίστεως του γιά τόν Ἰησοῦ Χριστό, ἔκφραση τῆς σχέσεως τήν ὁποία διατηρεῖ ὁ ἴδιος μέ τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος τοῦ ἀποκαλύφθηκε στόν δρόμο πρός τή Δαμασκό καί τοῦ ἄλλαξε ριζικά τή ζωή, εἶναι ἀκλόνητη καί ἀδιαμφισβήτητη.
Ὁ Χριστός εἶναι ἡ εἰρήνη μας, βεβαιώνει τά πνευματικά του τέκνα, τούς χριστιανούς τῆς Ἐφέσου, ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος. Καί δέν δίδει τή διαβεβαίωση αὐτή κάποια στιγμή κατά τήν ὁποία ἀπολαμβάνει τή χαρά τῆς ἐπιτυχίας τοῦ ἀποστολικοῦ ἔργου. Τήν δίδει μέσα ἀπό τή φυλακή, ὅπου εὑρίσκεται ὡς «δέσμιος τοῦ Χριστοῦ» (Ἐφεσ. 3.1). Τήν δίδει ἐνῶ γνωρίζει τί σημαίνει αὐτή τή φορά φυλακή γι ̓ αὐτόν καί ποιά θά εἶναι ἡ συνέχειά της.
Καί ἐνῶ κάθε ἄλλος στή θέση του θά εἶχε χάσει τήν ἠρεμία καί τή γαλήνη τῆς ψυχῆς του, καί θά ἀνησυχοῦσε σφοδρά γιά τίς ἐξελίξεις καί τό μέλλον του, ὁ ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ δέν διστάζει οὔτε στιγμή νά διαβεβαιώσει τούς μαθητές του ὅτι ὁ Χριστός «ἐστίν ἡ εἰρήνη ἡμῶν».
Ὁ Χριστός δέν εἶναι ἁπλῶς ἡ αἰτία τῆς προσωπικῆς του εἰρήνης. Εἶναι ἡ ἴδια του ἡ εἰρήνη. Γι ̓ αὐτό καί δέν διστάζει νά τόν ὀνομάσει εἰρήνη. Γι ̓ αὐτό δέν διστάζει νά χρησιμοποιήσει τό ὄνομα τῆς εἰρήνης γιά νά περιγράψει στούς χριστιανούς τῆς Ἐφέσου τήν προσωπική του σχέση μέ τόν Χριστό.
«Εἰρήνη φίλη, τό γλυκύ καί πρᾶγμα καί ὄνομα», θά γράψει τρεῖς περίπου αἰῶνες ἀργότερα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Αὐτό ἀκριβῶς αἰσθάνεται καί ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος γιά τόν Χριστό, γι ̓ αὐτό καί τόν ὀνομάζει εἰρήνη. Τόν θεωρεῖ φίλο, ἀγαπητό, ὄχι μόνο γιατί καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ὀνομάζει τούς μαθητές του φίλους, «ὑμεῖς φίλοι μου ἐστέ» (Ἰωαν. 15.14), ἀλλά καί γιατί ἀγαπᾶ τόν Χριστό περισσότερο ἀπό κάθε τι ἄλλο, σέ σημεῖο πού νά θεωρεῖ τόν ἑαυτό του ἀπόλυτα ἑνωμένο μαζί του, ὥστε νά διακηρύσσει «ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» (Γαλ. 2.20).
«Αὐτός ἐστίν ἡ εἰρήνη ἡμῶν». Ὁ Χριστός εἶναι ἡ εἰρήνη, ἀλλά κανείς δέν μπορεῖ νά ἐξασφαλίσει τήν εἰρήνη πού Ἐκεῖνος προσφέρει στόν ἄνθρωπο, ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν ἑνωθεῖ μέ τόν Χριστό.
Καί ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό πού θά φέρει τήν εἰρήνη στήν ψυχή μας προϋποθέτει ἀγώνα, προϋποθέτει πόλεμο. Πόλεμο «πρός τάς ἀρχάς καί τάς ἐξουσίας, πρός τόν κοσμοκράτορα τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας» (Ἐφεσ. 6.12).
Πολέμησε ὁ ἀπόστολος Παῦλος πρῶτα ἐναντίον τοῦ παλαιοῦ ἀνθρώ- που, τοῦ διώκτου Σαύλου, καί δέν νέκρωσε ἄλλους, ἀλλά τόν ἴδιο τόν ἑαυτό του, νέκρωσε «τά μέλη του τά ἐπί τῆς γῆς» (Κολ. 3.5). Πολέμησε ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιά νά σταθεῖ ὄρθιος «πρός τάς μεθοδείας τοῦ διαβόλου» (Ἐφεσ. 6.11). Πολέμησε γιά νά γκρεμίσει «πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατά τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ» (2 Κορ. 10.5). Πολέμησε γιά νά μήν λυγίσει σέ ὅλα ἐκεῖνα πού ἀπειλοῦσαν νά τόν χωρίσουν «ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ», τίς θλίψεις, τίς στενοχωρίες, τούς διωγμούς, τή μά- χαιρα (Ρωμ. 8.35). Καί ἔτσι ἑνώθηκε μέ τόν Χριστό καί ἡ εἰρήνη του πλήρωσε τήν ψυχή του, ὥστε τίποτε νά μήν μπορεῖ νά τήν διασαλεύσει, οὔτε ἡ φυλακή οὔτε ὁ θάνατος.
«Αὐτός ἐστίν ἡ εἰρήνη ἡμῶν», διακηρύσσει καί πρός ἐμᾶς, ἀδελφοί μου, ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπό τό Βῆμα του ἐδῶ στή Βέροια. Ἄς μήν ἀναζητοῦμε ἀλλοῦ τήν εἰρήνη πού λείπει ἀπό τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς μας. Ἄς μήν τήν ἀναζητοῦμε σέ ἰδεολογίες καί ψευδοθρησκεῖες πού τήν ὑπόσχονται ἀλλά δέν μποροῦν νά τήν χαρίσουν. Ἄς τήν ζητήσουμε ἀπό τόν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ ὁποῖος ὡς «χθές καί σήμερον ὁ αὐτός καί εἰς τούς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13.8), εἶναι καί γιά μᾶς ἡ εἰρήνη, ὅπως ἦταν καί γιά τόν πρωτοκορυφαῖο ἀπόστολό του, τόν μέγιστο ἀπόστολο Παῦλο. Ἄς τήν ζητήσουμε ἀπό τόν Χριστό, ἀκολουθώντας καί ἐμεῖς τήν ἴδια ὁδό πού βάδισε καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, τήν ὁδό τοῦ πνευματικοῦ πολέμου ἐναντίον ὅλων ὅσων παρακωλύουν τή συνάντηση καί ἕνωσή μας μέ τόν Χριστό.
Καί ὁ πόλεμος αὐτός, ὁ πνευματικός πόλεμος «πρός τά πνευματικά τῆς πονηρίας» (Ἐφεσ. 6.12), τόν ὁποῖο μᾶς καλεῖ καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος νά ἀναλάβουμε, εἶναι πόλεμος μέ τόν Χριστό καί γιά τόν Χριστό. Εἶναι πόλεμος, ἡ ἐπιτυχία τοῦ ὁποίου, ὅπως διδάσκουν οἱ πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐξαρτᾶται ἀπό τρεῖς προϋποθέσεις. Ἡ πρώτη εἶναι ὅτι γιά τήν ἐπιτυχία μας δέν πρέπει νά βασιζόμαστε στή δική μας δύναμη, ἀλλά στή δύναμη τοῦ Χριστοῦ, γιατί «ἐν τούτοις πᾶσιν ὑπερνικῶμεν διά τοῦ ἀγαπήσαντος ἡμᾶς» (Ρωμ. 8.37).
Ἡ δεύτερη εἶναι ὅτι δέν πολεμοῦμε στό ὄνομά μας ἀλλά στό δικό του ὄνομα, «ἐν ᾧ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καί ἐπιγείων καί καταχθονίων» (Φιλιπ. 2.10).
Καί ἡ τρίτη προϋπόθεση εἶναι ὅτι πολεμοῦμε μέ ὅπλα πνευματικά καί ἀντιμετωπίζουμε τόν νοητό ἀντίπαλο μέ «τήν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος, ὅ ἐστιν ρῆμα Θεοῦ» (Ἐφεσ. 6.17).
Καί δέν πρέπει, ἀδελφοί μου, νά λησμονοῦμε ποτέ ὅτι ἡ νίκη σ ̓ αὐτόν τόν πόλεμο δέν ἔχει λάφυρα σάν αὐτά πού ἐπιζητοῦν οἱ ἄνθρωποι στούς κοσμικούς πολέμους, λάφυρα εὐτελῆ καί φθαρτά ὅσο πολύτιμα καί ἄν εἶναι. Τό τρόπαιό της εἶναι ἡ εἰρήνη τοῦ Θεοῦ «ἡ ὑπερέχουσα πάντα νοῦν» (Φιλ. 4.7), αὐτή πού χάρισε ὁ Χριστός στόν κλητό του ἀπόστολο καί χαρίζει σέ ὅλους μας ἀνεξαιρέτως, ἀδελφοί, ἀρκεῖ νά τό θελήσουμε καί νά ἀγωνισθοῦμε γι ̓ αὐτό.
Μέ αὐτές τίς ταπεινές σκέψεις καί καθώς αὐτή τήν ὥρα ὁλοκληρώνεται ὁ κύκλος τῶν ΚΓ ́ Παυλείων θά ἤθελα νά ἐκφράσω τή βαθυτάτη εὐγνωμοσύνη μου πρός τόν Σεβασμιώτατο ἐκπρόσωπο τῆς Αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, Μητροπολίτη Ἱεραπύτνης καί Σητείας κύριο Κύριλλο, καί τούς Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες καί Θεοφιλεστάτους Ἐπισκόπους ἐκπροσώπους τῶν Μακαριωτάτων Πατριαρχῶν καί Ἀρχιεπισκόπων τῶν πρεσβυγενῶν καί νεωτέρων Πατριαρχείων καί τῶν Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν.
Θά ἤθελα νά ἐκφράσω ἀκόμη τίς ὁλόθυμες εὐχαριστίες μου πρός τά μέλη τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς καί τούς ἐλλογιμωτάτους συνέδρους τοῦ ΚΓ ́ Διεθνοῦς Ἐπιστημονικοῦ μας Συνεδρίου πού παρίστανται καί στόν πανηγυρικό καί πολυαρχιερατικό Ἑσπερινό, στίς ἀρχές καί τίς ἐξουσίες, τόν εὐσεβῆ κλῆρο καί τόν λαό τῆς Βεροίας καί τῆς Ἠμαθίας καί τούς εὐλαβεῖς συμπανηγυριστές τῆς μνήμης τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου Παύλου, τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας.
Σέ Αὐτόν ἀνήκει, ἄλλωστε, ἡ εὐγνωμοσύνη καί ἡ τιμή μας γιά ὅλα ὅσα διά τῶν πρεσβειῶν του ἀπολαμβάνουμε.
Αὐτόν ἱκετεύουμε καί αὐτή τήν ὥρα ὥστε διά τῶν εὐχῶν του «εἰρήνην ἔχομεν πρός τόν Θεόν διά τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι ̓ οὗ καί τήν προσαγωγήν ἐσχήκαμεν τῇ πίστει εἰς τήν χάριν ταύτην» (Ρωμ. 5.1). Ἀμήν.