Ραφαήλ Χ. Μισιαούλη
Με μεγάλη ευφροσύνη και χαρά εορτάζουμε το γεγονός της Κοιμήσεως της Παναγίας Μητρός του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, της εξόδου της από τον μάταιο τούτο κόσμο και την μετάστασή της στον ουρανό, στην αιώνια δόξα και βασιλεία.
Στο ιστορικό χωριό της Γεσθημανής ήταν ο τελευταίος γαλήνιος και ήρεμος λιμένας της επίγειας ζωής της Παρθένου Μαρίας. Μιας ζωής, η οποία υπήρξε σύνθεσις χαράς και πόνου, συνδυασμός γαλήνης και τρικυμίας, όπως είναι και κάθε ανθρώπινη ζωή. Μιας ζωής, η οποία άρχισε από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας, προχωρά στον Γολγοθά και καταλήγει στη Γεσθημανή, στο χωριό της αγωνίας και του πόνου του Υιού και Θεού[1].
Το σώμα της Υπεραγίας Θεοτόκου αν και νεκρώθηκε δεν υπέστη καμία φθορά σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους. Όπως αδιάφθορη υπήρξε η κύηση του Ιησού, αδιάφθορη υπήρξε και η κοίμηση της Θεοτόκου. Πώς, όμως, μπορεί να γίνει αυτό θα ερωτάται κανείς; Κανένας ανθρώπινος λόγος δεν μπορεί να δώσει απάντηση στο ερώτημα γιατί το μυστήριο του θανάτου της υπερβαίνει πάσαν έννοια. Αδύνατο είναι λόγος ανθρώπου να ερμηνεύσει το γεγονός της Μεταστάσεώς Της χωρίς την ζωντανή και φλογερή πίστη. Το σώμα Της δεν μπορούσε να το κρατήσει ο τάφος.
Με θαυμαστό τρόπο, «θεαρχίω νεύματι» κατά την ιερά παράδοση της Εκκλησίας μας, μαζεύτηκαν όλοι οι «αὐτόπται τοῦ Λόγου καὶ ὑπηρέται[2]» από τα πέρατα της οικουμένης και συγκεντρώθηκαν στη Ναζαρέτ για να παραστούν κατά την έξοδο της Μητέρας του Θεού από τον κόσμο αυτό, στο τελευταίο μυστήριο της ζωής της, την ένδοξό Της Κοίμηση.
Θέλω όλοι σας να καταλάβετε, γιατί ο θάνατος της Υπεραγίας Θεοτόκου και Παρθένου Μαρίας λέγεται Κοίμησή της. Ο μέγας απόστολος Ιωάννης ο Θεολόγος στο 20ο κεφάλαιο της Αποκαλύψεως μιλάει για τον πρώτο και το δεύτερο θάνατο. Ο πρώτος μόνο θάνατος, ο οποίος είναι αναπόφευκτος για όλους τους ανθρώπους, περιμένει και τους αγίους και τους δικαίους. Αλλά ο δεύτερος, ο φοβερός και αιώνιος θάνατος, περιμένει τους μεγάλους και αμετανόητους αμαρτωλούς, οι οποίοι αρνήθηκαν την αγάπη και την δικαιοσύνη του Θεού και είναι καταδικασμένοι να βρίσκονται αιωνίως σε κοινωνία με το διάβολο και τους αγγέλους του, μας λέει ο Άγιος Λουκάς Κριμαίας[3]. Δὲν εἶναι θάνατος, ὄχι, ἐτοῦτος, ὡσὰν ἐκεῖνος ὁ τύραννος τοῦ γένους μας, ὁ υἱὸς τῆς κατάρας καὶ πατὴρ φθορᾶς, ὁπού εἰς τὸ σκοτεινόν του βασίλειον κρατεῖ αἰχμάλωτον τοῦ Ἀδὰμ τὴν κληρονομίαν. Αὐτὸς εἶναι ἢ ἕνας γλυκὺς ὕπνος, μὲ τὸν ὁποῖον θέλησε ἡ πάναγνος Δέσποινα ὡσὰν νὰ ἀναπαυθῆ ὀλίγον εἰς τὸ πέρας τῆς ἐπικήρου ταύτης ζωῆς, διὰ νὰ ἀρχίση τὴν ὁδὸν ἐκείνης τῆς ἀκηράτου· ἢ μία θαυμαστὴ ἔκστασις θείου ἔρωτος, εἰς τὴν ὁποίαν, ἡ μὲν μακαριωτάτη ἐκείνη ψυχὴ σπεύδουσα τὸ ὀγληγορώτερον νὰ φθάση πρὸς τὸν ἠγαπημένον θεῖον Υἱόν, ἄφησε δι’ ὀλίγον τὸ ὁμοδίαιτον σῶμα· καὶ τοῦτο ὁμοίως αἱρόμενον ὑπὸ χερουβικοῦ ἅρματος ἠκολούθησε τὸν αὐτὸν δρόμον καὶ ἀνέβη δεδοξασμένον εἰς οὐρανούς» λέει σε λόγο του στην εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ο Ηλίας Μηνιάτης.
Με την Κοίμηση της Θεοτόκου ανασταίνεται η ζωή και εδραιώνεται στην καρδιά των ανθρώπων η ελπίδα της αδιάλειπτης της προστασίας προς τον κάθε ένα. Δεν εγκατέλειψε τον κόσμο με το θάνατό της, σύμφωνα και με το Απολυτίκιο της εορτής «ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε[4]».
Η Παναγία είναι το ευμενές παραμύθιον των ανθρώπων, είναι η μεσίτρια και οδηγός του ανθρώπου προς τον Χριστό, είναι η πρέσβειρα του καθενός μας προς τον Υιό και Θεό της για τη σωτηρία μας. Ζει και υπάρχει στον ουρανό, αφού στη γη έζησε με ουράνια νοήματα και υπήρξε έμψυχος ουρανός[5].
Μέγα θαύμα εορτάζει σήμερα η οικουμένη. Ο Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης σε εγκώμιό του προς τη σημερινή ημέρα αναφέρει: «Φρίττει τό πνεῦμα μου, ὦ Παρθένε, καθώς βάζω στό μυαλό μου τό μεγαλεῖο τῆς μεταστάσεώς σου. Μένει ἔκπληκτος ὁ νοῦς μου, καθώς ἀναλογίζομαι τό θαῦμα τῆς κοιμήσεώς σου. Δένεται ἡ γλῶσσα μου, καθώς πάει νά διηγηθῆ τό μυστήριο τῆς παλινζωΐας σου. Διότι ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού θά μποροῦσε ἐπάξια «νά κάνη γνωστούς ὅλους τούς ὕμνους σου[6]» ἤ «νά ἐξιστορήση ὅλα τά θαυμάσιά σου[7]»; Ποιός νοῦς ὑψηγόρος θά ρητορεύση, ποιά γλῶσσα μεγαλόστομη θά ὁμιλήση, θά ἐξαγγείλη καί θά παραστήση τά κατά σέ, θά ἀποδώση τά λόγια σου ἤ θά σταθῆ ἀντάξια τῶν δικῶν σου θαυμασίων, τελετῶν, πανηγύρεων, ἑορτῶν, διηγήσεων, ἐγκωμίων; Γι᾿ αὐτό καί ἐπί τοῦ παρόντος μυστηρίου ἡ γλῶσσα μας ἀποδεικνύεται ἀδύνατη, ἄτονη, ἀποτυχημένη, ἀποδοκιμασμένη[8]».
Σήμερα η Παναγιά αρχίζει τη δεύτερη ύπαρξή της, που της χάρισε Εκείνος που της έδωσε και την προηγούμενη ύπαρξη, και που η προηγούμενη αθάνατη ύπαρξή του δεν είχε χρονική αρχή, αν και είχε τον Πατέρα σαν αιτία της θείας του ύπαρξης, τονίζει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός[9].
Η σημερινή εορτή θεωρείται ως δεύτερο Πάσχα γιατί η Θεοτόκος είναι το πρώτο πρόσωπο που ανέρχεται στη βασιλεία του Θεού. Εορτάζουμε το προβάδισμα ενός ανθρώπου στην ουράνιο βασιλεία. Είναι ένα Πάσχα που έρχεται να μας δώσει την εγγύηση, ότι ένας άνθρωπος πέρασε το χώρο που δεν θα μπορούσε ποτέ ανθρώπινη φύσις να τον περάσει.
Ας παρακαλέσουμε την Παναγία μας να δέεται προς τον Υιό και Θεό της για τη σωτηρία των ψυχών μας, να ενισχύει το ορθόδοξο γένος που δεινώς δοκιμάζεται πολυτρόπως και να μας δίδει υπομονή και ελπίδα στα δεινά της επίγειας ζωής μας.
Υπεραγία Θεοτόκε σκέπε, φρούρει, φύλαττε τους δούλους σου! Αμήν.
[1] Ιακώβου Μητροπολίτου Πριγκηποννήσων, «Φωτεινά διαβήματα» – Εκ της πνευματικής παρακαταθήκης του Μακαριστού Μητροπολίτου Ικονίου Ιακώβου, Εκδόσεις «Το Παλίμψηστον», Ιούλιος 2015, Θεσσαλονίκη, σελ.201-205.
[2] Στιχηρό Ιδιόμελο της Λιτής της εορτής: Ἔπρεπε τοῖς αὐτόπταις τοῦ Λόγου καὶ ὑπηρέταις, καὶ τῆς κατὰ σάρκα Μητρὸς αὐτοῦ, την Κοίμησιν ἐποπτεῦσαι, τελευταῖον οὖσαν ἐπ’ αὐτὴ μυστήριον, ἵνα μὴ μόνον τὴν ἀπὸ γῆς τοῦ Σωτῆρος ἀνάβασιν θεάσωνται, ἀλλὰ καὶ τῆς Τεκούσης αὐτὸν τῇ μεταθέσει μαρτυρήσωσι. Διόπερ πάντοθεν, θείᾳ δυνάμει περαιωθέντες, τὴν Σιὼν κατελάμβανον, καὶ πρὸς οὐρανὸν ἐπειγομένην, προέπεμπον τὴν ἀνωτέραν τῶν Χερουβίμ, ἣν καὶ ἡμεῖς, σὺν αὐτοῖς προσκυνοῦμεν, ὡς πρεσβεύουσαν ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν».
[3] Άγιος Λουκάς Αρχιεπίσκοπος Κριμαίας, Λόγοι και Ομιλίες, Τόμος Γ΄, εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη».
[4] Απολυτίκιο της εορτής: «Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν».
[5] Νικολάου, Μητροπολίτου Φθιώτιδος, «Θεομητορικά Νεύματα», εκδόσεις Ιεράς Μητροπόλεως Φθιώτιδος.
[6] Ψαλμός 105, 2.
[7] Ψαλμός 74,1.
[8] Ἁγίου Θεοδώρου Στουδίτου, Εγκώμιο στην Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου, P.G. 99, 720-729.
[9] Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, «Η Θεοτόκος – Τέσσερις Θεομητορικές ομιλίες», εκδόσεις Αποστολική Διακονία, 1970.