Τοῦ Μητροπολίτου Ἐλευθερουπόλεως ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
«καὶ βαπτισθείς ὁ Ἰησοῦς ἀνέβη εὐθὺς ἀπὸ τοῦ ὕδατος» (Ματθ. 3,16)
Σήμερα, ἀγαπητοὶ Ἀδελφοί, κατὰ τὴν τελευταία μεγάλη Δεσποτικὴ ἑορτὴ τοῦ Δωδεκαημέρου, ἑορτάζομε τὴν Βάπτιση τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ στὸν Ἰορδάνη ποταμό. Συγχρόνως δέ μὲ τὴν Βάπτιση τοῦ Χριστοῦ μας καλόν εἶναι νά θυμηθοῦμε καὶ τὴν ἰδική μας βάπτιση ἤ τὴν βάπτιση τῶν παιδιῶν μας.
Γιὰ τὸν χριστιανὸ εἶναι πολὺ σημαντικὸ γεγονὸς ἡ βάπτισή του ἤ ἡ βάπτιση τοῦ παιδιοῦ του. Δὲν εἶναι ἕνα κοσμικό, συνηθισμένο γεγονός. Ἡ πνευματική του ἀξία καὶ ἡ σημασία του εἶναι ἀνυπολόγιστη καὶ μόνο μὲ τό μέτρο τῆς πίστεώς μας μποροῦμε σωστά νὰ τὴν ἐκτιμήσωμε.
Καὶ κατ’ ἀρχάς, γιὰ νὰ θυμηθοῦμε τὴ σημερινὴ μεγάλη θρησκευτικὴ ἑορτή μας, εἶναι τὸ ἴδιο τὸ Βάπτισμα τοῦ Κυρίου μας στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ μὲ τὸ ἰδικό μας βάπτισμα στὴν Κολυμβήθρα τῆς Ἐκκλησίας μας; Ὄχι δὲν εἶναι τὸ ἴδιο! Καὶ μάλιστα, ἐὰν τολμήσωμε νὰ ἐρωτήσωμε καὶ νὰ συγκρίνωμε ποιὸ ἀπὸ τὰ δυὸ Βαπτίσματα εἶναι ἀνώτερο, θὰ πρέπη νὰ ποῦμε, ὅτι τὸ ἰδικό μας Βάπτισμα ἤ τῶν παιδιῶν μας τὸ Βάπτισμα εἶναι ἀνώτερο!
Μάλιστα! Τὸ Βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ μας στὸν Ἰορδάνη ποταμὸ ἦτο τὸ Βάπτισμα τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, τὸ ὁποῖο ἦτο βάπτισμα μετανοίας καὶ προπαρασκευῆς γιὰ τὴν ἀποδοχή τοῦ Εὐαγγελίου. «Καὶ ἦλθεν», γράφει ὁ ἱερὸς Εὐαγγελιστής, «ὁ Ἰωάννης εἰς πᾶσαν τὴν περίχωρον τοῦ Ἰορδάνου κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Λουκᾶ 3,3).
Ὁ Κύριός μας βέβαια δὲν εἶχεν ἀνάγκη οὔτε βαπτίσματος καὶ ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν, οὔτε μετανοίας. Τότε γιατί δέχθηκε νὰ βαπτισθῆ; Τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἀπορία εἶχε καὶ ὁ Πρόδρομος, γι’ αὐτὸ καὶ «διεκώλυεν αὐτὸν λέγων, ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπό σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχη πρὸς με;» (Ματθ. 3,14). Καὶ ἡ ἀπάντηση τοῦ Κυρίου μας στὸ εὔλογο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου ἐρώτημα ἦτο ἡ ἑξῆς. «Οὕτω γὰρ πρέπον ἐστιν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην» (Ματθ. 3,15).
Ὁ σκοπὸς τοῦ Δεσποτικοῦ Βαπτίσματος στὰ ρεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου ἦτο γιά νὰ τηρήση ὅλες τὶς ἐντολὲς καὶ διατάξεις τοῦ Νόμου. Τὸ ὅτι δὲ ἦτο κατώτερο τὸ ἰδικὸ Του Βάπτισμα ἀπὸ τὸ ἰδικό μας τὸ ὁμολόγησε ὁ τίμιος Πρόδρομος, ὅταν προεφήτευε λέγοντας, ὅτι «αὐτός, δηλαδὴ ὁ Χριστός, ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καὶ πυρί» (Λουκᾶ 3,16).
Σήμερα, λοιπόν, στὴν ἑορτὴ τῆς Βαπτίσεως τοῦ Κυρίου μας ἂς φέρωμε, παρακαλῶ, στὴ σκέψη μας τὸ ἰδικό μας Βάπτισμα ἤ τὸ Βάπτισμα τῶν παιδιῶν μας. Κυρίως τὸ τελευταῖο, τὸ ὁποῖο μερικὲς φορὲς-δυστυχῶς – ἀντιμετωπίζεται ἀπὸ τοὺς χριστιανούς μας ὡς ἕνα κοσμικὸ ἁπλῶς γεγονός. Ἡ μεγαλύτερη ἔγνοια μας εἶναι, ὅταν πρόκειται νά βαπτίσωμε τό παιδί μας, τί ὄνομα θὰ δώσωμε στὸ παιδί, ποῦ θὰ γίνη ἡ δεξίωσις, ποιοὺς θὰ καλέσωμε, καὶ ἄλλα παρόμοια. Προσέχομε δηλαδή τότε τὸ περίβλημα καὶ λησμονοῦμε τὴν οὐσία, τὸν καρπό. Τὸ Μυστήριο, τό τί πρόκειται νὰ συμβῆ, ὅταν τὸ παιδάκι μας στὰ χέρια τοῦ λειτουργοῦ θὰ βυθισθῆ στὰ ἁγιασμένα νερὰ τῆς Κολυμβήθρας, τοῦτο μᾶς εἶναι ἀδιάφορο.
Και ὅμως θὰ συμβῆ τὴν ὥρα ἐκείνη τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος κάτι πολὺ σπουδαῖο. Μάλιστα τὸ τί θεϊκὸ καὶ μυστηριῶδες θὰ συμβῆ μᾶς τὸ ἀναλύει πολὺ παραστατικὰ ὁ Ἀπόστολος, ποὺ διαβάζεται κατὰ τὴν Ἀκολουθία τῆς Βαπτίσεως. Ἀλλὰ μήπως δίνομε τήν προσοχὴ μας στὰ λόγια του ἐκείνη τὴν ὥρα, κάποτε τήν ὥρα τῆς ἀνεπίτρεπτης ὀχλοβοῆς καὶ τῶν συζητήσεων μέσα στὸ Ναὸ;
«Συνετάφημεν οὖν», μᾶς κηρύττει τότε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, «αὐτῷ διὰ τοῦ βαπτίσματος εἰς τὸν θάνατον, ἵνα ὥσπερ ἠγέρθη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν διὰ τῆς δόξης τοῦ πατρός, οὕτω καὶ ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν» (Ρωμ. 6,4).
Δηλαδὴ τὴν ὥρα ἐκείνη τῆς Βαπτίσεως ὁ βαπτιζόμενος τρόπον τινα συναποθνήσκει μὲ τὸν Χριστὸ καὶ συνεγείρεται, ἀνασταίνεται μαζί του σὲ μία νέα ζωή, καινούργια, τὴν ζωὴ τῆς Χάριτος, τῆς ἀρετῆς. Ἡ κολυμβήθρα τότε μοιάζει μὲ τὸν Πανάγιο Τάφο τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅπως Ἐκεῖνος ἀνέστη ἐκ τοῦ τάφου, ἔτσι ἀκριβῶς καὶ ἐμεῖς οἱ βαπτιζόμενοι ἀνιστάμεθα στὴν νέα ζωὴ τοῦ χριστιανοῦ.
Παρακαλῶ, λοιπόν, Ἀγαπητοὶ Ἀδελφοί, μὲ πολλὴ πίστη καὶ εὐλάβεια νὰ τελοῦμε τὶς βαπτίσεις τῶν παιδιῶν μας. Ἄς μὴ παρασυρώμεθα ἀπὸ τὶς κοσμικὲς ἀπαιτήσεις καὶ μὲ πολλὴ τάξη καὶ εὐλάβεια ἄς βαπτίζωμε τὰ παιδιά μας, ὥστε νὰ ἀξιωθοῦν αὐτὴν τὴν μεγάλη Χάρη τοῦ Χριστοῦ μας. Εἶναι λυπηρό τέτοιες στιγμές ὑψίστης θρησκευτικῆς σημασίας, στιγμές μεγαλείου πνευματικοῦ, πού δέν ἀπαντᾶται σέ καμμία θρησκεία, νά θυσιάζωνται στό βωμό τῆς κοσμικότητας καί τῆς συνήθειας. Ἄς ὑπερβοῦμε ἀποφασιστικά τίς ἀπαιτήσεις τοῦ κόσμου χάριν τῆς Πίστεως μας. Ἀμήν.