Μητροπολίτου Φαναρίου Ἀγαθαγγέλου,
Γενικοῦ Διευθυντοῦ Ἀποστολικῆς Διακονίας
τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
† Ἡ σύναξις τῶν Ἁγίων Ἐνδόξων καί Πανευφήμων Ἀποστόλων.

Τήν ἡμέρα αὐτή ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει μέ ξεχωριστή λαμπρότητα τή Σύναξη τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων. Βεβαίως ὑπάρχουν καί οἱ μνῆμες τους σέ διάφορες ἠμερομηνίες τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους, ἀλλά μέ αὐτό τό συλλογικό ἐορτασμό τιμᾶται σύμπασα ἡ χορεία των μεγάλων αὐτῶν ἀνδρῶν, οἱ ὁποῖοι ὡς συνεχιστές τοῦ σωτηριώδους ἔργου του Κυρίου ἐπί τῆς γῆς, ἔστρεψαν τό ροῦ της ἱστορίας καί ἄλλαξαν κυριολεκτικά τήν μορφή του κόσμου. Χάρη στόν ἰδικό τους ἀγῶνα, τίς ἀφάνταστες προσωπικές τους θυσίες, τή μαρτυρία καί τό μαρτύριό τους ἐθεμελιώθηκε ἡ Ἐκκλησία στόν κόσμο. Ἡ λέξη «Ἀπόστολος» σημαίνει τόν ἀπεσταλμένο. Ἐν προκειμένῳ Ἀπόστολοι ὀνομάσθηκαν οἱ ἐκλεγμένοι καί καλεσμένοι ἀπό τόν Κύριο Μαθητές Του νά συνεχίσουν τό σωστικό Του ἔργο, μετά τήν εἰς τούς οὐρανούς Ἀνάληψή Του. Ἐπίσης, σύμφωνα μέ τήν χαρακτηριστική Του προτροπή ἔγιναν οἱ μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεώς Του «ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς»1.
Ἡ ἐκλογή καί ἡ κλήση των Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι ὡς τήν Πεντηκοστή καλοῦνταν Μαθητές, ἔγινε ἀμέσως μέ τήν ἀρχή τῆς δημόσιας δράσεως τοῦ Κυρίου, στήν Γαλιλαία. Εὐθύς μετά τή Βάπτισή Του κατευθύνθηκε στίς ὄχθες τῆς λίμνης Γενησαρέτ, ὅπου ἀπευθύνθηκε στούς ἐκεῖ ἁλιεῖς, στούς ὁποίους εἶπε: «δεῦτε ὀπίσω μου καί ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων»2. Αὐτοί «εὐθέως ἀφέντες τά δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῶ»3. Ἄλλοι, «ἀφέντες τόν πατέρα αὐτῶν Ζεβεδαῖον ἐν τῷ πλοίῳ μετά τῶν μισθωτῶν, ἀπῆλθον ὀπίσω αὐτοῦ»4.
Οἱ Μαθητές ὁρίσθηκαν ἀπό τόν Κύριο σέ τρεῖς κύκλους ἤτοι: τόν στενό κύκλο τῶν Δώδεκα, τόν εὐρύτερο κύκλο τῶν Ἑβδομήκοντα καί τόν εὐρύτατο κύκλο τῶν πολυπληθῶν φίλων Του. Μεγαλύτερη σημασία εἶχε ὁ κύκλος τῶν Δώδεκα. Αὐτοί εὑρίσκονταν πλησίον Του καί σ’ αὐτούς ἀποκάλυψε τά μυστήρια τοῦ Θεοῦ. Αὐτοί εἶχαν τήν εὐλογία και τη δόξα νά ὁρισθοῦν ὡς οἱ κατ’ ἐξοχήν συνεχιστές τοῦ ἔργου Του, διότι μόνο σέ αὐτούς εἶπε: «Ἐγώ ἐξελεξάμην ὑμᾶς, καί ἔθηκα ὑμᾶς, ἵνα ὑμεῖς ὑπάγετε καί καρπόν φέρητε, καί ὁ καρπός ὑμῶν μένῃ»5. Μετά τήν Ἀνάσταση τούς κατέστησε ἐπίσημα διαδόχους καί συνεχιστές τοῦ ἔργου Του: «καθώς ἀπεσταλκέ με ὁ Πατήρ, κἀγώ πέμπω ὑμᾶς. Καί τοῦτο εἰπών ἐνεφύσησε καί λέγει αὐτοῖς: λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον, ἄν τινων ἀφῆτε τάς ἁμαρτίας ἀφίενται αὐτοίς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται»6. Ἐπίσης στό ὅρος τῆς Γαλιλαίας, ὅπου εἶχαν συναχθεῖ οἱ ἕνδεκα μαθητές, λίγο πρίν τήν Ἀνάληψη, τούς εἶπε: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα ἔθνη, βαπτίζοντας αὐτούς εἰς τό ὄνομά του Πατρός καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν»7. Ὡς πρός τήν ἐκλογή τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων εἶναι χαρακτηριστικοί οἱ λόγοια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Ἐπειδή γάρ ἐν τῇ σοφίᾳ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔγνω ὁ κόσμος διά τῆς σοφίας τόν Θεόν… τά μωρά τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα τούς σοφούς καταισχύνῃ, καί τά ἀσθενῆ τοῦ κόσμου ἐξελέξατο ὁ Θεός, ἵνα καταισχύνη τά ἰσχυρά καί τά ἀγενῆ τοῦ κόσμου καί τά ἐξουθενημένα ἐξελέξατο ὁ Θεός, καί τά μή ὄντα, ἵνα τά ὄντα καταργήσῃ, ὅπως μή καυχήσηται πᾶσα σάρξ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ»8.
Τό ἔργο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων συνεχίσθηκε καί συνεχίζεται διά τῶν διαδόχων αὐτῶν. Αὐτή ἡ ἀδιάκοπη διαδοχή συνεχίζεται ὡς σήμερα καί χαρακτηρίζεται ὡς ἀδιάκοπη διαδοχή προσώπων καί πίστεως καί γι’ αὐτό ὀνομάζεται ἡ Ἐκκλησία μας Ἀποστολική.

Οἱ Ἅγιοι Δώδεκα Ἀπόστολοι εἶναι: ὁ Ἀπόστολος Πέτρος († 29 Ἰουνίου) ὁ Ἀπόστολος Ἀνδρέας († 30 Νοεμβρίου), ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος ὁ τοῦ Ζεβεδαίου († 30 Ἀπριλίου), ὁ Ἀπόστολος Ἰάκωβος ὁ τοῦ Ἀλφαίου († 9 Ὀκτωβρίου), ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης († 24 Σεπτεμβρίου), ὁ Ἀπόστολος Φίλιππος († 14 Νοεμβρίου), ὁ Ἀπό-στολος Βαρθολομαῖος ( †11 Ἰουνίου), ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς († 6 Ὀκτωβρίου), ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος († 16 Νοεμβρίου), ὁ Ἀπό-στολος Ἰούδας († 19 Ἰουνίου), ὁ Ἀπόστολος Ματθίας († 9 Αὐγού-στου), ὁ Ἀπόστολος Σίμων ὁ Ζηλωτής († 10 Μαῒου).
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας Μαρίας, μητρός τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου.
Ἡ Ἁγία Μαρία, μητέρα τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου, εἶναι ἕνα ἀπό τά πρῶτα ἐκεῖνα ἱερά πρόσωπα πού προσέφερε σημαντικές ὑπηρεσίες γιά τή ζωή καί ὀργάνωση τῆς πρωτοχριστιανικῆς Ἐκκλη-σίας τῶν Ἱεροσολύμων. Μιά καί μοναδική εἶναι ἡ ἀναφορά στό πρόσωπό της μέσα στήν Καινή Διαθήκη, ἀλλά ἀρκετή γιά νά συμπε-ράνει κάποιος πώς ἦταν ἀπό τίς γυναῖκες ἐκεῖνες πού διακρίθηκαν καί διασώθηκαν τά ὀνόματά τους ὡς διακόνισσες τοῦ Κυρίου στήν Ἐκκλησία. Ἡ συγκεκριμένη ἀναφορά βρίσκεται στό βιβλίο τῶν Πράξεων (κεφ. 12, 12). Ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἀμέσως μετά τή θαυ-μαστή ἀπελευθέρωσή του ἀπό τή φυλακή, μέσα στή νύχτα, «συνιδών τε (ὅταν κατάλαβε ποῦ ἦταν) ἦλθεν ἐπί τήν οἰκίαν Μαρίας, τῆς μητρός Ἰωάννου, τοῦ ἐπικαλουμένου Μάρκου, οὗ ἦσαν ἱκανοί συνηθροισμένοι καί προσευχόμενοι». [Στή συνέχεια, μᾶς πληροφορεῖ τό κείμενο τῶν Πράξεων, πώς ὁ Πέτρος ἐκτύπησε τήν ἐξώπορτα, βγῆκε μιά ὑπηρέτρια, ἡ Ρόδη, γιά νά ἀνοίξει καί, ὅταν ἀναγνώρισε τή φωνή τοῦ Πέτρου, ἀπό τή χαρά της δέν ἄνοιξε καί ἔτρεξε μέσα νά ἀναγγείλει ὅτι στήν ἐξώπορτα στέκεται ὁ Πέτρος. Αὐτοί πού ἦταν συνηγμένοι μέσα τῆς εἶπαν: Εἶσαι τρελλή. Αὐτό ὅμως ἐπέμενε ὅτι εἶναι ἀλήθεια. Αὐτοί ἔλεγαν ὅτι εἶναι ὁ ἄγγελός του. Ὁ Πέτρος στό μεταξύ κτυποῦσε ἐπίμονα. Ἐπιτέλους τοῦ ἄνοιξαν καί ὅταν τόν εἶδαν ἔμειναν κατάπληκτοι. Αὐτός τούς ἔκανε νόημα μέ τό χέρι νά σιωπήσουν καί τούς διηγήθηκε πῶς ὁ Κύριος τόν ἔβγαλε ἀπό τή φυλακή καί συμπλήρωσε: Διηγηθεῖτε τα αὐτά στόν Ἰάκωβο καί στούς ἀδελφούς. Ὕστερα ἔφυγε ἀπό τά Ἱεροσόλυμα γιά ἄλλο τόπο9.
Ὁ συγγραφέας τῶν Πράξεων Εὐαγγελιστής Λουκᾶς μέ τά γραφόμενά του, τόσο γιά τή Μαρία ὅσο καί τήν «οἰκίαν» της, θέλει νά δείξει πώς τό σπίτι αὐτό ἦταν τό πιό κατάλληλο στήν Ἱερου-σαλήμ, γιά νά ἀποτελέσει κέντρο θαυμαστῶν γεγονότων πού συν-δέονται μέ τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί τή ζωή τῆς πρώτης Χριστι-ανικῆς κοινότητας. Εἶναι ἄξιο προσοχῆς καί λόγου ὅτι ἀρχαῖοι ἀλ-λά καί νεώτεροι ἑρμηνευτές τῆς Καινῆς Διαθήκης θεωροῦν πώς ὁ Μυστικός Δεῖπνος τοῦ Κυρίου μέ τούς Μαθητές Του ἔγινε στό σπίτι τῆς Μαρίας.
Ἐπίσης, ἀπό τά συμφραζόμενα λόγια τῶν Πράξεων διαφαί-νεται στούς ἑρμηνευτές ὅτι ἡ Μαρία ἦταν κατά πᾶσαν πιθανότητα εὐκατάστατη χήρα, ἀφοῦ διέθετε τόσο μεγάλη οἰκία, ὥστε νά συγ-κεντρώνεται πολυπληθής Χριστιανική κοινότητα, γιά νά ἀκούσει τό κήρυγμα τῶν Ἀποστόλων, νά τελέσει τή Θεία Εὐχαριστία καί τίς «ἀγάπες» καί ἀφοῦ διέθετε ὑπηρετικό προσωπικό. Ὁ μακαριστός Καθηγητής Π. Τρεμπέλας, στό Ὑπόμνημά του «Εἰς τό κατά Μᾶρκον Εὐαγγέλιον», στά Προλεγόμενα, παραθέτει καί τά ἑξῆς: «Ἐκ τῶν πληροφοριῶν τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων μανθάνομεν, ὅτι ὁ Μᾶρκος ἦτο υἱός τῆς ἐν Ἱεροσολύμοις κατοικούσης καί ἐνωρίς εἰς τά μέλη τῆς πρώτης Ἐκκλησίας συγκαταριθμηθείσης Μαρίας, ἥτις φαίνεται νά εἶχεν εὐπορίαν τινά, ὡς δύναται νά συναχθῆ ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι κατεῖχεν οἰκίαν μετά πυλῶνος καί μετά αἰθούσης ἀρκούντως εὐρείας, ὥστε νά περιλαμβάνει ἐν αὐτῇ ἱκανόν ἀριθμόν συναθροιζομένων μαθητῶν (Πράξ. ιβ΄, 12). Καί ὁ Πέτρος μετά τήν ἐν νυκτί θαυμασίαν ὑπ’ ἀγγέλου ἀποφυλάκισιν αὐτοῦ εἰς τήν οἰκίαν ταύτην κατηυθύνθη ὡς εἰς τόπον συνήθη συγκεντρώσεως τῶν ἀδελφῶν, ἐκ τῶν ὁποίων καί εὑρέθησαν ἐκεῖ παρά τό προκεχω-ρημένον τῆς νυκτός “ἱκανοί συνηθροισμένοι”. Ἡ οἰκία τῆς Μαρίας λοιπόν εἶχεν ἀποβῆ εἷς ἐκ τῶν τόπων συγκεντρώσεως καί λατρείας τῶν πρώτων Χριστιανῶν ἐν Ἱεροσολύμοις, ὑπεστηρίχθη δέ ὑπό τι-νων νεωτέρων, ἰδίᾳ Γερμανῶν, ὅτι ἐκεῖ ἐτέλεσεν καί ὁ Κύριος τόν Μυστικόν Δεῖπνον».
Ἀρχαιότερη, γνωστή μαρτυρία γιά τήν Ἁγία Μαρία, περιλαμ-βάνεται στό ἔργο ἤ καλύτερα τόν ἐγκωμιαστικό λόγο Ἀλεξάνδρου μοναχοῦ τοῦ Κυπρίου, πού ἐκφώνησε στήν πανήγυρη γιά τή μνήμη τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα, στήν ἱερά του μονή, γύρω στό 525 μ.Χ. Προτάσσεται ὁ τίτλος «Ἀλεξάνδρου μοναχοῦ ἐγκώμιον εἰς τόν Ἅγιον Βαρνάβα τόν Ἀπόστολον, προτραπέντος ὑπό τοῦ πρεσβυ-τέρου καί κλειδούχου τοῦ σεβασμίου αὐτοῦ ναοῦ, ἐν ᾧ ἱστορεῖται καί ὁ τρόπος τῶν ἀποκαλύψεων, τῶν Ἁγίων αὐτοῦ λειψάνων». Ἀναφέρει λοιπόν ὁ μοναχός Ἀλέξανδρος πώς ὁ Ἀπόστολος Βαρνάβας εἶδε ὁ ἴδιος πολλά ἀπό τά θαύματα τοῦ Κυρίου. Ὕστερα ἀπό τό θαῦμα τοῦ παραλύτου τῆς Βηθεσδᾶ ἔγινε ἀκόλουθος καί μαθητής τοῦ Κυρίου. Καί συνεχίζει (παραθέτουμε αὐτούσιο τό κείμενο, γιατί εἶναι πολύ γλαφυρό, κατατοπιστικό καί πειστικό, ἀλλά καί γιά νά γνωρίσουμε μέρος αὐτοῦ τοῦ ἐξαίρετου ἀρχαίου Ἐγκωμίου): «Ὁ δέ Βαρνάβας πλέον ἐξεκαίετο εἰς τήν τοῦ Κυρίου ἀγάπην. Καταλαβών δέ τό τάχος τήν οἰκίαν Μαρίας, τῆς μητρός Ἰωάννου τοῦ ἐπικαλουμένου Μάρκου, ἥτις ἐλέγετο εἶναι αὐτοῦ θεία –διό καί Μᾶρκον τόν ἀνεψιόν Βαρνάβα ἐκάλουν αὐτόν–, εἶπε πρός αὐτήν· “Δεῦρο, λέγων, ὦ γύναι, ἴδε ἅπερ ἐπεθύμουν ἰδεῖν οἱ πατέρες ἡμῶν· ἰδού γάρ Ἰησοῦς τις προφήτης ἀπό Ναζαρέτ τῆς Γαλιλαίας ἐστίν ἐν τῷ ἱερῷ, μεγαλοπρεπῶς θαυματουργῶν, καί ὡς τοῖς πολλοῖς δοκεῖ, αὐτός ἐστί Μεσσίας ὁ μέλλων ἔρχεσθαι”. Ἀκούσασα δέ ταῦτα ἡ θαυμασία γυνή καί καταλιποῦσα τά ἐν χερσί, κατέλαβε τόν ναόν τοῦ Θεοῦ, καί ἰδοῦσα τόν Κύριον καί Δεσπότην τοῦ ναοῦ, ἔπεσεν εἰς τούς πόδας αὐτοῦ, δεομένη καί λέγουσα “Κύριε, εἰ εὗρον χάριν ἐναντίον σου, δεῦρο εἰς τόν οἶκον τῆς δούλης σου καί εὐλόγησον τῇ εἰσόδῳ σου τά οἰκετικά σου”. Ὁ δέ Κύριος ἐπένευσε τῇ παρακλήσει· ὅν παραγενόμενον ὑπεδέξατο χαίρουσα εἰς τό ὑπερῶον αὐτῆς. Ἀπ’ ἐκείνης οὖν τῆς ἡμέρας, ἡνίκα ἤρχετο ὁ Κύριος εἰς Ἱεροσόλυμα, ἐκεῖ ἀνεπαύετο μετά τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἐκεῖ ἐποίησε τό Πάσχα μετά τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἐκεῖ ἐμυσταγώγησε τούς μαθητάς διά τῆς μεταλήψεως τῶν ἀπορρήτων μυστηρίων. Λόγος γάρ ἦλθεν εἰς ἡμᾶς ἀπό γερόντων ὅτι ὁ τό κεράμιον βαστάζων τοῦ ὕδατος, ᾧ κατακολουθῆσαι προσέταξεν ὁ Κύριος τοῖς μαθηταῖς, Μᾶρκον ἦν, ὁ υἱός ταύτης τῆς μακαρίας Μαρίας· ὁ δέ Κύριος “πρός τόν δεῖνα” εἶπεν οἰκονομικῶς, ὡς φασίν οἱ πατέρες, ἑρμηνεύοντες τοῦτο τό χωρίον, διδάσκων ἡμᾶς διά τοῦ αἰνίγματος ὅτι παντί τῷ εὐτρεπίζοντι ἑαυτόν, παρ’ αὐτῷ ὁ Κύριος αὐλίζεται. Ἐν αὐτῷ τοίνυν τῷ ὑπερώῳ ἐποίησεν ὁ Κύριος τό Πάσχα· ἐν αὐτῷ ἐφάνη τοῖς περί τόν Θωμᾶν, ἐγερθείς ἐκ νεκρῶν· ἐκεῖ μετά τήν ἀνάληψιν ἀνῆλθον οἱ μαθηταί, ἐλθόντες ἀπό τοῦ ὄρους τῶν Ἐλαιῶν μετά τῶν λοιπῶν ἀδελφῶν, ὄντως τόν ἀριθμόν ὡς ἑκατόν εἴκοσιν, ἐν οἷς ἦν Βαρνάβας καί Μᾶρκος· ἐκεῖ κατέβη τό Πνεῦμα τό Ἅγιον ἐν πυρίναις γλώσσαις ἐπί τούς μαθητάς ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς Πεντηκοστῆς· ἐκεῖ ἵδρυται νῦν ἡ μεγάλη καί ἁγιωτάτη Σιών, ἡ μήτηρ πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν».
Καί ἀπό τό κείμενο αὐτό φαίνεται ἡ ἀγαθή πίστη τῆς Μαρίας πρός τόν Χριστό, ἀλλά καί ἡ προσφορά της στήν πρώτη Χριστιανι-κή Ἐκκλησία. Ὅσον ἀφορᾶ τή συγγένεια τῆς Ἁγίας Μαρίας μέ τόν ἀπόστολο καί ἱδρυτή τῆς Ἐκκλησίας μας Βαρνάβα δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία. Ἐκεῖνο ὅμως πού καθίσταται πρόβλημα εἶναι ὁ βαθμός συγγενείας τους. Εἴδαμε πώς στίς Πράξεις στό 12,12 καθαρά φαίνεται πώς ἡ Μαρία εἶναι ἡ μητέρα τοῦ Μάρκου. Στό Κολοσσαεῖς 4,10 ἀναγράφεται ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο πώς ὁ Μᾶρκος εἶναι «ὁ ἀνεψιός Βαρνάβα». Ἄρα γιά νἆναι ὁ Μᾶρκος ὁ υἱός τῆς Μαρίας «ἀνεψιός» τοῦ Βαρνάβα σίγουρα ὁ Βαρνάβας καί ἡ Μαρία εἶναι συγγενεῖς. Ἔτσι στήν Κυπριακή ἁγιολογία παρουσιάσθηκαν καί οἱ δύο ἀπόψεις. Εἴδαμε ὅτι ὁ μοναχός Ἀλέξανδρος στό Ἐγκώμιό του σημειώνει ὅτι ἡ Μαρία ὑπῆρξε θεία τοῦ Βαρνάβα καί ἄρα Μᾶρκος καί Βαρνάβας εἶναι «ἀνεψιοί» δηλαδή ξαδέλφια. (Μέ τήν ἔννοια αὐτή τοῦ ξαδέλφου ἐπικρατεῖ στήν Κύπρο ἡ λέξη ἀνεψιός). Ὅμως περισσότερο ἐπικράτησε σέ ἁγιολογικές πηγές, ὅπως καί στή συνεί-δηση τῶν Κυπρίων, ὅτι ὁ Βαρνάβας καί ἡ Μαρία ἦταν ἀδέλφια. Αὐτό τό καταστάλαγμα κατάγραψε καί ὁ ἀείμνηστος Μακάριος, αὐτό καταγράφεται καί στήν ἀκολουθία πού ἐξέδωσε ἡ ἱερά Μονή Σταυροβουνίου γιά ὅλους τούς Κυπρίους Ἁγίους.
Μιά ἄλλη τρίτη παραλλαγή πού ἀφορᾶ τή συγγένεια τῶν δύο, περιλαμβάνεται σέ κάποια Μηνολόγια, ἀλλά καί σέ Κοπτικό Συνα-ξάριο, πώς ἡ Μαρία ὑπῆρξε νύμφη τοῦ Βαρνάβα, ἀφοῦ ἦταν γυ-ναίκα τοῦ ἀδελφοῦ του Ἀριστόβουλου (φωτιστοῦ τῶν Βρεττα-νικῶν νήσων).
Ἄν λοιπόν ἡ ἁγία Μαρία, μητέρα τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Μάρκου, εἶναι ἀδελφή τοῦ ἀποστόλου Βαρνάβα, τότε θά πρέπει νά θεωρηθεῖ ὅτι καί αὐτῆς ἡ καταγωγή ἦταν Κυπριακή, βεβαίως ἀπό ἑλληνιστές Ἰουδαίους πού ἔζησαν στήν Κύπρο καί πού βρέθηκαν, τόν καιρό τῆς ἐπί γῆς παρουσίας τοῦ Κυρίου, στά Ἱεροσόλυμα.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Φυνέλλου, ἐκ τῶν ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων, ἐπισκόπου Ἐφέσου.
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται σέ ὁρισμένους Συναξαριστές καί μνημονεύεται μεταξύ τῶν Ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων. Σημειώνεται δέ χαρακτηριστά, ὅτι ὁ Ἅγιος φρονήσας τά τοῦ Σίμωνος, ἔγινε Ἐπί-σκοπος Ἐφέσου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Μαρτιαλίου, ἐπισκόπου Λιμόζ τῆς Γαλλίας.
Ὁ Ἅγιος Μαρτιάλιος ἔζησε τόν 3ο αἰώνα μ.Χ. καί διετέλεσε πρῶτος Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Λιμόζ τῆς Γαλλίας, ἀφοῦ κατά τήν παράδοση ἀπεστάλη γιά νά κηρύξει στήν Γαλλία τήν ὀρθόδοξη πί-στη ὑπό τοῦ Ἐπισκόπου Ρώμης Βαβιανοῦ (236-250 μ.Χ.)10.
Ὁ Ὅσιος Μαρτιάλιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Μελίτωνος.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Μελίτων ἐτελειώθηκε διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Πέτρου, τοῦ ἐκ Σινώπης.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Πέτρος ἐμαρτύρησε συρόμενος ἐπάνω σέ πέ-τρες.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας Δηναρίας, βασιλίσσης τῆς Γεωργίας (10ος αἰών).
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Γεωργίου τοῦ Ἁγιορείτου, τοῦ ἐξ Ἰβηρίας.
Βλ. † 13 Μαῒου.
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος, βλαστός ἀρχοντικῆς οἰκογένειας, ὑπῆρξε κτήτορας τῆς ἱερᾶς μονῆς Ἰβήρων τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἐπισκέφθηκε τήν Ἀντιόχεια, ὕστερα ἀπό παράκληση τοῦ Πατριάρχου Ἀντιοχείας Ἰωάννου (1051-1062), πρός παραμυθία αὐτοῦ καί τοῦ ποιμνίου του γιά τήν καταστροφή πού ἔπαθε ἀπό πυρκαγιά ὁ ἐκεῖ μεγάλος ναός τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου. Προσκήθηκε, ἐπίσης, ἀπό τή βασίλισσα Μαριάμ στήν Γεωργία, γιά νά ἀναλάβει σπουδαῖες ἀποστολές. Μιά πενταετία παρέμεινε ἐκεῖ καί στάθηκε ἱκανή γιά νά ἐξυψώσει τά ἤθη τῆς κοινωνίας. Ἐκοιμήθηκε ὁσιακά, τό 1066, στήν Κωνσταντι-νούπολη καί τά ἱερά λείψανά του μετεκομίσθησαν στή μονή τῶν Ἰβήρων καί ἐνταφιάσθηκαν στή Λιτή τῆς μονῆς.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Γελασίου, τοῦ ἐν τῇ μονῇ Ραμέτι τῆς Ρουμανίας ἀσκήσαντος.
Ὁ Ἅγιος Γελάσιος ἔζησε στήν Ρουμανία κατά τόν 14ο αἰώνα μ.Χ. καί διετέλεσε ἡγούμενος τῆς ἱερᾶς μονῆς Ραμέτι στήν Τρανσυλ-βανία. Αὐστηρός στήν ἄσκηση καί ἄνθρωπος ἀδιαλείπτου προ-σευχῆς προσείλκυσε κον΄τα του πολλούς μοναχούς καί ἐρημίτες τοῦ ὄρους Ραμέτι. Ἀργότερα ἐξελέγη Ἐπίσκοπος καί ἐποίμανε, ὡς Ὅσι-ος, θεοφιλῶς τό ποίμνιό του.
Ὁ Ὅσιος Γελάσιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Πέτρου, πρίγκηπος τῆς Χρυ-σῆς Ὀρδῆς, τοῦ θαυματουργοῦ.
Ὁ Ἅγιος Πέτρος, πρίγκηπας τῆς Χρυσῆς Ὀρδῆς, ἦταν ἀνεψιός τοῦ Χάνου τῆς Χρυςῆς Ὀρδῆς. Ὅταν, τό 1253, ὁ Ἅγιος Κύριλλος († 21 Μαῒου), Ἐπίσκοπος Ροστώβ, ἐπισκέφθηκε τόν Χάν καί ὁμίλησε γιά τίς ἀνάγκες τῶν ἐκκλησιῶν τῆς περιοχῆς καί περί τῶν θαυμάτων τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Λεοντίου τοῦ Ροστώβ († 23 Μαῒου), ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση στόν Πέτρο καί ἄγγιξε τήν καρδιά του. Ἔτσι ἀκολούθησε τόν Ἅγιο Ἐπίσκοπο, ἐβαπτίσθηκε καί ἐνυμφεύ-θηκε. Στό βίο του διακρίθηκε γιά τήν ἀγάπη του στήν ἡσυχία καί τήν προσευχή. Μετά ἀπό μία θαυμαστή ἐμφάνιση ἐνώπιόν του τῶν Ἀποστόλων Πέτρου καί Παύλου, ὁ Πέτρος ἀνήγειρε μονή κοντά στή λίμνη Νέρα πρός τιμήν τους. Μετά τό θάνατο τῆς συζύγου του, ὁ Πέτρος πρέπει νά ἔγινε μοναχός καί ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη, τό 1290.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας Παρασκευῆς, ἐν Κέβρολσκ τῆς Ρωσσίας.
Δέν ὑπάρχουν ἀκριβεῖς συναξαριστικές πληροφορίες γιά τήν Ἁγία Παρασκευή τοῦ Κέβρολσκ τῆς Ρωσσίας καί δέν γνωρίζουμε οὔτε τήν ἀκριβή ἡμερομηνία τῆς κοιμήσεώς της, πού ἐπῆλθε μᾶλλον σέ νεανική ἡλικία. Ἡ Ἁγία ἔζησε τόν 16ο αἰώνα μ.Χ. καί ἡ λαϊκή παράδοση τήν θεωρεῖ ἀδελφή τοῦ Ἁγίου Ἀρτεμίου τῆς Βέρκολα. Στίς 30 Ἰουνίου τοῦ ἔτους 1610 σέ ἕνα χωριό τῆς περιοχῆς τοῦ Κεβρόλσκ, στήν περιοχή τοῦ Ἀρχαγγέλσκ, κατά τή διάρκεια τῆς συντηρήσεως ἑνός παρεκκλησίου, εὑρέθηκε κάτω ἀπό τό πάτωμα τοῦ ναοῦ ἑνάς τάφος μέ λείψανα. Τό 1611 ἀποκαλύφθηκε σέ ὅραμα στόν ἐφημέριο τοῦ ναοῦ ὅτι ἐκεῖνος ὁ τάφος περιεῖχε τά ἱερά λείψανα τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς. Στό ὅραμα ἐπαρουσιάσθηκε ἡ ἴδια ζητώντας νά τήν τιμοῦν μέ ὕμνους καί προσευχές. Ἔτσι τό παρεκ-κλήσι ἐκεῖνο ἔγινε τόπος προσκυνήματος γιά πολλούς πιστούς καί ἐπραγματοποιήθηκαν πολλά θαύματα καί θεραπεῖες. Τότε οἱ ἱερεῖς μετέφεραν τά ἱερά λείψανα τῆς Ἁγίας σέ ἄλλη λάρνακα καί ἄρχισαν νά καταγράφουν τά θαύματα. Ἡ μνήμη της ἑορτάζεται σήμερα, ἡμέρα τῆς εὑρέσεως τῶν λειψάνων της. Τό 1981 τό ὄνομά της καταχωρήθηκε στά ὀνόματα τῶν Ἁγίων τοῦ Νόβγκοροντ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Μιχαήλ τοῦ Πακνανᾶ, τοῦ Ἀθηναίου.
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μιχαήλ ὁ Πακνανᾶς ἐγεννήθηκε στήν Ἀθήνα ἀπό γονεῖς φιλόθεους καί εὐσεβεῖς. Ἐπειδή οἱ γονεῖς του ἦσαν φτωχοί καί δέν διέθεταν τά πρός τό ζῆν, δέν ἐσπούδασε καί ἔγινε κηπουρός. Κάποια ἡμέρα πού επέστρεφε ἀπό ἕνα χωριό, πού εἶχε μεταφέρει κάποια πράγματα, συνελήφθη ἀπό τούς Τούρκους φύλακες καί συκοφαντήθηκε ἀπό αὐτούς, ὅτι δῆθεν μετέφερε μπα-ρούτι γιά τούς ἐπαναστάτες Ἕλληνες. Ὁδηγήθηκε, λοιπόν, στόν κριτή καί καταδικάσθηκε σέ θάνατο, ἐκτός καί ἄν ἀποδεχόταν να ἀλλαξοπιστήσει. Ὁ Νεομάρτυς Μιχαήλ μέ πνευματική ἀνδρεία ὁμο-λογοῦσε τό Ὄνομα τοῦ Κυρίου του καί ἀπαντοῦσε, παρά τίς ἀπει-λές τῶν Τούρκων, «δέν τουρκεύω». Τότε ὁδηγήθηκε στόν τόπο τῆς ἐκτελέσεως καί ἐγονάτισε μέ χαρά περιμένοντας τό μαρτυρικό του τέλος. Ὁ δήμιος ἐκτύπησε τόν Ἅγιο μέ ἀντεστραμμένο ξίφος στό λαιμό, γιά νά τόν εκφοβίσει, προσδοκώντας τή μεταστροφή του. Ἀλλ’ ὁ γενναῖος Μιχαήλ τοῦ εἶπε με γενναιότητα: «Χτύπα γιά τήν πίστη». Τότε ὁ δήμιος ἀπέκοψε τήν κεφαλή τοῦ Νεομάρτυρος, τό 1771. Στήν πρώτη κολόνα τοῦ Ὀλυμπίου Διός στήν Αθήνα, διακρι-νόταν τό ἀκόλουθο ἐπιγραφικό χάραγμα: «1771, Ἰουλίου 9 ἀπεκε-φαλίσθη ὁ Πακνανᾶς Μιχάλης». Ἡ μνήμη του ὅμως τελεῖται σήμε-ρα.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μετακομιδή τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός ἡμῶν Σωφρονίου, ἐπισκόπου Ἰρκούτσκ τῆς Ρωσσίας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τοῦ Βαλικίν, ἐν Τσέρνιγκωφ τῆς Ρωσσίας.
† Τῇ Α΄ Κυριακή τοῦ μηνός Ἰουνίου, μεταξύ 23ης καί 30ῆς Ἰου-νίου, μηνός, ἐν Μηθύμνῃ μνήμη τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν λει-ψάνων τῆς Ὁσίας μητρός ἡμῶν Θεοκτίστης.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!
10 Ρωμαϊκό Μαρτυρολόγιο, σελ. 157.










