Λόγος Νουθετήριος
Τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ. Μακαρίου
κατά τήν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίαν
τοῦ Θεοφιλεστάτου ἐψ. Ἐπισκόπου Σωζοπόλεως κ. Κυριακοῦ
Εἰς τόν Ἱερόν Ναόν Ἁγίου Νικολάου
Σύδνεϋ, 13 Νοεμβρίου 2021
Θεοφιλέστατε ἀδελφέ Κυριακέ καί τέκνο ἐν Κυρίῳ ἀγαπητό,
Σήμερον «ἑορτάζομεν Πεντηκοστήν καί πνεύματος ἐπιδημίαν καί προθεσμίαν ἐπαγγελίας καί ἐλπίδος συμπλήρωσιν»[1]. Τό Πανάγιον Πνεῦμα κατέρχεται ἐπί σέ σήμερον, γιά νά σέ καταστήσει, διά τῶν χειρῶν τῆς ἐλαχιστότητός μου καί τῶν συλλειτουργούντων μοι ἁγίων Ἀρχιερέων, Ἐπίσκοπον τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ἄξιο μιμητή τοῦ ἀληθινοῦ Ποιμένος, τοῦ Πρώτου καί Μεγάλου Ἀρχιερέως Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κατέρχεται σήμερον τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖον «ἐστί φῶς καί ζωή» καί «ζῶσα πηγή νοερά», γιά νά σέ καταστήσει μέλος τοῦ χοροῦ τῶν θεοκινήτων Ἀποστόλων, νά σέ συνδέσει μέ τούς ἁγίους κρίκους τῆς Ἀποστολικῆς Διαδοχῆς καί, παράλληλα, νά σέ καταστήσει μέλος τῆς σεπτῆς Ἱεραρχίας τῆς μαρτυρικῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Σύμπασα ἡ Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Αὐστραλίας, ἰδιαιτέρως δέ ἡ Ἀρχιεπισκοπική Περιφέρεια Μελβούρνης, οἱ θεοφιλέστατοι Ἐπίσκοποι, ὁ εὐσεβής κλῆρος καί ὁ φιλόχριστος λαός μας πανηγυρίζουν γιά τή θεοπρόβλητη ἀνάδειξή σου καί, ἑρανιζόμενοι τό λόγο τοῦ σήμερον ἑορταζομένου Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, ὅλοι μαζί «ὡς χελιδόνες φωνήσωμεν, καί ὡς ἀηδόνες ἀλαλάξωμεν καί οὐδέποτε παυσόμεθα εὐλογοῦντες τόν Κύριον ἡμῶν ἐν ἔργοις τε καί λόγοις».
Ἡ μέχρι τώρα πορεία σου, ἀπό τή στιγμή τῆς γεννήσεώς σου στή μαρτυρική μας Κύπρο, ἡ μετέπειτα μετανάστευσή σου ἐδῶ, στή Μελβούρνη, σέ παιδική ἡλικία, ἡ ἀνατροφή σου σέ περιβάλλον γνήσιο καί παραδοσιακό ἀπό τούς τίμιους βιοπαλαιστές γονεῖς σου, οἱ θύραθεν σπουδές σου ἀλλά καί αὐτές στή Θεολογική μας Σχολή, ἡ μετά ταῦτα ἀναχώρησή σου γιά τό Ἅγιον Ὄρος καί ἡ ὁλοκληρωτική καθοσίωσή σου στόν μοναχισμό καί στά ὑψηλά ἀσκητικά ἰδεώδη, ἡ μετέπειτα διακονία σου στήν Ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, τήν ὁποία διακόνησες μέ ἀφοσίωση καί κάτω ἀπό δύσκολες συνθῆκες γιά εἴκοσι τρία ὁλόκληρα χρόνια, ἡ ὑπομονή σου νά ἐξομολογεῖς χιλιάδες ἀνθρώπους καί νά ἀναπαύεις τίς ψυχές τους μέ τρόπο τόσο μοναδικό καί διακριτικό καί, τέλος, ἡ λαμπρή διακονία σου στή μεγαλώνυμη κοινότητα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Σωτῆρος Kogarah, σοῦ ἔδωσαν τή δυνατότητα νά δοκιμαστεῖς «ὡς χρυσός ἐν χωνευτηρίῳ, ὡς λύχνος φαίνων, καί ἔδει τεθῆναι ἐπί τήν λυχνίαν».
Πέραν τούτων, ὅμως, ἡ μέχρι τώρα εὐλογημένη πορεία σου, δίνει καί ἕνα ἐπί πλέον μεγάλο μήνυμα πρός ὅλους μας: ὅτι ἡ ζωή πού ἔχει ἀφεθεῖ στά χέρια τοῦ Χριστοῦ γίνεται ἕνα μυστήριο, τό ὁποῖο ἐπιφυλάσσει εἰρηναῖες καί χαριτόβρυτες ἐκπλήξεις. Ὁ μέχρι πρό τινος ἐλάχιστος π. Κυριακός, ταπεινός καί ἀφανής μοναχός, ὁ ὁποῖος ἀποδεδειγμένα δέν ἐπεδίωξε ποτέ στή ζωή του καμία προαγωγή καί κανένα ἀξίωμα, αὐτός πού δέν ἔχει καμία σχέση μέ τό φαινόμενο «τοῦ καριερίστα κληρικοῦ», καλεῖται σήμερα, μετά ἀπό τήν ἐμπιστοσύνη τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἐκφράστηκε διά τῆς προτάσεως τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καί Ποιμενάρχου του, τῆς εὐμενοῦς προβολῆς τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου καί τῆς τιμίας ψήφου τῶν σεπτῶν μελῶν Ἀρχιερέων τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, νά ἀναλάβει τό ὕψιστο ἐπισκοπικό ἀξίωμα.
Εὐχαριστοῦμε ἀπό τά μύχια τῆς ὑπάρξεώς μας τόν Τριαδικό Θεό, διότι ὑπάρχουν κληρικοί τῆς δικῆς σου περιωπῆς καί πνευματικῆς ποιότητος. Αὐτό εἶναι κάτι τό ὁποῖο δέν ἀναγνωρίζω μόνον ἐγώ καί οἱ συνεπίσκοποί μου. Πρόκειται γιά μιά κοινή διαπίστωση γιά τό πρόσωπό σου: ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ σέ ἔχει ἐπισκιάσει καί ἡ ἀγιότητα τοῦ βίου σου ἔχει περάσει στή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Αὐστραλίας.
Ἀγαπητέ μου Κυριακέ,
Πολλοί Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας ἔχουν μιλήσει γιά τό ἐπισκοπικό ἀξίωμα καί ἔχουν ἀναλύσει τίς εὐθῦνες πού ἀναλαμβάνει ὅποιος ἀξιώνεται τοιαύτης τιμῆς ἀλλά καί τά χαρίσματα πού πρέπει νά διακρίνουν τόν ὑποψήφιο γι᾽ αὐτό τό ὕψιστο ὑπούργημα. Μεταξύ αὐτῶν, ἤδη ἀπό τόν πρῶτο αἰώνα, ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος παρατηροῦσε ὅτι «ὅπου ἄν φανῆ ὁ ἐπίσκοπος, ἐκεῖ τό πλῆθος ἔστω. ὥσπερ ὅπου ἄν ᾖ Χριστός Ἰησοῦς, ἐκεῖ ἡ καθολική Ἐκκλησία»[2]. Διά μέσου τοῦ Ἐπισκόπου, δηλαδή, ἀπεικονίζεται ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος ἔδωσε τόν ἑαυτό Του στόν κόσμο ἀπό ὑπερβάλλουσα καί ὑπερβατική ἀγάπη.
Μέσα σέ αὐτό τό χριστολογικό καί ἐκκλησιολογικό πλαίσιο, ὁ κάθε ἐπίσκοπος πρέπει νά φροντίζει, μέ τήν παρουσία του καί τή ζωή του, ὥστε νά ἀποπνέει καί νά ἐμπνέει τήν ἀγάπη τοῦ Εὐαγγελίου καί τήν ὀρθή πίστη στά ὀρθόδοξα δόγματα καί νά ἐργάζεται γιά τήν ἑνότητα καί τήν εἰρήνη τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ζωή τοῦ Ἐπισκόπου, πού κρίνεται καί ἐλέγχεται ἀπό τόν κλῆρο καί τόν λαό, πρέπει νά γίνεται μαρτυρία Χριστοῦ στόν σύγχρονο κόσμο. Ἀλλά αὐτό δέν φτάνει. Σήμερα στόν κόσμο μας καί στό σύγχρονο πολιτισμό μας ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ, τίς περισσότερες φορές, δέν ἐπηρεάζει καί ἑπομένως ἐλάχιστες εἶναι οἱ ψυχές πού ἀλλοιώνονται ἀπό τήν παρουσία αὐτή. Προσθέτω, λοιπόν, στά προηγούμενα ὅτι ἡ ζωή τοῦ Ἐπισκόπου θά πρέπει νά μαρτυρεῖ τή δόξα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά στό πρόσωπο καί τή ζωή τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Ἄν ὁ Χριστός γίνεται μιά προσωπική καί ἀποκλειστική ὑπόθεση, τότε ἀποτύχαμε στό ἔργο μας. Ἡ ἐπιτυχία τοῦ κάθε Ἐπισκόπου εἶναι ἡ ζωή του νά βοηθήσει ἄλλους ἀνθρώπους νά συμφιλιωθοῦν μέ τό Χριστό καί νά ἑνωθοῦν μαζί Του.
Βεβαίως, οἱ ἀνθρώπινες σχέσεις σήμερα περνοῦν μιά κρίση σέ ὅλα τά ἐπίπεδα. Γι᾽ αὐτό πολλές φορές ἕνας Ἐπίσκοπος κινδυνεύει νά γίνει ἀντιπαθητικός, ὅταν ἐπιλέγει νά κρατήσει ἀδιαπραγμάτευτες κάποιες ἀξίες, ὑπερασπιζόμενος τά δίκαια τῆς Ἐκκλησίας. Ἀντιπαθητικός γίνεται πάλι, ὅταν ἐπιλέγει νά κρατήσει ἀποστάσεις ἀπό τόν κόσμο, θεωρώντας τήν ἀπόσταση μεταξύ Ἐπισκόπου καί πιστῶν ὡς μιά, τρόπον τινά, προφύλαξη, ἡ ὁποία θά τόν περιφρουρήσει ἀπό τή φθορά τῆς καθημερινότητας καί τῆς μεταξύ τῶν ἀνθρώπων ἐξοικείωσης. Εἶναι πολύ λεπτό τό σημεῖο αὐτό τῶν ὁρίων πού πρέπει νά θέσουμε, ὡς πρός τή σχέση μας μέ τούς ἀνθρώπους. Μέ μέτρο τήν ἐλάχιστη ἐμπειρία μου, θεωρῶ ὅτι κάθε ἀρχιερέας χρειάζεται νά ἔχει ἐπαφή μέ τόν συνάνθρωπό του σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε νά τοῦ ἐπιτρέπεται νά παρέχει ὅλη του τή στοργή, τήν τρυφερότητα, τήν εὐσπλαχνία, τήν κατανόηση, τήν ἐπιείκεια, τήν ἀνάπαυση καί ὅλη του τήν ἀγάπη πρός τόν πλησίον. Νά γίνεις, ἀγαπητέ μου Κυριακέ, ἀντιπαθητικός καί μισητός, ὅταν πρόκειται γιά τά δίκαια τῆς Ἐκκλησίας καί τήν Ἱερά μας Παράδοση. Νά ἀγωνιστεῖς γιά τά ἱερά καί τά ὅσια τοῦ Γένους μας καί νά μή διαπραγματευθεῖς τίποτα ἀπό αὐτά. Νά στηρίξεις ἕως θανάτου τόν ἱερό Θεσμό τοῦ Πατριαρχείου μας καί τά ἱερά συμφέροντα τῆς Μητρός Ἐκκλησίας. Νά ὑπερασπιστεῖς μέ σθένος τήν εἰρήνη καί τήν ἑνότητα τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς μας. Ὅμως, γιά τόν ἄνθρωπο καί τήν σωτηρία του μή βάλεις ὅρια. Δῶσε ὄχι μόνο ὅ, τι μπορεῖς ἀλλά καί παραπάνω ἀπό αὐτό πού μπορεῖς. Δῶσε τήν ὑπάρξή σου ὁλόκληρη.
Δέν θέλω νά ξεχάσεις ποτέ στήν ἀπό σήμερον ἀρχομένη ἀρχιερατική σου πορεία ὅτι ἡ Ἐκκλησία μας λειτουργεῖ μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. «Πάντα χορηγεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον καί ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας», ἀκούσαμε σήμερα στά στιχηρά τῶν Αἶνων. Τό Ἅγιο Πνεῦμα ὅμως, ὅπως κι ἐσύ τό ξέρεις, δέν λειτουργεῖ σύμφωνα μέ τούς νόμους τῆς φύσεως οὔτε κατά τήν ἀνθρώπινη λογική. Τό Ἅγιο Πνεῦμα δρᾶ ὑπερβατικά, ὑπερφυσικά, μυστικά, ὁρατά καί ταυτόχρονα ἀόρατα. Οἱ καρποί του δέν ἔρχονται ἐντός τοῦ χρονικοῦ περιθωρίου πού ἐμεῖς ἔχουμε καθορίσει με τή σκέψη μας. Μπορεῖ ἐσύ νά σπείρεις τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί τόν σπόρο τῆς ἁγιότητας στίς ψυχές τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά ἡ καρποφορία νά ἀποτελέσει δῶρο τοῦ Θεοῦ γιά τίς ἐπερχόμενες γενεές. Γι᾽ αὐτό, νά μήν περιμένεις τίποτα καί νά μήν ἀποζητᾶς τίποτα, παρά μόνο νά ἐργάζεσαι ταπεινά, διακριτικά καί ἀθόρυβα. Συνέχισε νά ζεῖς πνευματική ζωή. Τό ἔχεις ἀνάγκη ἐσύ. Τό ἔχουμε ἀνάγκη ὅλοι μας. Τό ἔχει ἀνάγκη καί ἡ Ἐκκλησία. Γιατί τό ξέρουμε ὅτι ἡ πνευματική ζωή, καί ὄχι ἡ ἐνασχόληση μέ τά ὑλικά ἤ τά διοικητικά, ἡ πνευματική ζωή εἶναι ἐκείνη πού κρατᾶ τήν Ἐκκλησία μας ἁγιασμένη.
Ἀγαπητέ μου Κυριακέ,
Μέ τή θεόθεν ἐκλογή καί χειροτονία σου λαμβάνεις τόν τίτλο τῆς ἱστορικῆς καί σημαντικῆς Ἐπισκοπῆς Σωζοπόλεως – ἡ ὁποία κατά καιρούς ὑπῆρξε καί Μητρόπολη – καί καλεῖσαι νά συνεχίσεις τήν προσφορά τῶν μακαρίων καί ἀοιδίμων προκατόχων σου. Ἡ Σωζόπολη εἶναι μιά ἀπό τίς παλαιότερες πόλεις στίς ἀκτές τῆς Μαύρης Θαλάσσης, ἡ ὁποία ἱδρύθηκε ἀπό Ἕλληνες ἀποίκους τῆς Μιλήτου. Ἐκχριστιανίστηκε πολύ ἐνωρίς καί γι᾽ αὐτό καταγράφονται ἐπίσκοποι μέ τόν τίτλο τοῦ Σωζοπόλεως ἤδη ἀπό τό 431 μ.Χ., κάποιοι ἐκ τῶν ὁποίων ὑπογράφουν καί στά πρακτικά τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Πρῶτος ἐπίσκοπος Σωζοπόλεως ἦταν ὁ Ἀθανάσιος (431), ἐνῶ ἄλλοι διαπρεπεῖς προκάτοχοί σου εἶναι ὁ Πέτρος (680), ὁ Εὐθύμιος (787), ὁ Ἰγνάτιος (869), ὁ Θεοδόσιος (1357), ὁ Ἰωαννίκιος, ὁ ὁποῖος ἔγινε καί Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως (1524), ὁ Φιλόθεος (1564) καί ὁ Ἰωάσαφ (1721). Τελευταῖος ἐπίσκοπος Σωζοπόλεως ἦταν ὁ Ἀγάπιος, ὁ μετέπειτα Πριγκηποννήσων, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθη τήν 31η Αὐγούστου τοῦ 1979, τήν ἴδια ἠμέρα δηλαδή πού ἔγινε καί ἡ ἐκλογή σου, ὡς ἐπισκόπου Σωζοπόλεως, στό Φανάρι. Ἀξίζει νά σημειωθεῖ, σέ συνάρτηση μέ τήν ἐπέτειο τῶν διακοσίων ἐτῶν ἀπό τήν ἔναρξη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως πού ἑορτάζουμε ἐφέτος οἱ ἁπανταχοῦ Ἕλληνες, ὅτι πολλοί ἀπό τούς κατοίκους τῆς Σωζοπόλεως ἦταν μέλη τῆς Φιλικῆς Ἑταιρείας. Ἡ Σωζόπολη μάλιστα ξεσηκώθηκε κατά τήν Ἑλληνική Ἐπάνασταση τοῦ 1821 στίς 17 Ἀπριλίου, μέ ἐπικεφαλῆς τόν τότε ἐπίσκοπο Σωζοπόλεως Παΐσιο, ὁ ὁποῖος συνελήφθη ἀπό τίς ὀθωματικές ἀρχές καί ἐκτελέστηκε[3].
Τελειώνοντας, θά ἤθελα νά σοῦ ὑπενθιμίσω ἕνα λόγο τοῦ μεγάλου Ἁγίου πού ἑορτάζουμε σήμερα, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἔνεκεν». Αὐτά ἦταν τά τελευταῖα του λόγια, ὅταν, μετά ἀπό τίς κακουχίες καί τίς δοκιμασίες τῆς ἐξορίας, παρέδωσε τό πνεῦμα του στόν Χριστό, τήν 14η Σεπτεμβρίου τοῦ 407, στά Κόμανα τοῦ Πόντου. Ἡ φράση αὐτή συνιστᾶ θανατηφόρο πλῆγμα γιά τόν διάβολο, διότι δέν θέλει ἐμεῖς οἱ κληρικοί, καί κυρίως οἱ ἐπίσκοποι, νά δοξολογοῦμε τόν Θεό. Ὅταν μάλιστα ἡ δοξολογία αὐτή προέρχεται μετά ἀπό πολυχρόνιες ταλαιπωρίες καί ἀδικίες, ὅπως συνέβη στήν περίπτωση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, τότε ἡ ἀξία τῆς δοξολογίας εἶναι μεγαλύτερη ἀλλά καί ὁ φθόνος τοῦ διαβόλου ὀδυνηρότερος. Ὅλοι μέσα στήν Ἐκκλησία, τελικά, πρέπει νά ἀγωνιζόμαστε, ὥστε να φτάσουμε στό σημεῖο νά ἀναφωνήσουμε στό τέλος τῆς ζωῆς μας αὐθόρμητα καί εἰρηνικά τό «Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἔνεκεν».
Μέ αὐτή τή δοξολογία γιά ὅλα ὅσα ὁ Θεός καί ἡ πρόνοιά Του ἐπεφύλαξε στή ζωή σου, ἀγαπητέ μου Κυριακέ, ἀλλά καί διατηρῶντας τά ἴδια εὐχαριστιακά αἰσθήματα στήν καρδιά καί τή σκέψη σου γιά ὅσα ὁ Θεός σοῦ ἐπιφυλάττει στό μέλλον, εὐχάριστα καί δυσάρεστα, σέ καλῶ μέ τίς πατρικές καί πατριαρχικές εὐχές τοῦ Πατριάρχου μας καί τῶν παρισταμένων ἁγίων Ἀρχιερέων, τῶν σεβαστῶν ἁγιορειτῶν πατέρων, Ἀρχιμανδρίτου Τύχωνος Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σταυρονικήτα, καί Ἀρχιμανδρίτου Βασιλείου, προηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἰβήρων, νά εἰσέλθεις εἰς τά ἅγια τῶν Ἁγίων, γιά νά λάβεις τή χάρη τῆς ἀρχιερωσύνης.
«Εἰ μή Πνεῦμα παρῆν, οὐκ ἄν συνέστη ἡ Ἐκκλησία. εἰ δέ συνίσταται ἡ Ἐκκλησία, εὐδηλον ὅτι τό Πνεῦμα πάρεστι»[4].
Ἰδού, λοιπόν: «τό Πνεῦμα τό Ἅγιον πάρεστι» καί σέ καλεῖ. Εἴσελθε καί ἐν ἐλευθερίᾳ ἀφέσου στό πέλαγος τῆς χάριτος καί τῆς ἀγάπης Του. Ἀμήν.
[1] Προσόμοιον Ἑσπερινοῦ τῆς Πεντηκοστῆς.
[2] Ἰγνατίου Θεοφόρου, Ἐπιστολή πρός Σμυρναίους, Η´ 3, PG Migne 5, 713B.
[3] Βλέπε λῆμα «Σωζόπολη» στήν ἠλεκτρονική διεύθυνση: https://el.wikipedia.org/wiki/Σωζόπολη
[4] Ἰωάννου Χρυσοστόμου Εἰς τήν Πεντηκοστήν, Ὁμιλία Α´ PG Migne 50, 459.