τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος
† Μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Πολυεύκτου.
῾Ο Ἅγιος Μάρτυς Πολύευκτος ἔζησε κατά τήν ἐποχή τῶν αὐτοκρατόρων Δεκίου (249-251 μ.Χ.) καί Οὐαλεριανοῦ (251-259 μ.Χ.). Ὅταν ἐκηρύχθηκε ὁ διωγμός κατά τῶν Χριστιανῶν καί αὐτοί διετάχθησαν νά ἐπιστρέψουν στήν εἰδωλολατρεία, ὑπῆρξε ὁ πρῶτος πού ἐμαρτύρησε γιά τόν Χριστό στή Μελιτηνή τῆς Ἀρμενίας[1], ὅπου ἐκτελοῦσε τά στρατιωτικά του καθήκοντα.
῾Ο Ἅγιος Πολύευκτος, χωρίς νά δειλιάσει, διεκήρυξε μέ παρρη-σία τήν πίστη του στόν Χριστό καί μέ πνευματική ἀνδρεία συνέτρι-ψε τά εἴδωλα πού ἐλάτρευαν οἱ ἐθνικοί. Οἱ παραινέσεις τοῦ πεθεροῦ του, καθώς καί οἱ θρηνώδεις κραυγές τῆς γυναίκας του, δέν τόν ἐκλόνισαν καθόλου. Παρέμεινε σταθερός στήν ὁμολογία του, γεγονός πού ἐπιβεβαίωσε καί στό Μάρτυρα Νέαρχο, τό φίλο του, πού φοβόταν μήπως ἀπό τά βασανιστήρια ἀρνηθεῖ τόν Χριστό. ῎Ετσι, λοιπόν, ὁ Ἅγιος Πολύευκτος ἐμαρτύρησε διά ξίφους.
῾Η Σύναξη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Πολυεύκτου ἐτελεῖτο στό σεπτό ναό πού ἀνήγειραν οἱ πιστοί στόν τόπο τοῦ μαρτυρίου του, πού ἔκειτο κοντά στήν περιοχή τοῦ Φιλαδελφίου καί τοῦ Ταύρου Κωνσταντινουπόλεως.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Εὐστρατίου τοῦ θαυματουργοῦ.
῾Ο Ὅσιος Εὐστράτιος καταγόταν ἀπό τήν περιοχή τῆς Ταρ-σίας[2], ἡ ὁποία ἀνῆκε στή μεγάλη διοικητική περιφέρεια τῶν ᾿Οπτημάτων, καί συγκεκριμένα ἀπό τήν κωμόπολη πού ἔφερε τό ὄνομα Βιτζιανή καί ἔζησε τόν 9ο αἰώνα μ.Χ. Οἱ γονεῖς του, Γεώργιος καί Μεγεθώ, ἦταν εὐσεβεῖς καί εὔποροι. ῾Ο Ὅσιος Εὐστράτιος ἀνατράφηκε μέ παιδεία καί νουθεσία Κυρίου καί οἱ γονεῖς του ἐφρόντισαν καί γιά τήν ἐκπαίδευσή του. ῞Οταν συμπλήρωσε τό εἰκοστό ἔτος τῆς ἡλικίας του, ἡ καρδιά του ἐκυριεύθηκε ἀπό θεῖο ἔρωτα. Τότε ἄφησε τούς γονεῖς του καί μετέβη στόν Ὄλυμπο, στό μοναστήρι τοῦ Αὐγάρου, στό ὁποῖο ἐμόναζαν οἱ θεῖοι του, ἀπό τή μητέρα του, Γρηγόριος καί Βασίλειος. ᾿Εκεῖ, λοιπόν, ἔγινε δεκτός ἀπό τούς θείους του, ἀκολούθησε καί αὐτός τήν ἐπίπονη καί σκληρή ζωή τοῦ μοναχοῦ.
Ὁ Ὅσιος καθημερινά διακονοῦσε τούς πάντες μέ πρόθυμη καρδιά καί ταπεινό φρόνημα. Δέν ἐνδιαφερόταν γιά τίποτε ἀπό τά ἀγαθά τοῦ κόσμου. Δέν εἶχε τίποτε στήν κατοχή του, παρά μόνο ἕνα τρίχινο ἔνδυμα καί ἕνα ὕφασμα ἀπό μαλλί προβάτου. Δέν εἶχε οὔτε τόπο ὁρισμένο, γιά νά κοιμᾶται. Λένε μάλιστα, ὅτι ἀπό τότε πού ἔγινε μοναχός, στά ἑβδομήντα πέντε χρόνια τοῦ ἀσκητικοῦ του βί-ου, δέν ἐκοιμήθηκε ποτέ ὕπτιος ἤ μέ τό ἀριστερό πλευρό.
Ὅταν ἀπέθαναν οἱ πρό αὐτοῦ ἡγούμενοι τῆς μονῆς, οἱ πατέρες ἐμπιστεύθηκαν στόν Ὅσιο τήν διοίκηση τῆς μονῆς καί τόν ἀνέδει-ξαν ἡγούμενο.
᾿Εκεῖνον τόν καιρό ἐπέστρεψε νικητής ἀπό τόν πόλεμο κατά τῶν Βουλγάρων ὁ εἰκονομάχος Λέων ὁ Ε΄ (813-820 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος ἀνέτρεψε τόν εὐσεβέστατο αὐτοκράτορα Μιχαήλ. Ἡ αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας ἄρχισε νά φουντώνει. Ὁ Ὅσιος Εὐστράτιος, μετά ἀπό προτροπή τοῦ Ὁσίου ᾿Ιωαννικίου τοῦ Μεγάλου (†4 Νοεμβρί-ου), ἄφησε τή μονή καί ἐπέστρεψε στήν πατρίδα του. Μόλις ὅμως ἔγινε ἡ ἀναστήλωση τῶν ἁγίων εἰκόνων, ὁ Ὅσιος ἐπανῆλθε στό μοναστήρι του. Ἡ ἡμέρα περνοῦσε μέ πνευματικά γυμνάσματα καί ἄσκηση καί ἡ νύχτα μέ ἀγρυπνίες καί γονυκλισίες. Ἡ μονολόγιστη ἐλπίδα, ἡ εὐχή τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἦταν στήν καρδιά καί τά χείλη του. Ὁ Θεός τόν ἀξίωσε μέ τό χάρισμα τῆς θαυμα-τουργίας.
Ὁ ῞Αγιος προεῖδε, μέ τή Χάρη του Θεοῦ, τό θάνατό του. Λίγο πρίν ἀπέλθει ἀπό τήν παροῦσα ζωή, ἐκάλεσε τούς μοναχούς καί τούς εἶπε: «᾿Αδελφοί, ὁ χρόνος τῆς ἐπίγειας ζωῆς μου ἔφθασε στό τέλος του. Λοιπόν, τέκνα μου ἀγαπητά, νά φυλάξετε τήν παρακα-ταθήκη πού παραλάβατε, γιατί τά πράγματα τῆς παρούσας ζωῆς εἶναι πρόσκαιρα καί μάταια, ἐνῶ τῆς μέλλουσας ζωῆς εἶναι ἄφθαρ-τα καί αἰώνια». Μόλις ἐτελείωσε τά σύντομα αὐτά λόγια, τούς εὐ-λόγησε καί τούς ἐσφράγισε μέ τό σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. ῎Επειτα, ἀφοῦ ὕψωσε τό βλέμμα του πρός τόν οὐρανό, εἶπε «Κύριε, εἰς τάς χεῖράς Σου παραδίδω τό πνεῦμα μου».
Ἔτσι ὁ Ὅσιος Εὐστράτιος ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη σέ ἡλικία 95 ἐτῶν.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ὁσίων πατέρων ἡμῶν Βασιλείου τοῦ θαυματουργοῦ καί Γρηγορίου.
Οἱ Ὅσιοι Βασίλειος καί Γρηγόριος ἦσαν θεῖοι τοῦ Ἁγίου Εὐ-στρατίου καί ἔζησαν τόν 9ο αἰώνα μ.Χ. Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ἀσκή-τεψε στή μονή τῶν Αὐγάρων. Καί οἱ δύο ἀξιώθηκαν νά λάβουν ἀπό τόν Θεό τό χάρισμα τῆς θαυματουργίας καί ἐκοιμήθησαν μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἐν ἁγίοις πατρός Πέτρου, ἐπισκόπου Σεβαστείας.
Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἐγεννήθηκε στήν Καισάρεια τῆς Καππαδο-κίας τό 349 μ.Χ. Ὁ πατέρας του Βασίλειος, ἦταν ρήτορας, ἐγκατε-στημένος στή Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου, καί ἦταν υἱός τῆς Μα-κρίνης, ἡ ὁποία ὑπέστη πολλά μετά τοῦ συζύγου της κατά τό διωγ-μό τοῦ Μαξιμίνου γιά τήν πίστη τους στόν Χριστό.
Ἡ μητέρα τοῦ Ἁγίου Πέτρου ὀνομαζόταν Ἐμμέλεια, κατα-γόταν ἀπό τήν Καππαδοκία, ἦταν θυγατέρα Μάρτυρος, εὐλα-βέστατη καί πολύ φιλάνθρωπη. Ἀπό τό γάμο της μέ τόν Βασίλειο ἐγεννήθησαν ἐννέα παιδιά, ἀπό τά ὁποῖα τά τέσσερα ἦσαν ἀγόρια. Τό πρωτότοκο παιδί τους ἦταν ἡ Μακρίνη, ἡ ὁποία μετά τό θάνατο τοῦ μνηστῆρος της, ἐπιδόθηκε στήν ἄσκηση. Πρό τοῦ Πέτρου ἐγεννήθηκε ἡ. Ἀπό τά τέσσερα ἀγόρια, τρεῖς ἔγιναν Ἐπίσκοποι, ὁ Βασίλειος στήν Καισάρεια, ὁ Γρηγόριος στη Νύσσα καί ὁ Πέτρος στή Σεβαστεία· ὁ Ναυκράτιος ἀπέθανε νέος, σέ ἡλικία 27 ἐτῶν.
Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς πού ἵδρυσε ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ ὁποῖος τό ἔτος 370 μ.Χ. τόν ἐχειροτόνησε πρε-σβύτερο καί τό 380 μ.Χ. Ἐπίσκοπο Σεβαστείας τῆς Μ. Ἀρμενίας. Ἔλαβε μέρος στή Β´ Οἰκουμενική Σύνοδο καί ἐκοιμήθηκε εἰρηνικά τό ἔτος 392 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος Ἀντωνίνας.
Ἡ Ἁγία Ἀντωνίνα καταγόταν ἀπό τή Νικομήδεια καί τε-λειώθηκε στή θάλασσα.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Λαυρεντίου.
Ὁ Ἅγιος Λαυρέντιος εἶναι ἄγνωστος στούς Συναξαριστές καί στά Μηναῖα. Μνημονεύεται στό Λαυριωτικό Κώδικα Γ´ 74 φ. 112α, ὅπου ἀναφέρεται, ὅτι ἐμαρτύρησε σέ στάδιο ἀπό τούς εἰδωλολά-τρες[3].
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Ἀδριανοῦ (Adrian) τοῦ ἐξ Ἀγ- γλίας, ἡγουμένου Καντουαρίας.
Ὁ Ἅγιος Ἀδριανός (Adrian) καταγόταν ἀπό τήν Ἀφρική καί ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς Nερίντα, πού ἦταν στή Νεάπολη τῆς Ἰταλίας. Ὁ Πάπας Βιταλιανός (657-672 μ.Χ.) τοῦ ἐπρότεινε δύο φο- ρές νά ἀναλάβει τή χηρεύουσα Ἀρχιεπισκοπή Καντουαρίας, σέ δια-δοχή τοῦ Θεοδοσίου, ἀλλά ἐκεῖνος ἀρνήθηκε καί ὑπέδειξε ὡς κα-τάλληλο πρόσωπο τόν Ἕλληνα μοναχό Θεόδωρο ἀπό τήν Ταρσό τῆς Κιλικίας († 19 Σεπτεμβρίου). Ὁ Πάπας συμφώνησε ὑπό τόν ὅρο, ὅτι ὁ Ἅγιος θά μετέβαινε μέ τόν Θεόδωρο στή Βρεττανία ὡς συνερ-γάτης αὐτοῦ.
Ὅταν ἔφθασαν ἐκεῖ, ὁ Ἅγιος Ἀδριανός διορίσθηκε ὡς διευ-θυντής τῆς σχολῆς τοῦ Ἁγίου Αὐγουστίνου Καντουαρίας καί συνε-τέλεσε στήν ἀνύψωση τῆς σχολῆς. Προσείλκυσε κοντά του πλῆθος μαθητῶν στούς ὁποίους ἐδίδασκε θεολογία, ἑλληνικά, λατινικά, ποίηση καί ἀστρονομία[4].
Ὁ Ἅγιος, διακρινόμενος γιά τίς ἀρετές καί τήν πνευματικό-τητά του, ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 710 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου Βριθγουόνλντου (Brithwald) τοῦ ἐξ Ἀγγλίας, ἀρχιεπισκόπου Καντουαρίας.
Ὁ Ἅγιος Βριθγουόλντος (Brithwald) διαδέχθηκε στό θρόνο τό Ἅγιο Θεόδωρο τόν ἐκ Ταρσοῦ († 19 Σεπτεμβρίου). Ἦταν ἄριστος γνώστης τῶν Γραφῶν καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων. Στόν ἀρχιεπισκοπικό θρόνο τῆς Καντουαρίας ἀνῆλθε τό ἔτος 693 μ.Χ. Ὑπῆρξε καλός ποιμένας καί κανόνας πίστεως καί ἀρετῆς[5].
Ὁ Ἅγιος Βριθγουόλντος ἐκοιμήθηκε ὁσίως μέ εἰρήνη τό ἔτος 731 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ σεισμοῦ γενομένου ἐν ἀρχῇ τῆς βασι-λείας Βασιλείου.
Σύμφωνα μέ τό Συναξάρι τήν ἡμέρα αὐτή ἔγινε ὁ μεγάλος καί φρικωδέσταταος σεισμός, στήν ἀρχή τῆς βασιλείας του αὐτοκράτο-ρος Βασιλείου (867 μ.Χ.), κατά τήν ὁποία κατέπεσε καί ὁ μεγάλος τροῦλλος τοῦ ναοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Στίγματος καί τῆς Θεοτόκου τοῦ Φόρου. Τό γεγονός τοῦ μεγάλου σεισμοῦ ἀναφέρεται καί στόν Κώδικα 1578 τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης τῶν Παρισίων, ἀλλά στίς 10 Ἰανουαρίου[6].
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῆς ἁγίας νεομάρτυρος Παρθένας τῆς Ἐδεσσαίας.
Ἡ Ἁγία Παρθένα καταγόταν ἀπό τήν Ἔδεσσα τῆς Μακεδο-νίας καί ἐγεννήθηκε περί τόν 14ο αἰώνα. Κατά τό παρθενικό της ὄνομα εἶχε καί τό βίο της, ζώντας μέ ἄσκηση καί σεμνότητα.
Κατά τό ἔτος 1375 ἡἜδεσσα πολιορκήθηκε ἀπό τούς Τούρ-κους καί οἱ κάτοικοι ἀντέταξαν δυνατή ἄμυνα, ἐνισχυόμενοι καί ἐνθαρρυνόμενοι ἀπό τόν ἱερομόναχο Σεραφείμ, ἐφημέριο τοῦ μη-τροπολιτικοῦ ναοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Ὁ ἐχθρός ἦταν ἄριστα ὀργανωμένος καί πολυάριθμος, ἀλλά ἀπέκανε, καί, ὡς φαί-νεται, ἑτοιμαζόταν νά λύσει τήν πολιορκία.
Ἀλλά κατά τήν τελευταία στιγμή, ἕνας ἀπό τούς προκρίτους τῆς πόλεως, ὀνομαζόμενος Πέτρος (ἡ παράδοση τόν ὀνομάζει Κέλλ Πέτρο, δηλαδη Κασιδιάρη Πέτρο), ὁ ὁποῖος ἦταν πατέρας τῆς Ἁγί-ας Παρθένας, ἐπληρώθηκε μέ μεγάλο χρηματικό ποσόν ἀπό τόν πο-λιορκητή Πασᾶ τῶν Τούρκων καί ἐπρόδωσε τήν πόλη. Οἱ Τοῦρκοι εἰσέβαλαν στήν Ἔδεσσα, στίς 26 Δεκεμβρίου 1375, ἀπό τό νοτιο-ανατολικό μέρος, ὅπου αὐτός ἐφρουροῦσε, καί ὅπου ἦταν μία ἀπό τίς κυριότερες ἐπάλξεις τῆς πόλεως. Ἀμέσως ἐπιδόθηκαν στή σφαγή καί τόν ἐξανδραποδισμό τῶν κατοίκων, τίς διαρπαγές καί τίς ἀτι-μώσεις. Συνέλαβαν τόν ἱερομόναχο Σεραφείμ καί μετά σκληρά βα-σανιστήρια τόν ἔπνιξαν στό μέγα καταρράκτη, πού ἔχει τό ὄνομα “ἰτσερί Πασᾶ”, δηλαδή “νερά τοῦ Πασᾶ”.
Ὁ προδότης Πέτρος, μετά τή φρικώδη πράξη του καί τήν ἅλωση τῆς πόλεως, ἀρνήθηκε τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί ἔγινε Μου-σουλμᾶνος. Δέν ἀρκοῦσε ὅμως αὐτό. Παρέδωσε στόν Πασᾶ, ὡς παλλακίδα, τή θυγατέρα του Παρθένα, ἀφοῦ προηγουμένως ἐπρο-σπαθοῦσε νά τήν πείσει νά ἀπαρνηθεῖ τόν Χριστό. Ἡ Ἁγία Παρ-θένα μόλις ἄκουσε τά λόγια τοῦ πατέρα της, ὡς ἄλλη Ἁγία Βαρ-βάρα, ἔφριξε καί ἔλεγξε μέ πνευματική ἀνδρεία τόν ἄθλιο πατέρα της καί ὁμολόγησε ὅτι ποτέ δέν θά ἀρνηθεῖ τό γλυκύτατο ὄνομα τοῦ οὐράνιου Νυμφίου αὐτῆς Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνος, ἀντί νά συν-τριβεῖ καί νά μετανοήσει, ὀργίσθηκε καί ἔγινε σάν θηρίο. Ἄρχισε νά κτυπᾶ τήν Ἁγία μέχρι αἵματος καί ἀναισθησίας. Στή συνέχεια τήν ἐξεγύμνωσε καί τήν παρέδωσε στά χέρια τῶν Τούρκων. Οἱ στρατιῶ-τες τήν ἐβασάνιζαν ἐπί τρεῖς ἡμέρες. Στό τέλος, τήν ὁδήγησαν ὁλό-γυμνη σέ ἕνα λόφο, ὅπου τήν ἔθαψαν ζωντανή. Ἡ λόφος αὐτός ὀνο-μάζεται μέχρι σήμερα “λόφος τῆς Παρθένου”.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Φιλίππου, μη-τροπολίτου Μόσχας.
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Φίλιππος, κατά κόσμον Θεόδωρος Στε-πάνοβιτς Κολύσεφ ἐγεννήθηκε τό ἔτος 1507 ἀπό εὐγενεῖς γονεῖς στή Ρωσία, τόν Στέφανο καί τή Βαρβάρα πού ἀργότερα ἔγινε μοναχή μέ τό ὄνομα Βαρσανουφία. Ἡ ἀγάπη του πρός τή μοναχική πολιτεία καί τό ἀσκητικό ἦθος ὁδήγησε τά βήματά του στή μονή Σολόβκι, στόν Παγωμένο Ὠκεανό, ὅπου ἄρχισε νά διδάσκεται τά τῆς μονα-χικῆς μοναχικῆς πολιτείας καί νά διέρχεται τό βίο του μέ προσευχή καί νηστεία. Στή συνέχεια διετέλεσε ἡγούμενος τῆς μονῆς.
Τό ἔτος 1566, ἐπί βασιλείας Ἰβάν Δ´ Βασίλιεβιτς (τοῦ Τρομε-ροῦ), ἐξελέγη, μετά τό θάνατο τοῦ Μητροπολίτου Ἀθανασίου (1564-1566), Μητροπολίτης Μόσχας, ἀλλά ἀπομακρύνθηκε. Ὅταν, τό ἔτος 1565, ὁ Κούρβσκι ἤθελε νά ἀνατρέψει τό θρόνο τῆς Ρωσίας, ὁ τσάρος Ἰβάν ἐθεώρησε ὅλους τούς ἄρχοντες κρυφούς ἐχθρούς του καί κατέφυγε στήν πόλη Ἀλεξάνδροβσκ, προτιθέμενος νά παραιτη-θεῖ τῆς ἐξουσίας. Ἡ ἀγγελία αὐτή κατέπληξε τή Μόσχα, διότι ἡ ἀναρχία φαινόταν φοβερότερη ἀπό τήν τυραννία, καί ὁ λαός ἐζή-τησε τήν ἐπάνοδο τοῦ τσάρου. Ὁ Ἰβάν ἐπέστρεψε στή Μόσχα στίς 2 Φεβρουαρίου 1565. Τήν ἑπομένη συνεκάλεσε σύνοδο καί ἀπεφάσισε τή σύσταση τῆς Ὀπρίτσνινα, σωματοφυλακῆς γιά τήν ἀσφάλεια τοῦ ἴδιου καί τῆς ἐπικράτειας.Ἡ σωματοφυλακή αὐτή πού ἦταν τυφλό ὄργανο τοῦ τσάρου κατεσπάραξε τή χώρα.
Ὁ Ἅγιος Φίλιππος ἀρνήθηκε νά εὐλογήσει τόν τσάρο καί ἀντιτάχθηκε στή βασιλική αὐθαιρεσία καί τίς βδελυρές πράξεις μέ ἀποτέλεσμα νά ἐκθρονισθεῖ, νά ἐγκλεισθεῖ στή μονή Ὀτρότς τοῦ Τβέρ καί νά δολοφονηθεῖ στίς 23 Δεκεμβρίου 1569 ἀπό ἄνθρωπο τοῦ τσάρου.
Τό τίμιο λείψανό του βρέθηκε ἄφθορο καί τό ἔτος 1652 ὁ τσά-ρος τῆς Ρωσίας Ἀλέξιος Μιχαήλοβιτς τό ἐναπέθεσε στόν καθεδρικό ναό Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Μόσχας, στό Κρεμλῖνο.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἰωνᾶ τοῦ Γέροντος[7].
Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς καταγόταν ἀπό τή Ρωσία καί ἀσκήτεψε στή μονή τῆς Ἁγίας Τριάδος Κιέβου, ὅπου ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τό ἔτος 1902.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!