† Ἡ ῾Υπαπαντή τοῦ Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.
Τό γεγονός τῆς Ὑπαπαντῆς, πού ἐξιστορεῖ ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς στό β΄ κεφάλαιο[1] τοῦ Εὐαγγελίου του, συνέβη σαράντα ἡμέρες μετά τή γέννηση τοῦ Ἰησοῦ. Σύμφωνα μέ τό Μωσαϊκό Νόμο, ἄν τό πρῶτο παιδί τῆς οἰκογένειας ἦταν ἀγόρι, ἀφιερωνόταν στόν Θεό καί συγχρόνως προσφερόταν μία μικρή θυσία ἀπό ἀμνό ἤ ἀπό ἕνα ζευγάρι τρυγόνια ἤ δυό μικρά περιστέρια. Τό γράμμα τῶν ἐντολῶν αὐτῶν πληροῦντες ὁ Ἰωσήφ καί ἡ Παρθένος Μαρία, ἀνῆλθαν τήν τεσσαρα-κοστή ἡμέρα ἀπό τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ στό ναό τῶν Ἱεροσο-λύμων, γιά νά προσφέρουν τόν Ἰησοῦ στόν Θεό καί δώσουν τήν θυσία περί καθαρισμοῦ. Τό ζευγάρι ὑποδέχθηκε στό ναό ὁ ὑπερήλικας Προ-φήτης Συμεών, ὁ ὁποῖος ἐδέχθηκε τόν Ἰησοῦ στήν ἀγκαλιά του φωτισμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα καί ὁ ὁποῖος εἶχε λάβει ἀποκάλυψη ἀπό τό ῞Αγιο Πνεῦμα ὅτι δέ θά ἀπέθνησκε προτοῦ δεῖ ᾿Εκεῖνον, τόν ὁποῖο ὁ Κύριος καί Θεός ἔχρισε Βασιλέα καί Σωτήρα τοῦ κόσμου.
Ἡ ἑορτή εἰσήχθηκε πρῶτα στή Δύση πρός κατάργησιν τῶν τε-λουμένων εἰδωλολατρικῶν ἑορτῶν, κατά τίς ἀρχές τοῦ Φεβρουαρίου, πρός τιμήν τοῦ Πανός, ὡς καθαρῶς θεομητορική ἑορτή. Ἀργότερα κα-θιερώθηκε καί στήν Ἀνατολή. Κατά μέν τόν Γεώργιο Κεδρηνό ἡ ἑορτή εἰσήχθηκε ἐπί τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουστίνου τοῦ Α΄ (518-527 μ.Χ.)[2], κατά δέ τόν Νικηφόρο Κάλλιστο ὁ μέγας Ἰουστινιανός (525-565 μ.Χ.) διέταξε, τό 542 μ.Χ., νά ἑορτάζεται ἡ Ὑπαπαντή τοῦ Σωτῆρος σέ ὅλη τή γῆ[3]. Ἐπειδή ὅμως πολύ πρίν τόν 6ο αἰώνα μ.Χ. ὑπάρχουν λόγοι στήν ἑορτή τῆς Ὑπαπαντῆς[4], εἰκάζεται ὅτι ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστῖνος εἰσήγαγε τήν ἑορτή στήν Κωνσταντινούπολη. Ἡ ἑορτή τῆς Ὑπαπαν-τῆς, στήν Κωνσταντινούπολη, ἐτελεῖτο στό ναό τῶν Βλαχερνῶν, ὅπου παρευρίσκονταν καί οἱ βασιλεῖς.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος ᾿Αγαθοδώρου.
῾Ο Ἅγιος Ἀγαθόδωρος συνελήφθη σέ νεαρά ἡλικία καί ὁδηγή-θηκε στόν ἄρχοντα τῆς πόλεως τῶν Τυάνων τῆς Καππαδοκίας[5], ἐπειδή ἦταν Χριστιανός. Ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος ὁμολόγησε τήν ἀγάπη του στόν Ἅγιο Θεό. Ὁ ἡγεμόνας τότε ἔδωσε ἐντολή νά τόν βασανίσουν. Πρῶτα τοῦ καταξέσκισαν τό σῶμα μέ σιδερένια νύχια· ἔπειτα τόν ἔβαλαν ἐπάνω σέ πυρακτωμένη σχάρα καί τοῦ κατέκαψαν τό κατα-πληγωμένο σῶμα· στή συνέχεια τοῦ ἔκοψαν μέ μαχαίρι τή γλώσσα· κατόπιν τοῦ ἀπέσπασαν τά δόντια· ἔπειτα τοῦ συνέτριψαν μέ ρόπαλα τίς κνῆμες καί τά σκέλη καί, τελικά, τοῦ ἐτρύπησαν τά μηνίγγια μέ πυ-ρακτωμένα σουβλιά.
Ἔτσι, ὅ Ἅγιος Μάρτυς ᾿Αγαθόδωρος ἐμαρτύρησε καί ἔλαβε τό ἀμαράντινο στεφάνι τῆς δόξας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Ἰορδάνου.
Ὁ Ἅγιος Ἰορδάνης, καταγόταν ἀπό τήν Καππαδοκία καί μετά τό γάμο τοῦ ἐγκαταστάθηκε στό Γαλατᾶ τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Σέ κάποια διασκέδασή του μέ Ὀθωμανούς συμπατριῶτες του καί κατά τήν διάρκεια ἑνός παιχνιδιοῦ, κάποιος συμπαίκτης ἐβλασφήμησε τόν Ἅγιο Νικόλαο. Ἀμέσως ὁ Ἰορδάνης ἀπάντησε τό ἴδιο κοροϊδευτικά εἰς βάρος τοῦ Μωάμεθ. Τήν ἑπόμενη ἡμέρα, καταγγέλθηκε ὡς ὑβριστής τῆς μουσουλμανικῆς θρησκείας καί ὁδηγήθηκε στό βεζίρη ὁ ὁποῖος τόν ἐπίεσε νά ἀλλαξοπιστήσει, γιά νά ἀποφύγει τήν τιμωρία. Παρά τίς ἀπειλές καί τίς δελεαστικές προτάσεις, ἀκόμη καί νά πεῖ φανερά ὅτι ἀσπάζεται τό Μουσουλμανισμό καί στή συνέχεια νά ζήσει χριστιανικά ὅπου ἐκεῖνος ἤθελε, ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε θαρραλέα. Ἔτσι ὁ δήμιος ἀπέ-κοψε τήν τιμία κεφαλή τοῦ Νεομάρτυρος τό ἔτος 1650 μ.Χ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσιομάρτυρος Γαβριήλ, τοῦ ἐν Κων-σταντινουπόλει.
Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Γαβριήλ καταγόταν ἀπό τήν Ἀλλώνη τῆς Προικοννήσου[6]. Σέ νεαρά ἡλικία ἔγινε μοναχός καί διακονοῦσε ὡς «κράκτης» τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Μετά ἀπό λογομαχία πού εἶχε μέ κάποιον Τοῦρκο, κατηγορήθηκε ὡς ὑβρι-στής τῆς Μουσουλμανικῆς θρησκείας, ἐφυλακίσθηκε καί ἐβασανίσθη-κε. Παραμένοντας σταθερός καί ἀκλόνητος στήν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ἀποκεφαλίσθηκε τό ἔτος 1676 μ.Χ. Τό τίμιο λείψανό του οἱ Τοῦρκοι τό ἔρριψαν στή θάλασσα.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Εὐθυμίου, τοῦ ἐκ Γεωργίας.
Ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος (Kερεσελίντζε) καταγόταν ἀπό τή Γεωργία καί ἔζησε περί τό 19ο καί 20ό αἰώνα μ.Χ. Ἔγινε μοναχός καί ἡ ἁγιό-τητα τοῦ βίου του γρήγορα τόν ἔκανε ξακουστό στήν περιοχή τῆς Γεωργίας. Καθημερινά ἐξομολογοῦσε ἑκατοντάδες ἀνθρώπους πού προσέτρεχαν κοντά του, γιά νά καταθέσουν τόν πόνο τῆς ψυχῆς τους καί τήν ἀστοχία τῆς ἐλευθερίας τους. Ὁ Ὅσιος διέσωσε πολλά χειρόγραφα τῶν ἀρχαίων Γεωργιανῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων κατά τήν περίοδο τοῦ σοβιετικοῦ καθεστῶτος καί ἐκοιμήθηκε θεοφιλῶς μέ εἰρήνη.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ἀπεκοῆς.
Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Ἀπεκοῆς (Ὑπακοῆς) φυλάσσεται στό ναό τῆς Ὑπαπαντῆς τῆς νήσου Καλύμνου.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Γουμενίσσης.
Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας φυλάσσεται στήν ὁμώνυμη μονή τῆς πό-λεως τῆς Γουμένισσας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Κακιᾶς Μέλισσας.
Ἡ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου Κακιᾶς Μέλισσας φυλάσ-σεται στό χωριό Λειβάδι Κυθήρων. Ἔχει τήν προσωνυμία αὐτή, γιατί σέ μιά ἐπιδρομή πειρατῶν στό νησί, μέ σκοπό νά λεηλατήσουν τή μο-νή, ἐπαρουσιάσθηκε ξαφικά ἕνα σμῆνος μελισσῶν πού ἐπιτέθηκε στούς πειρατές καί τούς ἀνάγκασε νά ἀποχωρήσουν[7].
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρα, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ὑπαπαντῆς.
Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Ὑπαπαντῆς φυλάσσεται στόν ὁμώνυμο ναό τῆς Καλαμάτας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Φλεβα-ριωτίσσης ἤ Λιβύης.
Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Φλεβαριωτίσσης ἤ Λιβύης (ἐπειδή ἔχει χρῶμα σκοῦρο) φυλάσσεται στή Μεσσαριά τῆς νήσου τῆς Ἀστυπάλαιας.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Φλεβαριωτίσσης.
Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Φλεβαριώτισσας φυλάσσεται στό ναό τῶν Ἀμπελακίων Σαλαμῖνος καί ὀνομάζεται ἔτσι, ἐπειδή ἑορτάζει τό μῆνα Φεβρουάριο ἤ, κατά μία ἄλλη ἐκδοχή, ἐπειδή στό σημεῖο ἐκεῖνο εἶχε βρεθεῖ φλέβα νεροῦ.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ σύναξις τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Χρυσαλινιωτίσσης.
Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Χρυσαλινιώτισσας ἤ Ἀλινιώτισ-σας φυλάσσεται στόν ὁμώνυμο ἐνοριακό ναό τῆς Λευκωσίας Κύ-πρου.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν!