† Μνήμη τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου.
῾Η οἰκουμενικότητα τοῦ ῾Αγίου Γεωργίου τοῦ Τροπαιο-φόρου, πού ἐκφράζεται μέσα ἀπό τή λειτουργική τέχνη, τήν τιμή πρός τόν Ἅγιο λαῶν καί φυλῶν, ἀκόμα καί μή ὀρθοδόξων, τή λαϊκή θρησκευτικότητα, μαρτυρεῖται περίτρανα ἀπό τή γ´ ᾿Ωδή τοῦ Κανό-νος του: «Γῆ πᾶσα καί βρότειος φυλή, οὐρανός τε συγχαίρει, στρα-τός ᾿Αγγέλων τε, ὁ πρωτοστράτηγος γάρ, Χριστοῦ νῦν Γεώργιος ἐκ γῆς, βαίνει πρός οὐράνια». Παρά τήν εὐρέως διαδεδομένη τιμή καί εὐλάβεια πρός τόν Ἅγιο Γεώργιο, δέν ὑπάρχουν πολλές αὐθεντικές ἱστορικές πηγές γιά τό πρόσωπο καί τό μαρτύριο τοῦ ῾Αγίου. Πρώ-τη καί σπουδαιότερη πηγή, ἀπό τήν ὁποία ἀντλοῦμε πληροφορίες γιά τό βίο, τό μαρτύριο καί τά θαύματα τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυ-ρος Γεωργίου, εἶναι τό ἱστορικό, τό ὁποῖο συνέταξε ὁ ὑπηρέτης τοῦ Ἁγίου Πασικράτης, ὁ ὁποῖος παρακολούθησε τά γεγονότα τοῦ μαρ-τυρίου τοῦ ῾Αγίου.
῾Ο Ἅγιος Γεώργιος ἐγεννήθηκε μεταξύ τῶν ἐτῶν 280-285 μ.Χ., πιθανώτατα στήν περιοχή τῆς Ἀρμενίας, ἀπό τόν ῞Ελληνα Συγ-κλητικό, στρατηλάτη στό ἀξίωμα, κατά τούς χρόνους τοῦ αὐτοκρά-τορος Διοκλητιανοῦ, Γερόντιο. ᾿Εκεῖ, σέ ἕνα μοναστήρι τῆς περιο-χῆς, ὁ Ἅγιος ἐδέχθηκε τό μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος καί ἔγινε μέλος τῆς ᾿Εκκλησίας. ῾Ο πατέρας τοῦ Ἁγίου, Γερόντιος, καταγόταν ἀπό πλούσια καί ἐπίσημη γενιά τῆς Καππαδοκίας. Σέ παλαιό χειρόγρα-φο ἀναφέρεται, ὅτι ἐγεννήθηκε στή Σεβαστούπολη τῆς Μικρῆς Ἀρμενίας, ἀρχικά ἦταν εἰδωλολάτρης καί ἀργότερα ἔγινε Χριστια-νός. ῾Η σύζυγός του ὀνομαζόταν Πολυχρονία, ἦταν Χριστιανή καί καταγόταν ἀπό τή γνωστή Λύδδα (Διόσπολη) τῆς Παλαιστίνης. ῞Οπως ἀναφέρουν οἱ πηγές, ἡ οἰκογένεια τοῦ Ἁγίου, ὅταν ἐκεῖνος ἦταν σέ μικρή ἡλικία, μετοίκησε στή Λύδδα, λόγῳ τοῦ θανάτου τοῦ πατρός του.
Σέ νεαρά ἡλικία ὁ Γεώργιος κατατάχθηκε στό Ρωμαϊκό στρα-τό. Διακρίθηκε γιά τήν τόλμη καί τόν ἡρωϊσμό του καί ἔλαβε τό ἀξίωμα τοῦ Τριβούνου. Λίγο ἀργότερα ὁ Διοκλητιανός τόν ἔκανε Δούκα (διοικητή) μέ τόν τίτλο τοῦ Κόμητος στό τάγμα τῶν ᾿Ανικιώ-ρων τῆς αὐτοκρατορικῆς φρουρᾶς· «πολλάκις πρότερον μεγαλοπρε-πῶς διαπρέψας τοῦ τῶν σχολῶν μετά ταῦτα πρώτου τάγματος κό-μης κατ᾿ ἐκλογήν προεβλήθη».
Στίς ἀρχές τοῦ 303 μ.Χ. ὁ Ἅγιος συλλαμβάνεται καί ἀκολου-θεῖ τό μαρτύριο. ῾Η πίστη τοῦ Ἁγίου γίνεται ἀφορμή νά βαπτισθοῦν οἱ στρατιωτικοί Ἀνατόλιος καί Πρωτολέων, Βίκτωρ καί Ἀκίνδυνος, Ζωτικός καί Ζήνωνας, Χριστοφόρος καί Σεβιριανός, Θεωνᾶς, Και-σάριος καί ᾿Αντώνιος, τῶν ὁποίων τή μνήμη ἑορτάζει ἡ ᾿Εκκλησία στίς 20 ᾿Απριλίου, καί ἡ βασίλισσα Ἀλεξάνδρα, σύζυγος τοῦ Διο-κλητιανοῦ, μαζί μέ τούς δούλους της ᾿Απολλώ, ᾿Ισαάκιο καί Κοδρᾶ-το, τῶν ὁποίων ἡ μνήμη τιμᾶται στίς 21 ᾿Απριλίου.
Ὁ Ἅγιος ἐμαρτύρησε, «ἀπετμήθη τήν κεφαλήν», μετά ἀπό πλῆθος βασανιστηρίων, τήν Παρασκευή 23 ᾿Απριλίου τοῦ ἔτους 303 μ.Χ. Κατά δέ τόν ὑπολογισμό τοῦ ἱστορικοῦ Εὐσεβίου, καί σύμφωνα μέ τό Μακεδονικό ἡμερολόγιο, ἀντιστοιχοῦσε στήν Παρασκευή τῆς Διακαινησίμου, τοῦ Πάσχα. Κρυφά ἐσήκωσαν οἱ Χριστιανοί τό πάντιμο λείψανό του καί τό ἔθαψαν, μαζί μέ αὐτό τῆς Ἁγίας μητρός του, ἡ ὁποία ἐμαρτύρησε τήν ἴδια ἤ τήν ἑπόμενη ἡμέρα. ῾Ο πιστός ὑπηρέτης τοῦ Ἁγίου, Πασικράτης[1], ἐκτελώντας τήν ἐπιθυμία τοῦ Ἁγίου, παρέλαβε τό ἅγιο λείψανο τοῦ Μάρτυρος, μαζί μ’ αὐτό τῆς μητέρας του, καί τά μετέφερε στή Λύδδα τῆς Παλαιστίνης. Ἀπό ἐκεῖ, ὅπως βεβαιώνουν οἱ πηγές, οἱ Σταυροφόροι πῆραν τά ἱερά λείψανα τῆς Ἁγίας Πολυχρονίας καί τά μετέφεραν στή Δύση.
Μετά τό μαρτυρικό θάνατο τοῦ Ἁγίου ἐμαρτύρησαν καί οἱ συνδέσμιοί του Εὐσέβιος, Νέων, Λεόντιος, Λογγῖνος καί ἄλλοι τέσσαρες μαζί. Τή μνήμη τους τιμᾶ ἡ ᾿Εκκλησία στίς 24 ᾿Απριλίου.
Βλέπουμε, ὅτι μέ κέντρο τήν ἡμέρα τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου, δημιουργεῖται μέσα στό λειτουργικό χρόνο τῆς ᾿Εκκλησίας, ἕνας ἑορτολογικός κύκλος, ὁ ὁποῖος καλλιεργεῖται περισσότερο ἀπό τά Τυπικά τῆς Κωνσταντινουπόλεως, πού ξεκινᾶ στίς 20 ᾿Απριλίου καί τελειώνει στίς 24 τοῦ αὐτοῦ μηνός. ῾Ο ἑορτολογικός αὐτός κύκλος δείχνει τήν περίοπτη θέση τοῦ Μεγαλομάρτυρος στή ζωή τῆς ᾿Εκκλησίας.
῾Η τιμή τοῦ Ἁγίου ἐπεξετάθη, ἐντός μικροῦ χρόνου, σέ ὅλη τήν Ἀνατολή. Ἔτσι στή Συρία, ἤδη ἀπό τόν 4ο αἰώνα μ.Χ., ὑπῆρχαν ναοί ἀφιερωμένοι στή μνήμη του, ἐνῶ στήν Αἴγυπτο ὑπῆρχαν περί τούς 40 ναούς καί 3 Μονές στό ὄνομά του. Στίς λοιπές ἀνατολικές περιοχές ἡ τιμή τοῦ Ἁγίου εἶχε λάβει τεράστιες διαστάσεις ἀπό ἀρχαιοτάτους χρόνους. Στήν ἁγιοτόκο καί μαρτυρική Καππαδοκία εὑρίσκονται πολλοί ναοί ἀφιερωμένοι στόν Ἅγιο Γεώργιο, ἀλλά καί σέ ἄλλους Ἅγίους, μέ ἐξαίρετες τοιχογραφίες τοῦ μαρτυρίου του, καθώς καί τῆς μητρός του Ἁγίας Πολυχρονίας[2]. Στήν Κωνσταντι-νούπολη δέ πολλοί καί ὀνομαστοί ναοί ἦσαν ἀφιερωμένοι στόν Μεγαλομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ Γεώργιο.
῾Η τιμή πρός τόν Ἅγιο Γεώργιο στήν περιοχή τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καί τῆς Κωνσταντινουπόλεως καλλιεργεῖται ἰδιαίτερα ἀπό τόν Ὅσιο Θεόδωρο τόν Συκεώτη. Δέν εἶναι τυχαῖο τό γεγονός, ὅτι ἡ μνήμη τοῦ ῾Οσίου Θεοδώρου, πού ἡ ᾿Εκκλησία μας τιμᾶ στίς 22 ᾿Απριλίου, ἑορταζόταν στήν Κωνσταντινούπολη μέ ἱερά Σύναξη στό ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου «ἐν τῷ Δευτέρῳ»[3]. Αὐτό ἀκριβῶς κατα-δεικνύει τή σχέση μεταξύ τῶν δύο Ἁγίων.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ μνήμη τῆς ἁγίας μάρτυρος Πολυχρονίας, μητρός τοῦ ἁγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου.
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Πολυχρονία ἦταν μητέρα τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου καί καταγόταν ἀπό τήν πόλη Λύδδα (Διόσπολη) τῆς Παλαιστίνης. Ἀπό φημισμένο καί ἀρχοντικό γένος καί ἐκείνη. Ἡ Ἁγία ἦταν σεμνή καί γενναία καί πλημμυρισμένη ἀπό σωφροσύνη, καλωσύνη καί γλυκύτητα. Ἀπ’ ὅλα πιό πολύ ἡ ψυχή της ἀγαποῦσε τόν Θεό, τήν προσευχή καί τήν ταπείνωση. Ὁ χρόνος της ἐκυλοῦσε μέ τήν ἀνάγνωση τῶν θείων Γραφῶν καί τήν προσευχή. Τίς προσευχές καί τίς ἀγρυπνίες της ἡ μακαρία Πολυχρονία τίς συνόδευε μέ ἐγκράτεια καί νηστεία. Ἔτσι, ἀποσπασμένος ὁ νοῦς της ἀπό τή γῆ ὑψωνόταν στόν οὐρανό καί ἐβυθιζόταν στή θεωρία τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι μεταμόρφωνε τόν γύρω χῶρο της καί στό εἰδωλολατρικό περιβάλλον τοῦ συζύγου της Γεροντίου ἄφηνε νά διαχέεται ἡ πάντερπνη ὀσμή τῆς πνευματικῆς εὐωδίας.
Ἡ Ἁγία Πολυχρονία ἐμεγάλωνε κρυφά τόν υἱό της μέ παιδεία καί νουθεσία Κυρίου. Τοῦ μετέδιδε τή θερμή της ἀγάπη πρός τόν Χριστό, καθώς καί τή βαθειά εὐλάβειά της. Καί ὅταν ἐκεῖνος ἀντιμετώπισε τό μαρτύριο γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἡ Ἁγία εὑρισκόταν διαρκῶς κοντά του. Καί στή φυλακή καί στόν τόπο τῶν μαρτυρίων. Ἐφρόντιζε πάντοτε γιά τήν ἐνίσχυσή του μέ τά Ἄχραντα Μυστήρια.
Ὅταν τήν εἶδε ὁ βασιλέας Διοκλητιανός νά ὁμιλεῖ στόν Ἅγιο, τήν ἐκάλεσε κοντά του καί τήν ἐρώτησε ποιά εἶναι. Ἡ Ἁγία μέ πνευματική ἀνδρεία ἀπάντησε: «Μέ λένε Πολυχρονία καί εἶμαι Χριστιανή, ὅπως καί ὁ υἱός μου Γεώργιος, πού νομίζεις ὅτι τιμωρεῖς, ἐνῶ αὐτός στεφανώνεται ἀπό τόν Βασιλέα Χριστό». Ἐξοργισμένος ὁ Διοκλητιανός πρόσταξε νά τήν βασανίσουν ἀμέ-σως. Στή συνέχεια τήν ἐκρέμασαν ἐπάνω σ’ ἔνα ξύλο καί τῆς ἐκαναν ἀκόμη μεγαλύτερα μαρτύρια. Κατέσχισαν τίς σάρκες τοῦ σώματός της μέ σιδερένιες χειράγρες, τόσο πολύ, πού ἐφάνησαν τά σπλάγχνα της. Ὕστεραν πῆραν ἀναμμένες λαμπάδες καί ἄρχισαν νά καῖνε τίς πληγές της. Παρ’ ὅλα αὐτά, ἐκείνη ἔμενε ἀσάλευτη στήν πίστη της καί ἀνδρεία στό λογισμό της. Οἱ δήμιοι συνέχισαν. Τῆς ἐφόρεσαν μέ λαβίδες σιδερένια πυρακτωμένα ὑποδήματα. Ἡ Ἁγία Πολυχρονία, μέ τήν παρηγορία τοῦ Παρακλήτου, ἐνίκησε τούς πόνους καί παρέδεωσε μέ εἰρήνη τήν ἁγία της ψυχή στά χέρια τοῦ Θεοῦ.
Τί τίμιο λείψανό της τό παρέλαβαν κρυφά οἱ Χριστιανοί καί τό ἐνταφίασαν δοξάζοντας τόν Θεό.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Ἀθανασίου, τοῦ ἀπό μάγων.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀθανάσιος ἐτελειώθηκε διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Ἀνατολίου καί Πρωτολέοντος τῶν στρατηλατῶν.
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀνατόλιος καί Πρωτολέων ἦσαν στρα-τιωτικοί καί ἐμαρτύρησαν διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Γλυκερίου τοῦ γεωργοῦ.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Γλυκέριος ἀναφέρεται στό Συναξάρι τοῦ Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου. Ὅταν ὁ Ἅγιος Γεώργιος ἦταν κλεισμέ-νος στή φυλακή, ἡ φήμη τῶν θαυμάτων του εἶχε φθάσει σέ ὅλη τήν πόλη καί τά περίχωρα. Ἔτσι πλῆθος κόσμου κάθε νύκτα ἐγέμιζε τή φυλακή, δίδοντας μεγάλα δῶρα στούς δεσμοφύλακες, γιά νά δεῖ τόν Ἅγιο καί νά λάβει πνεύμα δυνάμεως, πνεῦμα χαρᾶς, πνεῦμα πίστε-ως καί ἀγάπης. Ἀνάμεσα σέ αὐτός ἦταν καί ὁ πτωχός Γλυκέριος, πού εἶχε ἕνα μόνο βόδι καί τοῦ ψόφησε, ἐκεῖ πού ὄργωνε τό χωράφι του. Ἔπεσε στά γόντα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου καί τόν ἱκέτευε νά τόν βοηθήσει. Στήν εἰλικρινή ὁμολογία του, ὅτι πιστεύει στόν Θεό, ὅ Ἅγιος τόν προέπεμψε λέγοντάς του ὅτι τό βόδι του ἦταν ζωντανό. Ὅταν τό διεπίστωσε ὁ Γλυκέριος, ἐπέστρεψε στόν Ἅγιο, γιά νά τόν εὐχαριστήσει, καί ἐκραύγαζε: «Μέγας ὁ Θεός τοῦ Γεωργίου». Γιά τό λόγο αὐτό συνελήφθη καί ὑπέστη τόν διά ξίφους θάνατο.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τῶν ἁγίων μαρτύρων Δονάτου καί Θερινοῦ, τῶν ἐκ Βουθρωτοῦ τῆς Ἠπείρου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Δονᾶτος ὑπέστη μαρτυρικό θάνατο διά ξί-φους μετά τοῦ Μάρτυρος Θερίνου κατά τό διωγμό τοῦ αὐτοκράτο-ρος Δεκίου, τό ἔτος 250 μ.Χ., στό Βουθρωτό τῆς Ἠπείρου.
Ὁ Ἅγιος Θερῖνος συνελήφθη καί ὁδηγήθηκε στό διακστήριο, ὅπου εἶχαν ἑτοιμάσει τἠ φωτιά, τά ἀκονισμένα ξίφη καί τά ἄλλα ὄργανα τοῦ βασανισμοῦ. Ὁ δικαστής προέτρψε τόν Ἅγιο νά θυσιά-σει στό θεό Δία καί τούς ἄλλους θεούς, ἀλλά ὁ στερρός καί ρωμα-λέος Θερῖνος, βλέποντας ἀτάραχος γύρω του, ὁμολόγησε μέ θάρρος καί γενναιότητα τήν πίστη του στόν Κύριο. Τότε ὁ τύραννος προ-στάζει καί τέμνονται τά μέλη καί σκεξίζονται οἱ σᾶρκες τοῦ Ἁγίου, ἀπό τίς ὁποῖες ρέει αἷμα. Ἔπειτα τόν ἔριξαν σέ πυρακτωμένο καμί-νι καί σέ πυρκακτωμένη σχάρα. Στή συνέχεια τόν ὁδήγησαν στό ἱπποδρόμιο καί τόν ἔριξαν στά πεινασμένα θηρία, τά ὁποῖα ὅμως τόν ἐσεβάσθηκαν καί δέν τόν ἐπείραξαν. Τότε ὑπέστη τόν διά ξί-φους μαρτυρικό θάνατο καί εἰσῆλθε στή χαρά τοῦ Κυρίου του.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου μάρτυρος Οὐαλερίου.
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Οὐαλέριος ἐτελειώθηκε διά ξίφους.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Γεωργίου, τοῦ ἐκ Ρωσίας.
Ὁ Ὅσιος Γεώργιος τοῦ Σένκουρκ ἦταν σύγχρονος τοῦ Ὁσίου Βαρλαὰμ τοῦ Βάζχσκ καὶ Σενκούρκ († 19 Ἰουνίου). Ἀσκήτεψε θεοφιλῶς καί σύμφωνα μέ τήν παράδοση ἐκοιμήθηκε μέ εἰρήνη τήν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ προστάτου του Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου.
Ὁ Ὅσιος ἀπεικονίζεται μέ κουρελιασμένα ἐνδύματα, ἀνυπό-δητος καί μέ τά χέρια ὑψωμένα σὲ προσευχή.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Κυπρίου.
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος καταγόταν ἀπό τήν Κύπρο. Ἀφοῦ ἀνεχώρησε ἀπό τήν πατρίδα του ἔφθασε στήν Πτολεμαΐδα τῆς Παλαιστίνης[4], ὅπου ὑπηρετοῦσε κοντά σέ κάποιο εὐρωπαῖο πρόξενο. Ὁ Γεώργιος, πρόσφέροντας τίς ὑπηρεσίες του πρός τόν ἀφέντη του, ἐπισκεπτόταν συχνά τό σπίτι μίας πτωχῆς μωαμεθανῆς, ἡ ὁποία εἶχε μία νεαρή θυγατέρα, καί ἀγόραζε αὐγά. Κάποιες τουρκάλες γειτόνισσες, ἐπειδή δέν ἀγόραζε αὐγά ἀπό αὐτές, τόν ἐσυκοφάντησαν ὅτι εἶχε ἀθέμιτες σχέσεις μέ τή νεαρή μωαμεθανή καί μέ κραυγές συγκέντρωσαν μπροστά στό σπίτι τῆς μωαμεθανῆς τόν τουρκικό ὄχλο.
Ὁ Γεώργιος, διαμαρτυρόμενος γιά τήν προσαπτόμενη ψευδή κατηγορία, ὁδηγήθηκε βίαια στόν ἱεροδικαστή, ὁ ὁποῖος μάταια προσπάθησε νά τόν πείσει νά γίνει μουσουλμάνος πρός ἀποφυγήν τῆς τιμωρίας. Παρά τίς προσπάθειες τοῦ κριτοῦ καί τίς κολακεῖες ἤ φοβέρες τοῦ ὄχλου, ὁ Μάρτυρας παρέμεινε ἀμετάθετος στήν πίστη, δηλώνοντας ὅτι Χριστιανός ἐγεννήθηκε καί Χριστιανός θέλει νά ἀποθάνει.
Τότε ὁ κριτής διέταξε, τό ἔτος 1752, τό θάνατό του. Ὁ Μάρτυρας Γεώργιος ὁδηγήθηκε σέ τόπο κοντά στή θάλασσα. Οἱ δή-μιοι ἀνέγνωσαν τήν καταδίκη του σέ θάνατο καί προσπάθησαν πάλι μέ κολακεῖες καί ὑποσχέσεις νά ἐπιτύχουν τόν ἐξισλαμισμό του. Ὁ Μάρτυς ὕψωσε τότε τά ἁλυσοδεμένα χέρια του στόν οὐρανό καί ἀνεβόησε μέ φωνή μεγάλη: «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, δέξαι τό πνεῦμα μου καί ἀξίωσέ με τῆς Βασιλείας Σου». Οἱ Τοῦρκοι τόν ἐπυροβόλησαν καί ὁρμήσαντες κατ’ αὐτοῦ διαμέλισαν τό τίμιο λείψανό του διά μαχαίρας. Ξαφνικά ἔγινε θύελλα, πού συντάραξε τή θάλασσα, καί τά κύματα ἔφθασαν μέχρι τοῦ σημείου ὅπου ἔκειτο τό ἱερό λείψανο τοῦ Ἁγίου. Οἱ Τοῦρκοι φοβηθέντες ἀπομακρύνθη-καν, οἱ δέ Χριστιανοί, ἀφοῦ παρέλαβαν τό σκήνωμα τοῦ Μάρτυρος, ἐνταφίασαν αὐτό στό ναό τῆς Πτολεμαϊδος.
† Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Λαζάρου τοῦ Βουλγάρεως, ἐν Περγάμῳ ἀθλήσαντος.
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Λάζαρος καταγόταν ἀπό τήν πόλη Κάμπροβα τῆς Βουλγαρίας καί ἐγεννήθηκε ἀπό γονεῖς εὐσεβεῖς καί φιλόθεους. Ἀφοῦ ἀνεχώρησε ἀπό τή Βουλγαρία, ἦλθε στήν πόλη Σῶμα, κοντά στήν Πέργαμο, καί ἔγινε βοσκός. Κάποια ἡμέρα πού ὁ Ἅγιος ἔβοσκε τό ποίμνιό του, ἀποκοιμήθηκε. Κατά τύχη δέ τήν ὥρα ἐκείνη περνοῦσε ἀπό ἐκεῖ μιά ὀθωμανίδα, κατά τῆς ὁποίας ἐπιτέθη-κε τό σκυλί τῆς ποίμνης καί ἔσχισε λίγο τά ἐνδύματά της. Ἡ γυναίκα, μόλις ἐπέστρεψε στό σπίτι της, ἐπέδειξε τά σχισμένα ἐνδύ-ματα αὐτῆς στόν σύζυγό της, συκοφαντοῦσα τόν Λάζαρο ὡς βιά-σαντα αὐτήν. Ὁ Τοῦρκος ὀργίσθηκε καί ἀμέσως ἔτρεξε νά εὕρει τόν Λάζαρο. Ἀντ’ αὐτοῦ εὑρῆκε ἕνα φίλο του, τόν ὁποῖο ἐτραυμάτισε. Πληροφορηθείς ὁ Τοῦρκος ὅτι ὁ τραυματισθείς δέν ἦταν ὁ Λάζαρος, ἐζήτησε ἀπό τόν ἀγᾶ τήν τιμωρία τοῦ Λάζαρου.
Ἔτσι ὁ Ἅγιος συνελήφθη στίς 7 Ἀπριλίου 1802 καί ἐκλείσθη-κε στή φυλακή. Ἡ ἀθωότητα τοῦ Λαζάρου ἀποδείχθηκε, ἀλλά οἱ συγγενεῖς τῆς ὡς ἄνω γυναίκας ὑποσχέθηκαν στόν ἀγᾶ χίλια γρόσια στήν περίπτωση πού θά ἐπετύγχανε τόν ἐξισλαμισμό ἤ τό θάνατο τοῦ Μάρτυρος. Ἡ φιλαργυρία τοῦ ἄρχοντος αὐτοῦ ὑπέβαλε τόν Νεομάρτυρα Λάζαρο σέ φρικτά βασανιστήρια. Οἱ δήμιοι ἐπύρωσαν σιδερένια ραβδιά, διά τῶν ὁποίων κατέκαψαν ἔνα πρός ἕνα ὅλα τά μέλη τοῦ σώματός του, ἐνῶ τόν ἐβίαζαν νά ὁμολογήσει τήν πίστη του στόν Μωάμεθ. Ἀφοῦ κατέκαψαν τέλος καί τή γλώσσα τοῦ Ἁγί-ου Λαζάρου, τόν παρακινοῦσαν ἄφωνο νά ἀποδείξει μέ νεύματα ἤ τό σχῆμα τῆς κεφαλῆς τή συγκατάθεσή του στήν ἐπιθυμία τους νά ἀλλαξοπιστήσει. Ἀλλά οὔτε τά φρικώδη βασανιστήρια, οὔτε οἱ βαρειές πέτρες, πού ἐτέθησαν στό στῆθος αὐτοῦ, οὔτε οἱ ραβδισμοί ἐστάθησαν ἱκανά, γιά νά μεταπείσουν τόν Μάρτυρα. Ἔτσι ἐδέχθη-κε γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ τόν δι’ ἀγχόνης θάνατο, σέ ἡλικία εἴκοσι ὀκτώ ἐτῶν.
† Τῇ Πέμπτῃ τῆς Διακαινησίμου, μνήμη τοῦ ἁγίου νεομάρτυρος Μιχαήλ τοῦ Εὐρυτᾶνος.
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μιχαήλ καταγόταν ἀπό τή Γρανίτσα τῶν ᾿Αγράφων[5] ἀπό εὐσεβεῖς γονεῖς, τόν Δημήτριο καί τήν Στατήρα, οἱ ὁποῖοι τοῦ μετέδωσαν ἀπό τήν παιδική του ἡλικία τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τό σεβασμό πρός τίς ἐντολές Του. Ὅταν ἐνηλικιώθηκε, ἐνυμφεύθηκε καί μετανάστευσε στή Θεσσαλονίκη, πόλη ποὺ ἐπισκε-πτόταν συχνά καί κατά τό παρελθόν, καί ἐξασκοῦσε τό ἐπάγγελμα τοῦ ἀρτοπώλη. Ὁ Μιχαήλ διακρινόταν γιά τήν ἐλεήμονα φύση του καί ἦταν φιλακόλουθος, ἐπιπλέον δέ εἶχε ἐκδηλώσει καί τήν ἐπιθυμία νά μονάσει, ἀπό τήν ὁποία ὡστόσο τόν ἀπέτρεπαν πολλοί γνωστοί του, προβάλλοντάς του ὡς ἐπιχείρημα πώς δέν ἐπιτρεπόταν νά πράξει κάτι τέτοιο ἐάν δέν συνηγοροῦσε καί ἡ σύζυγός του.
Ὡστόσο, στίς 17 Μαρτίου, Δευτέρα μετά τήν Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, ὁ Μιχαήλ ἔλαβε ἀπό τόν πνευματικό του πατέρα τήν εὐλογία νά ὑλοποιήσει τήν ἀπόφασή του. Μετά τό τέλος τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ἑσπερινοῦ ἔφυγε βιαστικά ἀπό τήν Ἐκκλησία καί κατευθύνθηκε πρός τό ἀρτοπωλεῖο του, ὅπου λίγο ἀργότερα πῆγε καί ἕνας γνώριμός του νεαρός Μωαμεθανός, γιά νά ἀγοράσει ψωμί. Ὁ Μιχαήλ, συζητώντας μαζί του, ἄρχισε νά καταφέρεται μέ δριμύτητα ἐναντίον τῆς μωαμεθανικῆς θρησκείας, μέ ἀποτέλεσμα νά καταγγελθεῖ ἀπό τό Μωαμεθανό νομοδιδάσκαλο, πού κατά συγκυρία ἐπερνοῦσε ἀπό ἐκεῖ. Ὁ Μιχαήλ ἐξακολούθησε νά κατηγορεῖ τή μωαμεθανική θρησκεία ὡς ψεύτικη, μέ ἀποτέλεσμα νά συλληφθεῖ λίγο ἀργότερα ἀπό τό πλῆθος τῶν Τούρκων πού εἶχαν συγκεντρωθεῖ γύρω του καί νά ὁδηγηθεῖ στό δικαστή τῆς πόλεως, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε τήν πίστη του στόν Χριστό.
Ὁ κριτής ἔδωσε ἐντολή νά ραβδίσουν τόν Μιχαήλ καί νά τόν ὁδηγήσουν στή φυλακή, ὅπου λίγο ἀργότερα τόν ἐπισκέφθηκαν μερικοί Χριστιανοί, πού εἶχαν παρακολουθήσει τήν ὁμολογία του καί εἶχαν μεταφέρει τήν εἴδηση στόν Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Μητροφάνη, ὁ ὁποῖος ἦταν καί ὁ πνευματικός πατέρας τοῦ Μιχαήλ. Ὁ Μητροφάνης τούς ἀπέστειλε στόν δέσμιο Μιχαήλ, γιά νά τόν ἐμψυχώσουν· ἔκπληκτοι ὅμως διεπίστωσαν τήν ἠρεμία καί τή χαρά πού τόν διέκρινε, καθώς καί τήν ἀποφασιστικότητά του γιά τό μαρτύριο.
Τήν ἑπόμενη ἡμέρα οἱ ἴδιοι Χριστιανοὶ ἐπισκέφθηκαν καί πάλι τόν Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος τούς ἀπεκάλυψε, ὅτι κατά τή διάρκεια τῆς προηγούμενης νύκτας τοῦ εἶχε ἀποκαλυφθεῖ ὁ Χριστός, ἐνθαρ-ρύνοντάς τον στήν ἀπόφασή του καί εὐλογώντας τον.
Στή συνέχεια ὁ Μάρτυς Μιχαήλ ὁδηγήθηκε σέ ἀνώτερο δικα-στή, ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ τοῦ ἀνέγνωσε τό πρακτικό τῆς ὁμολογίας του καί τόν ἐπληροφόρησε, ὅτι ἀντιμετώπιζε τόν κίνδυνο νά καταδι-κασθεῖ στόν διὰ πυρᾶς θάνατο, προσπάθησε μέ ὑποσχέσεις νά τόν πείσει νά ἀρνηθεῖ τήν πίστη του, χωρίς ὅμως ἀποτέλεσμα. Ἡ πνευ-ματική ἀνδρεία τοῦ Ἁγίου συγκλόνισε ἀκόμη καί τό δικαστή, ὁ ὁποῖος ὡστόσο ἐξέδωσε καταδικαστική ἀπόφαση, σύμφωνα μέ τήν ὁποία ὁ Μιχαήλ καταδικάσθηκε νά ριφθεῖ στή φωτιά στίς 21 Μαρ-τίου τοῦ ἔτους 1544.
Ὁ ἔπαρχος τῆς πόλεως ὁδήγησε τόν Μιχαήλ στήν τόπο τοῦ μαρτυρίου, λίγα μέτρα βορείως τοῦ ἱεροῦ τοῦ ναοῦ τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Χριστοῦ, ὅπου σήμερα ἔχει ἀνεγερθεῖ μικρό προσκυνητάριο ἀφιερωμένο στή μνήμη του. Ἐκεῖ εἶχε συγκεντρωθεῖ πλῆθος κόσμου· οἱ Τοῦρκοι εἶχαν περιστοιχίσει τό Μάρτυρα χλευάζοντάς τον, ἐνῶ οἱ Χριστιανοί εὑρίσκονταν σά ἀπόσταση, διότι οἱ Τοῦρκοι δέν τούς ἐπέτρεπαν νὰ πλησιάσουν. Ἀφοῦ τόν ἐγύμνωσαν καί τόν ὁδήγησαν μπροστά στήν πυρά, ὁ ἔπαρχος τῆς πόλεως προσπάθησε καί πάλι χωρίς ἀποτέλεσμα νά κάμψει τό μαρτυρικό φρόνημα τοῦ Μιχαήλ μπροστά στή θέα τῆς φωτιᾶς. ῾Ο Ἅγιος ὑπέμεινε μέ καρτερία τό μαρτύριό του, ἐπισφραγίζοντας μέ τό αἷμα του τήν ἀκλόνητη ὁμολογία τῆς πίστεώς του.
Ταῖς αὐτῶν ἁγίαις πρεσβείαις, ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.