«Ἄκου ἕνα βιβλίο» μέ τόν ἀρχιμανδρίτη Ἰάκωβο Κανάκη
Ἡ Πρός Γαλάτας Ἐπιστολή εἶναι ἕνα ἐγκύκλιο γράμμα ὄχι μόνο σέ μία κοινότητα, ἀλλά σέ μιά εὐρύτερη περιοχή, αὐτή τῆς Γαλατίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Εἶναι μιά περιοχή πού κατοικήθηκε ἀπό πολύ νωρίς καί στά χρόνια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου ὀνομαζόταν «γαλατική χώρα» (πρβλ. Πραξ. 16,6). Περιελάμβανε τό μεγαλύτερο τμῆμα τῆς κεντρικής Μικρᾶς Ἀσίας. Ἀρχικά, ἦταν μιά μικρότερη περιοχή μέ κέντρο τήν Ἄγκυρα, τήν ὁποία εἶχαν καταλάβει ἀπό τούς ἑλληνιστικούς χρόνους ( 3ος αἰ. π.Χ.) τά φῦλα τῶν Κελτῶν ἡ ὁποία μεγάλωσε σταδιακά συμπεριλαμβάνοντας καί ἄλλες περιοχές, ὅπως τήν Πισιδία, τήν Λυκαονία, κ.ἄ. Ὁ Παῦλος ἐπισκέφθηκε τήν περιοχή στίς δύο ἀποστολικές του περιοδείες (κεφ.13-14.16.18).[1]
Ὡς πρός τόν τόπο καί χρόνο συγγραφῆς τῆς Ἐπιστολῆς πρέπει νά ἀναφέρουμε τήν Ἔφεσο καί χρονικά νά κινηθοῦμε μεταξύ τῶν ἐτῶν 53 και 54 μ.Χ. Αὐτό θεωροῦμε ὅτι ἰσχύει, ἄν ἡ «πρός Γαλάτας» ἀπευθύνεται στήν βόρεια περιοχή τῆς Γαλατίας. Ἄν ἀπεθύνεται στήν περιοχή τῆς νότιας Γαλατίας, πού ὑφίστατο νωρίτερα, τότε ὁ χρόνος συγγραφῆς προσδιορίζεται μεταξύ τῶν ἐτῶν 48-49 μ.Χ. καί ὁ πιθανός τόπος εἶναι ἡ Ἀντιόχεια. Ἡ σύνταξή της φαίνεται νά ἔγινε μεταξύ τῆς δεύτερης καί τρίτης περιοδείας του.[2]
Τό βασικό θέμα τῆς Ἐπιστολῆς εἶναι κατά πόσο ἡ περιτομή καί ἡ τήρηση τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου γενικότερα ἦταν ἀναγκαῖα γιά τήν σωτηρία τῶν πιστῶν. Αὐτό τό ζήτημα προέκυψε ὅταν ἰουδαΐζοντες χριστιανοί μετέβησαν στήν χώρα τῶν Γαλατῶν καί εἶπαν ὅτι δέν φθάνει ἡ πίστη στό Πάθος καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά εἶναι ἀπαραίτητο νά τηροῦνται καί οἱ διατάξεις τοῦ Μωσαϊκοῦ Νόμου. Τήν διδασκαλία τους αὐτή ἀσπάσθηκαν πολλοί Γαλάτες, ἀφοῦ μάλιστα πίστεψαν ἐπιπλέον τήν γνωστή συκοφαντία ἐναντίον τοῦ Ἀποστόλου, ὅτι δήθεν δέν εἶναι «γνήσιος» ἀπόστολος, ἀλλά ὁ «τελευταῖος» καί ἄρα ἀναξιόπιστος. Αὐτά τά γεγονότα πίκραναν τόν Παῦλο, ὁ ὁποῖος μέ πόνο, ἀλλά καί πίστη, ἔλεγε πρός τούς Γαλάτες: «Ἀπορῶ πῶς τόσο γρήγορα ἀπομακρύνεστε ἀπό τόν Θεό, πού σᾶς κάλεσε μέ τήν χάρη τοῦ Χριστοῦ, καί ἀκολουθεῖτε ἕνα ἄλλο εὐαγγέλιο! Δέν ὑπάρχει ὅμως ἄλλο εὐαγγέλιο. Ὑπάρχουν μόνο μερικοί πού σᾶς ἀναστατώνουν καί θέλουν νά διαστρεβλώσουν τό εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ» (Γαλ.1,6-7). Γιά νά ἀποδείξει πόσο ὁ ἴδιος πιστεύει ὅτι «ἐκπροσωπεῖ» αὐτό τό ἀληθινό Εὐαγγέλιο τούς λέει μιά ἄλλη τολμηρή ἔκφραση: «Ἀλλά καί ἄν ἐμεῖς ἤ ἀκόμα καί ἕνας ἄγγελος ἀπό τόν οὐρανό σᾶς κηρύξει ἕνα εὐαγγέλιο διαφορετικό ἀπό το εὐαγγέλιο πού σᾶς κηρύξαμε, αὐτός νά εἶναι ἀνάθεμα» ( Γαλ.1,8). Φαίνεται, λοιπόν, ὅτι σκοπός τῆς ἐγκύκλιας αὐτῆς ἐπιστολῆς εἶναι ἡ ἀπάντηση σέ ὅλα τά παραπάνω πού διέσπειραν οἱ «ψευδαπόστολοι» ἀφενός καί ἀφετέρου ἡ στήριξη τῆς συνείδησης τῶν Γαλατῶν, τόσο γιά τήν ἀλήθεια τῆς πίστης στόν Χριστό, ὅσο καί γιά τό ἀποστολικό κύρος τοῦ Παύλου.
Συνοπτικά τά κύρια θέματα τῆς Ἐπιστολῆς ἀφοροῦν στό ὅτι τό Εὐαγγέλιο εἶναι ἕνα καί ἴδιο γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους.
Ἐπίσης, ἡ σωτηρία ὀφείλεται ἀποκλειστικά και μόνο στόν Ἰ.Χριστό καί ὄχι στά ἔργα τοῦ νόμου (2,16). Ὁ νόμος λειτουργεῖ ὡς παιδαγωγός πού προετοιμάζει τήν ἀνθρωπότητα γιά νά δεχθεῖ τόν Χριστό (3,24). Μέ τήν πίστη τοῦ Χριστοῦ, οἱ ἄνθρωποι ἐλευθερώθηκαν ἀπό τίς δεσμεύσεις τοῦ νόμου (4,7). Ἡ ἐλευθερία αὐτή πού ἔλαβαν ὅμως «δεσμεύεται», – στήν οὐσία ἑδραιώνεται καί αὐξάνεται-, ἀπό τήν ἀγάπη (5,13-15).[3] Πενταπόσταγμα τῆς Ἐπιστολῆς μία φράση: «Τῇ ἐλευθερίᾳ ἡμᾶς Χριστός ἠλευθέρωσεν» (5,1).
Πέραν αὐτῶν τῶν σημαντικῶν θεμάτων ἡ Ἐπιστολή μᾶς προσφέρει καί ἄλλα πολύτιμα στοιχεῖα. Ἔχει ἀνυπολόγιστη ἱστορική ἀξία, ἀφοῦ μᾶς παρέχει σημαντικές πληροφορίες γιά τόν ἀγῶνα τοῦ Παύλου ἐναντίον ὅσων ἤθελα νά κρατήσουν τό Εὐαγγέλιο στά στένα ὅρια τοῦ Ἰσραήλ. Ἀπό τά ἀναφερόμενα στό Εὐαγγέλιο φαίνεται ὅτι δέσμιοι τῆς προσέγγισης αὐτῆς ἦταν καί κάποιοι ἐκ τῶν ἀποστόλων καί αὐτός μᾶλλον ὁ Ἰούδας, ὁ Ἰσκαριώτης.
Ἡ τήρηση τοῦ νόμου εἶχε προσδιοριστεῖ ὡς αὐτοδικαίωση καί ὡς αὐτοσωτηρία. Αὐτό ὅμως σημαίνει ὅτι τελικά ἡ σωτηρία ὀφειλόταν στόν Νόμο καί ὄχι στό Χριστό πού πέθανε γιά τόν ἄνθρωπο.
Σημαντική ἰδέα πού βλέπουμε καί σέ αὐτήν τήν Ἐπιστολή εἶναι τό «ἀνοικτό πνεῦμα» τοῦ Παῦλου. Θαυμάζουμε τήν οὐκουμενική διάσταση τῆς «ματιᾶς του». Ἕνα Εὐαγγέλιο δηλαδή πού ἀφορᾶ σέ κάθε ἄνθρωπο, πού κατοικεῖ σέ ὁποιοδήποτε κομμάτι τῆς γῆς, σέ κάθε ἄνθρωπο, ὁποιασδήποτε ἐποχῆς.
Σημαντικό καί τό βίωμά του μετά τήν συνσταύρωσή καί ἕνωσή του μέ τόν Χριστό: « Χριστῷ συνεσταύρωμαι∙ ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δε ἐν ἐμοί Χριστός» (2, 19-20).
[1] Παναγοπούλου Ἰω., Εἰσαγωγή στήν Καινή Διαθήκη, Ἀθήνα 1995, σσ. 238-239.
[2] Παναγοπούλου Ἰω., Εἰσαγωγή στήν Καινή Διαθήκη, Ἀθήνα 1995, σσ. 238-239.
[3] Παναγοπούλου Ἰω., Εἰσαγωγή στήν Καινή Διαθήκη, Ἀθήνα 1995, σ.247
Γίνετε συνοδοιπόροι μας στην γνώση και την ενημέρωση. Στείλτε στο [email protected] άρθρα, φωτογραφίες, βίντεο ή κάτι που πιστεύετε ότι αξίζει να μοιραστείτε τόσο με εμάς όσο και με τους αναγνώστες μας.