Ὅταν ὁ διάβολος κρατᾷ κάποιον στὴν ὑπηρεσία τῆς ἁμαρτίας, δὲν φροντίζει γιὰ τίποτα ἄλλο παρὰ νὰ τὸν τυφλώνῃ περισσότερο καὶ νὰ τὸν βγάζῃ ἀπὸ κάθε καλὸ λογισμό, ποὺ μπορεῖ νὰ τὸν παρακινήσῃ στὸ νὰ γνωρίσῃ τὴν πολὺ δυστυχισμένη του ζωή· καὶ ὄχι μόνον τὸν βγάζει ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς ποὺ τὸν καλοῦν στὴν ἐπιστροφὴ καὶ στὴν μετάνοια, βάζοντας στὸ νοῦ του ἄλλους λογισμοὺς κακοὺς καὶ ἀντίθετους, ἀλλὰ καὶ μὲ ἕτοιμες καὶ γρήγορες ἀφορμές, τὸν κάνει ὁ τρισκατάρατος νὰ πέφτῃ συχνὰ στὴν ἴδια ἁμαρτία ἢ σὲ ἄλλες μεγαλύτερες, ἀπὸ τὶς ὁποῖες βγαίνει ὁ ταλαίπωρος ἁμαρτωλός, περισσότερο σκοτισμένος καὶ τυφλός, ὥστε μὲ τὴν τυφλότητά του φτάνει καὶ γκρεμίζεται στὴν συνήθεια τῆς ἁμαρτίας καὶ ἔτσι τρέχοντας ὁ ἄθλιος ἀπὸ τὴν πρᾶξι τῆς ἁμαρτίας σὲ μεγαλύτερη τυφλότητα καὶ πάλι ἀπὸ τὴν τυφλότητα σὲ μεγαλύτερα ἁμαρτήματα, κυκλογυρίζει σχεδὸν ὅλη τὴν ταλαίπωρη ζωή του μέχρι θανάτου, ἂν ὁ Θεὸς δὲν οἰκονομήσῃ τὴν σωτηρία του μὲ τὴν χάρι του.
Λοιπόν, ὅποιος βρίσκεται σὲ αὐτὴ τὴν πολὺ δυστυχισμένη κατάστασι, ἂν ἀγαπᾷ νὰ θεραπευθῆ, πρέπει νὰ δεχθῆ ἀμέσως τὸ γρηγορώτερο τὸν λογισμὸ ἐκεῖνον καὶ τὴν ἔμπνευσι, ποὺ τὸν προσκαλεῖ ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ φῶς καὶ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία στὴ μετάνοια καὶ πρέπει νὰ φωνάξη μὲ ὅλη του τὴν καρδιὰ στὸ Ποιητή του· «Κύριέ μου βοήθησέ με, βοήθησέ με γρήγορα καὶ μὴ μὲ ἀφήσῃς πλέον σὲ αὐτὸ τὸ σκοτάδι τῆς ἁμαρτίας»· ἂς μὴ σταματήσει νὰ ξαναλέῃ πολλὲς φορὲς τὸ ἴδιο καὶ νὰ φωνάζῃ μὲ αὐτὸ καὶ παρόμοιο τρόπο· καὶ ἀμέσως, ἀμέσως, ἂν εἶναι δυνατόν, ἂς ζητήσῃ βοήθεια καὶ συμβουλή, γιὰ νὰ μπορέσῃ νὰ ἐλευθερωθῆ ἀπὸ τὸν ἐχθρό· ἐὰν ὅμως δὲν μπορῇ νὰ πάῃ ἀμέσως, ἂς προστρέξῃ γρήγορα στὸν σταυρωμένο Ἰησοῦ καὶ ἂς προσπέσῃ στὰ Ἁγιά του πόδια μὲ τὸ πρόσωπο στὴ γῆ καὶ στὴ Θεοτόκο Μαρία, ζητώντας εὐσπλαγχνία καὶ βοήθεια· καὶ ἡ νίκη στέκεται σὲ αὐτὴ τὴν γρηγοράδα.