«Ἐμοί δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μή ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Συνήθως οι άνθρωποι καυχώνται για σπουδαία και θαυμαστά πράγματα. Άλλοι καυχώνται για τη μόρφωσή τους, άλλοι υπερηφανεύονται για τον πλούτο τους, άλλοι για την καταγωγή τους, την κοινωνική τους θέση και άλλοι για άλλα. Το αν οι άνθρωποι δικαιούνται και δικαιολογούνται ή όχι γι’ αυτά, είναι ένα άλλο θέμα.
Όμως κανένας δεν καυχάται για κάτι το ανάξιο λόγου, πολύ δε περισσότερο δεν μπορεί να υπερηφανεύεται για ένα προσβλητικό ή μη τιμητικό δεδομένο γι’ αυτόν.
Ωστόσο, ο Απόστολος Παύλος στο κείμενο της Επιστολής προς τους Γαλάτες, που ακούσαμε, θεωρεί ως αποκλειστικό καταφύγιο καύχησής του το Σταυρό του Χριστού. Κι έχει βαθιά επίγνωση γι’ αυτή του την πράξη. Ως Εβραίος ο Παύλος και ως νομοδιδάσκαλος, που ήταν, είναι γνώστης της αντίληψης που επικρατούσε, για όσους υφίσταντο το σταυρικό θάνατο. Ήταν και παραμένει ο δια σταυρού θάνατος ο πιο επώδυνος και ο πλέον επαίσχυντος. Προκειμένου να οδηγηθεί κάποιος σ’ αυτό τον τρομερό θάνατο, έπρεπε να ήταν ο έσχατος των ανθρώπων και ο πρώτος των κακούργων! Άλλωστε στο βιβλίο του Δευτερομίου είναι γραμμένο: «Ἐπικατάρατος πᾶς ὁ κρεμάμενος ἐπί τοῦ ξύλου» (Δευτ. κα’ 23). Έτσι, θεωρούσαν ως καταραμένο, όποιον καταδίκαζαν σε σταυρικό θάνατο.
Γι’ αυτό το λόγο και ο Απόστολος Παύλος επαναλαμβάνει τη διάταξη και την αντίληψη αυτή, για όσους σταυρωνόντουσαν, οι οποίοι και έφεραν αυτό το στίγμα. Επομένως, προκειμένου και για το Χριστό, και αυτός, αφού κρεμάσθηκε στο ξύλο του σταυρού, θεωρήθηκε «ατιμασμένος» και έγινε «ὑπέρ ὑμῶν κατάρα» (Γαλ. γ’ 13), λέγει ο Απόστολος Παύλος.
Τούτο, όμως, τι σημαίνει; Πώς ο Χριστός λογίζεται, επειδή δέχθηκε τον δια σταυρού θάνατο, «ἐπικατάρατος»; Ήταν ο Χριστός αμαρτωλός; Μη γένοιτο! Υπήρξε ο Χριστός κακούργος; Άπαγε της βλασφημίας! Διέπραξε ο Κύριός μας άνομίες και αδικήματα τέτοια, που συνεπαγόντουσαν τη σταυρική τιμωρία; Όχι! Ήταν ο Χριστός όντως αναμάρτητος. Ο Απόστολος Πέτρος χαρακτηριστικά λέγει ότι Κύριος «ἁμαρτίαν οὐκ ἐποίησεν, οὐδέ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ» (Α’ Πέτρ. β’ 22). Ανάλογα προφητεύει περί της καθαρότητας και αγιότητας του Μεσσία και ο προφήτης Ησαΐας, οκτακόσια χρόνια πριν την έλευση του Χριστού (κεφ. 50 – 53).
Επομένως, γιατί ο Χριστός θεωρήθηκε ότι «ἔγινε ὑπερ ἡμῶν κατάρα»; Πώς συμβαίνει τούτο; Αυτό συνέβηκε, όχι γιατί ήταν ο ίδιος υπαίτιος. Άλλοι ήταν οι ένοχοι. Εμείς οι άνθρωποι ήμασταν οι υπόδικοι. Το πλήθος των αμαρτιών μας και το αναρίθμητο των ανομημάτων μας ήταν τα εγκλήματά μας. Και γι’ αυτά όλα έπρεπε εμείς να κριθούμε και να καταδικασθούμε. Και η τιμωρία μας ήταν η έσχατη των ποινών, η οποία, για την εποχή εκείνη, δεν ήταν άλλη από τη σταυρική καταδίκη μας. Με τον τρόπο αυτό, στα ανθρώπινα μέτρα, θα εκπληρώναμε το νόμο της δικαιοσύνης!
Ναι, αλλά αυτό δεν συνέβηκε. Εμείς, ως άνθρωποι φταίξαμε και άλλος πληρώνει για την ενοχή μας. Δηλαδή οι ένοχοι απαλλάσσονται και ο αθώος μπαίνει στη θέση των ενόχων και καταδικάζεται! Και τούτος είναι ο αναμάρτητος Χριστός! Αυτός φορτώθηκε το βάρος των αμαρτιών μας! «Αὐτός», δηλώνει ο προφήτης Ησαΐας, «τάς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καί περί ἡμῶν ὀδυνᾶται» (Ησ. 53,3). Κι εμείς, εξαιτίας της εκούσιας σταυρικής προσφοράς του Χριστού για χάρη μας, απαλλαγήκαμε από το βάρος των ανομιών μας!
Έτσι, τα πράγματα με το Χριστό άλλαξαν. Ο σταυρός, ως σύμβολο καταισχύνης μεταποιείται σε τρόπαιο νίκης. Και ως πράξη τιμωρίας αποβαίνει πηγή σωτηρίας. Τώρα ο σταυρός δεν προκαλεί αποστροφή και αποδοκιμασία αλλά συνιστά πόλο έλξης και καταφυγής. Γιατί ο αναμάρτητος σταυρώνεται και δικαιώνει τους «πολλά ἁμαρτήσαντας». Έτσι ο σταυρός εξαγιάζεται και εξαγιάζει. Και καθίσταται και καθιερώνεται από τους χρόνους των Αποστόλων το ιερό σύμβολο των Χριστιανών και το σημείο αναφοράς της λατρευτικής ζωής της Εκκλησίας αλλά και της πνευματικής ζωής των πιστών «Ὁ σταυρός σου, Κύριε, ζωή καί ἀνάστασις ὑπάρχει τῷ λαῷ σου», ψάλλει η Εκκλησία μας!
Γι’ αυτό το γεγονός θα βροντοφωνάξει ο Απόστολος Παύλος: «Οἱ Ἰουδαῖοι, γιά νά πιστέψουν, θέλουν νά δοῦν θαύματα. Οἱ Ἕλληνες, γιά νά πιστέψουν, ζητοῦν νά ἀκούσουν σοφά λόγια. Ἐμεῖς, ὅμως, ὡς Χριστιανοί, ἕνα πράγμα μᾶς εἶναι ἀρκετό: Ὅτι πιστεύομε και κηρύσσομε τόν ἐσταυρωμένο Χριστό. Γιατί οὔτε τά θαύματα ἀλλ’ οὔτε καί ἡ σοφία μᾶς σώζουν, παρά μόνο ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος σταυρώθηκε γιά μᾶς» (Α’ Κορ. α’ 22-23).
Επομένως, πολύ διακαιολογημένα σήμερα ο Απόστολος Παύλος λέγει: «Γιά ἕνα πράγμα πρέπει ὅλοι μας νά καυχόμεθα, καί γιά τίποτε ἄλλο˙ γιά τό σταυρό τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ μέ τόν τρόπο τοῦτο αὐτός ὁ Χριστός μᾶς χάρισε τή σωτηρία μας». Τούτο το γεγονός είναι το μέγιστο μέσα στη ζωή μας!
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΤΑΜΑΣΟΥ ΚΑΙ ΟΡΕΙΝΗΣ