Σαμαρειτικές προσεγγίσεις
“Τι ποιήσας ζωήν αιώνιον κληρονομήσω;”
Η ζωή του ανθρώπου πάνω στη γη προσφέρεται ως μοναδική ευκαιρία για πλήρη αποδοχή της αγάπης του Θεού, την οποία καλείται να προσφέρει αδιάκοπα στους συνανθρώπους του. Στο θέμα ακριβώς αυτό εστιάζεται η σημερινή ευαγγελική περικοπή, η οποία αναφέρεται στην παραβολή του Καλού Σαμαρείτη. Μέσα απ’ αυτή την παραβολή δίνεται απάντηση στο ερώτημα ποιος είναι ο πλησίον μας; Εγείρεται επίσης το ζήτημα πώς ο καθένας από εμάς γίνεται πλησίον για τον άλλο. Και αυτό γιατί σε τελική ανάλυση στην προοπτική της αυθεντικής κοινωνίας αγάπης που σφυρηλατείται στην πραγματικότητα της Εκκλησίας όλοι οι άλλοι είναι πλησίον μας και αδελφοί μας και σαν τέτοιους θα πρέπει να τους αντικρίζουμε.
Η στυγνή τυπολατρία
Αφορμή για την υπέροχη παραβολή του Καλού Σαμαρείτη στάθηκε ο νομικός της σχετικής ευαγγελικής διήγησης, ο οποίος εμφανίστηκε να απορεί για την αιώνια ζωή και ειδικότερα πώς θα μπορούσε να γίνει κληρονόμος της. Νόμιζε ότι θα μπορούσε να το κατορθώσει με την τυπολατρική τήρηση των εντολών .
Ο οδοιπόρος της παραβολής έπεσε σε ενέδρα ληστών, οι οποίοι τον εγκατέλειψαν μισοπεθαμένο και γυμνό σε έρημο τόπο. Ένας ιερέας του Μωσαϊκού νόμου και του ναού του Σολομώντος εμφανίζεται πρώτος στη σκηνή. Είδε τον άνθρωπο στην τραγική κατάσταση που βρέθηκε, αλλά έσπευσε αμέσως να απομακρυνθεί, χωρίς να το βοηθήσει. Στη συνέχεια πέρασε ένας Λευίτης. Και αυτός λειτουργός του νόμου και του ναού. Τον αντίκρισε και αυτός μισοπεθαμένο και αντιπαρήλθε. Συνέχισε κανονικά το δρόμο του. Ο ιερέας και ο λευίτης επέλεξαν τη «θυσία» και τα «ολοκαυτώματα», δηλαδή τη στείρα τυπολατρία, αφού ο νόμος απαγόρευε στους λειτουργούς του ναού να έρχονται σε επαφή με τα νεκρά σώματα, για να μην μολυνθούν και να εκπληρώσουν έτσι «καθαροί» τα καθήκοντά τους.
Η δύναμη της αγάπης
Αξιοσημείωτη είναι η παρουσία στο όλο σκηνικό του τρίτου οδοιπόρου. Ένας Σαμαρείτης, που ήταν εθνικός και θρησκευτικός εχθρός των Ισραηλιτών είδε τον πληγωμένο άνθρωπο και δεν αδιαφόρησε όπως οι προηγούμενοι δύο. Παρά το γεγονός ότι ήταν Ιουδαίος δεν τον αντιπαρήλθε, δεν τον προσπέρασε με αδιαφορία. Τον πλησίασε, του έπλυνε τις πληγές με λάδι και κρασί, τις έδεσε, τον ανέβασε στο ζώο του και τον οδήγησε στο πανδοχείο. Φρόντισε μέχρι τέλους για την θεραπεία του πληγωμένου.
Όταν ο Χριστός ρώτησε το νομικό ποιος από τους τρεις έγινε πλησίον εκείνου του πληγωμένου ανθρώπου που έπεσε θύμα των ληστών, ο νομικός απάντησε: «Εκείνος που επέδειξε αγάπη, ενδιαφέρον, στοργή για τον πάσχοντα αδελφό του».
Η αγάπη του Θεού
Γνωρίζουμε ότι ο Χριστός φανέρωσε την αγάπη του Θεού – Πατέρα στη σταυρική του θυσία, η οποία σηματοδοτεί τη σωτηρία του ανθρώπου. Απ’ εδώ πηγάζει και η συμβολική ερμηνεία της παραβολής: Ο Καλός Σαμαρείτης είναι ο ίδιος ο Χριστός. Αυτός που έπεσε στην ενέδρα των ληστών είναι ο άνθρωπος που κατασπαράσσεται από την αμαρτία, η οποία τον αφήνει εγκαταλειμμένο και «ημιθανή». Το πανδοχείο είναι η Εκκλησία που προβάλλει ως κιβωτός σωτηρίας και χώρος θεραπείας του ανθρώπου από το κακό και την αμαρτία. Το λάδι και το κρασί είναι τα μυστήρια της Εκκλησίας. Τα δύο δηνάρια, με τα οποία ο Καλός Σαμαρείτης πλήρωσε το πανδοχείο, είναι η Παλαιά και Καινή Διαθήκη. Ο Καλός Σαμαρείτης, ο Ιησούς Χριστός, θα έλθει και πάλι κατά τη Δευτέρα Παρουσία για να κρίνει ζώντες και νεκρούς.
Σε μια εποχή κατά την οποία ο ατομικισμός έχει αναγορευθεί σε τρόπο ζωής, ο απανθρωπισμός κυριαρχεί σ΄ όλα σχεδόν τα επίπεδα και η αδιαφορία προκύπτει σε όλες τις εκφάνσεις του δημόσιου και ιδιωτικού μας βίου, η αγάπη αποτελεί σταθερά το μοναδικό κριτήριο για την γνησιότητα του ανθρώπου αλλά και της δυνατότητας του να καταστεί γνήσιος κληρονόμος της Βασιλείας του Θεού. Η αγάπη είναι η ουσία της ζωής και το θεμέλιο της Εκκλησίας, η οποία κατά τον Άγιο Ιγνάτιο το Θεοφόρο είναι ενότητα πίστης και αγάπης. Η πίστη και η ελπίδα διδάσκουν ακριβώς τον άνθρωπο να αξιολογεί και να ιεραρχεί σωστά στη ζωή του τα υλικά αγαθά. Χαρακτηριστική είναι η διδαχή του αγίου Διάδοχου Φωτικής ότι η αγάπη είναι εκείνη που ενώνει την ψυχή με τις αρετές, αναζητώντας τον Θεό με τη νοερή αίσθηση.
Αγαπητοί αδελφοί, το μόνο μέγεθος που σώζει τον κόσμο είναι η αγάπη του Θεού, η οποία έχει απροσμέτρητο χαρακτήρα. Αυτή η αγάπη όμως απαιτεί έκφραση. Καλούμαστε, λοιπόν, να την εκφράζουμε καθημερινά, να την ακτινοβολούμε και να τη μετουσιώνουμε σε πράξη καθημερινής ζωής. Αυτό σημαίνει ότι η στροφή μας προς τον άλλο άνθρωπο δεν μπορεί να παραμένει μόνο σε κούφια λόγια αλλά να είναι έργο και πράξη, μια κίνηση που αγκαλιάζει όλη την ύπαρξη του ανθρώπου. Είναι η κατανόηση μέσα στη καθημερινότητα, η αποδοχή, η συμφιλίωση, η ευγένεια, η καλοσύνη, η αμοιβαιότητα, αλλά και η δύναμη που μεταρσιώνει τον άνθρωπο στις κορυφογραμμές της πνευματικής ζωής. Αξίζει τον κόπο ν΄ αφήσουμε κι εμείς τον εαυτό μας να γίνει κοινωνός των μέγιστων αυτών εμπειριών. Γένοιτο.
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος