Λέγεται Κυριακή της Ορθοδοξίας, γιατί γιορτάζουμε την αναστήλωση των αγίων εικόνων και τον θρίαμβο της Ορθοδόξου πίστεως κατά της φοβερής αιρέσεως των εικονομάχων, των αιρετικών δηλαδή εκείνων που δεν εδέχοντο να τιμούν τις άγιες εικόνες. Το «Ωρολόγιο» της Εκκλησίας γράφει:
Για εκατό και πλέον χρόνια διαταράχθηκε η Εκκλησία με διωγμούς από κακοδόξους εικονομάχους. Πρώτος υπήρξε ο αυτοκράτορας Λέων ο Ίσαυρος και τελευταίος ο Θεόφιλος, άνδρας της αγίας Θεοδώρας, η οποία μετά το θάνατο του συζύγου της ανέλαβε την εξουσία και στερέωσε πάλι την Ορθοδοξία μαζί με τον Πατριάρχη Μεθόδιο. Η Βασίλισσα Θεοδώρα διακήρυξε δημόσια ότι ασπαζόμεθα τις Εικόνες όχι λατρευτικά, ούτε ως θεούς, αλλά ως εικόνες των αρχετύπων. Την πρώτη Κυριακή των Νηστειών το έτος 843, η Θεοδώρα μαζί με τον γιό της αυτοκράτορα Μιχαήλ, λιτάνευσαν και ανεστήλωσαν τις άγιες εικόνες μαζί με τον κλήρο και το λαό. Στο τέλος μνημονεύθηκαν και όλοι οι αθλητές της ευσέβειας και της ορθόδοξης πίστης.
Έτσι, σε ανάμνηση εκείνου του θριάμβου της Ορθοδοξίας, κάθε χρόνο επαναλαμβάνονταν στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλες μεγάλες πόλεις της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας η τελετή αυτή κατά τον ακόλουθο τρόπο: Ο κλήρος (ενδημούντες και παρεπιδημούντες) μαζί με τους μοναχούς, που πρωτοστάτησαν στους αγώνες υπέρ των εικόνων, τελούσαν “πανήχιον υμνολογίαν” στον Ιερό Ναό της Θεοτόκου των Βλαχερνών, στο τέλος της οποίας ακολουθούσε λαμπρή λιτανεία στη Μεγάλη Εκκλησία, όπου παρίστατο ο Αυτοκράτορας.
Από τότε εορτάζουμε κάθε χρόνο την ανάμνηση αυτού του γεγονότος, γιατί καθωρίσθηκε οριστικά ότι δεν λατρεύουμε τις εικόνες, αλλά τιμούμε και δοξάζουμε όλους τους Αγίους που εικονίζουν, και λατρεύουμε μόνο τον εν Τριάδι Θεό: Τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα και κανένα άλλο, είτε Άγιο είτε Άγγελο.
Σε ανάμνηση της αναστήλωσης των εικόνων, εορτάζεται σε όλες τους χριστιανικούς ναούς η “Κυριακή της Ορθοδοξίας”. Κατά τη Θεία Λειτουργία αναγιγνώσκεται με ιδιαίτερη έμφαση περικοπή εκ της προς Εβραίους επιστολής (ια’: 24-26, και 32-40), όπου εκτίθενται οι αγώνες των αγίων ανδρών της Παλαιάς Διαθήκης υπέρ της πίστεως, καθώς επίσης και περικοπή από το κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο (α’ 40 κ.έ.) όπου ιστορείται η κλήση του Φιλίππου και του Ναθαναήλ, οι οποίοι ομολόγησαν τον Ιησού Χριστό ως Υιό του Θεού “Ραββί, σύ εί ο υιός του Θεού, σύ εί ο Βασιλεύς του Ισραήλ”.