«Εκείνο τον καιρό εισήλθε ο Ιησούς στην Καπερναούμ και διαδόθηκε ότι βρίσκεται σε κάποιο σπίτι. Αμέσως συγκεντρώθηκαν πολλοί, ώστε δεν υπήρχε χώρος ούτε κι έξω από την πόρτα· και τους κήρυττε το μήνυμά του. ‘Ερχονται τότε μερικοί προς αυτόν, φέρνοντας έναν παράλυτο, που τον βάσταζαν τέσσερα άτομα. Κι επειδή δεν μπορούσαν να τον φέρουν κοντά στον Ιησού εξαιτίας του πλήθους, έβγαλαν τη στέγη πάνω από ‘κει που ήταν ο Ιησούς, έκαναν ένα άνοιγμα και κατέβασαν το κρεβάτι, πάνω στο οποίο ήταν ξαπλωμένος ο παράλυτος. ‘Οταν είδε ο Ιησούς την πίστη τους, είπε στον παράλυτο: «Παιδί μου, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες». Κάθονταν όμως εκεί μερικοί γραμματείς και συλλογίζονταν μέσα τους: «Μα πώς μιλάει αυτός έτσι, προσβάλλοντας τον Θεό; Ποιος μπορεί να συγχωρεί αμαρτίες; Μόνον ένας, ο Θεός». Αμέσως κατάλαβε ο Ιησούς ότι αυτά σκέφτονται και τους λέει: «Γιατί κάνετε αυτές τις σκέψεις στο μυαλό σας; Τι είναι ευκολότερο να πω στον παράλυτο: “σου συγχωρούνται οι αμαρτίες” ή να του πω, “σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και περπάτα”; Για να μάθετε λοιπόν ότι ο Υιός του Ανθρώπου έχει την εξουσία να συγχωρεί πάνω στη γη αμαρτίες» —λέει στον παράλυτο: «Σ’ εσένα το λέω, σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου». Εκείνος σηκώθηκε αμέσως, πήρε το κρεβάτι του και μπροστά σ’ όλους βγήκε έξω, έτσι που όλοι θαύμαζαν και δόξαζαν τον Θεό: «Τέτοια πράγματα», έλεγαν, «ποτέ μέχρι τώρα δεν έχουμε δει!» (Μάρκ. 2, 1-12).
Με πολύ παραστατικό τρόπο αφηγείται ο ευαγγελιστής Μάρκος την προσπάθεια τεσσάρων ανθρώπων να φέρουν μπροστά στον Ιησού έναν παράλυτο: μη μπορώντας αυτοί να τον πλησιάσουν εξαιτίας του πλήθους που είχε συγκεντρωθεί στο σπίτι, ακόμη και έξω από την πόρτα, ανέρχονται στη στέγη (προφανώς από την οπίσθια σκάλα που υπήρχε στα σπίτια της Παλαιστίνης), ανοίγουν ένα πέρασμα (πράγμα εύκολο αν λάβει κανείς υπόψη τα πολύ απλούστερα των σημερινών οικοδομικά υλικά της εποχής) και κατεβάζουν μπροστά στον Ιησού το «κρεβάτι», επάνω στό οποίο βρισκόταν ό ασθενής. Πρέπει να σημειωθεί ότι αφενός οι τέσσερις δεν λέγουν απολύτως τίποτε στον Ιησού – είναι εύγλωττη η ίδια η πράξη τους – και αφετέρου ότι ο Ιησούς επαινε! την πίστη «αυτών», προφανώς τόσο του ασθενή όσο και των τεσσάρων συνοδών του για την εμμονή και εφευρητικότητά τους. Ο άνθρωπος που πιστεύει βαθιά δεν κάμπτεται από τα τυχόν εμπόδια που συναντά, αλλά βρίσκει τρόπους δράσης για να επιτύχει τον επιδιωκόμενο στόχο, όχι μόνο για τον εαυτό του αλλά και για τους άλλους, όταν μάλιστα αυτοί βρίσκονται σε κατάσταση ανάγκης.
Εντυπωσιακό και εκ πρώτης όψεως παράδοξο είναι το γεγονός ότι στον σωματικά ασθενή ο Ιησούς απευθύνει τη φράση «Παιδί μου, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες». Η φράση αυτή, που προκάλεσε τους διαλογισμούς των παρισταμένων γραμματέων, θέτει το θέμα της σχέσης αμαρτίας και ασθένειας. Επαναστατεί το μυαλό του σημερινού ανθρώπου, όταν ακούει τη βιβλική σχέση ανάμεσα στην αμαρτία και στην αρρώστια, και διερωτάται ποιά εξάρτηση μπορεί να έχει η μια από την άλλη. Κι ακόμη πρέπει να παρατηρήσουμε ότι χάνει ολοένα και περισσότερο ο άνθρωπος της εποχής μας την αίσθηση της αμαρτίας, μη μπορώντας να καταλάβει γιατί ορισμένες πράξεις, που τον εξυπηρετούν κοινωνικά ή ατομικά κι είναι τόσο σύμφωνες με τη φύση του και τις επιθυμίες του, να θεωρούνται αμαρτίες. Ευχαρίστως παραθεωρεί κάθε φραγμό θρησκευτικό ή ηθικό αδιαφορώντας ακόμη και για τις υποσυνείδητες ενοχλήσεις που συνοδεύουν συνήθως αυτές τις υπερβάσεις.
Κλείνουμε τα μάτια μας μπροστά στη δυσάρεστη και ενοχλητική πραγματικότητα της αμαρτίας και προτιμούμε να την αναλύουμε – γιατί ούτως ή άλλως είναι αναντίρρητη εμπειρική πραγματικότητα – δίνοντάς της άλλα ονόματα ή ενδύματα. Ποιος δεν έχει ακούσει π.χ. για το άγχος και την αγωνία στην εποχή μας; Οι ψυχολόγοι και ψυχαναλυτές μας δίνουν φοβερές περιγραφές του βάθους της ανθρώπινης ψυχής, στην οποία συσσωρεύονται ποικίλες πικρίες από τη μη ομαλά ρυθμισμένη ζωή και δημιουρ- γούνται επιθυμίες εκδικήσεως, επιβουλών, καταστροφών. Κι ακόμη οι φιλόσοφοι μιλούν για «οριακές» καταστάσεις μέσα στις οποίες είναι δέσμιος ο άνθρωπος, ή περιγράφουν την «ασθένεια προς θάνατο» από την οποία πάσχει και βλέπουν την απελπισία σαν μόνιμο σύντροφο του τρομοκρατημένου από τη σκέψη του θανάτου σύγχρονου ανθρώπου. Όλα αυτά δεν είναι παρά επικύρωση και περιγραφή μιας εμπειρικά γνωστής σ’ όλους μας καταστάσεως, που η Αγία Γραφή την χαρακτηρίζει με τη λέξη αμαρτία, δηλ. αστοχία να επιτύχει ο άνθρωπος το σκοπό της αρχικής δημιουργίας του.
Η Αγία Γραφή παρουσιάζει μια πολύ βαθιά σύλληψη της τραγικής αποτυχίας των ανθρώπων, και δεν εκλαμβάνει την αμαρτία σαν απλή παράβαση της θείας εντολής Όπως ανάλαφρη είναι και η Πλατωνική αντίληψη της αμαρτίας ως άγνοιας. Θάταν πολύ απλή και παιδαριώδης μια τέτοια αντίληψη (της αμαρτίας ως παραβάσεως μιας εντολής ή Πλατωνικής άγνοιας) και δεν θα δικαιολογούσε το γεγονός της σαρκώσεως του Ιησού Χριστού. Εάν ο Θεός γίνεται άνθρωπος και πάσχει ως άνθρωπος μέσα στον κόσμο για να αναστηθεί ως Θεός, αυτό σημαίνει ότι η φθορά της ανθρωπότητας από την αμαρτία, έχει πολύ μεγαλύτερη έκταση και πολύ πιο τραγικές συνέπειες απ’ ό,τι φανταζόμαστε ή απ’ ό,τι εκφράζουν οι λέξεις παράβαση και παράπτωμα.
Σε τούτο ακριβώς συνίσταται και το ελπιδοφόρο μήνυμα της Αγίας Γραφής, στο ότι από την αγχώδη «ασθένεια προς θάνατο», από την αγωνία του μηδενός, από το φόβο του θανάτου σώζει τον άνθρωπο ο Θεός με το σταυρό και την ανάσταση του Χριστού. Κι αυτά όχι με την ψυχολογική έννοια της εσωτερικής γαλήνης και ομαλότητας αλλά με την ουσιαστική έννοια της πραγματικής υπαρξιακής αλλαγής και μεταμορφώσεως της εχθρότητας σε φιλία, του άγχους σε ειρήνη, του φόβου του μηδενός σε βεβαιότητα ζωής και ελπίδα αναστάσεως.
Να γιατί ο νικητής του θανάτου και αρχηγός της ζωής Χριστός λέγει στον παράλυτο τα αυθεντικά λόγια με τα οποία αρχίσαμε: «Παιδί μου, σου συγχωρούνται οι αμαρτίες». Απαλλάσσοντας τον άρρωστο από την πηγή του κακού, τον ελευθερώνει και από τις συνέπειές του. Αν τα ευαγγέλια διηγούνται πολλά παρόμοια θαύματα, είναι γιατί θέλουν να μας παρουσιάσουν όχι την καταθλιπτική κατάσταση της αμαρτίας που βασίλευσε μέσα στον κόσμο αλλά την καινούργια κατάσταση της λυτρώσεως που προσφέρει στον κόσμο ο Ίησούς Χριστός.
Η αισιοδοξία του χριστιανικού μηνύματος συνίσταται στο ότι αυτό είναι στραμμένο όχι στο παρελθόν αλλά στο μέλλον, όχι στο κακό που κυριάρχησε μέσα στον κόσμο μέχρι τώρα, αλλά στη σωτηρία που προσφέρεται σαν καινούργια δυνατότητα. Είναι ανεπανόρθωτα ασυγχώρητος αυτός που πρότιμά να παραμένει στα όρια του κακού, ενώ του προσφέρεται η απεριόριστη αγάπη του Θεού μέσα στην πίστη, τη διδασκαλία και τα μυστήρια της Εκκλησίας.
του Ιωάννη Καραβιδόπουλου, Ομότ. Καθηγητή Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ.