Μ. Γ. Βαρβούνης, Καθηγητής Λαογραφίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης
Η αποδοκιμαστική αναφορά στην εκκοσμίκευση και στις καθημερινές της συνέπειες για την πνευματική ζωή των πιστών, αποτελεί σχεδόν κοινό τόπο στα κηρύγματα των κληρικών μας, ιδίως όσων ανήκουν στον ανώτερο κλήρο. Και βέβαια καλώς, αφού η εκκοσμίκευση (secularization) αποτελεί βασικό κίνδυνο για τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, όταν μάλιστα ο πρώτος αρχίσει να ερμηνεύει τον κόσμο πέρα από το βαθύτερο πνευματικό μήνυμα και χωρίς το ιερό δέος της δημιουργίας. Αν όμως εγκύψουμε στο ζήτημα, θα δούμε ότι το πρόβλημα της εκκοσμίκευσης είναι πολύ πιο σύνθετο από ό,τι εκ πρώτης όψεως αντιλαμβανόμαστε. Ορισμένες καίριες πτυχές του θα εξετάσουμε στη συνέχεια.
Αρχικώς πρέπει να πούμε ότι η εκκοσμίκευση είναι τάση με καθολική εφαρμογή. Αυτό σημαίνει ότι είτε εμφανίζεται είτε όχι, δεν μπορεί να ισχύει για ορισμένα πράγματα και για ορισμένα να μην ισχύει. Επειτα να σημειώσουμε ότι αποτελεί δυστυχώς αναγκαία και επιβεβλημένη εξέλιξη των καιρών, δεν μπορεί να εξαφανιστεί, καθώς είναι συνέπεια της πολιτιστικής παγκοσμιοποίησης και της τεχνολογικής και επιστημονικής προόδου, όπως αυτή προσλαμβάνεται από ορισμένους ανθρώπους. Αρα δεν τίθεται το ζήτημα αν θα υπάρχει, αλλά πώς θα αντιμετωπιστεί από την Εκκλησία, και σε ποιες βάσεις θα στηριχθεί ο χειρισμός της.
Δυστυχώς η διοικούσα Εκκλησία τηρεί μία μάλλον αντιφατική στάση στο ζήτημα αυτό. Ενώ για παράδειγμα, διοργανώνονται εόρτιες λιτανείες με όλα τα στοιχεία του εκκοσμικευμένου δημόσιου τελετουργικού, με φιλαρμονικές, αγήματα, εθνικού περιεχομένου λόγους και ανάκρουση του εθνικού ύμνου στο τέλος, διότι έτσι γίνεται αντιληπτός ο πατριωτισμός, και ενώ η Εκκλησία έχει στην εθιμοτυπία και στην εθιμοταξία της παγιωμένες ανάλογες ακολουθίες και πρακτικές, στο τέλος ο επικεφαλής βγάζει λόγο στον οποίο κάποτε στηλιτεύει με πάθος την εκκοσμίκευση, την οποία όμως δυστυχώς έχει πλήρως εφαρμόσει μόλις πριν.
Επίσης, υπάρχει μία πλήρως κατά περίπτωση αντιμετώπιση των σχετικών εκδηλώσεων και απόψεων. Για παράδειγμα, σε ορισμένες Μητροπόλεις απαγορεύεται στους λαϊκούς να στολίσουν την κολυμβήθρα όταν βαπτίζουν τα παιδιά τους, ή να πετάξουν ρύζι στο ναό κατά την ώρα της τελέσεως του μυστηρίου του γάμου, ως προφανείς εκδηλώσεις εκκοσμίκευσης, και κατά τη γνώμη μου καλώς. Παραλλήλως όμως οι Επίσκοποι και οι Μητροπολίτες μας δεν φαίνονται να συνειδητοποιούν ότι η παράδοση της Ορθοδοξίας προβλέπει τρισαρχιερατικές Θείες λειτουργίες στις πανηγύρεις, και συνοδικές και πατριαρχικές λειτουργίες σε συγκεκριμένες περιστάσεις, και διοργανώνουν για πανηγύρεις, για χειροτονίες Επισκόπων αλλά και για τις προσωπικές τους ονομαστικές εορτές πολυαρχιερατικά συλλείτουργα πολυπρόσωπα, πολύχρωμα και πολυποίκιλα.
Κι αυτό το τοποθετούν εκτός εκκοσμικεύσεως, ενώ στην πραγματικότητα πρόκειται για κατεξοχήν εκδήλωση και εφαρμογή εκκοσμικευμένων πρακτικών. Κι αυτό βεβαίως υπό την έννοια ότι ενώ η Εκκλησία επί αιώνες έχει αποδεχθεί άλλη πρακτική, υιοθετούνται αλλότρια σχήματα με την ψευδαίσθηση ότι συμβάλλουν στην κατάνυξη και τη λαμπρότητα της Θείας Λειτουργίας, ώστε να αποτελεί αυτή απείκασμα και πρόγευση της δόξας της Βασιλείας του Θεού. Κι όμως, μόνο οι διοργανωτές των συλλείτουργων αυτών τα εκλαμβάνουν έτσι, καθώς το πλήθος των πιστών μικραίνει -κατά κανόνα- όσο ο αριθμός των συλλειτουργούντων μεγαλώνει. Και βέβαια η υπερβολική λαμπρότητα σε άμφια, εγκόλπια και εξαρτήματα της ιερατικής και αρχιερατικής λειτουργικής ενδυμασίας, κάποτε καταλήγει σε επιλογές και μορφές που μπορούν άνετα να ενταχθούν στην κατηγορία του «εκκλησιαστικού κιτς».
Χρειάζεται λοιπόν συντεταγμένη αντιμετώπιση του φαινομένου, τόσο για τους κληρικούς, όσο και για τους λαϊκούς. Και τούτο επειδή δεν πρόκειται για εξωτερικούς τύπους, αλλά για στοιχεία που έχουν εσώτερη υπόσταση και σοβαρές συνέπειες στην πνευματική ζωή και στην ευσέβεια των πιστών. Η Εκκλησία πρέπει να αντιμετωπίσει το φαινόμενο, με τις όποιες εκδηλώσεις του, στο ανώτατο επίπεδο λήψεως αποφάσεων, δηλαδή σε συνοδικό επίπεδο, βάζοντας το δάκτυλο «επί τον τύπον των ήλων» και χωρίς την τάση να εξαιρέσει τις ανάλογες συμπεριφορές των κληρικών και να επικεντρωθεί στα λαϊκά μέλη της Εκκλησίας και μόνο, όπως συνήθως γίνεται.
Γιατί αν το κάνει αυτό, ούτε θα βοηθήσει το ποίμνιό της, ούτε και θα ακουστεί ο λόγος της. Η εκκοσμίκευση πρέπει να απασχολήσει σοβαρά την διοικούσα Εκκλησία, η οποία οφείλει να χαράξει ενιαία γραμμή απέναντί της, και να δώσει τα όρια και τις προϋποθέσεις της αποδοχής των εκδηλώσεών της και της αντίστοιχης απόρριψης των υπερβολών της. Κι αυτό με συγκεκριμένα παραδείγματα και όχι με γενικόλογες αοριστολογίες.
Τώρα ακόμη, που είναι νωρίς, πριν για τον λαό η ορθόδοξη πνευματική ζωή μεταπέσει στην κατάσταση μίας θεαματικής παράστασης, μιας φολκλοριστικής αναπαράστασης και μόνο. Γιατί τότε θα είναι πια πολύ αργά.