Την Παρασκευή 20 Σεπτεμβρίου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Εσπερινό στο καθολικό της Ιεράς Μονής Παναγίας Δοβρά Βεροίας.
O Σεβασμιώτατος στο τέλος του Εσπερινού με την ευκαιρία της έναρξης της νέας κατηχητικής χρονιάς και της πρώτης συνάξεως κατηχητών, κατηχητριών, κυκλαρχών και κυκλαρχισσών διάβασε σχετική ευχή και απηύθυνε πατρικούς λόγους και ευχές για το πνευματικό έργο που ξεκινάει.
Στην συνέχεια μίλησε για οργανωτικά θέματα ο υπεύθυνος του Γραφείου Νεότητος Αρχιμ. Παύλος Σταματάς, ενώ στο τέλος ο Σεβασμιώτατος επέδωσε στους κατηχητές και τους υπευθύνους των κύκλων μελέτης Αγίας Γραφής τα διοριστήρια για τη νέα κατηχητική χρονιά.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ
Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ μᾶς ἔδωσε καί πάλι σήμερα αὐτή τή χαρά τῆς συναντήσεως καί τῆς συμπροσευχῆς μέ τήν εὐκαιρία τῆς ἐνάρξεως τοῦ νέου ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους πού ἄρχισε πρίν ἀπό λίγες ἡμέρες ἀλλά καί τοῦ νέου κατηχητικοῦ ἔργου πού ἀρχίζει.
Ἔχουμε πεῖ πολλές φορές ὅτι τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας δέν σταματᾶ ποτέ, οὔτε κάνει διακοπές, ἀλλά οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς καί ἡ ὀργάνωση τῆς κοινωνίας μας εἶναι αὐτές πού ὁδηγοῦν καί τήν Ἐκκλησία νά ὀργανώνει μέ αὐτόν τόν τρόπο τό ἔργο της, καί νά κάνει κάθε Σεπτέμβριο μία νέα ἀρχή στήν προσπάθεια τῆς κατηχήσεως καί τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν ἀνθρώπων, μέ τή μορφή τῶν κατηχητικῶν σχολείων καί τῶν κύκλων μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Ἀσφαλῶς ἡ Ἐκκλησία κηρύττει καί διαδίδει τό Εὐαγγέλιο καί μέ ἄλλους τρόπους, μέ τή λειτουργική της ζωή, μέ τά ἱερά μυστήρια, μέ τούς ἁγίους της, μέ τήν ἀναστροφή καί τό παράδειγμα τῶν μελῶν της, κληρικῶν καί λαϊκῶν, μέσα στήν κοινωνία καί τόν κόσμο, καί ἀκόμη μέ τίς Κατασκηνώσεις καί τίς ἄλλες πνευματικές εὐκαιρίες πού προσφέρει ἡ Ἱερά Μητρόπολή μας καί κατά τή διάρκεια τοῦ καλοκαιριοῦ. Γι᾽ αὐτό καί λέμε ὅτι τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, καί τό κατηχητικό ἔργο, δέν διακόπτεται ποτέ.
Τά κατηχητικά σχολεῖα καί οἱ κύκλοι μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι μόνο ἕνας τομέας αὐτοῦ τοῦ ἔργου. Ἕνας τομέας στόν ὁποῖο συμμετέχετε ὅλοι ἐσεῖς, οἱ κατηχητές, οἱ κατηχήτριες καί οἱ κυκλάρχες τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως, στούς ὁποίους ἐμπιστεύεται ἡ Ἐκκλησία ἕναν πολύ σημαντικό τομέα δράσεως, μία ζωτικῆς σημασίας διακονία της στόν κόσμο καί στόν ἄνθρωπο.
Καί αὐτό δέν ἰσχύει μόνο γιά ὅσους καί ὅσες ἀπό σᾶς ἐργάζεσθε στόν νεανικό τομέα, στόν τομέα τῆς κατηχήσεως τῶν παιδιῶν καί τῶν ἐφήβων, πού ζοῦν καί μεγαλώνουν σέ ἕναν κόσμο ὄχι ἁπλῶς ἀπομακρυσμένο ἀπό τίς ἔννοιες τοῦ Θεοῦ καί τῆς πίστεως, ἀλλά καί σέ ἕναν κόσμο στόν ὁποῖο πλεονάζει ἡ ἁμαρτία, οἱ πειρασμοί, τό κακό καί οἱ σειρῆνες του, πού ἐπιδιώκουν νά τούς παρασύρουν σέ ἐξαιρετικά ἐπικίνδυνα καί θανατηφόρα πολλές φορές μονοπάτια.
Ἰσχύει καί γιά σᾶς πού δραστηριοποιεῖσθε στούς κύκλους μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς πού ἀπευθύνονται σέ ἐνήλικες ἀδελφούς μας μέ σκοπό νά γνωρίσουν περισσότερα γιά τήν πίστη μας, γιά τήν Ἐκκλησία μας καί γιά τήν ἐν Χριστῷ ζωή.
Καί αὐτό διότι, ἄν γιά τά παιδιά ἡ καθοδήγηση καί ἡ στήριξη στήν πίστη καί τήν πνευματική ζωή εἶναι ἄμεση, καί γι᾽ αὐτό ἐξαιρετικά σημαντική, ἐπειδή βρίσκονται σέ μία κρίσιμη ἡλικία στήν ὁποία διαμορφώνουν τόν χαρακτήρα καί τήν προσωπικότητά τους, γιά τούς μεγαλύτερους ἀδελφούς μας τό ἔργο τῆς κατηχήσεως πού ἐπιτελεῖται μέσα ἀπό τούς κύκλους μελέτης τῆς Ἁγίας Γραφῆς εἶναι ἐξίσου σημαντικό. Ὄχι ἁπλῶς γιατί ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη νά ἀκοῦμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά τόν γνωρίζουμε περισσότερο, ἀλλά καί γιατί οἱ ἀδελφοί μας αὐτοί ἔχουν τήν εὐκαιρία νά μεταδώσουν ὅσα μαθαίνουν καί μέ τόν λόγο τους καί μέ τή ζωή τους στό οἰκογενειακό, τό συγγενικό ἤ καί τό ἐπαγγελματικό τους περιβάλλον.
Στίς ἡμέρες μας, δυστυχῶς, παρότι ὑπάρχει μεγάλη ἀφθονία σέ χριστιανικά βιβλία ἀλλά καί λειτουργικές καί πνευματικές εὐκαιρίες, ὑπάρχει καί μεγάλη ἄγνοια σχετικά μέ τήν πίστη καί τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας. Γι᾽ αὐτό καί ἡ εὐθύνη τῆς Ἐκκλησίας γιά τήν κατήχηση τῶν ἀδελφῶν μας εἶναι πολύ μεγάλη.
Ἀσφαλῶς, κάθε ἄνθρωπος πού ἔχει βαπτισθεῖ καί ἔχει γίνει μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, ἔχει καί ὁ ἴδιος εὐθύνη νά μάθει καί νά ἐμβαθύνει σέ θέματα πίστεως. Ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά διδάξει κανέναν ὑποχρεωτικά. Ἄλλωστε οὔτε ὁ Χριστός δέν τό ἔκανε αὐτό, σεβόμενος τήν ἐλεύθερη βούληση τοῦ ἀνθρώπου. Ἔχει ὅμως χρέος νά προσφέρει τή διδασκαλία της μέ τέτοιο τρόπο ὥστε νά ἑλκύει τούς ἀνθρώπους, μικρότερους καί μεγαλύτερους.
Ἄς θυμηθοῦμε τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου πού ὁμολογεῖ ὅτι «τοῖς πᾶσι γέγονα τά πάντα», ἔγινα γιά ὅλους τά πάντα, ὄχι γιά ἄλλον λόγο, ἀλλά γιά νά τούς σώσω, γιά νά μπορέσω νά τούς κερδίσω καί νά τούς βοηθήσω νά σωθοῦν, «ἵνα πάντως τινάς σώσω».
Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τοῦ κατηχητικοῦ ἔργου τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπως καί ὅλου τοῦ ἔργου καί τῆς ὑπάρξεώς της. Ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Καί αὐτό δέν εἶναι οὔτε κάτι θεωρητικό οὔτε κάτι μακρινό. Ἡ σωτηρία εἶναι μία ὑπόθεση πού ξεκινᾶ μέ τό βάπτισμά μας καί συνεχίζει μέ τήν πραγματική ἐνσωμάτωσή μας στήν Ἐκκλησία, πού εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Συνεχίζει μέ τήν προσπάθεια νά γνωρίσουμε τόν Θεό, νά τόν πλησιάσουμε, νά ἑνωθοῦμε μαζί του, νά τόν ἔχουμε κατοικοῦντα καί μένοντα στήν ψυχή μας.
Καί ὅταν ζήσουμε τή ζωή μας μαζί μέ τόν Χριστό, ὅταν τή διέλθουμε ἑνωμένοι μαζί του μέ τήν ἐφαρμογή τοῦ θελήματός του καί μέ τή συμμετοχή μας στά ἱερά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας καί κυρίως στό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, τότε θά κερδίσουμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τή σωτηρία μας. Διότι ἡ σωτηρία δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἡ αἰώνιος ζωή μας μαζί μέ τόν Χριστό, ὄχι ἐδῶ στή γῆ ἀλλά στόν οὐρανό.
Ἄν, λοιπόν, τό ἔτος τό ὁποῖο διερχόμεθα τό εἴχαμε ἀφιερώσει στούς συνεργάτες τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τοῦ ὁποίου συνεργάτες εἶστε καί σεῖς, καθώς διακονεῖτε στό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μας, τήν ὁποία ὁ ἴδιος ἵδρυσε, αὐτό τό ἔτος, τό νέο ἐκκλησιαστικό ἔτος, ἀξίζει νά προσπαθήσουμε νά μιμηθοῦμε τό παράδειγμα τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου στόν τομέα τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῶν ἀνθρώπων, στόν τομέα τῆς Κατηχήσεως.
Ἀσφαλῶς ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου «τοῖς πᾶσι γέγονα τά πάντα», δέν σημαίνει ὅτι θά κάνουμε ὁτιδήποτε, ὅτι θά ἀπομακρυνθοῦμε ἀπό τίς ἀρχές τῆς πίστεώς μας καί τήν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, ἤ θά προσαρμόσουμε τόν λόγο τοῦ εὐαγγελίου γιά νά εἶναι ἀρεστός καί νά ἑλκύει τούς ἀνθρώπους.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν ἐννοεῖ αὐτό καί δέν ἔκανε αὐτό. Γιατί, ἄν πρόκειται νά ἀλλοιώσουμε τό μήνυμα τοῦ Εὐαγγελίου, ἄν πρόκειται νά συσχηματισθοῦμε μέ τόν κόσμο, ἄν πρόκειται νά ἱκανοποιήσουμε πάθη καί ἀδυναμίες, ἄν πρόκειται νά προσχωρήσουμε στήν ἁμαρτία, τότε δέν ἔχει νόημα, διότι τότε δέν σώζουμε τούς ἀνθρώπους ἀλλά διακινδυνεύουμε καί τή δική μας σωτηρία, καθώς ἐμεῖς δέν ἔχουμε οὔτε τήν ἀρετή οὔτε τή σταθερότητα τοῦ ἀποστόλου Παύλου καί ἄλλων μεγάλων ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, πού κάποιες φορές ἐπιχειροῦσαν καί μέ αὐτό τόν τρόπο νά σώσουν «τό ἀπολωλός πρόβατο» τῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς.
Ὅταν ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει ὅτι ἔγινε «τοῖς πᾶσι τά πάντα» γιά νά σώσει κάποιους ἀνθρώπους, ἐννοεῖ ὅτι προσπάθησε νά πλησιάσει καί νά σταθεῖ δίπλα στούς ἀνθρώπους, δείχνοντας κατανόηση στήν προσωπικότητά τους, στίς παραδόσεις καί στίς συνήθειές του, ὥστε νά τούς βοηθήσει καί νά τούς ἑλκύσει στήν ἀλήθεια τοῦ εὐαγγελίου.
Δέν στεκόταν ἀφ᾽ ὑψηλοῦ, δέν δίδασκε ἀπό καθέδρας, δέν ἔλεγε ἐγώ εἶμαι ἀπόστολος, τόν ὁποῖο ὁ ἴδιος ὁ Χριστός κάλεσε μέ θαυμαστό τρόπο, καί μοῦ ἀνέθεσε νά μαθητεύσω «πάντα τά ἔθνη». Ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν τό ἔκανε ποτέ αὐτό. Ὁ ἴδιος ὀνομάζει τόν ἑαυτό του «ἔσχατο τῶν ἀποστόλων» καί δέν διστάζει νά τόν ἀποκαλέσει «ἔκτρωμα» λέγοντας: «ἔσχατον δέ πάντων ὡσπερεί τῷ ἐκτρώματι ὤφθη κἀμοί».
Τόσο μεγάλη ταπείνωση εἶχε ὁ ἀπόστολος, αὐτός ὁ ὁποῖος ἀξιώθηκε ἀπό τόν Χριστό νά ἀνέλθει «μέχρι τρίτου οὐρανοῦ» καί νά δεῖ «ἅ ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη» καί νά ἀκούσει «ἄρρητα ρήματα».
Καί ὅμως καί αὐτές τίς οὐράνιες ἀποκαλύψεις τίς ὁποῖες δέχθηκε καί τίς ὁποῖες κανείς ἄλλος ἀπό τούς ἀποστόλους δέν ἔζησε ἐν σώματι, ὁ ἀπόστολος Παῦλος τίς περιγράφει γιά τήν ὠφέλεια τῶν πιστῶν σάν νά τίς ἔζησε ὄχι ὁ ἴδιος ἀλλά κάποιος ἄλλος γράφοντας «οἶδα ἄνθρωπον πρό ἐτῶν δεκατεσσάρων … ἁρπαγέντα τόν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ». Δέν λέει ἐγώ ἤμουν αὐτός πού εἶχα τήν ἐξαιρετική τιμή, ἀλλά λέει γνώρισα ἕναν ἄνθρωπο … πού ἡρπάγη μέχρι τρίτου οὐρανοῦ!
Αὐτή ἡ ταπείνωση τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ὁ ὁποῖος, ἐνῶ διέτρεξε ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη καί κοπίασε περισσότερο ἀπό κάθε ἄλλον ἀπόστολο γιά τό εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καί τό κήρυγμά του, διακήρυττε ὅτι δέν τόν συμφέρει νά καυχᾶται, ἔχοντας συναίσθηση ὅτι ὅ,τι καί ἄν ἔκανε, τό ἔκανε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, αὐτή ἡ ταπείνωση ἦταν πού τοῦ ἔφερνε ἀκόμη μεγαλύτερη χάρη καί ἀκόμη μεγαλύτερη ἐπιτυχία στό ἔργο του.
Αὐτή ἡ ταπείνωση εἶναι τό θεμέλιο τῆς ἱεραποστολικῆς πρακτικῆς του. Τό «τοῖς πᾶσι γέγονα τά πάντα» δέν μπορεῖ νά ὑλοποιηθεῖ, ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν ἔχει ταπείνωση, ἐάν δέν εἶναι διατεθειμένος νά κάνει τά πάντα προκειμένου νά βοηθήσει τόν ἀδελφό του.
Ἡ ταπείνωση, λοιπόν, εἶναι ἡ βάση καί ἡ προϋπόθεση τῆς διακονίας μας. Δέν θά πρέπει νά νομίζουμε ὅτι, ἐπειδή μᾶς ὅρισε ἡ Ἐκκλησία μας καί ἡ Ἱερά μας Μητρόπολη κατηχητές, κατηχήτριες ἤ κυκλάρχες βρισκόμαστε σέ ἀνώτερη θέση ἀπό τούς ἀδελφούς μας, τά ξέρουμε ὅλα, διδάσκουμε τούς ἄλλους ἀπό καθέδρας ἤ ἔχουμε ἐξασφαλίσει τή δική μας σωτηρία. Τέτοιες σκέψεις καί τέτοιες πεποιθήσεις δέν ἔχουν θέση στό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μας, καί ὄχι μόνο δέν βοηθοῦν ἀλλά μᾶλλον βλάπτουν τή διακονία μας.
Τή βλάπτουν, ἀφενός γιατί αὐτός πού ἔχει μεγάλη ἰδέα γιά τόν ἑαυτό του, γίνεται εὔκολα ἀντιληπτός ἀπό ὅσους τόν ἀκοῦν, καί ὅλοι γνωρίζουν ὅτι ἕνας τέτοιος χαρακτήρας οὔτε νά ὠφελήσει μπορεῖ κανέναν οὔτε νά βοηθήσει, καί ἐπιπλέον γιατί δίδει μία λανθασμένη εἰκόνα γιά τήν Ἐκκλησία. Πῶς εἶναι, ἄλλωστε, δυνατόν, ὅταν ὁ ἴδιος ὁ Χριστός πλησίαζε καί ἔμενε στό σπίτι ἁμαρτωλῶν γιά νά τούς σώσει, ἐμεῖς νά νομίζουμε ὅτι εἴμεθα ἀνώτεροι καί νά φερόμεθα μέ ἀνάλογο τρόπο πρός τούς ἀδελφούς μας.
Ἀλλά καί ἄν αὐτή ἡ ὑψηλόφρονη στάση μας δέν εἶναι ἀπωθητική γιά τούς ἀνθρώπους, γιά τά παιδιά καί τούς νέους ἤ καί γιά τούς μεγαλυτέρους, εἶναι ἀπωθητική γιά τόν Θεό. Ὁ Θεός δέν εὐλογεῖ τά ἔργα τῶν ὑπερηφάνων καί τῶν ὑψηλοφρόνων, ἐνῶ ἀντίθετα δίδει πολλή χάρη σέ ὅσους μέ ταπείνωση καί ζητώντας τή βοήθειά του ἐπιτελοῦν τό ἔργο του.
Δέν θά πρέπει νά ξεχνοῦμε ὅτι τό κατηχητικό ἔργο τό ὁποῖο μᾶς ἐμπιστεύεται ἡ Ἐκκλησία δέν ἀποτελεῖ οὔτε ἐπιβράβευση τῶν προσόντων μας οὔτε ἐπιβράβευση τῆς ἁγιότητός μας. Εἶναι ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, εἶναι ἔργο τοῦ Θεοῦ, στό ὁποῖο μᾶς καλεῖ ὡς συνεργούς του. Μᾶς καλεῖ νά θέσουμε ὅλα τά χαρίσματα καί τίς ἱκανότητές μας γιά νά προκύψει τό καλύτερο ἀποτέλεσμα, ὄχι πρός δόξα μας, ἀλλά πρός δόξα τοῦ Θεοῦ καί σωτηρία τῶν ἀδελφῶν μας.
Δέν θά πρέπει, λοιπόν, νά καυχώμεθα οὔτε ἐάν ἔρχονται πολλοί ἀδελφοί μας στόν κύκλο μας, ἤ πολλά παιδιά στό κατηχητικό μας, σάν νά εἶναι αὐτό δικό μας ἐπίτευγμα.
Ἐμεῖς ὀφείλουμε νά κάνουμε ὅ,τι εἶναι δυνατόν μέ τή βοήθεια καί τή συμπαράσταση τοῦ ὑπευθύνου ἱερέως, τοῦ Γραφείου Νεότητος τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ Ἐπισκόπου, ἀλλά αὐτό πού φέρνει τό ἀποτέλεσμα κατά τό μέτρο τῆς δικῆς μας προσπαθείας καί ταπεινώσεως εἶναι ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ.
Τί λέγει πάλι ὁ ἀπόστολος Παῦλος; «Ἐγώ ἐφύτευσα, Ἀπολλῶς ἐπότισεν, ἀλλά ὁ Θεός ηὔξανεν· ὥστε οὔτε ὁ φυτεύων ἐστίν τι, οὔτε ὁ ποτίζων ἀλλ᾽ ὁ αὐξάνων Θεός».
Ὅλοι ἐμεῖς εἴμαστε συνεργοί τοῦ Θεοῦ, ἀλλά αὐτός πού αὐξάνει τό ἔργο εἶναι ὁ Θεός. Ἐμεῖς ἔχουμε χρέος καί καθῆκον νά ἐργαζόμεθα μέ ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους, μέ ἀφοσίωση στό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, μέ ταπείνωση καί μέ συνέπεια, σάν νά ἐξαρτᾶται ἀπό ἐμᾶς ἡ σωτηρία τοῦ κάθε ἀνθρώπου.
Συγχρόνως ὅμως θά πρέπει νά φροντίζουμε καί τή δική μας προσωπική πνευματική πρόοδο. Διότι, ἐάν ἄλλα διδάσκουμε καί ἄλλα κάνουμε στή ζωή μας, τότε δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει πρόοδος στό ἔργο, τότε δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ πού θά αὐξάνει τή σπορά καί θά δίδει καρπούς.
Ἐάν ὅμως ἀγωνιζόμεθα καί ἐμεῖς νά ζοῦμε τήν ἐν Χριστῷ ζωή καί συγχρόνως ἀγωνιζόμεθα νά διακονοῦμε στό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας μας, στόν τομέα αὐτό τῆς κατηχήσεως πού μᾶς ἐμπιστεύεται ἡ τοπική Ἐκκλησία διά τοῦ Ἐπισκόπου της σήμερα, μέ ἀγάπη, μέ ὑπακοή, μέ πιστότητα, «ἀφορῶντες εἰς τόν τῆς πίστεως ἀρχηγόν καί τελειωτήν Ἰησοῦν», ὅπως λέγει καί πάλι ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος, δηλαδή ἔχοντας στραμμένο τό βλέμμα μας στόν Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ ἀρχή καί τό τέλος τοῦ ἔργου, καί ἔχοντας συναίσθηση ὅτι οὔτε τό ἔργο μᾶς ἀνήκει οὔτε οἱ ἀδελφοί μας μᾶς ἀνήκουν ἤ ἐξαρτῶνται ἀπό ἐμᾶς, τότε θά ἔχουμε τή πλούσια τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί στό κατηχητικό μας ἔργο καί στή ζωή μας καί θά τήν βλέπουμε νά καρποφορεῖ καρπόν ἑκατονταπλασίονα.
Μέ αὐτές τίς ταπεινές ἀλλά πατρικές σκέψεις, πού πιστεύω ὅτι εἶναι καί δικές σας σκέψεις καί πίστη, θά ἤθελα νά σᾶς εὐχαριστήσω ἀπό καρδίας γιά τή συνδρομή σας καί φέτος στό κατηχητικό ἔργο τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως καί νά εὐχηθῶ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ νά σᾶς καθοδηγεῖ καί νά σᾶς ἐνισχύει στήν προσπάθειά σας καί νά ἀνταποδίδει τούς κόπους σας.