Κατά τόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου, ἀπό τήν πλευρά τῆς Παναγίας, δεσπόζει ὁ ἀρχικός θεοφιλής δισταγμός Της στά λόγια τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ. Ἡ ταραχή Της δέν ἦτο προϊόν ἀπιστίας, ἀλλά ὠφείλετο στόν φόβο μή τυχόν πλανηθῆ, ὅπως ἡ Εὔα παλαιότερα. Ἐάν ἀπιστοῦσε, δέν θά ἔλεγε μετά τό «νά, ἡ δούλη Κυρίου, ἄς μοῦ γίνη κατά τόν λόγο σου».
Ἦταν δέ τόσο μεγάλος ὁ συντελεστής ἀσφαλείας πού ἡ Παναγία ”ἀπαιτοῦσε” διά τοῦ ἀγγέλου νά ἔχη ὁ ἑαυτός Της, ὥστε ἐρωτᾶ τόν ἄγγελο ”πῶς αὐτά θά μοῦ συμβοῦν;” καί ὁ ἄγγελος, χαίρων, βλέποντας τήν σύνεσί Της, γιά νά τήν πείση καί ἑδραιώση μέσα Της τήν ἀλήθεια τῶν λόγων του, Τήν ἔστειλε στήν Ἐλισάβετ, τήν μητέρα τοῦ Τιμίου Προδρόμου πού ἦταν ἕξη μηνῶν ἔγκυος, στήν Ὀρεινή τῆς Ἰουδαίας.
Ἐκεῖ, ὅσα θά ἐλάμβαναν χώρα (τό σκίρτημα τοῦ ἐμβρύου Ἰωάννου – τά ἀποκαλυπτικά λόγια τῆς Ἐλισάβετ), ἐπειδή ἡ Παναγία θά ἠμποροῦσε ἀμέσως νά τά διαπιστώση, θά ἦσαν ἡ προσωπική Της ἐγγύησις γιά τήν Σάρκωσι τοῦ Θεοῦ Λόγου μέσα Της. Ἐδῶ βλέπομε πῶς, κάποιες φορές, μεγαλύτεροι Ἅγιοι βοηθοῦνται ἀπό μικροτέρους.
Σέ ὅλα τά ἐξαίσια γεγονότα πού συνέβησαν στήν Ὀρεινή, ἐάν κάνωμε μία χρονική ἀποτίμησι, ἐξάγεται τό συμπέρασμα ὅτι ἔχομε ἐκ μέρους τῶν Ἐλισάβετ-Προδρόμου σαφεστάτη προφητεία, ἡ ὁποία ὅμως ἐλέχθη λίγο ”μετά” ἀπό τό προφητευόμενο γεγονός. Ὁ Ἰωάννης, πρίν γεννηθῆ, προεφήτευσε ἕνα γεγονός, πού εἶχε μέν συντελεσθῆ μέ τόν Εὐαγγελισμό πρίν ἀπό πολύ λίγο χρονικό διάστημα, δέν εἶχε ὅμως ἐξωτερικευθῆ, οὔτε ”ὁλοκληρωθῆ” καί δέν ἦτο ἀκόμα γνωστό σέ κανέναν.
ΑΡΧΙΜ. ΑΡΣΕΝΙΟΣ ΚΑΤΕΡΕΛΟΣ