Σέ ὅλη τήν Ἱερά Μητρόπολη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου ἑορτάστηκε μέ λαμπρότητα τό Πάσχα, ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Στήν πόλη τῆς Ναυπάκτου, στά χωριά τῆς Ὀρεινῆς Ναυπακτίας καί τῆς περιοχῆς τοῦ Ἁγίου Βλασίου ἀκούστηκε τό «Χριστός Ἀνέστη» καί τελέστηκε ἡ ἀναστάσιμη θεία Λειτουργία, μέσα στήν ἀτμόσφαιρα πού περιγράφει ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης. Ἡ Ρουμελιώτικη γῆ ἑορτάζει μέ τόν δικό της τρόπο τό Πάσχα τῶν Ἑλλήνων, ἤ καλύτερα, τό «Πάσχα τῆς Ρωμιοσύνης». Καί ὅπου, λόγω ἐλλείψεως, δέν ὑπῆρχε Ἱερέας γιά νά τελέση τήν θεία Λειτουργία, πῆγαν οἱ Ἱερεῖς γιά νά τελέσουν πρίν τίς 12 ἡ ὥρα τήν ἀκολουθία τῆς Ἀναστάσεως, μέ πολύ κόπο καί μεγάλη θυσία.
Στόν Μητροπολιτικό Ναό τῆς πόλεως τῆς Ναυπάκτου, τόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τελέστηκε ἡ ἱερά ἀκολουθία τῆς Ἀναστάσεως, δηλαδή ἡ ἔναρξη τοῦ Ὄρθρου ἔξω ἀπό τόν Ναό σέ μιά κατανυκτική καί συγχρόνως λαμπρά τελετή μέ πολλούς ἀνθρώπους, ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεο, συμπαριστούμενο ἀπό τούς Ἱερεῖς τοῦ Ναοῦ, π. Θωμᾶ Βαμβίνη, Γενικό Ἀρχιερατικό Ἐπίτροπο, π. Παναγιώτη Χαντζή καί τόν Διάκονο π. Παΐσιο Παρασκευᾶ καί συνεχίστηκε ὁ Ὄρθρος καί ἡ θεία Λειτουργία στόν Ναό.
Νά σημειωθῆ ὅτι ὁ Ναός τοῦ Ἁγίου Δημητρίου ἔχει ἀνεγερθῆ ἐπάνω στόν παλαιό Ἱερό Ναό, πού ὑπέστη βλάβες ἀπό τούς σεισμούς, τόν ὁποῖον ἐξύμνησε μέ ποιητικό λόγο ὁ Ναυπάκτιος ποιητής Γεώργιος Ἀθάνας. (Πατῆστε γιά τό ποίημα)
Οἱ δέ καμπάνες πού ἀκούσθηκαν χαρμόσυνα δωρήθηκαν στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου ἀπό τόν Ἰωάννη Καποδίστρια, πρίν διακόσια περίπου χρόνια, ὡς ἔναρξη τῆς ἐλευθερίας τῆς Δυτικῆς Ρούμελης. Ἡ ἀτμόσφαιρα ἦταν κατανυκτική καί λαμπρά, καί ὁ κόσμος χαρούμενος ἀντάλλαξαν εὐχές γιά παράταση τῆς ζωῆς ἤ καί ὑπέρβαση τοῦ θανάτου. Ὁ Σεβασμιώτατος ἀπηύθυνε τήν εὐχή γιά εὐφρόσυνο Πάσχα μέ ὑγεία σωματική καί κυρίως ψυχική, νά ἀρχίση μιά ἀλλαγή στόν τρόπο σκέψεώς μας. Στήν ἀναστάσιμη θεία Λειτουργία πού ἀκολούθησε, ὅλα ἦταν λαμπρά καί χαρούμενα. Οἱ Ἱεροψάλτες, Παντελῆς Ἀναστασόπουλος καί Δημήτρης Καλογερῆς, ἔψαλαν τά ἱερά τροπάρια μέ γοργό ρυθμό πού ἔδειχνε παναγυρική ἀτμόσφαιρα. Πολλοί Χριστιανοί λειτουργήθηκαν καί κοινώνησαν τοῦ Σώματος καί τοῦ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.
Ἐκδόθηκε δέ καί ἡ ἀναστάσιμη Ποιμαντορική Ἐγκύκλιος τοῦ Σεβασμιωτάτου, στήν ὁποία γίνεται λόγος γιά τό Βάπτισμα, πού εἶναι συμμετοχή τοῦ ἀνθρώπου στόν Σταυρό καί τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἐμπειρικά καί πραγματικά. Μέ τό Βάπτισμα σταυρώνεται ὁ παλαιός ἄνθρωπος καί ζῆ ὁ νέος πού συμμετέχει στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Ἀναλύθηκε ἡ ἀποστολική περικοπή πού διαβάζεται κατά τήν διάρκεια τοῦ Βαπτίσματος (Ρωμ. στ’, 1-11) καί εἶναι τό Εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα τῆς θείας Λειτουργίας τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Μετά τό Βάπτισμα ἀκολουθεῖ ἡ θεία Κοινωνία. Ἔτσι, ἡ Ἁγία Τράπεζα, κατά τόν ἅγιο Συμεών Θεσσαλονίκης, δηλώνει «καί τό μνῆμα τοῦ Χριστοῦ» καί «τό διά τοῦ πάθους μυστήριον». Ὁ Χριστός στήν Ἁγία Τράπεζα εἶναι «ὡς Θεός ἀναπαυόμενος ὁ σωτήρ» καί «ὡς ἄνθρωπος θυόμενος», γι’ αὐτό ἡ Ἁγία Τράπεζα εἶναι καί ὁ Γολγοθάς καί ὁ Πανάγιος Τάφος. Τονίστηκε ὅτι οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ἑορτάζουν ἀσκητικά καί μυστηριακά ὡς νέκρωση τῶν παθῶν καί μεταμόρφωση στήν νέα ζωή.