Την μνήμη του Μακαριστού Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κυρού Κοσμά τίμησε η Ιερά Μητρόπολη Αιτωλίας και Ακαρνανίας το διήμερο 3 και 4 Ιανουαρίου 2025, με αφορμή την συμπλήρωση τριών ετών από της προς Κύριον εκδημίας του.
Ακολουθεί η ομιλία του Γενικού Αρχιερατικού Επιτρόπου, Αρχιμ. Ιωσήφ Ζωγράφου:
*****
«Μακάριοι οἱ νεκροὶ, οἱ ἐν Κυρίῳ ἀποθνήσκοντες ἀπ᾿ ἄρτι· ναί, λέγει τὸ Πνεῦμα, ἵνα ἀναπαύσωνται ἐκ τῶν κόπων αὐτῶν· τὰ δὲ ἔργα αὐτῶν ἀκολουθεῖ μετ᾿ αὐτῶν».[1]
Σεβασμιώτατοι Άγιοι Αρχιερείς,
Ευλαβέστατοι Πρεσβύτεροι και Διάκονοι,
Οσιώτατοι Μοναχοί και Μοναχές,
Εντιμότατοι Άρχοντες,
Λαέ του Κυρίου αγαπημένε,
Ο Άγιος, Ευαγγελιστής Ιωάννης, ο Θεολόγος, αναφέρει στο βιβλίο της Αποκαλύψεως ότι είναι μακάριοι όσοι πεθαίνουν με αναλλοίωτη την πίστη τους και με διαρκή την κοινωνία τους προς τον Χριστό. Τα πρόσωπα αυτὰ αναπαύονται μεν από τους κόπους τους αλλά τα ενάρετα έργα τους επὶ της γης, τούς συνοδεύουν σαν θησαυρὸς στην άλλη ζωή, ως απόδειξη της πίστεώς τους και ως συνήγορός τους ενώπιον του δικαίου Θεού. Σε αυτὴν την χορεία των μακαρίων βρίσκεται και ο αείμνηστος Μητροπολίτης Αιτωλίας και Ακαρνανίας κυρὸς Κοσμάς, του οποίου το ιερὸν μνημόσυνον επιτελούμε επί τη συμπληρώσει τριών ετών απὸ την εις Κύριον εκδημίαν του.
Ο μακαριστὸς Επίσκοπος Κοσμάς διακόνησε, ιεροπρεπώς, επὶ δεκαεπτὰ έτη την Ιερά μας Μητρόπολη, αφήνοντας ανεξίτηλο το στίγμα του στην Τοπική μας Εκκλησία, σε τέτοιον βαθμὸ μάλιστα, ώστε το χριστεπώνυμο πλήρωμα της Ιεράς μας Μητροπόλεως να διατηρεί, ακόμα, αναλλοίωτα και άσβεστα τα αγαπητικά του αισθήματα για τον αοίδιμο ποιμενάρχη μας.
Υπήρξε, κατὰ κοινὴ ομολογία, μία μεγάλη, φωτεινὴ και ασυνήθους πνευματικής ακτινοβολίας εκκλησιαστικὴ προσωπικότητα, ο οποίος με την πατρικὴ μειλίχια μορφή του, την πραότητα του χαρακτήρα του και την απαράμιλλη ταπεινοφροσύνη του, κατέστη υπόδειγμα ποιμενάρχου, ο οποίος διαρκώς και αδιαλείπτως φρόντιζε για την σωτηρία του λαού της μητροπολιτικής του περιφερείας.
Ο εκδημήσας μακαριστὸς Ιεράρχης αναδείχθηκε και αποδείχθηκε εμπράκτως, ακραιφνὴς ορθόδοξος, υπερασπιζόμενος και μαχόμενος υπὲρ των ευγενών και δικαίων ιδεωδών της ορθοδόξου πίστεως και της πατρίδος. Υπήρξε ιεράρχης πιστός, φιλάγαθος, σώφρων, δίκαιος, εγκρατής, απλούς, κόσμιος, διδακτικός αλλὰ πάνω απὸ όλα, υπήρξε ταπεινὸς τη καρδία.[2] Η μεγίστη των αρετών, ταπεινοφροσύνη, υπήρξε το κύριο χαρακτηριστικὸ της Αρχιερατικής του διακονίας.
Θα ήθελα όμως, στο σημείο αυτό, να απαντήσω, εκτενέστερα, σε ένα ερώτημα: «Για ποιο λόγο, άραγε, ο μακαριστὸς κυρὸς Κοσμάς, υπήρξε τόσο αγαπητὸς και λαοφιλὴς ποιμενάρχης στο ευσεβὲς πλήρωμα της Τοπικής μας Εκκλησίας και όχι μόνο σε αυτό. Ποια ήταν τα χαρακτηριστικὰ της προσωπικότητός του, που τον κατέστησαν τόσο αποδεκτό;».
Ο αοίδιμος ποιμενάρχης μας υπήρξε, στα λόγια και στα έργα, πνευματικὸς πατέρας όλων μας. Λειτουργούσε, κυρίως, με αυτήν του την ιδιότητα και άφηνε κατά μέρους την επισκοπική του εξουσία. Θεωρούσε πρώτιστο και κύριο χρέος του την διαποίμανση του λαού της Μητροπόλεώς του. Και αυτή η αποστολή, δεν είναι εύκολη! Αντιθέτως, σύμφωνα με τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο είναι υψηλή και δύσκολη, γιατί αποσκοπεί στην πνευματική αναγέννηση του ανθρώπου. «Τῷ ὄντι, γάρ, αὕτη μοὶ φαίνεται, τέχνη τὶς εἶναι τεχνῶν καὶ ἐπιστήμη ἐπιστημῶν, ἄνθρωπον ἄγειν…».[3]
Για την διακονία αυτή, ο μακαριστὸς κυρὸς Κοσμάς είχε διέλθει απὸ πολυετὲς στάδιο μαθητείας, καθὼς λέγει ο Απόστολος Παύλος «ὁ οὗν διδάσκων ἕτερον σεαυτὸν οὐ διδάσκεις;» και διέθετε τα απαραίτητα πνευματικά προσόντα, καθὼς η επιτυχία ή η αποτυχία μίας τέτοιας υψηλής αποστολής εξαρτάται απὸ την ύπαρξη ή μη αυτών. Σε αυτὴν την μαθητεία συνέβαλε και η μακρὰ συναναστροφὴ του Γέροντος με σύγχρονους Αγίους, όπως με τον Άγιο Ιάκωβο τον Τσαλίκη και τον Άγιο Πάΐσιο τον Αγιορείτη.
Ποιες ήταν αυτές οι πνευματικές αρετές του μακαριστού ποιμενάρχου μας;[4]
Κατ’ αρχάς, η αγία ταπείνωσις. Η μεγίστη αυτὴ αρετὴ αποτελεί προϋπόθεση αλλὰ και το θεμέλιο της πνευματικής ζωής και ο κυρὸς Κοσμάς παραμένει στην μνήμη όλων μας, ως «ο ταπεινὸς Ιεράρχης». Πολλὲς φορές, υπήρξα εγώ, ο ίδιος, μάρτυρας σε περιστατικά, όπου ο μακαριστὸς Γέροντας συμπεριφερόταν με υποδειγματικὴ ταπείνωση απέναντι σε προκλήσεις, στις οποίες, αν ήταν άλλοι στην θέση του, θα οργίζονταν. Εκείνος όμως, σταθερὰ και ακλόνητα, υπέμενε τις προσβολὲς και τις ειρωνείες, δίνοντας με τον τρόπο αυτὸν το καλὸ παράδειγμα του πατρός, που αγαπά απεριόριστα και έμπρακτα τα τέκνα του, ακόμα και τα απολωλότα. Διότι όποιος εμφορείται απὸ ταπείνωση είναι ήπιος και προσηνής, σύμφωνα με τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακος, ο οποίος αναφέρει σχετικά: «Ὅποιος τήν ἐνυμφεύθει (τήν ταπείνωση) εἶναι ἤπιος, προσηνής, εὐκατάνυκτος, ἐσπλαγχνικὸς περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον».[5] Ο Γέροντας πάντοτε μας δίδασκε, ότι μέσω της ταπεινώσεως ο άνθρωπος θεραπεύεται, αγιάζεται και ελκύει την θεία Χάρι.
Χαρακτηριστικὸ της προσωπικότητός του ήταν και η ειλικρινὴς και ανυπόκριτος αγάπη του, προς όλους, κυρίως προς τους νέους και τις νέες. Ανακαίνισε για αυτοὺς τις κατασκηνωτικὲς εγκαταστάσεις της Ιεράς Μητροπόλεως στην Ρίζα Ναυπακτίας, οργάνωσε κατηχητικὲς ομάδες, ενίσχυσε οικονομικὰ πολλὰ φτωχὰ παιδιὰ να σπουδάσουν και άλλους να οδηγηθούν με καθαρὴ την καρδιὰ στο αξίωμα της ιεροσύνης. Επίσης, στήριξε πολλοὺς νέους και νέες να διατηρήσουν τα χρηστὰ ήθη, να καλλιεργήσουν έναν ευσεβή χαρακτήρα προς την Εκκλησία και προς την κοινωνία. Αλλὰ και προς τους μεγαλυτέρους υπήρξε στήριγμα, δίνοντας συμβουλὲς σύμφωνες με το πνεύμα του Ευαγγελίου, ώστε να παραμένουν συνετοί, ταπεινοὶ και ενάρετοι. Πατρικὴ φιγούρα, γεμάτη αγάπη και υπομονή, υπήρξε και για τους Ιερείς του. Τους δίδασκε με το ίδιο το παράδειγμά του, ώστε να τους εξαναγκάζει σε μίμηση αυτού, να είναι ευλαβείς, ορθοὶ και ακλόνητοι διακονητὲς του δόγματος, να αγαπούν την απλότητα και την ησυχία, την άσκηση, να αποφεύγουν τις προκλήσεις, να μελετούν αδιαλείπτως τις Γραφὲς και πολλὰ άλλα.[6]
Ένα βασικὸ γνώρισμα του αοιδίμου πατρὸς ήταν η αδιάλειπτη προσευχή για όλους, γιατί «ὁ γνησίως τόν Θεόν ἀγαπῶν, οὗτος καί ἀπερισπάστως πάντως προσεύχεται», μας διδάσκει ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής.[7] Η αδιάλειπτη προσευχή κατεδείκνυε την αγάπη του και το διαρκὲς ενδιαφέρον του για την σωτηρία του ποιμνίου του. Την αγωνία για την σωτηρία του πληρώματος της Μητροπόλεώς του, την γνώριζε και την μαρτυρούσε ο μακαριστὸς Αγιορείτης Μοναχὸς Μωϋσής, με τον οποίο ο Γέροντας συζητούσε πολλὲς φορὲς μαζί του για ζητήματα της Μητροπόλεως.
Ο αείμνηστος Κοσμάς διέθετε, επίσης, θυσιαστικὸ πνεύμα, το οποίο περιγράφει πολὺ όμορφα ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος: «Οὗτος ὅρος πάσης πνευματικῆς προστασίας, πανταχοῦ τό καθ᾽ ἑαυτόν παρορᾶν πρός τό τῶν ἄλλων συμφέρον».[8]
Ήταν πάντοτε έτοιμος να αφιερώσει όλες του τις δυνάμεις στα παιδιά του, όπως ονόμαζε τα μέλη του ποιμνίου του. Ήταν πρόθυμος να αναλάβει την ευθύνη της σωτηρίας των μελών της Μητροπόλεώς του και όχι μόνον αυτής, αλλὰ κάθε ανθρώπου που απευθυνόταν σε εκείνον. Έτσι, συνδεόταν μαζί τους και στα καλὰ και στα άσχημα. Ιδιοποιούταν τις πίκρες τους, τις αγωνίες τους αλλὰ και τις χαρές τους. Αποδεχόταν την κάθε προσωπικότητα, ως κάτι ξεχωριστὸ και δεν κατέκρινε τις ανθρώπινες αδυναμίες. Συμπεριφερόταν με διάκριση και ανάλογα με τις πνευματικὲς ανάγκες και αντοχὲς του ατόμου, εφαρμόζοντας τις νουθεσίες του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, ο οποίος αναφέρει: «Η τελειωμένη αγάπη δεν κάνει διάκρισι και δεν ξεχωρίζει τους ανθρώπους, που όλοι τους έχουν την ίδια φύσι, ανάλογα προς τις διαφορετικὲς γνώμες που ο καθένας τους εκπροσωπεί, αλλὰ έχουσα πάντα κατὰ νουν αυτὴν ακριβώς την ίδια φύσι όλων, όλους τους ανθρώπους τους αγαπά εξ ίσου».[9]
Απέφευγε, λοιπόν, να στενοχωρεί και πάντοτε με διακριτικότητα και ευγένεια έδινε τις πατρικές του νουθεσίες, προσαρμοσμένες στην εκάστοτε προσωπικότητα. Η πνευματικὴ όραση του μακαριστού Ιεράρχη ήταν σε τέτοιον βαθμὸ οξυμένη, που διέκρινε εύκολα την πνευματικὴ κατάσταση των ανθρώπων, έτσι μπορούσε να συστήσει την κατάλληλη θεραπεία, ως πνευματικὸς ιατρός, για ίαση των παθών.
Θα αναρωτηθεί κανείς, πως γίνεται ένας άνθρωπος να διαθέτει τόσο πλούσιο πνευματικὸ οπλοστάσιο. Πολὺ εύκολα, είναι η απάντηση, γιατί ο μακαριστὸς Μητροπολίτης μας είχε ως πρότυπο Τον Κύριό μας Ιησού Χριστὸ και μιμούνταν Αυτὸν πάντοτε, με προσωπικὸ αγώνα και αυτοθυσία. Μιμούνταν την αγάπη του Χριστού, προς κάθε εκπεσόντα αδελφὸ και δεν διέκρινε κανέναν απὸ αυτὴν την αγάπη. Για όλους ήταν γεμάτη η τράπεζα, για όλους είχε ανοιχτή την πατρική του αγκαλιά, για όλους μεριμνούσε και φρόντιζε, ακόμα και για όσους κατὰ καιροὺς τον πίκραναν, τον αγνόησαν ή τον εγκατέλειψαν και τον πρόδωσαν, ως άλλος Πέτρος κατά την σύλληψη του Κυρίου, σε καιροὺς δύσκολους και σε στιγμὲς κρίσιμες για τον αοίδιμο Γέροντα. Εκείνος, όμως, δεν λειτούργησε με μνησικακία και εκδικητικότητα. Αντιθέτως, έδειξε κατανόηση και ανθρωπιά. Συγχώρησε, όπως ο Χριστὸς επάνω στον Σταυρό, όλους όσοι αδιαφόρησαν για εκείνον, για τους οποίους υπήρξε ο μεγαλύτερος ευεργέτης, αφού προσευχόταν διαρκώς για την μετάνοιά τους. Πολλὲς φορές μου είχε πει, ότι αυτοὶ ήταν οι πρώτοι τους οποίους μνημόνευε στην προσκομιδὴ, σε κάθε Θεία Λειτουγία! Το συγκλονιστικὸ αυτό παράδειγμα απὸ την βιοτὴ του μακαριστού Ιεράρχου μας, καταδεικνύει το μέτρο της γνησίας πατρικής αγάπης, η οποία θα πρέπει να είναι η κυριότερη αρετὴ του Επισκόπου.
Προς επίρρωσιν των ανωτέρω, θα αναφέρω ένα περιστατικὸ που συνέβη πριν πολλὰ χρόνια στο Άγιον Όρος και το διηγείται ο Καθηγητὴς της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Καλλιακμάνης, ο οποίος ήταν ένας απὸ τους προσκυνητές.
Κάποιοι νέοι απὸ τον Νομό μας, στα τέλη της δεκαετίας του ΄70, επισκέφθηκαν, όντας φοιτητές, το Άγιον Όρος. Εκεί συνάντησαν και τον Άγιο Πάΐσιο, στην καλύβη του. Ο Γέροντας τους δέχθηκε εγκάρδια, τους κέρασε λουκούμια και τους ρώτησε:
-Απὸ που είστε, καλά μου παιδιά;
-Απὸ την Αιτωλοακαρνανία, απάντησαν.
-Α, εσείς, εκεί στην περιοχή σας, έχετε έναν ευλογημένο ιερομόναχο, τον π. Κοσμά, τον ξέρετε;
Εκείνοι, μετὰ την πρώτη έκπληξη, απάντησαν:
-Τον γνωρίζουμε, Γέροντα, απὸ τις κατασκηνώσεις της Ρίζας.
-Ε, τότε, δεν έχω να σας πω πολλὰ πράγματα, είπε απευθυνόμενος προς τους δύο φοιτητὲς ο Γέροντας. Πιστεύω, ότι αρκεί η μαθητεία σας στον άνθρωπο αυτὸ του Θεού και κυρίως να προσέχετε, όχι μόνο τι σας λέει αλλὰ και πως ζει.
Όλα τα ανωτέρω, μαρτυρίες προσωπικὲς και μαρτυρίες άλλων προσώπων, απαντούν στο ερώτημα που θέσαμε εξ αρχής για την λαοφιλία του μακαριστού Ποιμενάρχου, κυρού Κοσμά. Αγωνίστηκε το καλὸν αγώνα της πίστεως, διήγε ήρεμο και ήσυχο βίο, με ευσέβεια και σεμνότητα. Κατάφερε με την όντως εν Χριστώ ζωή να κερδίσει τις καρδιὲς των ποιμενομένων της Μητροπόλεώς του και όχι μόνον αυτής.
Είναι, όμως δύσκολο, αγαπητοί μου αδελφοί, να σκιαγραφήσει κανείς με πληρότητα, την προσωπικότητα ενὸς σημαντικού ανθρώπου. Και εγὼ το αισθάνομαι έντονα αυτό, γι’αυτὸ σταματώ! Πόσα, ακόμα, θα μπορούσα να καταθέσω για τον Μακαριστὸ κυρὸ Κοσμά, τον Γέροντά μου! Πράγματι πολλά! Με την ευλογία του νυν Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού μίλησα σήμερα ενώπιόν σας, κυρίως για τα πνευματικὰ χαρίσματα που διέθετε ο αοίδιμος Ποιμενάρχης μας.
Ο Σεβασμιώτατος αναγνώρισε, άμα τη αφίξει του στον Επισκοπικὸ Θρόνο, την χαρισματικὴ προσωπικότητα του προκατόχου του και θέλησε πάραυτα να τιμήσει, κυρίως όμως, να διατηρήσει την μνήμη του ζωντανὴ και φλογερὴ στις καρδιές του ευσεβούς ποιμνίου της Μητροπόλεώς του. Τον ευχαριστούμε ολοψύχως για αυτὴν την ευλογία.
Αν, αγαπητοί μου αδελφοί, με κάποιο τρόπο, μπορούσε ο αείμνηστος Κοσμάς να μας μιλήσει ή να μας συμβουλεύσει, τί θα μας έλεγε άραγε; Πιστεύω ότι θα επέμενε σε τρία ζητήματα. Πρώτον να αγαπάμε την Εκκλησία, δεύτερον να την διακονούμε με όλη μας την ψυχὴ και τρίτον και βασικότερον, να σεβόμαστε και να αγαπάμε τον νέο μας Επίσκοπο, με όλη μας την δύναμη! Το σύνθημα της Αρχιερατικής του διακονίας ήταν ένα, «αγάπη και ενότητα»! Ο μακαριστὸς Μητροπολίτης ήταν άνθρωπος της αγάπης, της προσφοράς, της διακονίας, της θυσίας. Με αυτὰ τα χαρακτηριστικὰ αξίζει να τον θυμόμαστε και να τον μιμούμαστε, όσο μπορούμε.
Κάποτε, σε μία ομιλία του, είχε πει: «Ένας συνειδητὸς αγώνας ασκήσεως για μία πνευματικὴ ζωὴ θα αναληφθεί και θα διεξάγεται με επιτυχία, όταν συνειδητοποιήσουμε και ξεκαθαρίσουμε ότι μέσα μας κρύβουμε θησαυρό, πολύτιμο μαργαρίτη, την ψυχή μας την αθάνατη, ενώπιον της οποίας ο κόσμος όλος είναι μηδαμινός».
Αοίδιμε ποιμενάρχα,
Πορεύσου την οδὸν της πραγματικής ζωής, «οὐκ ἔτι φροντίζων τὰ τῆς ματαιότητος καὶ πολυμόχθου σαρκὸς»[10] και είθε να ακολουθήσουμε το παράδειγμά σου και να σε συναντήσουμε πλησίον του Κυρίου μας, δίπλα στον Οποίον, ήδη, άκουσες τον έπαινον, ως πιστὸς οικονόμος Αυτού.
Εμείς, έχουμε υποχρέωση να σε ενθυμούμαστε και να λέμε με πάση αγάπη και ειλικρίνεια το «αιωνία η μνήμη», διότι πράγματι, η μνήμη σου θα παραμείνει χαραγμένη στις καρδιές μας, εντὸς των οποίων κατέχεις θέση κεντρική!
Αιωνία σου η μνήμη, παμφίλτατε Ποιμενάρχα!
Αιωνία σου η μνήμη επί της γης, αιωνία σου η δόξα εν τοις ουρανοίς
[1] Άποκάλυψις Ιωάννου, 14:13. Απόδοση στα νεοελληνικά: «Mακάριοι, απ’ εδώ και πέρα, είναι οι νεκροί, που πεθαίνουν με την πίστη και την κοινωνία τους προς τον Χριστόν. Ναι, πράγματι και αλήθεια, είναι μακάριοι, λέγει το Πνεύμα το Άγιον. Και πεθαίνουν, για ν’ αναπαυθούν απὸ τους κόπους τους• τα δε ενάρετα έργα τους, τους συνοδεύουν σαν θησαυρὸς αναφαίρετος μαζί τους, στην άλλη ζωή, ως απόδειξη της πίστεώς τους και συνήγορός τους, ενώπιον του δικαίου Θεού».
[2] Προς Τιμόθεον Α΄, Γ΄: 2
[3] Βλ. Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος 2, 16, PG 35, 425Α
[4] Βλ. αναλυτικὰ στο Βενιζέλου Χ. Χριστοφορίδου, Η πνευματικὴ πατρότης, Κατὰ Συμεών τον Νέον Θεολόγον, Εκδόσεις Π. Πουρναρά, Θεσσαλονίκη, 1977, σσ. 65 και εξής.
[5] Κλίμαξ, Αγίου Ιωάννου Σιναΐτου, Περὶ Ταπεινοφροσύνης
[6] Βλ. περισσότερα για το θέμα αυτὸ την βιογραφία του Μακαριστού Μητροπολίτη κυρού Κοσμά, που επιμελήθηκε ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Καλλίνικος Καζαντζής, στο Ζώσα Φωνὴ Ζωοποιού Λόγου, Απάνθισμα ομιλιών του Μακαριστού Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κυρού Κοσμα, Εκδόσεις Βιβλιοπωλείον ΙΜΑΑ «Φάρος Ορθοδοξίας», Μεσολόγγι, σσ. 9-23.
[7] Μάξιμου Ομολογητού, Περὶ Αγάπης, α’
[8] Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος Β΄, Απολογητικὸς της εις τον Πόντον φυγής
[9] Μάξιμου Ομολογητού, Κεφάλαια περὶ Αγάπης
[10] Απὸ την Νεκρώσιμο Ακολουθία