Ματθαίου η΄ 9 – 13
Συγκινητικὴ καὶ ἀποκαλυπτικὴ παρουσιάζεται, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἡ περιγραφὴ τῆς κλήσεως τοῦ ἁγίου ἀποστόλου καὶ εὐαγγελιστὴ Ματθαίου ποὺ σήμερα ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τὴ μνήμη του.
Λίγα εἶναι τὰ στοιχεῖα ἐκεῖνα τὰ ὁποία γνωρίζουμε γιὰ τὴ ζωή του. Ἡ μόνη λέξη ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ ἴδιος στὸ εὐαγγέλιό του γιὰ τὸν ἑαυτὸ του εἶναι ὁ ὑποτιμητικὸς χαρακτηρισμὸς «τελώνης». Ὅμως ἀπὸ ἁμαρτωλὸς τελώνης καὶ ἄνθρωπος τοῦ ψεύδους καὶ τῆς ἀπάτης μετατρέπεται σὲ κήρυκα τοῦ Χριστοῦ, τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀλήθειας. Ὀνομαζόταν Ματθαῖος καὶ Λευὶς καὶ τὸ ὄνομά του προέρχεται ἀπὸ τὸ Ἑβραϊκὸ «Ματθανίας» καὶ σημαίνει «Δῶρο Θεοῦ, Θεόδωρος». Ἐκεῖνο ποὺ ξαφνιάζει εἶναι τὸ ἐπάγγελμά του: ὁ Ματθαῖος εἶναι τελώνης, δηλαδὴ φοροεισπράκτορας, καὶ δὲν ἔχει καμία σχέση μὲ τοὺς σημερινοὺς τελωνειακούς. Προπληρώνει τοὺς δημόσιους φόρους στὸ Ρωμαϊκὸ κράτος καὶ κατόπιν τοὺς εἰσπράττει ἀπὸ τοὺς ὀφειλέτες μὲ κάθε τρόπο σκληρό, ἐκβιαστικὸ ἢ ἀπάνθρωπο. Ἀσκεῖ δηλαδὴ ἕνα ἀπὸ τὰ πιὸ ἀνέντιμα καὶ ἁμαρτωλὰ γιὰ τὴν ἐποχὴ του ἐπαγγέλματα. Ἐξαιτίας αὐτοῦ οἱ τελῶνες ἦταν καταπιεστὲς καὶ πολὺ μισητοὶ στὴν κοινωνία.
Ὁ Ἰησοῦς βρῆκε τὸν Ματθαῖο «καθήμενον ἐπὶ τὸ τελώνειον» καὶ τοῦ εἶπε «ἀκολούθει μοί». Καὶ ἐκεῖνος ὄχι μόνο ἐγκατέλειψε τὸ ἁμαρτωλὸ καὶ προσοδοφόρο ἐπάγγελμα τοῦ τελώνη, ἀλλὰ καὶ μὲ χαρὰ φιλοξένησε τὸν Κύριο στὸ σπίτι του, παραθέτοντάς του γεῦμα, μαζὶ μὲ ἄλλους ἁμαρτωλοὺς καὶ τελῶνες. Καὶ ὅταν πολλοὶ ρώτησαν «διατὶ μετὰ τῶν τελωνῶν καὶ ἀσώτων ἐσθίει ὁ διδάσκαλος ὑμῶν;», πῆραν ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ τὴν αὐτονόητη ἀπάντηση ὅτι «δὲν ἔχουν ἀνάγκη τὸ γιατρὸ οἱ ὑγιεῖς ἀλλὰ οἱ ἀσθενεῖς». Καὶ ἐξηγεῖ: «Οὐ γὰρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλὰ ἁμαρτωλοὺς εἰς μετάνοιαν».
Ἡ εὐαγγελικὴ διήγηση γιὰ τὴν κλήση τοῦ τελώνη στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα μᾶς δείχνει τὸν ἀνεξιχνίαστο τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖο ὁ Θεὸς καλεῖ τοὺς ἀνθρώπους, καθὼς καὶ πόση εἶναι ἡ ἀνακαινιστικὴ δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν κάλεσε γιὰ νὰ κάμει ἀποστόλους μόνο ἀγράμματους ψαράδες, ἀλλὰ καὶ ἁμαρτωλοὺς τελῶνες. Καὶ τί ἔγιναν ἐκεῖνοι τοὺς ὁποίους ἐξέλεξε καὶ κάλεσε ὁ Θεός, γιὰ νὰ τοὺς κάμει Ἀποστόλους τοῦ Εὐαγγελίου; Οἱ τελῶνες καὶ οἱ ψαράδες ἔγιναν ἅγιοι καὶ σοφοί, οἱ ἀδύνατοι καὶ ἄσημοι ἄνθρωποι νίκησαν τὸν κόσμο, οἱ δειλοὶ καὶ οἱ φοβισμένοι ἔγιναν ἀτρόμητοι μάρτυρες τῆς Ἀναστάσεως. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ κάλεσε ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς γιὰ νὰ γίνουν Ἀπόστολοι ἄλλαξαν καὶ δὲν ἔμειναν ἐκεῖνοι ποὺ ἦταν πρῶτα· τὸ βεβαιώνουν οἱ ἴδιοι μὲ τὴ ζωή τους καὶ μὲ τὸ θάνατό τους. Δὲν εἶναι μόνο ἡ ἐξωτερικὴ παιδευτικὴ ἐργασία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ νὰ ἑτοιμάσει τοὺς Ἀποστόλους, καθὼς τὴ βλέπομε στὰ ἱερὰ Εὐαγγέλια, εἶναι καὶ ἡ μυστικὴ ἐνέργεια τῆς Θείας Χάρης, ἡ ὁποία τοὺς ἄλλαξε καὶ τοὺς ἔκαμε νέους ἀνθρώπους κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Οἱ πύρινες γλῶσσες, ἡ φωτιὰ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ ἦρθε πάνω στοὺς μαθητές, πρῶτα τοὺς καθάρισε καὶ τοὺς ἔκαμε καινούργιους ἀνθρώπους, κι ὕστερα τοὺς θέρμανε καὶ τοὺς φώτισε, γιὰ νὰ βγοῦν στὸν κόσμο καὶ νὰ κηρύξουν «ἐνώπιον ἐθνῶν καὶ βασιλέων» ἐκεῖνα ποὺ εἶδαν καὶ ἄκουσαν κοντὰ στὸ θεῖο Διδάσκαλο καὶ Σωτῆρα Χριστό.
Δὲ γνωρίζουμε, ἀδελφοί μου, ἂν μᾶς ἔχει περάσει ἀπὸ τὸ νοῦ ἡ σκέψη ὅτι παρόμοια πρόσκληση ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, ἔχουμε λάβει καὶ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι. Δὲν ἔχουμε λάβει βέβαια τὴ μοναδικὴ καὶ ἀνεπανάληπτη κλήση τῶν Ἀποστόλων, ἔχουμε ὅμως δεχθεῖ τὴν προσωπική μας κλίση ὡς εὐεργεσία οὐράνια μὲ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα, τὸ Ἅγιο Χρῖσμα, τὰ Ἱερὰ γενικῶς μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅπου μέσω αὐτῆς τῆς χάριτος ποὺ μᾶς παρέχουν, καλούμαστε νὰ ἀγωνιστοῦμε, ὥστε νὰ κρατήσουμε καὶ νὰ αὐξήσουμε στὴ ζωή μας τὶς δωρεὲς τοῦ Θεοῦ.
Μέσα στὸ μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας καλούμαστε νὰ χωρέσουμε ὅλοι, κλειστοὶ καὶ ἀνοιχτοὶ τύποι χαρακτήρων, πρόσχαροι καὶ σοβαροί, ἐπιεικεῖς καὶ αὐστηροί, εὐαίσθητοι καὶ δυναμικοί, ὅποιοι κι ἂν εἴμαστε ἐμεῖς, ὅποιοι καὶ ἂν εἶναι οἱ ἄλλοι, οἱ διαφορετικοὶ ἀπὸ ἐμᾶς. Οἱ μαθητὲς δέχτηκαν ἀμέσως τὴν κλήση τοῦ Χριστοῦ, ἀνταποκρίθηκαν αὐθόρμητα καὶ ὁλοκληρωτικά. Ἡ ἀπάντησή τους στὴν κλήση τοῦ Χριστοῦ ἦταν πράξη ὑπακοῆς. Ἐμπιστεύθηκαν τὸν Χριστὸ καὶ παραδόθηκαν στὸ θέλημά Του. Ὁ δρόμος λοιπὸν πρὸς τὸν Χριστὸ εἶναι ἕνας καὶ μοναδικός, ἡ ὑπακοὴ στὴν κλήση Του.
Ἡ κλήση τοῦ Θεοῦ εἶναι πάντα βαθύτατα προσωπική. Ἀγγίζει τὸ κέντρο τοῦ ἑαυτοῦ μας, τὸν πυρῆνα τῆς ὕπαρξής μας. Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ δὲν εἶναι μία νεφελώδης φιλοσοφία οὔτε μία ἀκατανόητη, ὑψηλὴ καὶ φλύαρη θεολογία, ὅπως δυστυχῶς κάποτε τὸν παραμορφώνουμε καὶ τὸν κακοποιοῦμε ἐμεῖς. Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ ἔχει πάντοτε ἀμεσότητα μὲ τὰ ἐνδιαφέροντα καὶ τὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἀναφέρει πολλὲς φορὲς τὸ Εὐαγγέλιο. Ἀρκεῖ νὰ θυμηθοῦμε ὅτι στοὺς ἀκροατές Του ποὺ σκέφτονται τὸν θερισμό, μιλᾶ γιὰ τὸν πνευματικὸ θερισμό. Στὴ Σαμαρείτιδα ποὺ πῆγε γιὰ νερὸ στὸ πηγάδι, κάνει λόγο γιὰ τὸ «ὕδωρ τὸ ζῶν». Στοὺς ψαράδες ποὺ τοὺς ἀπασχολεῖ ἡ ἐργασία τους, τοὺς μιλᾶ γιὰ μία διαφορετικὴ παράδοξη καὶ θαυμαστὴ ἁλιεία.
«Οἱ δὲ ἀφέντες ἅπαντα ἠκολούθησαν τὸν Χριστό». Ἐγκατέλειψαν τὰ πάντα καὶ ἀκολούθησαν τὸν Χριστό. Δὲν ἦταν μὲ κανέναν καὶ μὲ τίποτε στὸν κόσμο τόσο δεμένοι κι ἔτσι μπόρεσαν νὰ δεθοῦν μὲ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ παραδοθοῦν στὴν ἀγάπη Του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅποιος ἀκολουθεῖ πραγματικὰ τὸν Χριστὸ δὲν προτρέχει οὔτε στέκεται μακριά του, ἀλλὰ ἀπελευθερώνεται ἀπὸ κάθε δέσμευση μὲ πρόσωπα, πράγματα καὶ καταστάσεις καὶ ζεῖ μία καινούρια πραγματικότητα. Βιώνει τὴν ἐσωτερικὴ ἐλευθερία, ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴν ἀκλόνητη πίστη καὶ βεβαιότητα ὅτι ἔχει βρεῖ τὴν ἀλήθεια ποὺ ἐλευθερώνει ἀπὸ ὅλα ὅσα καθημερινὰ τὸν περικυκλώνουν.
Καὶ ἀφοῦ ἔτσι ἔχουν τὰ πράγματα, τίθεται σοβαρὰ τώρα τὸ ἐρώτημα: Ἐμεῖς ποὺ ἤδη ἔχουμε δεχθεῖ καὶ ἔχουμε λάβει τὴν πρόσκληση, τὸ χάρισμα τῆς υἱοθεσίας καὶ τὶς δωρεὲς τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἀφήνουμε ὅλα αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀντίθετα μὲ τὸν Ἰησοῦ καὶ τὸ Πανάγιο θέλημά Του; Ἢ μήπως ἡ καρδιά μας καὶ ὁ νοῦς μας εἶναι κολλημένα σὲ πρόσωπα καὶ καταστάσεις ποὺ θλίβουν τὸ Ἅγιο Πνεῦμα; Στὴν ὕπαρξή μας, μορφώνουμε τὴν προσωπικότητα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ μὲ τὸν καθημερινὸ ἀγῶνα ἐναντίον τοῦ ποικίλου κακοῦ ποὺ μᾶς περιβάλει ἢ ἡ θέλησή μας εἶναι τόσο ἐξασθενημένη, μὲ ἀποτέλεσμα, ἐνῶ γνωρίζουμε τὸ ὀρθό, δὲν προσπαθοῦμε νὰ τὸ ἐφαρμόσουμε; Εἴμαστε ἕτοιμοι γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ νὰ ἀποκόψουμε ὁτιδήποτε κρατᾶ τὴν ψυχή μας ἀπὸ ὑψηλὰ πετάγματα; Ἤ, ἀλλοίμονο, καταντοῦμε σὰν τοὺς ἀετοὺς ποὺ εἶναι κλεισμένοι μέσα στὰ κλουβιά;
Ἡ ἐκλογὴ καὶ ἡ κλήση τῶν Ἀποστόλων εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ μυστήρια τοῦ Θεοῦ, καὶ τὸ ἔργο καὶ τὸ κατόρθωμα τῶν Ἀποστόλων εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ θαύματα τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ματθαῖος, εἶναι ὁ τελώνης, ποὺ ἔγινε ὁ Ἀπόστολος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ κι ἔγραψε τὸ Εὐαγγέλιο, ποὺ εἶναι τὸ πρῶτο βιβλίο τῆς Καινῆς Διαθήκης, ἕνα βιβλίο τὸ ὁποῖο διαβάστηκε περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο στὸν κόσμο. Ἀξίζει νὰ κλείσουμε τὶς σκέψεις μας, στὴν ἱερὴ μνήμη τοῦ εὐαγγελιστῆ Ματθαίου, μὲ τὶς λέξεις μὲ τὶς ὁποῖες κλείνει καὶ τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιό του. Εἶναι ἡ θεία καὶ γλυκύτατη φωνὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀνάσταση, μὲ τὴν ὁποία βεβαιώνει τοὺς μαθητές Του καὶ τὴν Ἐκκλησία ὅτι θὰ εἶναι πάντα μαζί μας ὡς τὴ συντέλεια τῶν αἰώνων. Εἶναι ἡ ὑπόσχεση καὶ βεβαίωση τοῦ Χριστοῦ, ποὺ οἱ πιστοί, «ἄγκυραν ἐλπίδος κατέχοντες ἀγαλλόμεθα», καθὼς τὸ ψάλλομε στὸν Κανόνα τοῦ Πάσχα. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς εἶπε στοὺς μαθητὲς Του καθὼς τὸ παραδίδει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος «…ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμι πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντέλειας τοῦ αἰῶνος». Ἀμήν.