του Πρωτοσυγκέλλου της Ι.Μ. Ελευθερουπόλεως, Αρχιμ. Χρυσοστόμου Μπένου
Δοξάζουμε το Όνομα του Παναγάθου Θεού, διότι με την Χάρη Του ανέτειλε και πάλι στο στερέωμα του εκκλησιαστικού έτους η Ιερά περίοδος του Δεκαπενταυγούστου, περίοδος προετοιμασίας των πιστών για την εορτή, την συμπαθέστατη στον χριστιανικό κόσμο, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Η εορτή αυτή, που κατέχει επάξια το κέντρο όλων των εορτών του καλοκαιριού, μοιάζει σαν να σημαίνει πνευματικό συναγερμό στις τάξεις των χριστιανών, συγκεντρώνοντας τους περισσότερους είτε σε μεγαλοπρεπείς ναούς και γραφικά εξωκκλήσια, είτε σε παλαίφατα, σεβάσμια Προσκυνήματα και Μοναστήρια, για να αποθέσουν στα πόδια της Θεοτόκου τα ιερώτερα θρησκευτικά τους αισθήματα, τους καημούς, τα όνειρα και τις ελπίδες τους. «Πολλά γαρ ισχύει δέησις Μητρός προς ευμένειαν Δεσπότου».
Το γνωρίζουν αυτό πολύ καλά όλοι οι χριστιανοί. Και δίκαιοι και αμαρτωλοί, και μοναχοί, ασκητές και ερημίτες, που μουσκεύουν καθημερινά με τα δάκρυα τους την σεπτή της εικόνα, και οι κοσμικοί άνθρωποι, που ταλαιπωρούνται αδιάκοπα στον σκληρό στίβο της ζωής, παλεύοντας με άπειρα προβλήματα, προσωπικά, οικογενειακά, βιοτικά, κοινωνικά. Όλοι στην Παναγία στρέφουν με αγωνία και προσμονή το βλέμμα του σώματος και της ψυχής.
«Υπεραγία Θεοτόκε, σώσον ημάς», κράζουν με πίστη οι ευσεβείς. «Παναγία σώσε μας», ακούγεται εναγώνια κραυγή, με στεναγμούς και δάκρυα, από κρεβάτια του πόνου, όπου η ζωή παλεύει με το θάνατο. Παναγία, Δέσποινα του κόσμου, ελέησέ μας, δέεται κάθε άνθρωπος ταλαιπωρημένος από τα δύσκολα προβλήματα του βίου, της σκληρής βιοπάλης ή της αδικίας και της κακότητας του κόσμου. Η δέηση προς την Παναγία Μητέρα από που δεν ακούγεται; Από στεριές και θάλασσες, από παλάτια και καλύβες, από ερημητήρια και πολυάνθρωπες πόλεις, από μικρούς και μεγάλους, από παντού και από τους πάντες…
Και πολύ σωστά! Διότι γνωρίζομε όλοι, άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο, ποιά είναι η θέση της Υπεραγίας Θεοτόκου ενώπιον της Θεότητος! «Ιλιγγιά δε νους και υπερκόσμιος», όπως ψάλλει ο ιερός υμνωδός της Εκκλησίας μας, ζαλίζεται, δηλαδή, καταλαμβάνεται από σκοτοδίνη ο νους, όχι μόνο ανθρώπου, αλλά και αγγέλου, εάν αναλογισθεί τι έργο έφερε εις πέρας η Παναγία μας. Ποιόν εβάστασε στην αγκαλιά της; Τον βαστάζοντα τα σύμπαντα! Ποιόν εθήλασε; Τον τρέφοντα πάσαν την κτίσιν! Ποιόν εφρόντισε και περιποιήθηκε; Τον Υιόν του Θεού, δι’ ου τα πάντα εγένετο, τον Βασιλέα του παντός!
Επομένως δικαίως διερωτώμεθα και λέμε, ποιό άλλο Πρόσωπο, ποιός άγγελος ή αρχάγγελος, ποιό Χερουβείμ ή Σεραφείμ, μπορεί να έχει τόση παρρησία, τέτοιο θάρρος μπροστά στο Χριστό μας, μεγαλύτερο από την Παναγία μας; Μεγαλύτερο θάρρος από Εκείνην η Οποία εννιά μήνες τον κράτησε μέσα της, από Εκείνην που τον φρόντισε βρέφος, παιδί, έφηβο, νέο, άνδρα; Από Εκείνην η οποία περισσότερο από τον καθένα πόνεσε και έκλαψε πικρά κάτω από το Σταυρό Του;
Δεν είναι, λοιπόν, υπερβολή η εξαιρετική τιμή, η τόση ευλαβική προσκόλληση του Ορθοδόξου χριστιανού στο πάντιμο Πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Πολύ δε περισσότερο δεν είναι έκπτωση από το ακραιφνές Ορθόδοξο Δόγμα ο σεβασμός και η αγάπη μας προς την Παναγία Μητέρα. Βεβαίως τον Θεό μόνο λατρεύομε και προσκυνούμε, την Αγία Τριάδα, αλλά θα αγαπούμε και θα σεβόμεθα και θα τιμούμε την Παναγία μας, ως το πάνσεπτο ανθρώπινο Πρόσωπο, που στέκει τόσο κοντά στον άπειρο και ασύλληπτο Τριαδικό Θεό.
Ας μη παύσωμε να τιμούμε με υιική στοργή και τρυφερή αγάπη την Υπεραγία Θεοτόκο και ας μη παύσουμε ποτέ να τρέφουμε εμπιστοσύνη στις πρεσβείες της, στην Προστασία της την φοβερά και ακαταίσχυντη.