Του Σεβ. Μητροπολίτου Καστορίας κ. Σεραφείμ
«Στολήν θεοΰφαντον απεξεδύθην ο τάλας, σου το θείον πρόσταγμα, παρακούσας Κύριε, συμβουλία εχθρού • και συκής φύλλα δε, και τους δερματίνους χιτώνας περιβέβλημαι»1.
Με αυτούς τους λόγους, τους τόσο συγκινητικούς και συγκλονιστικούς, που φανερώνουν το θρήνο του Αδάμ, οι ιεροί υμνογράφοι της Εκκλησίας φέρνουν στο νου μας τη φοβερή εκείνη ημέρα της εξορίας των Πρωτοπλάστων από τον Παράδεισο της τρυφής και της απολαύσεως.
Κυριακή της Τυρινής! Και το Συναξάριον της ημέρας μας σημειώνει : «Τη αυτή ημέρα ανάμνησιν ποιούμεθα της από του Παραδείσου της τρυφής εξορίας του Πρωτοπλάστου Αδάμ»2.
Δεν καθόρισε τυχαία η Εκκλησία μας να είναι τέτοιο το περιεχόμενο της Κυριακής αυτής, που βρίσκεται ακριβώς στα πρόθυρα της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Ούτε πάλι θέλει απλώς να μας υπενθυμίσει το παρελθόν, αλλά κυρίως επιζητεί να θέσει το παρόν και το μέλλον της ζωής μας σε νέες βάσεις επανόδου μας στο χαμένο Παράδεισο. Όχι απλώς στον Παράδεισο της Εδέμ, αλλά σ’ αυτόν που «οφθαλμός ουκ είδε και ους ουκ ήκουσε και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη»3.
Και θα ήθελα, σήμερα, να μου επιτρέψετε να μεταφέρω στην ευλαβική σας σκέψη μία από τις τρομακτικές εκείνες συνέπειες της πτώσεως, όπως αυτή την περιγράφουν τα ιερά κείμενα της Εκκλησίας μας και την ψάλλουν οι ιεροί υμνογράφοι, την απώλεια της θεοΰφαντης στολής.
Και, πρώτον. Δεν πρόκειται για ένα εξωτερικό ένδυμα, αλλά για τη χάρη του Θεού, η οποία σαν μία αόρατη στολή στόλιζε και λάμπρυνε τους Πρωτοπλάστους. Τους χάριζε την αθωότητα και την αγνότητα, την απάθεια και την αγιότητα και τους έδινε τη δυνατότητα να ζουν ως επίγειοι άγγελοι, έχοντας την ανέκφραστη χαρά να βλέπουν και να συνομιλούν με το Θεό.
Με το πταίσμα της παρακοής, η χάρη του Θεού απομακρύνθηκε. Γι αὐτό και αισθάνθηκαν τη γυμνότητα και την απερίγραπτη αισχύνη. Αυτή την αλήθεια μας παρουσιάζει ανάγλυφα ο ποιητής του Μεγάλου Κανόνος, ο Άγιος Ανδρέας Επίσκοπος Κρήτης : «Διέρρηξα την στολήν μου την πρώτην, ην εξυφάνατό μοι, ο Πλαστουργός εξ αρχής, και ένθεν κείμαι γυμνός»4. Έτσι, με την αμαρτία της παρακοής «ενδέδυμαι διερρηγμένον χιτώνα, ον εξυφάνατό μοι, ο όφις τη συμβουλή, και καταισχύνομαι»5.
Δεύτερον. «Ότε δε ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον υιόν αυτού, γενόμενος εκ γυναικός, γενόμενον υπό νόμου, ίνα τους υπό νόμον εξαγοράση, ίνα την υιοθεσίαν απολάβωμεν»6. Ο Θεός κατεβαίνει στη γη για να βρει αποκτηνωθέντα τον άνθρωπο, κατά την ωραιότατη έκφραση του Αγίου Κυρίλλου Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας7, να τον θεραπεύσει με το έλαιον της ευσπλαχνίας, να του μεταδώσει τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος και να του χαρίσει συγχρόνως μία καινούργια στολή, ανώτερη από την πρώτη.
Γράφει πιο αναλυτικά ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος : «Ο Θεός, ερχόμενος στο κατάλυμα της ανθρωπίνης φύσεως και βρίσκοντάς την λερωμένη από ακαθαρσίες, γυμνή και γεμάτη από αίματα, την έλουσε, την άλειψε, την έθρεψε, την έντυσε με τέτοιο ένδυμα που παρόμοιο δεν υπάρχει. Ο ίδιος έγινε περιβολή της (δηλαδή στολή της) και αφού την έλαβε, έτσι την οδηγεί προς τα άνω».8 Ο ίδιος ο Χριστός μας έντυσε με τον Εαυτό Του σαν να είναι ένδυμα. Γι αὐτό και όταν τελείται το Μυστήριο του Βαπτίσματος, επαναλαμβάνουμε τους λόγους του Αποστόλου Παύλου : «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε»9. Ο Χριστός είναι η νέα μας στολή!
Τρίτον. Μαζί με αυτή τη θεοΰφαντη στολή της θείας χάριτος, μας έδωσε τη δυνατότητα δια των Ιερών Μυστηρίων και ιδιαιτέρως δια του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας να γινόμαστε θεοφόροι και χριστοφόροι. Με τη Θεία Κοινωνία γινόμαστε ένα σώμα με το Χριστό. «Αγκαλιάζεις αμέσως το Θεό, ενώνεσαι με το σώμα, αναμειγνύεσαι με το σώμα που ευρίσκεται στον ουρανό. … Όλοι είμασθε ένα από την πλευρά του Χριστού»10. Το σώμα μας γίνεται σώμα Χριστού και το αίμα μας γίνεται αίμα Χριστού. Γι αὐτό γεμάτος θαυμασμό αναφωνεί ο Άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας : «Σώμα με σώμα, Αίμα με αίμα … Τι μεγαλειώδη μυστήρια! Τι θαυμαστό γεγονός η κράση (δηλαδή η ένωση) του Σώματος του Χριστού με το σώμα μας και του Αίματος του Χριστού με το αίμα μας!»11.
Και αυτή η ένωση με το Χριστό μεταμορφώνει την ψυχή μας και ολόκληρη την ύπαρξή μας. Γι αὐτό και η χρυσή φωνή της Βασιλίδος των πόλεων θα τονίσει : «Αυτό το αίμα (του Χριστού) καθιστά σε μας βασιλική και ζωντανή την εικόνα (αφού πλασθήκαμε κατ εἰκόνα Θεού), γεννά αυτήν την απερίγραπτη ωραιότητα, δεν αφήνει να μαραθεί η ευγένεια της ψυχής, αλλά ποτίζει και τρέφει αυτή συνεχώς … και της δίνει μεγάλη δύναμη»12. «Με αυτό λούζεται η ψυχή μας, με αυτό στολίζεται, με αυτό φλέγεται, αυτό καθιστά την ψυχή μας λαμπρότερη από το χρυσάφι»13. Με άλλα λόγια «ημείς και ο Χριστός εν εσμέν»14, αφού «ένα σώμα γινόμαστε και είμαστε μέλη αυτού»15.
Προκειμένου, όμως, να διατηρήσουμε αυτόν το νέο θησαυρό που μας χαρίζει ο Χριστός, θα πρέπει να υποβάλλουμε τον εαυτό μας στην ασκητική μέθοδο που η Εκκλησία μας προτρέπει καθημερινά. «Εσείς που ενδυθήκατε το Χριστό», παρακαλεί και εύχεται ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, «και δεχθήκατε την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, παρακαλώ, να προσέχετε καθημερινά τη λαμπρότητα του ενδύματός σας, ώστε από πουθενά να μην δεχθεί στίγμα η κηλίδα, ούτε από λόγια άκαιρα, ούτε από ακούσματα βλαβερά, ούτε από λογισμούς πονηρούς, ούτε από τα μάτια που πέφτουν απερίσκεπτα στα θεάματα που συναντούν. … Παραμένοντας λαμπροί και διατηρώντας καθαρό και ακηλίδωτο το ένδυμα της αφθαρσίας, είθε να αξιωθούμε να απολαύσουμε τις απόρρητες εκείνες δωρεές (του Θεού)»16.
Μία πρόσκληση, λοιπόν, μας απευθύνει ο Χριστός σήμερα.
Πρόσκληση μετανοίας και επιστροφής, με απώτερο σκοπό να απολαύσουμε όχι πρόσκαιρες χαρές, αλλά ουράνιες.
Πρόσκληση να επιστρέψουμε από την εξορία στην πατρίδα, όπου «ήχος καθαρός εορταζόντων»17 και φωνή αγαλλιάσεως, δηλαδή στη Νέα Εδέμ, όπου δεν υπάρχει «πόνος, λύπη και στεναγμός, αλλά ζωή ατελεύτητος»18. Και αυτό θα το πετύχουμε βιώνοντας τον πλούτο της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που από αύριο το πρωί αρχίζει.
Καλή Τεσσαρακοστή! Με υγεία, πνευματική προκοπή και καρπούς μετανοίας, να φθάσουμε στο Άγιο Πασχα.
1. Στιχηρόν Προσόμοιον του Εσπερινού της Κυριακής της Τυρινής.
2. Ὀρθρος της Κυριακής της Τυρινής.
3. Α΄ Κορ. 2,9.
4. Ωδή β΄ του Μεγάλου Κανόνος.
5. Αυτόθι.
6. Γαλ. 4,4-5.
7. Αγίου Κυρίλλου Αρχιεπισκόπου Αλεξανδρείας, Υπόμνημα εις το κατά Λουκάν Ευαγγέλιον, κεφ. β΄, ΕΠΕ 25,178.
8. «Ἐλθών τοίνυν εἰς τό καταγώγιον αὐτῆς, καί εὑρών ρυπῶσαν, αὐχμῶσαν, γυμνήν, πεφυρμένην αἵματι, ἔλουσεν, ἤλειψεν, ἔθρεψεν, ἐνέδυσεν ἱμάτιον, οἷον εὑρεθῆναι ἕτερον οὐν ἔνι. Αὐτός αὐτῇ γενόμενος περιβολή, καί λαβών αὐτήν, οὕτω ἀνάγει». Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Εις τους Ψαλμούς, Ομιλία εις τον Ε΄ Ψαλμόν, κεφ. 2, ΕΠΕ 5,211.
9. Γαλ. 3,27.
10. Του ιδίου, Υπόμνημα εις την προς Κολοσσαείς επιστολήν του Αποστόλου Παύλου, Ομιλία ΣΤ΄, κεφ. 4, ΕΠΕ 22,205.
11. Πρβλ. Αγίου Νικολάου Καβάσιλα, Περί της εν Χριστώ ζωής, κεφ. δ΄, PG 150,584D.
12. Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Ομιλία ΜΣΤ΄, κεφ. 3, ΕΠΕ 13Α,333.
13. ό.π. 335.
14. Του ιδίου, Υπόμνημα εις την προς Εβραίους επιστολήν του Αποστόλου Παύλου, Ομιλία ΣΤ΄, κεφ. 3, ΕΠΕ 24,362.
15. Του ιδίου, Υπόμνημα εις το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον, ό.π. 331.
16. Του ιδίου, Κατήχησις ογδόη, κεφ. 25, ΕΠΕ 30,517.
17. Ιδιόμελον β΄ ήχου εις τους Αίνους του Όρθρου της Μεγάλης Τρίτης.
18. Κοντάκιον νεκρώσιμον.