ὑπό ἀρχιμ. Βασιλείου Μπακογιάννη
Πολλοί Ἱερεῖς παραλείπουν, κατά τή Θ. Λειτουργία, τά δεύτερα «πληρωτικά», δηλαδή αὐτά πού λέγονται μετά τόν «Καθαγιασμό». Εἶναι σωστό;
Τά «πληρωτικά» εἶναι δεήσεις πού λέγονται πρός τό τέλος τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν. Καί ἐπειδή ἀρχίζουν μέ τό «πληρώσωμεν», λέγονται «πληρωτικά». Καί «πληρώσωμεν τήν δέησιν ἡμῶν τῷ Κυρίῳ», σημαίνει: Ἄς κλείσουμε τήν προσευχή μας πρός τόν Κύριο, ζητώντας ἀπό τόν Κύριο καί τά ἀκόλουθα. Δηλαδή: Τώρα πού ἦρθε ἡ στιγμή, οἱ πιστοί νά ἀφήσουν τή Σύναξη, καί νά πᾶνε στά σπίτια τους ἤ στίς δουλειές τους, περνώντας μέσα ἀπό δύσβατους δρόμους ἤ καί μέσα ἀπό ποτάμια (ἔτσι γινόταν παλαιότερα), δέχονταν ἀπό τήν Μητέρα Ἐκκλησία καί τίς τελευταῖες «ἐπίκαιρες» εὐχές: «Ἄγγελον εἰρήνης, πιστόν ὁδηγόν, φύλακα τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν, παρά τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα» κ.λ.π.
Δέχονται ἐπίσης καί τίς τελευταῖες συμβουλές, γιά τό πῶς θά περάσουν τόν ὑπόλοιπο καιρό, ὥσπου νά ξαναπᾶνε στή Σύναξη. Ὅπως: «Τήν ἑσπέραν πᾶσαν (ἤ τήν ἡμέραν πᾶσαν) ,τελείαν, ἁγίαν, εἰρηνικήν, καί ἀναμάρτητον, παρά τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα». «Συγγνώμην καί ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν καί τῶν πλημμελημάτων ἡμῶν,παρά τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα». «Τά καλά καί συμφέροντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν καί εἰρήνην τῷ κόσμῳ, παρά τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα». κ.λ.π.
Ὅμως, τά «πληρωτικά» στή Λειτουργία τῶν Πιστῶν, λέγονται καί στήν ἀρχή καί στό τέλος. Στό τέλος, δικαιολογημένα. Στήν ἀρχή; Δέν ταιριάζουν.
Πιθανόν νά λέγονταν στή Λειτουργία τῶν Κατηχουμένων, καί στή συνέχεια (ὅταν ἔπαψαν νά ὑπάρχουν Κατηχούμενοι) νά ἐντάχθηκαν στήν ἀρχή τῆς Θ. Ἀναφορᾶς. Καί δέν ἐντάχθηκαν στό τέλος, γιατί στό τέλος ἔλεγαν κάτι παρόμοιο μέ τά γνωστά μας «πληρωτικά»: «Καί ὁ διάκονος (…) αἰτεῖ τόν ἄγγελον τῆς εἰρήνης, (…)τοῦτο ὑμῖν ἐπεύχεται λέγων πορεύεσθε ἐν εἰρήνῃ» (Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Κατά Ἰουδαίων Γ΄ . P.G. τ. 48:870).
Μέ βάση, λοιπόν, τά ἀνωτέρω, εἶναι χίλιες φορές προτιμότερο νά παραλείπονται τά «πληρωτικά» πού λέγονται στήν ἀρχή τῆς Θ. Ἀναφορᾶς, καί ὄχι αὐτά πού λέγονται στό τέλος. Καί γιά τούς πρόσθετους σημαντικούς λόγους:
Ἡ παράλειψή τους «δένει» ἀπόλυτα μέ τό ὅλο πνεῦμα τῆς Μεγάλης Εἰσόδου καί τῆς Θ. Εὐχαριστίας: Γίνεται ἡ Μεγάλη Εἴσοδος· ὁ Ἱερέας εὐλογεῖ τό λαό· δίνεται ὁ ἀσπασμός τῆς ἀγάπης καί ἡ ὁμολογία Πίστεως (τό «Πιστεύω»)· εὐθύς, χωρίς τή μεσολάβηση τῶν ἄσχετων γιά τή συγκεκριμένη στιγμή «πληρωτικῶν», μπαίνουμε στή Θ. Εὐχαριστία.
Ἀκόμα: Τά δεύτερα «πληρωτικά» (τά μετά τόν Καθαγιασμό) ἔχουν ἐνώπιον τοῦ Κυρίου ἀσύγκριτα πιό μεγάλη δύναμη· γιατί τά λέμε, ἔχοντας ἐνώπιόν μας τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου, καί ὄχι ἁπλά τόν Ἄρτο καί τόν Οἶνο ὅπως συμβαίνει μέ τά πρῶτα «πληρωτικά».